Από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, το όραμα του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για τον κόσμο –ιδιαίτερα για την Ευρώπη– ήταν συχνά δύσκολο να διακριθεί λόγω της ασυνάρτητης και πομπώδους ρητορικής του. Ομως η νέα του Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας (NSS) ρίχνει φως στις κατευθυντήριες αρχές της εξωτερικής πολιτικής του.
Σκιαγραφώντας ένα ρητά εθνικιστικό και νατιβιστικό πλαίσιο, η NSS σηματοδοτεί μια απότομη ρήξη με την πολυμερή προσέγγιση που καθοδηγούσε την Αμερική από το 1945. Η περιφρόνηση προς τις φιλελεύθερες αξίες θα πρέπει να διαλύσει κάθε εναπομείνασα ψευδαίσθηση σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση της διατλαντικής συμμαχίας, καθιστώντας σαφές ότι ο Τραμπ θα σταθεί στο πλευρό της Ευρώπης μόνο αν αυτή ασπαστεί πλήρως την ιδεολογία του MAGA, «Ας κάνουμε την Αμερική μεγάλη ξανά», ή μάλλον την ευρωπαϊκή εκδοχή της: «Ας κάνουμε την Ευρώπη λευκή ξανά».
Ενώ η ηγεσία των ΗΠΑ κάποτε οριζόταν από τον ιδεολογικό οικουμενισμό, μέσω της NSS υιοθετείται μια αυστηρά τοπικιστική στάση. Οπως το έθεσε ο υπουργός Πολέμου του Τραμπ, Πιτ Χέγκσεθ, το Πεντάγωνο «δεν θα αποσπάται πλέον από την προώθηση της δημοκρατίας, τον παρεμβατισμό, τους ακαθόριστους πολέμους, την αλλαγή καθεστώτων, την κλιματική αλλαγή, την αφύπνιση (wokeness) και τη μάταιη οικοδόμηση εθνών (nation-building)».
Αναμφίβολα, πολλές κυβερνήσεις στον Παγκόσμιο Νότο θα επικροτήσουν αυτή την αλλαγή. Μερικοί από τους αντιπάλους των ΗΠΑ το έχουν ήδη κάνει. Για τη Ρωσία, η οποία περιέγραψε την NSS του Τραμπ ως «συνεπή με το όραμά μας», ο πόλεμος στην Ουκρανία ξαφνικά αποκτά θετικές προοπτικές.
Ο Τραμπ αρέσκεται να παρουσιάζεται ως υπερασπιστής των ατομικών ελευθεριών, ειδικά της ελευθερίας του λόγου. Αλλά στην NSS λέει μια διαφορετική ιστορία, ανακοινώνοντας την πρόθεσή του να αντιταχθεί στους «αντιδημοκρατικούς περιορισμούς που επιβάλλονται από τις ελίτ στις βασικές ελευθερίες στην Ευρώπη, στην αγγλόσφαιρα και στον υπόλοιπο δημοκρατικό κόσμο, ειδικά μεταξύ των συμμάχων μας».
Οπως καταδεικνύει η NSS, οι προσδοκίες του Τραμπ από την Ευρώπη αποκλίνουν σημαντικά από το πώς αντιλαμβάνονται οι Ευρωπαίοι τις διατλαντικές σχέσεις. Ενώ οι ευρωπαίοι ηγέτες θέλουν να διατηρήσουν την αμερικανική ομπρέλα ασφαλείας χωρίς να ευθυγραμμιστούν με το ιδεολογικό σχέδιο του Τραμπ, αυτός απαιτεί να συμμορφωθούν με μια MAGA-ποιημένη τάξη πραγμάτων, προσφέροντας μάλιστα λίγα ανταλλάγματα.
Ουσιαστικά ο Τραμπ προτείνει την αντικατάσταση της στρατηγικής αλληλεγγύης μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης –μια διευθέτηση στην οποία δεν πιστεύει πλέον– με μια πολιτισμική συμμαχία που βασίζεται σε τρεις βασικές προϋποθέσεις.
Η πρώτη είναι η απαίτηση από την Ευρωπαϊκή Ενωση να καταργήσει τα ρυθμιστικά πλαίσια που, κατά την άποψη του Τραμπ, παραβιάζουν την ελευθερία της έκφρασης και βλάπτουν τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς διατύπωσε το ίδιο επιχείρημα στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου τον περασμένο Φεβρουάριο, ισχυριζόμενος ότι η πραγματική απειλή που αντιμετωπίζει η Ευρώπη προέρχεται από «παλιά εδραιωμένα συμφέροντα που κρύβονται πίσω από άσχημες λέξεις της σοβιετικής εποχής, όπως παραπληροφόρηση», για να επιβάλουν «ψηφιακή λογοκρισία» σε λαϊκιστικές φωνές.
Αλλά οι κυρώσεις της ΕΕ σε αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς όπως η Google, η Apple, το Facebook και η Amazon δεν είχαν καμία σχέση με την πολιτική λογοκρισία. Και το πρόσφατο πρόστιμο των 140 εκατ. δολαρίων που επιβλήθηκε στο X (πρώην Twitter), το οποίο εξόργισε τους αξιωματούχους του Τραμπ, αφορούσε παραβιάσεις όσον αφορά τη διαφάνεια και την προστασία των καταναλωτών […] Παρουσιάζοντας το όλο θέμα ως λογοκρισία, ο Τραμπ απλώς επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς του ιδιοκτήτη του X, Ελον Μασκ, ο οποίος δεν κρύβει ότι τάσσεται υπέρ της «κατάργησης» της ΕΕ.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι να αναθεωρήσει η ΕΕ τις πολιτικές της για τη μετανάστευση και το άσυλο, οι οποίες στην NSS παρουσιάζονται ως απειλή για τον Δυτικό πολιτισμό. Τα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης, που ορίζονται σε μεγάλο βαθμό από την αντίθεσή τους στη μετανάστευση, έσπευσαν να εκμεταλλευθούν αυτή την ιδεολογική επικύρωση, με τον γάλλο ακροδεξιό ηγέτη Ερίκ Ζεμούρ να διακηρύσσει ότι «ο Τραμπ είναι ο μόνος που υπερασπίζεται τον ευρωπαϊκό πολιτισμό».
Η τρίτη προϋπόθεση του Τραμπ είναι να σταματήσει η Ευρώπη να αντιμετωπίζει την αμερικανική στρατιωτική προστασία ως δεδομένη. Σύμφωνα με το αφήγημά του οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις βασίζονται εδώ και πολύ καιρό στο ΝΑΤΟ για τις αμερικανικές εγγυήσεις ασφαλείας, ενώ χρησιμοποιούν την ΕΕ για να υπονομεύουν τα οικονομικά συμφέροντα της Αμερικής.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κρίστοφερ Λάνταου, τόνισε αυτό το σημείο σε μια πρόσφατη ανάρτησή του στο X. «Οταν αυτές οι χώρες φορούν τα καπέλα του ΝΑΤΟ», έγραψε, «επαινούν τη διατλαντική ενότητα». Αλλά όταν «φορούν τα καπέλα της ΕΕ», προωθούν πολιτικές και θέσεις που είναι «εντελώς αντίθετες προς τα συμφέροντα και την ασφάλεια των ΗΠΑ», περιλαμβανομένων «της «λογοκρισίας, της οικονομικής αυτοκτονίας, του κλιματικού φανατισμού, των ανοιχτών συνόρων, της περιφρόνησης της εθνικής κυριαρχίας, της προώθησης της πολυμερούς διακυβέρνησης και της φορολογίας και της υποστήριξης της κομμουνιστικής Κούβας».
Σε ένα ιδιαίτερα αξιοσημείωτο απόσπασμα της NSS επισημαίνεται ότι «μέσα σε λίγες δεκαετίες το αργότερο» ορισμένα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ «θα είναι στην πλειονότητά τους μη ευρωπαϊκά». Είναι ένα «ανοιχτό ερώτημα», αναφέρεται στο έγγραφο, το αν οι μελλοντικοί ευρωπαϊκοί πληθυσμοί «θα βλέπουν τη θέση τους στον κόσμο και τη συμμαχία τους με τις ΗΠΑ όπως εκείνοι που υπέγραψαν τον καταστατικό χάρτη του ΝΑΤΟ».
Η διατύπωση αντικατοπτρίζει τη μακροχρόνια πεποίθηση του Τραμπ ότι η μετανάστευση θα μετατρέψει τις ευρωπαϊκές χώρες σε «λιγότερο ευρωπαϊκές», λες και η ταυτότητα της Ευρώπης να βασίζεται στην εθνοτική καθαρότητα. Αυτή η βαθιά παρανόηση αναδεικνύει το διευρυνόμενο πολιτιστικό και πολιτικό χάσμα μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ.
Η Στρατηγική Εθνικής Ασφαλείας του Τραμπ καθιστά επίσης σαφές ότι η Ευρώπη θα πρέπει να αναμένει ελάχιστη υποστήριξη από την Αμερική προς την Ουκρανία. Βλέποντας τον εαυτό της να έρχεται «σε αντίθεση με ευρωπαίους αξιωματούχους που έχουν μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τον πόλεμο», η κυβέρνηση στοχεύει στην «αποκατάσταση των συνθηκών στρατηγικής σταθερότητας σε ολόκληρη την ευρασιατική επικράτεια» και στον «μετριασμό του κινδύνου σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και ευρωπαϊκών κρατών». Οι ΗΠΑ, σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι εταίρος της Ευρώπης εναντίον της Ρωσίας, αλλά μεσολαβητής μεταξύ των δύο πλευρών.
Στο σύνολό τους αυτές οι θέσεις θα πρέπει να θορυβήσουν τους ευρωπαίους ηγέτες. Αντιμέτωποι με μια εχθρική κυβέρνηση, θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η εποχή της αυτόματης αμερικανικής προστασίας έχει παρέλθει, και να αντιμετωπίσουν κατά μέτωπο τη στρατηγική ευπάθεια της ηπείρου. Οπως είχε προειδοποίησε πριν από δεκαετίες ο Σαρλ ντε Γκολ, η Ευρώπη δεν μπορεί να εξαρτάται εσαεί από τις ΗΠΑ. Για να επιβιώσει, θα πρέπει να ξυπνήσει από τον γεωπολιτικό λήθαργο και να ανακτήσει τον έλεγχο της μοίρας της.
Ο Zaki Laïdi, καθηγητής στο Sciences Po, είναι πρώην ειδικός σύμβουλος του Yπατου Εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Eνωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας. Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύεται για την Ελλάδα από το Project Syndicate.
