H Corriere della Sera για το τελευταίο μεγάλο καλλιτεχνικό ερώτημα / Το Tascabile για μια αλλαγή ζωής που ύμνησαν πολλοί / Η Madame Le Figaro για έναν άυλο συνωστισμό / Και οι Financial Times…
  • Corriere della Sera

    Μουσεία/ Είμαστε πλέον μέρος των έργων τέχνης;

    Κάποιες φορές δεν υπάρχει άλλη επιλογή: πριν από δέκα χρόνια το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Μπολόνια (MAMbo) εγκαινίασε μια έκθεση με μια εγκατάσταση από τον Ανταμ Τσόντκο, δηλαδή ένα δωμάτιο γεμάτο παπούτσια μεταξύ των οποίων έπρεπε να επιλέξει κανείς ένα ζευγάρι να φορέσει για να συνεχίσει. Αλλες φορές το ζήτημα είναι πρακτικό: πώς να ανεβεί κανείς σε μία από τις εγκαταστάσεις του Κάρστεν Χέλερ στο εκθεσιακό κέντρο Bicocca Hangar στο Μιλάνο, το 2012, με μίνι φούστα και τακούνια; Και άλλες, πάλι, είναι ζήτημα ματαιοδοξίας: κανείς δεν αντιστέκεται στον πειρασμό να βγάλει μία σέλφι στο Ιδρυμα Σύγχρονης Τέχνης και Πολιτισμού Fondazione Prada και επομένως είναι καλύτερο να αποθανατιστεί φορώντας ρούχα που θα συγκεντρώσουν πολλά like στο Instagram. Με λίγα λόγια, πηγαίνοντας σε ένα μουσείο το ερώτημα «τι να φορέσω;»  δεν είναι επιφανειακό, πράγματι.

    Ακριβώς όπως δεν είναι επιφανειακό το ιστορικό που κατέγραψε η ιστορικός μόδας Εμιλι Σπάιβακ (everythingworn.moma.org): από την 1η Νοεμβρίου 2017 και έως μερικές ημέρες πριν – ζήτησε από τους επισκέπτες του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης (MoMA) στη Νέα Υόρκη να στείλουν την περιγραφή της εμφάνισής τους. Και να ποιος είναι ο πολύχρωμος κόσμος των εραστών της τέχνης: μπλουζάκια H&M, βίντατζ ενδύματα (ειδικά Balenciaga ή Armani), γνωστές μάρκες τζιν και οικολογικές γούνες. Αλλά σε όλα αυτά υπάρχει ένα απροσδόκητο βάθος: τα μουσεία έχουν αλλάξει, μοιάζουν όλο και λιγότερο με τις παλιές πινακοθήκες και όλο και περισσότερο με πειραματικούς, πολιτιστικούς και κοινωνικούς χώρους. Και κάπως έτσι το ντύσιμο γίνεται μέρος του έργου τέχνης.

    «Η γενιά που πηγαίνει σήμερα στις εκθέσεις είναι η κόρη της μεγάλης πολιτιστικής επανάστασης της δεκαετίας του εξήντα, όταν η τέχνη βγήκε από το πλαίσιο και έγινε χειρονομία, πρόκληση, σώμα, εγκατάσταση. Εν ολίγοις, έγινε μια αφήγηση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, ειδικά για τους νέους, η επίσκεψη στο μουσείο δεν είναι η απλή ματιά σε έναν πίνακα ζωγραφικής, αλλά η φωτογράφηση ενός αντικειμένου, και η δημοσίευση /ανάρτηση μιας παρατήρησης σε ένα γλυπτό», εξηγεί στην Corriere della Sera, ένας άνθρωπος των ιταλικών μουσείων, ο Τζιανφράκο Μαρανιέλο.

    Για όνομα του Θεού, τίποτε δεν είναι καινούργιο: για τους φουτουριστές, ή ακόμα και για τον Νταλί και τον Γουόρχολ, τα ρούχα στα εγκαίνια ήταν μέρος της παράστασης. Αλλά και η φωτογραφική δουλειά του Στέφαν Ντράσαν, που αναζητά τις ομοιότητες μεταξύ των ενδυμάτων (και της εμφάνισης) των επισκεπτών και των έργων, λέει πολλά.  Και θέτει ένα ερώτημα: τελικά, τι να φορέσει κανείς;

    Εν κατακλείδι, είναι και θέμα προσαρμοστικότητας: Αν η εγκατάσταση απαιτεί να κάνεις κούνια όπως το One Two Three Swing! που παρουσιάζεται αυτόν τον καιρό στην Tate, στο Λονδίνο, καλύτερα να επιλέξεις παντελόνι και αθλητικά παπούτσια. Αν πας στο Τόκιο για να επισκεφθείς το μουσείο που είναι αφιερωμένο στην πολύχρωμη Γιαγιόι Κουσάμα, – τι άλλο; – μπλουζάκια με πουά και κόκκινα παπούτσια.

    Φωτό: Κι όμως είναι τυχαίο. Πηγή: Peoplematchingartworks.tumblr και Instagram
  • Il Tascabile

    Απολαύσεις/ Ενας ύμνος στην απλότητα της ρουστίκ ζωής

    Πολλοί το είπαν, λίγοι το έκαναν. Αλλά όλοι σκέφτηκαν κάποια στιγμή να αφήσουν πίσω τους τη φρενίτιδα της πόλης για μια πιο ήσυχη και -κυρίως- πιο αργή ζωή στην εξοχή. Ούτε οι φιλόσοφοι και οι στοχαστές έμειναν ασυγκίνητοι στην προοπτική μιας τέτοιας αλλαγής. Στο πέρασμα των χρόνων κατέθεσαν σκέψεις και συναισθήματα συνθέτοντας, όλοι μαζί, τον ύμνο της απλής ζωής.

    Ο τελευταίος που προστέθηκε στην παρέα είναι ο Εμρις Γουέστακοτ, καθηγητής Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και αρθρογράφος των New York Times. «Ακόμη και οι στωικοί έλεγαν ότι η μελέτη και η κατανόηση της Φύσης μπορεί να αποδειχθεί μία από τις μεγαλύτερες απολαύσεις της ζωής» γράφει στο Tascabile. «Ευτυχώς είναι και από τις πιο προσβάσιμες, ανοικτές σε όλους και οποιαδήποτε στιγμή, ακόμη και σε εκείνους που, όπως ο Σένεκας και ο Μουσώνιος, στωικός κι αυτός, βρέθηκαν στερημένοι από τα πλούτη τους και εξόριστοι σε μακρινούς τόπους».

    Ποιος είναι όμως το σύγχρονο πρότυπο της απλής, ρουστίκ ζωής; Ο Γουέστακοτ επιλέγει τον Χένρι Ντέιβιντ Θόρο, τον αμερικανό φιλόσοφο, φυσιοδίφη, συγγραφέα και ποιητή. «Για τον Θόρο δεν πρόκειται μόνο για μία από τις πιθανές πηγές απόλαυσης που μπορεί να δοκιμάσει κανείς από τον πάγκο του ηδονιστικού μπουφέ. Το να είναι κανείς κοντά στη φύση είναι απαραίτητο για να γνωρίσει τη ζωή σε βάθος και να την ρουφήξει μέχρι το μεδούλι».

    Για την ιστορία, πάντως, ρούφηξε το μεδούλι για ένα σύντομο διάστημα της ζωής του. «Εχω κι άλλες ζωές να ζήσω, δεν μπορούσα να χάσω και άλλον χρόνο σε αυτή» εξήγησε στους φίλους του όταν επέστρεψε στην πόλη.

    Λογικό, καμία απόλαυση δεν κρατάει για πάντα.

    Φωτό: Τι άλλο να θες; Πηγή: Shutterstock
  • Madame Le Figaro

    Unesco/ Αλλος για την παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά;

    Υπάρχει η γαλλική μπαγκέτα που μεταξύ των υποστηρικτών της είναι -ποιος άλλος;- ο πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν. Αλλά υπάρχει, μπορεί να πει κανείς, και το κουσκούς από την Αλγερία, το Μαρόκο και την Τυνησία καθώς και η γαστρονομική κουλτούρα της Κένυα.

    Μετά την είδηση της αναγνώρισης της ναπολιτάνικης πίτσας ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO κι άλλες χώρες έχουν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να προτείνουν τις υποψηφιότητες των τοπικών τροφίμων. Το Madame Le Figaro καταγράφει τα πιάτα που έχουν ήδη συμπεριληφθεί στον κατάλογο της «άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας».

    Μερικά παραδείγματα; Το κροατικό ψωμί με καρυκεύματα, το νίσμα (ένα είδος καλαμποκιού) από το Μαλάουι, το κορεατικό κίμτσι. Αλλά και η κουλτούρα της μπύρας στο Βέλγιο και η οινοποίηση στο κβέβρι (πήλινος αμφορέας που θάβεται στη γη) της Γεωργίας. Και δεν ξεχνάμε, βέβαια, τη μεσογειακή διατροφή, την παραδοσιακή μεξικάνικη κουζίνα και το γουασόκου, το παραδοσιακό μενού με το οποίο οι Γιαπωνέζοι γιορτάζουν το Νέο Έτος.

    Και γιατί όχι το τζατζίκι με σουβλάκι;

    Φωτό: Κουσκούς και ξερό ψωμί. Ή μάλλον μπαγκέτα. Πηγή: Shutterstock
  • Financial Times (έκδοση με συνδρομή)

    Χειραφέτηση/ Η τελευταία μάχη είναι στην αγορά εργασίας

    Δεν είναι ούτε ένα ούτε δυο αλλά πενήντα ολόκληρα εκατομμύρια οι μουσουλμάνες που μπήκαν την τελευταία δεκαετία στην αγορά εργασίας. Γεγονός, σημειώνουν οι Financial Times παρουσιάζοντας το βιβλίο «Fifty Million Rising», που σηματοδοτεί μια τεράστια αλλαγή στις μουσουλμανικές κοινωνίες.

    Το βιβλίο υπογράφει η Σαάντια Ζαχιντί, υπεύθυνη για την εκπαίδευση και την εργασία του γυναικείου φύλου στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Χρησιμοποιώντας την Χαντίγια, σύζυγο του Μωάμεθ και πρώτη μουσουλμάνα επιχειρηματία ως πρότυπο, η συγγραφέας, καταγράφει τα προσωπικά και επαγγελματικά βιώματα γυναικών από δεκαέξι χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ασίας.

    Οι νεότερες γυναίκες, επισημαίνει, απέκτησαν πρόσβαση σε δουλειές που για τις μητέρες τους και τις γιαγιάδες τους ήταν απροσπέλαστες. Αυτή η αλλαγή δεν έγινε φυσικά εύκολα. Σε πολλές περιπτώσεις συνάντησε την αντίσταση – ποιων άλλων; – των ανδρών. Συνάντησε όμως και την αντίδραση των γυναικών που ανήκουν σε παλαιότερες γενιές.

    Η ζωή όμως προχωρά, τα ήθη και τα έθιμα αλλάζουν. Τα υψηλά ποσοστά διαζυγίων, ακόμη και σε χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, ανάγκασε πολλές γυναίκες να επιδιώξουν την οικονομική τους ανεξαρτησία.

    Πακιστανικής καταγωγής, η Σαάντια Ζαχιντί έχει βιώσει τις βαθιές αντιθέσεις της κοινωνίας που μεγάλωσε. Αλλά η ίδια αισιοδοξεί. Στο τέλος, η χειραφέτηση θα νικήσει.

    Φωτό: Η δουλειά κάνει και τις γυναίκες. Πηγή: Shutterstock



text
  • Αφήστε τις ευρωεκλογές και πιάστε το Euro


    15 Ιουνίου 2024, 22:03