Καθώς ο κόσμος της τέχνης βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο συναγερμού για πιθανές εμφανίσεις των κλεμμένων κοσμημάτων του Λούβρου στη μαύρη αγορά, μια ιταλική συλλογή χρησιμοποιεί μια μέθοδο δημιουργίας φωτογραφικών αποτυπωμάτων στα ανεκτίμητα πολύτιμα πετράδια της, που δυσκολεύει πιθανή αποσυναρμολόγησή τους προς πώληση.
Μια ομάδα ειδικευμένων γεμολόγων (αναλυτών αυθεντικότητας των πολύτιμων λίθων) μελετά εδώ και μία δεκαετία τα πιο πολύτιμα κομμάτια της συλλογής του μουσείου Tesoro di San Gennaro (Θησαυρός του Αγίου Τζενάρο) της Νάπολης. Χρησιμοποιώντας μικροσκόπια και εξειδικευμένο εξοπλισμό, η ομάδα έχει φωτογραφίσει πάνω από 10.000 λίθους, όπως αναφέρει ρεπορτάζ του Reuters.
Πέρα από την παρουσία ένοπλης ασφάλειας και τους συναγερμούς στις προθήκες των κοσμημάτων εντός του μουσείου, αυτή η διαδικασία επιτρέπει στους ειδικούς να πιστοποιήσουν τα μοναδικά χαρακτηριστικά των πολύτιμων λίθων, παρέχοντας ένα είδος εγκληματολογικού «δακτυλικού αποτυπώματος», που οι ειδικοί παρομοιάζουν με το ανθρώπινο DNA.
Τα μεγάλα ευρωπαϊκά μουσεία αρνούνται να σχολιάσουν τα πρωτόκολλα ασφαλείας τους μετά την κλοπή του Λούβρου, αλλά η μέθοδος του μουσείου της Νάπολης προσφέρει μια σπάνια εικόνα ορισμένων από τα μέτρα που χρησιμοποιούνται από τα ιδρύματα για την ασφάλειά τους.
Οι υπεύθυνοι του project χαρτογράφησης του μουσείου επισημαίνουν ότι με το συγκεκριμένο μέτρο ασφαλείας οι ληστές του Λούβρου δεν θα ήταν σε θέση να μεταπωλήσουν τους πολύτιμους λίθους από τα κλεμμένα κοσμήματα. Η λογική του έργου είναι ότι ακόμα και μετά την κοπή των κοσμημάτων, οι λίθοι θα αναγνωρίζονται με την πρώτη επίσημη πιστοποίηση τους από οποιονδήποτε διεθνή φορέα.
Οι θησαυροί κοσμημάτων και έργων θρησκευτικής τέχνης του μουσείου έχουν συγκεντρωθεί εδώ και επτά αιώνες από δωρεές παπών, βασιλικών οικογενειών και πλουσίων. Περιλαμβάνουν έναν σταυρό στολισμένο με σμαράγδια και διαμάντια που δώρισε στο ίδρυμα ο μεγαλύτερος αδελφός του Μεγάλου Ναπολέοντα, Ιωσήφ Βοναπάρτης, ο οποίος ήταν βασιλιάς της Νάπολης στις αρχές του 19ου αιώνα.
Ευρισκόμενο δίπλα στον καθεδρικό ναό της Νάπολης, το μουσείο στεγάζει πάνω από 21.000 εκθέματα, ανάμεσά τους μια μίτρα στολισμένη με σχεδόν 4.000 πολύτιμους λίθους και ένα κολιέ με πάνω από 1.500 πολύτιμους λίθους. Πήρε το όνομά του από τον Αγιο Τζενάρο, τον μάρτυρα του 4ου μ.Χ. αιώνα που είναι ο προστάτης άγιος του λιμανιού της νότιας Ιταλίας.
Η συλλογή των εκθεμάτων του, δε, διαθέτει δημόσια εκτίμηση, αλλά σύμφωνα με τη διευθύντρια του μουσείου, Φραντσέσκα Ουμαρτίνο, η μίτρα και το κολιέ μαζί εκτιμάται ότι αξίζουν περίπου 100 εκατ. ευρώ. Η εκτεταμένη συλλογή του ιδρύματος περιλαμβάνει και 53 ασημένιες προτομές, οι περισσότερες εκ των οποίων χρονολογούνται στον 17ο και 18ο αιώνα, με βάρος περίπου 200 κιλά η καθεμία.
Η ομάδα χαρτογράφησης αναλύει δείγματα ασημιού και χρυσού για να εντοπίσει την προέλευσή τους σε συγκεκριμένα εργαστήρια στην ιστορική Συνοικία των Χρυσοχόων της Νάπολης. Ωστόσο αυτή η μορφή μεταλλουργικής χαρτογράφησης –η οποία δεν είναι πλέον δυνατή, καθώς τα κράματα τυποποιούνται βάσει νόμου– πιθανώς δεν θα βοηθήσει σε περίπτωση ληστείας, γιατί οι ληστές θα λιώσουν τα κοσμήματα, καθιστώντας σχεδόν αδύνατη την κατανόηση του κράματος.
Σε αντίθεση με τα περισσότερα θρησκευτικά αντικείμενα στην Ιταλία, η συλλογή του Tesoro di San Gennaro δεν ανήκει στο Βατικανό ή στο κράτος, αλλά στους πολίτες της Νάπολης – και τη διαχείρισή τους έχει αναλάβει η Deputazione, ένα λαϊκό ίδρυμα που ιδρύθηκε το 1527. Η συλλογή φυλασσόταν στο θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας της Νάπολης για σχεδόν 30 χρόνια, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα ληστείας που ενορχηστρώθηκε από την Καμόρα, την τοπική μαφία, το 1975.
Το μουσείο άνοιξε ξανά τις πύλες του για το κοινό το 2003 και έκτοτε δεν έχει αναφερθεί καμία ληστεία, παρά το γεγονός ότι ο δείκτης εγκληματικότητας στην πόλη παραμένει υψηλός. Η Deputazione χρησιμοποιεί αντικλεπτικά παράθυρα ασφαλείας, όλα εξοπλισμένα με συναγερμούς, καθώς και στρατιωτική περίπολο σε υπηρεσία 24 ώρες το 24ωρο στην είσοδο του μουσείου.
Σε περίπτωση κλοπής των αντικειμένων, η χαρτογράφηση των λίθων ίσως επιτρέψει στους ειδικούς γεμολόγους του μουσείου να τα αναγνωρίσουν – αν και, σύμφωνα με τους ιθύνοντες της Deputazione, οι Ναπολιτάνοι δεν αγγίζουν τον θησαυρό του Σαν Τζενάρο, «από αφοσίωση στον προστάτη άγιο της πόλης τους».
