Πιο μεγάλος θαυμαστής, πεθαίνεις!
Βιώνουμε μια απίστευτη συγχώνευση πραγματικότητας και φαντασίωσης: ο ίδιος ο πλανητάρχης μόλις κυκλοφόρησε ΑΙ βιντεάκι στο οποίο ο ίδιος παίζει μπάλα με τον Κριστιάνο Ρονάλντο μέσα στο Οβάλ Γραφείο | CreativeProtagon
Απόψεις

Πιο μεγάλος θαυμαστής, πεθαίνεις!

Σήμερα, που μπορείς να μάθεις σε πραγματικό, σχεδόν, χρόνο ότι ο σταρ που θαυμάζεις οδηγεί όντας «τύφλα», ξαναπαντρεύεται ή συντρώγει με τον Ντόναλντ Τραμπ, γίνεσαι ένας διαφορετικού τύπου φαν. Που ενίοτε δυσκολεύεται όχι μόνο να σεβαστεί, αλλά και να διακρίνει τα όρια
Λένα Παπαδημητρίου

«Ενοχη για παραβίαση οικιακής ειρήνης και πρόκληση τρόμου». Διαβάζω για τους 18 μήνες φυλάκιση που θα «φάει» η εμμονική θαυμάστρια (από το 2019!) γνωστού έλληνα τραγουδιστή εάν παραβιάσει τους δύο περιοριστικούς όρους που της επέβαλε προ ημερών το δικαστήριο: να μην τον πλησιάζει σε απόσταση 500 μέτρων και να μην επικοινωνεί μαζί του με κανένα μέσο.

Αναρωτιέμαι πώς είναι να ζεις με τον τρόμο κάποιος να σου χτυπάει νυχθημερόν το κουδούνι στο σπίτι ή να κολλάει με δύναμη τη μούρη του στο τζάμι του αυτοκινήτου σου (με τα παιδιά σου μέσα) κάθε φορά που κάνεις να ξεμυτίσεις.

Τοξικός φαν, αυτή η λαίλαπα

Παλιά ιστορία το stalking και οι εμμονικοί φαν (τι να πει δηλαδή και ο Τζον Λένον;), αλλά η αλήθεια είναι ότι εν έτει 2025 οι θαυμαστές εμφανίζονται αγριεμένοι. Οχι απλά «φανατικοί», αυτοί υπήρχαν πάντα (το λέω εγώ που ένα βράδυ, το 2001, αν δεν με απατά η μνήμη μου, μέσα σε ένα θέατρο στη Νέα Υόρκη τόλμησα να πλησιάσω τον γνωστό νευρίλο με τις γκρούπις Τζορτζ Μάικλ· ευτυχώς, κρατήσαμε αμφότεροι τα προσχήματα).

Οχι, σήμερα οι θαυμαστές είναι ανεξέλεγκτοι, αμετροεπείς, ανθρωποφάγοι. Βλέπω ξανά το βίντεο με τον τύπο που όρμησε στην Αριάνα Γκράντε στο κίτρινο χαλί (στην πρεμιέρα της ταινίας «Wicked») στη Σιγκαπούρη. Ο τοξικός θαυμαστής της σημερινής attention economy έρχεται να καταλάβει τη δική του περίοπτη θέση δίπλα στις λοιπές τοξικότητες της εποχής: τοξική αρρενωπότητα, τοξικό εργασιακό περιβάλλον, τοξικοί πολιτικοί κ.τ.λ.

Λογικό. Ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία δεν είχαμε μεγαλύτερη ευχέρεια να προσβάλλουμε τους άλλους. Ποτέ δεν είχαμε τόσες ευκαιρίες να γίνουμε δημόσια ο πιο κακός εαυτός μας. Εντάξει, και οι εξαγριωμένες φαν των Βeatles (συνήθως πολύ νεαρής ηλικίας) έστελναν στις συντρόφους των FabFour επιστολές με απειλές (κατά της ζωής τους), αλλά δεν μπορούσαν να μαζέψουν πάνω τους τόσους προβολείς.

Αυτό που έχει αλλάξει σήμερα είναι ότι αυτού του είδους η συμπεριφορά εκτυλίσσεται δημοσίως online, έχει στόχο την προσοχή, την επιβεβαίωση (ή, τέλος πάντων, μια στιγμαία εκτόνωση από την τοξικότητα αυτού του κόσμου). Επίσης, ότι προέρχεται πλέον από ανθρώπους κάθε ηλικίας και κάθε κοινωνικού υπόβαθρου.

Αυτόγραφο vs σέλφι

Την ίδια στιγμή, ίσως ποτέ άλλοτε οι διάσημοι (από όλους τους χώρους) δεν ήταν τόσο, μα τόσο εκτεθειμένoι (π.χ. σαν μικρές τραγανιστές μπουκίτσες καταναλώνουμε στα σόσιαλ «κομμάτια» από συνεντεύξεις τους). Επίσης, καμία εποχή δεν είχε δώσει τέτοιο free pass στην ιδιωτική ζωή τους.

Τέρμα δηλαδή ο απρόσιτος, μπλαζέ σταρ που λάτρευες να λατρεύεις εκ του μακρόθεν, μέσα από την αφίσα που κοσμούσε (στην καλή περίπτωση) το εφηβικό σου δωμάτιο ή (στην ελαφρώς παθολογική), τη μεσήλική σου κρεβατοκάμαρα. Σήμερα, αν το θέλεις πολύ, μπορείς,  σχεδόν σε πραγματικό χρόνο, να ξέρεις πού συχνάζει, αν στο σπίτι φοράει παντόφλες με αρκουδάκια, τι γκριμάτσα κάνει όταν σκοντάφτει τυχαία πάνω στην/στον πρώην σύντροφό του και αν οδηγεί «τύφλα», χωρίς δίπλωμα, παίρνοντας αμπάριζα ό,τι βρει μπροστά του.

Η αμερικανίδα σταρ Κάμερον Ντίαζ θα καταφέρει να προσδιορίσει και χρονικά πότε ακριβώς μπήκε η ταφόπλακα στην ιδιωτικότητα των διασήμων. Είναι το 2000, όταν βρίσκεται στο Τόκιο για την προώθηση των «Αγγέλων του Τσάρλι», και αντικρίζει, μαζί με τις συμπρωταγωνίστριές της στην ταινία, έναν τοίχο από θαυμαστές να κρατούν «κάτι» πάνω από το κεφάλι τους. «Τι είναι αυτό;», θα ρωτήσουν τους ιάπωνες οικοδεσπότες τους. Οταν τις πληροφόρησαν ότι ήταν κινητά τηλέφωνα με κάμερα, αλληλοκοιτάχτηκαν και είπαν: «It’s over!» («Πάει, τέλειωσε!»)».

Την ίδια ώρα, αυτή η απίστευτη συγχώνευση πραγματικότητας και φαντασίωσης που βιώνουμε (ο ίδιος ο πλανητάρχης μόλις κυκλοφόρησε ΑΙ βιντεάκι στο οποίο ο ίδιος παίζει μπάλα με τον Κριστιάνο Ρονάλντο μέσα στο Οβάλ Γραφείο) έχει ως αποτέλεσμα σήμερα πολλοί φαν, όχι μόνο να μη σέβονται τα όρια, αλλά να μην είναι καν σε θέση να τα διακρίνουν.

Oπως μου αναφέρει χαρακτηριστικά εγχώριος «επώνυμος»: «Υπάρχουν φορές που ο κόσμος σε κοιτάζει και σε σχολιάζει τόσο επιδεικτικά (π.χ. λέει μπροστά σου στον φίλο του “Κοίτα ο τάδε”), που δεν γνωρίζεις αν το κάνει από αγένεια ή επειδή δεν σε θεωρεί αληθινό, αλλά μια φιγούρα που παίζει στο τάδε θέατρο ή σίριαλ. Μια φορά ήμουν στο σουπερμάρκετ και μια πελάτισσα έλεγε στη διαπασών στο τηλέφωνο: “Είναι εδώ και ο Στέλιος! (το όνομα του ήρωα που υποδυόμουν εκείνη την εποχή). Δεν έχει πεθάνει!”».

Fandom και ξερό ψωμί

Κάπως έτσι, ο σύγχρονος θαυμαστής έχει μεν τις ίδιες ορέξεις (με αυτόν του παρελθόντος) αλλά πολύ πιο εκσυγχρονισμένα όπλα. Η γενιά μου, πάντως, που μεγάλωσε κυνηγώντας αυτόγραφα, δυσκολεύεται να συνηθίσει στην άψυχη ματαιοδοξία της σέλφι δίπλα στον διάσημο. Ωστόσο παραδέχομαι πως όταν ευδοκιμούσε το χαρτί υπήρχαν άλλοι κίνδυνοι· ένα αυτόγραφo που είχα λάβει ταχυδρομικώς στη Δ’ Δημοτικού από τη Λίντσεϊ Βάγκνερ –για όσους θυμούνται τη «Βιονική Γυναίκα»– κάπου το πέταξε, δίχως κανένα έλεος, η μάνα μου.

Και κάπως έτσι σήμερα διανύουμε την περίοδο των fandoms (όπως ονομάζονται οι πανίσχυρες «κοινότητες θαυμαστών», π.χ. οι Swifties της Τέιλορ Σουίφτ, οι Βeliebers του Τζάστιν Μπίμπερ, οι Arianators της Αριάνα Γκράντε) με την τεράστια επιρροή στην κοινή γνώμη (έχει ειπωθεί πολλάκις ότι με τέτοια δεξαμενή θαυμαστών η Σουίφτ θα μπορούσε άνετα να διεκδικήσει την προεδρία των ΗΠΑ, κάτι που ήδη πολλοί έχουμε αρχίσει διακαώς να ευχόμαστε). Ο ίδιος ο Τραμπ, άλλωστε, αντιμετωπίζει επιδεικτικά τους ψηφοφόρους του ως fandom. Ως γνωστόν, με την κατάλληλη χειραγώγηση μπορούν άνετα να μετεξελιχθούν σε όχλο.

Ουαί και αλίμονο σε όποιον τολμήσει να τα βάλει με αυτές τις πανίσχυρες συμπαγείς συλλογικότητες. Aς τολμήσει π.χ. κάποιος να πει κάτι αρνητικό για τον τελευταίο κύκλο της σειράς «Stranger Things» του Netflix (που καταφθάνει, κατά το ήμισυ, στις 26 Νοεμβρίου). «Η κριτική αντιμετωπίζεται σαν αποστασία, κάτι που πρέπει να ξεριζωθεί και να καταστραφεί», υπογραμμίζει εσχάτως στους Financial Times o βετεράνος μουσικοκριτικός Λούντοβικ Χάντερ-Τίλνι.

O ίδιος μάλιστα τονίζει πως «ο τοξικός θαυμαστής ποτέ δεν είδε καλύτερες μέρες» και αναφέρει προσωπικές επιθέσεις που έχει κατά καιρούς δεχτεί από θαυμαστές για «κακές» ποπ/ροκ δισκοκριτικές που έχει γράψει. Η χειρότερη, επισημαίνει, δεν του έγινε, όπως θα περίμενε κανείς, από αλαλάζοντα κοριτσόπουλα από το fandom (ονόματι Beyhive) της Μπιγιονσέ. Τού έγινε από μεσήλικες άνδρες, «καμένους» φαν των Stone Roses.

Ακόμη και το 2025, βέβαια, μπορείς να παραμείνεις ένθερμος φαν χωρίς να γίνεις κάφρος. Ισως, φυσικά, αυτό να έχει να κάνει και με τη διασημότητα που έχεις απέναντί σου (και το ποιος νοείται σήμερα ως διασημότητα). Πέρυσι το καλοκαίρι, λίγο μετά το χάλκινο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς, συνάντησα στο καφέ κοντά στη δουλειά τον εθνικό μας «Μανόλο» (Εμμανουήλ Καραλή). Ομολογώ ότι δεν άντεξα. Παρότι αποστρέφομαι τις σέλφι, στήθηκα για μία δίπλα του (δήθεν για να τη δείξω στον γιό μου) και (χωρίς να το έχει, είμαι βέβαιη, καμία ανάγκη) του έδωσα ειλικρινώς συγχαρητήρια.

Exit mobile version