Εγινε ζωντανός μύθος του Χόλιγουντ και εγκατέλειψε την υποκριτική το 1941 σε ηλικία μόλις 36 ετών, έχοντας παίξει μέχρι τότε σε 28 ταινίες. Μετά τη σοκαριστική αποχώρησή της, στο απόγειο της καριέρας της, έμεινε στην ιστορία του σινεμά και στη μνήμη μας ως η απόλυτη μοναχική σταρ του κινηματογράφου.
Αλλά τώρα ένα νέο ντοκιμαντέρ με τίτλο «Garbo: Where Did You Go?» («Γκάρμπο: Πού Πήγες;») αμφισβητεί αυτή την εικόνα της Γκρέτα Γκάρμπο. Και δείχνει ότι, αντί να αποσυρθεί από τη ζωή –μένοντας… πιστή στην πιο διάσημη κινηματογραφική ατάκα της, «Θέλω να είμαι μόνη»–, την έζησε στο έπακρο, διασκεδάζοντας με στενούς φίλους, γράφει στον Guardian η Ντάλια Αλμπερζ.
Η βρετανίδα σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ, Λόρνα Τάκερ, είχε πρόσβαση σε αδημοσίευτο μαγνητοσκοπημένο υλικό από την προσωπική της ζωή, στο οποίο η σουηδή σταρ, την οποία κάποτε είχαν περιγράψει ως τον «πιο σαγηνευτικό, ζωντανό και όμως απόμακρο χαρακτήρα που δόξασε ποτέ την κινηματογραφική οθόνη», φαίνεται να κάνει χαβαλέ και να γελάει με την καρδιά της.
«Το βίντεο δείχνει ένα χαλαρό, τρελούτσικο, αστείο άτομο» είπε η Τάκερ. «Βλέπουμε ότι η πιο διάσημη γυναίκα στον κόσμο, στην πραγματικότητα ήταν πολύ φυσιολογική. Αλλά επίσης διψούσε να ζήσει τη ζωή της, προστατεύοντας την ιδιωτικότητά της».
Το υλικό προέρχεται από σουηδούς φίλους της Γκάρμπο, γράφει η Αλμπερζ στον Guardian. Στην Τάκερ δόθηκε επίσης πρόσβαση σε περισσότερες από 200 αδημοσίευτες επιστολές από τον ανιψιό της Γκάρμπο, συγγραφέα Σκοτ Ράισφιλντ, ο οποίος υποδέχτηκε με χαρά το ντοκιμαντέρ, καθώς δείχνει μια άλλη πλευρά της ηθοποιού στη ζωή της μετά το σινεμά.
Ο Ράισφιλντ δήλωσε: «Ολο αυτό το αστείο με την “Γκάρμπο ερημίτισσα”’ ήταν δημιούργημα των μέσων ενημέρωσης. Σίγουρα ήταν πολύ κλειστό άτομο, αλλά όχι με τον τρόπο του Τζ. Ντ. Σάλιντζερ…» είπε ο εγγονός του αδελφού της ηθοποιού, Σβεν Γκούσταφσον, υπονοώντας τον τρόπο που απομονώθηκε κατά την τελευταία περίοδο της ζωής του ο διάσημος αμερικανός συγγραφέας του «Φύλακα στη Σίκαλη».
«Ναι, μερικές φορές σήκωνε το χέρι της ψηλά για να καταστρέψει τη λήψη, αλλά η λήψη γινόταν. Οι παπαράτσι πούλησαν την ιδέα της Γκάρμπο που κρυβόταν, επειδή έτσι έβγαζαν περισσότερα χρήματα» υποστηρίζει ο Ράισφελντ.
Το ντοκιμαντέρ της Τάκερ είναι μια καλλιτεχνική εξερεύνηση του μύθου και του μυστηρίου μιας ηθοποιού διάσημης για την αιθέρια παρουσία της στην οθόνη. Ο ηθοποιός-σκηνοθέτης Ορσον Γουέλς την είχε περιγράψει ως «το πιο θεϊκό πλάσμα», αν και η ίδια ήταν ανασφαλής για την εμφάνισή της, γράφει η Αλμπερζ στον Guardian.
Από τη Στοκχόλμη στο Χόλιγουντ
Το πραγματικό όνομα της Γκρέτα Γκάρμπο ήταν Γκρέτα Λοβίσα Γκούσταφσον. Ηταν το μικρότερο από τα τρία παιδιά του Καρλ Αλφρεντ Γκούσταφσον και της Αννα Λουίζα Γιόχανσον, Σβεν Αλφρεντ και Αλβα Μαρία. Ο αγαπημένος της πατέρας, που ήταν εργάτης, πέθανε το 1920 από ισπανική γρίπη (είχε εξαπλωθεί στη Στοκχόλμη τον χειμώνα του 1919), όταν η Γκρέτα ήταν 14 ετών. Ετσι, η έφηβη μεγάλωσε στη φτώχεια, σε μια εργατική συνοικία της πόλης που θεωρείτο παραγκούπολη.
Η Γκάρμπο εργάστηκε αρχικά σε ένα κουρείο, προετοιμάζοντας τον αφρό ξυρίσματος, και μετά σε ένα πολυκατάστημα, προτού γίνει μοντέλο σε διαφημίσεις μόδας. Από το 1922 έως το 1924 σπούδασε με υποτροφία στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικού Θεάτρου της Στοκχόλμης και το 1924 επιλέχθηκε από τον φινλανδό σκηνοθέτη Μάουριτς Στίλερ για να παίξει έναν βασικό ρόλο στο βωβό έπος «Η Σάγκα του Γκέστα Μπέρλινγκ», από το ομώνυμο μυθιστόρημα της –βραβευμένης με το πρώτο βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας που δόθηκε σε γυναίκα– Σέλμα Λάγκερλεφ. Ο Στίλερ έγινε μέντοράς της, της έδωσε το καλλιτεχνικό όνομα Γκάρμπο και της εξασφάλισε συμβόλαιο στο Χόλιγουντ. Ακολούθησαν κλασικές ταινίες της, όπως «Μάτα Χάρι», «Βασίλισσα Χριστίνα», «Αννα Καρένινα», «Νινότσκα» κ.α.
Είχε πάει στο Χόλιγουντ θέλοντας να στείλει χρήματα πίσω στην πατρίδα της, στη μητέρα και στην αδερφή της, των οποίων ο πρόωρος θάνατος από καρκίνο τη γέμισε θλίψη, γράφει στον Guardian η Ντάλια Αλμπερζ. Απογοητευμένη από την κινηματογραφική βιομηχανία, το 1941 ανακοίνωσε ξαφνικά ότι αποσύρεται, σε ηλικία 35 ετών. Και δεν έπαιξε ποτέ ξανά.
Αποσύρθηκε επίσης από τη δημόσια ζωή, «ακουμπώντας» σε στενούς και προστατευτικούς φίλους της, όπως ο μακροχρόνιος εραστής της, Τζορτζ Σλι και ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Τσάρλι Τσάπλιν. Το 1955, όταν της απονεμήθηκε τιμητικό Οσκαρ, δεν παρευρέθηκε καν στην τελετή. Πέθανε το 1990.
Η Τάκερ δήλωσε ότι η Γκάρμπο έγινε επιφυλακτική με τους ανθρώπους που πουλούσαν ιστορίες για εκείνη: «Επρεπε να γίνει πολύ κλειστή και να εμπιστεύεται το ένστικτό της για το ποιον θα άφηνε να μπει στον κόσμο της, κάτι που παρερμηνεύτηκε ως ψυχρότητα. Αλλά έχει επίσης να κάνει με το πώς ο Τύπος υφαίνει μια αφήγηση. Της βγάζουν μια φωτογραφία που τη δείχνει λυπημένη ή καλύπτει το πρόσωπό της και λένε: “Αυτή η γυναίκα κρύβεται, δεν βγαίνει ποτέ έξω”. Ομως η Γκάρμπο έβγαινε έξω. Πήγαινε συνεχώς σε πάρτι, όμως μόνο σε σπίτια φίλων. Περνούσε ξέφρενα αλλά ιδιωτικά«.
»[Ο Τύπος] δημιουργεί μια αφήγηση και μετά, δυστυχώς, αυτό γίνεται η [μοναδική] αφήγηση… Προσέφεραν πάρα πολλά χρήματα στους φτωχότερους φίλους της για να πουν ιστορίες, οπότε αυτοί κατέληξαν να αποκοπούν από τη ζωή της και λίγο πριν πεθάνει ήταν σχεδόν μόνη επειδή δεν μπορούσε πια να εμπιστευθεί κανέναν».
Πρόσφατα ο Ράισφιλντ μετέφρασε τις επιστολές αντλώντας έμπνευση από αυτές για το επερχόμενο βιβλίο του, «Greta Garbo: The First Modern Woman» («Γκρέτα Γκάρμπο: Η Πρώτη Σύγχρονη Γυναίκα»).
Οι επιστολές είναι κυρίως από τη δεκαετία του 1940 και του 1950 και η Γκάρμπο τις είχε στείλει στη γιαγιά του Ράισφιλντ, Πέγκυ, μια πρώην νοσοκόμα που παντρεύτηκε τον αδελφό της ηθοποιού, Σβεν Γκούσταφσον. Αντανακλούν την προσπάθεια της Γκάρμπο για ιδιωτικότητα. Σε μια επιστολή έγραψε από το Ουισκόνσιν: «Κανείς δεν με αναγνωρίζει εδώ». Ενώ σε μια άλλη, σχεδιάζοντας να επισκεφθεί το Παλμ Σπρινγκς στην Καλιφόρνια, τη συμβούλευε: «Αν θέλεις να μου γράψεις… γράψε στα σουηδικά γιατί μπορεί να ανοίξουν τον φάκελο».
Το ντοκιμαντέρ «Garbo: Where Did You Go?» θα προβληθεί στις 14 Μαΐου στο Sky Arts του Freeview και στην υπηρεσία Streaming Now. Eίναι παραγωγή της Embankment, μιας ανεξάρτητης κινηματογραφικής εταιρείας, στις παραγωγές της οποίας περιλαμβάνεται «Ο Πατέρας», το βραβευμένο με Οσκαρ δράμα με πρωταγωνιστή τον Αντονι Χόπκινς.
