Η αλλόκοτη σταθερότητα στα ποσοστά της ΝΔ
| CreativeProtagon
Απόψεις

Η αλλόκοτη σταθερότητα στα ποσοστά της ΝΔ

Η σταθερότητα στα ποσοστά της ΝΔ δεν προκύπτει από πίστη. Προκύπτει από έλλειψη εναλλακτικής. Τα νέα πολιτικά εγχειρήματα δεν κόβουν από τη ΝΔ, κόβουν μεταξύ τους. Αυτό δημιουργεί μια πολιτική ομίχλη στην οποία κανείς δεν φαίνεται έτοιμος ή ικανός να κυβερνήσει. Και ο ψηφοφόρος, σε αυτό το κενό εξουσίας, αποφασίζει να μην αλλάξει κυβερνήτη
Δημήτρης Ευθυμάκης

Eξι χρόνια στην εξουσία, με την ακρίβεια να ροκανίζει πορτοφόλια και υπομονές, με ένα σκάνδαλο τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ που σε άλλες εποχές θα τίναζε κυβερνήσεις στον αέρα, και με έναν πρωθυπουργό που –όπως ο ίδιος αφήνει να φανεί– βρίσκεται στο στόχαστρο συγκεκριμένων κύκλων συμφερόντων. Κι όμως, οι τρεις τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν τη Νέα Δημοκρατία να μένει σταθερά πρώτη, να κρατά ένα προβάδισμα 15-16 μονάδων και να κινείται γύρω στο 30% στην εκτίμηση ψήφου. Oχι, δεν μιλάμε για πολιτικό θρίαμβο, μιλάμε όμως για μια αλλόκοτη σταθερότητα, σχεδόν αφύσικη για το πολιτικό κλίμα που περιγράφουν οι τηλεοράσεις και τα καφενεία.

Τι σημαίνει αυτό; Πρώτα από όλα ότι η σταθερότητα της ΝΔ δεν είναι προϊόν έρωτα. Είναι προϊόν έλλειψης άλλης λύσης. Αν η κυβέρνηση μοιάζει ακλόνητη, δεν είναι επειδή ο κόσμος τη στηρίζει θερμά, αλλά επειδή οι ανταγωνιστές της έχουν χαθεί σε έναν πολιτικό λαβύρινθο. Το ΠΑΣΟΚ μετράει ποσοστά που θυμίζουν επαρχιακό ΚΤΕΛ, ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται σε μονοψήφιες περιοχές και θυμίζει περισσότερο λέσχη πολιτικών αναμνήσεων παρά αξιόπιστη δύναμη εξουσίας, ενώ τα μικρότερα κόμματα βρίσκονται σε μια διαρκή μάχη επιβίωσης.

Κι έτσι, ενώ η καθημερινότητα βοά για αλλαγή, η κάλπη –ή μάλλον η πρόθεση ψήφου– υπαινίσσεται κάτι άλλο. «Μέχρι να εμφανιστεί κάτι καλύτερο, ας μη ρισκάρουμε». Αυτό είναι το πρώτο στήριγμα της αλλόκοτης σταθερότητας. Ο φόβος της περιπέτειας. Σε μια περίοδο γεμάτη πολέμους, γεωπολιτικές αβεβαιότητες και διεθνείς εντάσεις, το δόγμα «σταθερότητα ή χάος» λειτουργεί υπέρ της κυβέρνησης. Οχι επειδή η ΝΔ πείθει όπως παλιά, αλλά επειδή η ιδέα μιας ασταθούς, κατακερματισμένης και βαριά πολυκομματικής Βουλής που φέρνει ακυβερνησία, τρομάζει. Ακόμη και αν ο πολίτης γκρινιάζει για την ακρίβεια στο σουπερμάρκετ και για την προχειρότητα στον ΟΠΕΚΕΠΕ, δεν βλέπει ποιος μπορεί να τον κυβερνήσει από αύριο το πρωί.

Το δεύτερο στήριγμα βρίσκεται στις ίδιες τις αδυναμίες της αντιπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται ως «δεύτερο», αλλά χωρίς momentum ανατροπής, ενώ η επανεμφάνιση των παλαιών ηγετικών προσώπων (Τσίπρας, Σαμαράς) απλώς κατανέμει ξανά την ίδια πίτα. Στην πραγματικότητα, τα νέα πολιτικά εγχειρήματα δεν κόβουν από τη ΝΔ, κόβουν μεταξύ τους. Αυτό δημιουργεί μια πολιτική ομίχλη στην οποία κανείς δεν φαίνεται έτοιμος ή ικανός να κυβερνήσει. Και ο ψηφοφόρος, σε αυτό το κενό εξουσίας, ακολουθεί τη λογική τού «κάνε την καρδιά σου πέτρα και ψήφισε αυτόν που μπορεί τουλάχιστον να βγάλει τετραετία χωρίς να πέσει η χώρα στα βράχια».

Υπάρχει και τρίτο σκέλος. Ο πόλεμος των συμφερόντων. Η κυβέρνηση παίζει συνειδητά το αφήγημα ότι ο Μητσοτάκης βρίσκεται στο στόχαστρο ισχυρών παραγόντων, τραπεζικών, επιχειρηματικών, μιντιακών. Αυτό, όσο κι αν θυμίζει σενάριο παλιού ελληνικού δράματος, λειτουργεί σε ένα κομμάτι του εκλογικού σώματος σχεδόν αντισυστημικά. Αν τον χτυπούν τόσοι ισχυροί, ίσως δεν είναι και τόσο δικός τους. Το αφήγημα αυτό, όσο και αν ενοχλεί τους πιο πολιτικοποιημένους, βρίσκει έδαφος σε εκείνο το ευρύ και σιωπηλό ακροατήριο που λατρεύει τη θεωρία ότι «κάποιοι κινούν τα νήματα». Είναι η δική του μορφή λαϊκής καχυποψίας, και η κυβέρνηση ξέρει να την αξιοποιεί.

Σε αυτή τη σύνθετη εξίσωση προσθέστε και κάτι ακόμη. Τις μεγάλες κινήσεις που επικοινωνιακά χτίζουν την εικόνα «έργου». Ενα παράδειγμα είναι ο λεγόμενος «κάθετος άξονας», ο οποίος εμφανίζει σημαντική αποδοχή στις τελευταίες μετρήσεις. Ο κόσμος μπορεί να γκρινιάζει για τους λογαριασμούς, αλλά όταν βλέπει μεγάλα έργα υποδομής, διασυνδέσεις, ενεργειακές συμφωνίες ή βελτιώσεις στους αυτοκινητοδρόμους, αισθάνεται ότι «κάτι κινείται». Αυτές οι κινήσεις δεν αρκούν για να δημιουργήσουν ενθουσιασμό, αλλά προσθέτουν ένα στρώμα αξιοπιστίας που λειτουργεί ως ανάχωμα στη φθορά.

Και κάπου εδώ εμφανίζεται η μεγάλη αντίφαση. Οι πολίτες μοιάζουν κουρασμένοι, καχύποπτοι και συχνά αγανακτισμένοι, όμως η κυβέρνηση διατηρεί ένα ποσοστό που θυμίζει λιγότερο δυναμική νικητή και περισσότερο αντοχή σε έρημο. Είναι σαν να κρατάει το τιμόνι ενός λεωφορείου που όλοι γκρινιάζουν ότι κάνει θόρυβο, βγάζει καπνό και δεν έχει κλιματισμό, αλλά κανείς δεν θέλει να αλλάξει οδηγό πριν φτάσει με ασφάλεια στον επόμενο σταθμό.

Η αλλόκοτη σταθερότητα, λοιπόν, δεν προκύπτει από πίστη. Προκύπτει από έλλειψη εναλλακτικής. Η ΝΔ μοιάζει με τον ενοικιαστή ενός σπιτιού που σαφώς χρειάζεται ανακαίνιση, ο ιδιοκτήτης παραπονιέται, αλλά δεν έχει βρει ακόμη νέο ενοικιαστή. Και ξέρει πως αν αδειάσει το σπίτι απότομα πετώντας έξω τον νοικάρη, μπορεί την επόμενη στιγμή να του πέσει ο σοβάς στο κεφάλι. Μέχρι να χτιστεί κάτι καλύτερο, το συμβόλαιο ανανεώνεται από συνήθεια.

Exit mobile version