| Reuters/SOOC/CreativeProragon
Απόψεις

Ο Κασσελάκης και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικάνοι

Το πολιτικό δράμα που ανέβηκε με τεράστια επιτυχία στην αμερικανική πολιτική σκηνή, αφήνοντας άφωνη την παγκόσμια κοινή γνώμη, έμοιαζε μέχρι σήμερα εξωφρενικό όσο και μοναδικό. Να όμως που το φαινόμενο της υφαρπαγής ενός κόμματος από κάποιον «εξωτικό» πολιτικό επαναλήφθηκε στη χώρα μας, προς δική μας κατάπληξη
Τάκης Σ. Παππάς

Είναι, πράγματι, αλήθεια πως ενίοτε η πολιτική καθορίζεται από τυχαία γεγονότα. Οταν όμως αρκετά γεγονότα συμβαίνουν ταυτόχρονα και μάλλον με όχι τυχαίο τρόπο, τότε βρισκόμαστε αντιμέτωποι με πρωτοφανή «φαινόμενα». Μέσα στον ορυμαγδό των γεγονότων που εκτυλίχθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες γύρω από την εκλογή αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, ένα τέτοιο φαινόμενο ήταν αναμφίβολα η εξ εφόδου υφαρπαγή (άλλες λέξεις ή όροι που χρησιμοποιήθηκαν ήταν «επιθετική εξαγορά», «ρεσάλτο», «εισπήδηση», «πειρατεία», «ριφιφί») αυτού του κόμματος από τον Στέφανο Κασσελάκη, έναν άγνωστο ομογενή με θολό παρελθόν, άγνοια της ελληνικής πραγματικότητας, παντελή απουσία πολιτικής εμπειρίας ή άλλη ουσιαστική σχέση με το κόμμα και τη νομενκλατούρα του.

Θα επρόκειτο για παγκόσμια πρωτοτυπία αν ένα παρόμοιο πολιτικό στόρι δεν είχε διαδραματιστεί πριν από λίγα μόλις χρόνια σε μια άλλη δημοκρατική χώρα, ενώ ο υπόλοιπος κόσμος παρακολουθούσε εμβρόντητος. Αναφέρομαι, ασφαλώς, στην υφαρπαγή του αμερικανικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος το 2016 από τον Ντόναλντ Τραμπ, η οποία υπήρξε ένα ιστορικό δράμα μεγάλων πολιτικών διαστάσεων, που παίχτηκε σε τέσσερις διαδοχικές πράξεις. Επειδή οι δύο περιπτώσεις έχουν εντυπωσιακές ομοιότητες, ας θυμηθούμε ξανά πώς εκτυλίχθηκε το αμερικανικό πολιτικό δράμα. Αυλαία.

Στην πρώτη πράξη βλέπουμε ένα κόμμα εξουσίας, το Ρεπουμπλικανικό, που έχει ήδη ηττηθεί σε δύο συνεχόμενες προεδρικές και σε αρκετές ενδιάμεσες εκλογές. Καθώς ξεκινούν οι προκριματικές εκλογές για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου για τις επόμενες εκλογές, το κόμμα παρουσιάζεται ιδεολογικά χυλωμένο και διασπασμένο σε ομάδες με αντικρουόμενες πολιτικές βλέψεις. Οι οπαδοί του κόμματος, απογοητευμένοι από τις προηγούμενες ήττες, οργισμένοι με το πολιτικό κατεστημένο αλλά και δίχως εμπιστοσύνη στα παραδοσιακά ηγετικά τους στελέχη, φοβούνται ότι κανένα από τα στελέχη της πρώτης γραμμής δεν θα μπορούσε να κερδίσει την προεδρία στις επόμενες εκλογές.

Στη δεύτερη πράξη εμφανίζεται στη σκηνή ένας αλλόκοτος υποψήφιος που διαφέρει από τους άλλους. Εχει ναρκισσιστική προσωπικότητα και απύθμενη φιλοδοξία. Σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια*, απέφυγε τη στρατιωτική θητεία, δεν διαθέτει πολιτική εμπειρία (είναι επιχειρηματίας) ούτε έχει πρότερη σχέση με το κόμμα (παλιά ψήφιζε τους Δημοκρατικούς). Αλλά χειρίζεται με επιδεξιότητα τα κοινωνικά δίκτυα, μπερδεύει αλήθειες με ψέματα, συνδυάζει προσωπική χάρη με πολιτικό θράσος και –κυρίως αυτό– καταφέρνει να μιλάει στην καρδιά των απλών ανθρώπων. Πολλοί αρχίζουν να πιστεύουν ότι, αν τον αναδείξουν αρχηγό, ίσως κερδίσει την προεδρία.

Στην τρίτη πράξη, που αποτελεί και κορύφωση του έργου, διενεργούνται οι προκριματικές εκλογές για την ηγεσία του κόμματος. Σε όλη την προεκλογική περίοδο οι συνυποψήφιοι στηλίτευσαν την πολιτική απειρία και προφανή έλλειψη ιδεολογίας του νέου υποψήφιου, στιγμάτισαν τα ελαττώματα του χαρακτήρα του, ανέδειξαν σκάνδαλα στην προσωπική του ζωή. Υποτίμησαν όμως το γεγονός ότι όλα αυτά ήταν αδιάφορα για την κομματική βάση, που απλώς ενδιαφερόταν για εκείνον που υποσχόταν ότι «θα τα αλλάξει όλα». Η πράξη κλείνει με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων με τα οποία ο απίθανος υποψήφιος κερδίζει με άνεση το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.

Στην τέταρτη και τελευταία πράξη, παρακολουθούμε τις εσωκομματικές εξελίξεις αμέσως μετά την εκπληκτική νίκη του νέου αρχηγού. Οι αρχικές προβλέψεις για μαζική αποχώρηση πολλών από την παλιά φρουρά δεν επαληθεύτηκαν παρά σε λίγες μόνο περιπτώσεις. Ορισμένοι άλλοι απλώς αποστασιοποιήθηκαν από το κόμμα και την πολιτική. Αντί της εξόδου, το κομματικό κατεστημένο επέλεξε την υποταγή στον νέο αρχηγό. Ο νέος αρχηγός ήταν τώρα ελεύθερος να στρέψει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, που μέχρι τότε ήταν υπέρ του (συντηρητικού) φιλελευθερισμού, του ελεύθερου εμπορίου και του ατλαντισμού, στην κατεύθυνση του ανελεύθερου λαϊκισμού. Τέλος αυλαίας.

Το πολιτικό δράμα που ανέβηκε με τεράστια επιτυχία στην αμερικανική πολιτική σκηνή, αφήνοντας άφωνη την παγκόσμια κοινή γνώμη, έμοιαζε μέχρι σήμερα εξωφρενικό όσο και μοναδικό. Να όμως που το φαινόμενο της υφαρπαγής ενός κόμματος από κάποιον «εξωτικό» πολιτικό επαναλήφθηκε στη χώρα μας, προς δική μας κατάπληξη. Τι διδασκόμαστε από αυτό;

Αν και είναι ακόμη νωρίς για σοβαρή αποτίμηση, προτείνω τέσσερα αρχικά συμπεράσματα:

1. Στην πολιτική, όπως και στη ζωή γενικότερα, όσο ακραίο κι αν είναι ένα φαινόμενο που επαναλαμβάνεται, αυτό παύει να αποτελεί εξαίρεση. Ενδέχεται, λοιπόν, να δούμε παρόμοιες υφαρπαγές κομμάτων και σε άλλες χώρες.

2. Εκτός από την Αμερική, το φαινόμενο μπορεί να εμφανιστεί και σε ευρωπαϊκές χώρες, ενώ τα κόμματα μπορεί να βρίσκονται στα δεξιά (όπως το κόμμα του Τραμπ) ή στα αριστερά (όπως το κόμμα του Κασσελάκη).

3. Το φαινόμενο της υφαρπαγής ενός παλαιού κόμματος από έναν πολιτικά άγνωστο νέο ηγέτη οδηγεί μοιραία στο ιδεολογικό και πολιτικό τέλος του παλαιού κόμματος και στη μετάλλαξη σε νέου τύπο κόμμα.

4. Ωστόσο, το νέο κόμμα είναι καταδικασμένο να ακολουθήσει μόνο τον δοκιμασμένο δρόμο του λαϊκισμού. Γιατί; Διότι μόνο έτσι μπορεί να δημιουργήσει τις συνθήκες τεχνητής πόλωσης που, όπως –λανθασμένα– πιστεύει, θα συνενώσουν το δικό του κοινό πλήττοντας ταυτόχρονα την κυβερνητική παράταξη.

* Κατά σύμπτωση, ο Κασσελάκης επίσης έχει πτυχίο στα οικονομικά από το Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια!


* Ο Τάκης Σ. Παππάς είναι πολιτικός επιστήμονας και συγγραφέας.