«Ευαγγελικά», «Ορεστειακά» και γλωσσικό ζήτημα
Oι απόπειρες απόδοσης των Ευαγγελίων στη δημοτική γλώσσα, με πρωτοβουλία της βασίλισσας Ολγας, και από την Εφημερίδα «Ακρόπολις», προκάλεσαν την αντίδραση του λαού | CreativeProtagon
Θέματα

«Ευαγγελικά», «Ορεστειακά» και γλωσσικό ζήτημα

Ανάμεσα σε όλα τα ζητήματα που μας δίχασαν κατά τη διάρκεια της Ιστορίας του ελληνικού κράτους ήταν και το λεγόμενο γλωσσικό ζήτημα. Οι οπαδοί της καθαρεύουσας από τη μία, οι δημοτικιστές από την άλλη. Και κάπου εκεί, ανάμεσα σε κινήματα, επαναστάσεις και πολέμους, στα χρόνια που η Ελλάδα προσπαθούσε να βρει τον βηματισμό της, το γλωσσικό ζήτημα έπαιρνε κατά καιρούς διαστάσεις που οδηγούσαν σε συγκρούσεις, με νεκρούς και τραυματίες, και έριχναν κυβερνήσεις
Ελένη Λετώνη

Είναι κάποια ιστορικά γεγονότα που όταν τα μελετάμε μας κάνουνε πολύ περισσότερη εντύπωση από άλλα, ενδεχομένως επειδή τα αισθανόμαστε περισσότερο μακρινά από τη δική μας πραγματικότητα. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το λεγόμενο γλωσσικό ζήτημα. Για μια γενιά που η δημοτική ήταν από χρόνια η κανονικότητα, γεγονότα όπως τα «Ευαγγελικά» και τα «Ορεστειακά» μοιάζουν αν όχι ανεξήγητα, τουλάχιστον υπερβολικά. Αν πλησιάσουμε όμως λίγο πιο κοντά θα δούμε ότι τα πράγματα δεν ήταν τόσο «απλά» όσο ενδεχομένως να φαίνονται με την πρώτη ματιά.

Στην αυγή του 20ού αιώνα η Ελλάδα είχε πολύ πρόσφατα υποστεί μια ταπεινωτική στρατιωτική ήττα το 1897, συνεπεία της οποίας της επιβλήθηκε Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος. Οι εξελίξεις όμως έτρεχαν και ζητήματα όπως το Μακεδονικό δεν μπορούσαν να περιμένουν. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποδυναμωνόταν αργά και σταθερά και η Βουλγαρία οργανωνόταν όλο και περισσότερο, με την υποστήριξη της Ρωσίας. Ο φόβος της εξάπλωσης του Πανσλαβισμού στη Μακεδονία άρχισε να γίνεται τρόμος.

Όταν λοιπόν έγιναν απόπειρες απόδοσης των Ευαγγελίων στη δημοτική γλώσσα, αρχικά με πρωτοβουλία της βασίλισσας Όλγας κι έπειτα από τον λόγιο και δημοτικιστή Αλέξανδρο Πάλλη στην εφημερίδα «Ακρόπολις», μεγάλο μέρος του λαού ξεσηκώθηκε θεωρώντας ότι επρόκειτο για σχέδιο που σχετιζόταν με την προσπάθεια του σλαβισμού να προκαλέσει διχόνοιες στον ελληνισμό.

Ο φόβος όλων ήταν η προοπτική ενίσχυσης της θέσης του σλαβισμού έναντι του ελληνισμού ανάμεσα στους πληθυσμούς της Μακεδονίας, στρέφοντάς τους προς την βουλγαρική Εξαρχία. Είναι η εποχή που η Βουλγαρία, με τις «πλάτες» της Ρωσίας, ενίσχυε τη διείσδυσή της στη Μακεδονία, προσπαθώντας να προσεταιριστεί όσο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού μπορούσε. Αυτό γινόταν αρχικά μέσω της Εξαρχίας, δηλαδή της αυτόνομης ορθόδοξης Βουλγαρικής Εκκλησίας, η οποία είχε ιδρυθεί το 1870 με σουλτανικό φιρμάνι αλλά δίχως την έγκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Σε αυτό το σημείο πρέπει να πούμε ότι παρότι η βασίλισσα Όλγα ήταν Ρωσίδα δεν αμφισβητούνται οι αγνές της προθέσεις ως προς τη απόδοση των Ευαγγελίων στη δημοτική.

Κι ενώ, όπως αναμενόταν, οι καθηγητές και οι φοιτητές της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών αντέδρασαν αμέσως εκδίδοντας ανακοίνωση στην οποία χαρακτήριζαν τη μετάφραση του Πάλλη «γελοιοποίηση των τιμαλφεστέρων του έθνους κειμηλίων», πρέπει να πούμε ότι οι αντιδράσεις εναντίον των δημοτικιστών και της «βέβηλης» μετάφρασης του Ευαγγελίου δεν θα αρκούσαν για να προκαλέσουν την αντίδραση που τελικά προκλήθηκε και να ξεσηκώσουν τον κόσμο στο βαθμό που συνέβη. Το «κλειδί» εδώ είναι η αντιπολίτευση, η οποία είδε μια χρυσή ευκαιρία για να πολιτικοποιήσει το θέμα.

Έτσι, τις αρχικές αντιδράσεις φοιτητών και καθηγητών της Θεολογικής ακολούθησαν τα «πύρινα» άρθρα των αντιπολιτευόμενων εφημερίδων «Σκριπ», «Καιροί» και «Εμπρός», που παρουσίαζαν τους δημοτικιστές ως άθεους, προδότες και πράκτορες των Σλάβων, λόγω της ρωσικής καταγωγής της βασίλισσας Όλγας. Η εφημερίδα «Καιροί» δημοσίευσε στις 7 Νοεμβρίου 1901 άρθρο με τίτλο «Έκκλησις εις τον πατριωτισμόν των Ελλήνων πυρπολήσατε την μετάφρασιν της Σλαύας!!! Έλληνες, το σύνθημά σας: κάτω ο Σλαυισμός».

Όσο περνούσαν οι μέρες τόσο περισσότερο φορτιζόταν το κλίμα. Στις 5 και 6 Νοεμβρίου, οι φοιτητές, με την ενθάρρυνση της «δηλιγιαννικής» αντιπολίτευσης, πραγματοποίησαν διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας. Λιθοβόλησαν τα γραφεία της εφημερίδας «Ακρόπολις» αλλά και τους αστυνομικούς που προσπάθησαν να τους αποτρέψουν. Στη συνέχεια κατέλαβαν το Πανεπιστήμιο και εξέδωσαν προκήρυξη προς τον λαό, εγείροντας τον θρησκευτικό φανατισμό.

Και παρά το γεγονός ότι στις 7 Νοεμβρίου δόθηκε στη δημοσιότητα η απόφαση της Ιεράς Συνόδου μαζί με την Πατριαρχική Εγκύκλιο, που καταδίκαζαν τη μετάφραση, η αντιπολίτευση δεν είχε σκοπό να το βάλει κάτω. Κατηύθυνε εκπροσώπους των φοιτητών προς τους εκπροσώπους των συντεχνιών Αθηνών και Πειραιώς, τους οποίους επηρέαζε η αντιπολίτευση, προκειμένου να οργανωθεί συλλαλητήριο στις 8 Νοεμβρίου στους Στύλους του Ολυμπίου Διός.

Εκεί ξέσπασαν σφοδρές συγκρούσεις και επεισόδια ανάμεσα στις στρατιωτικές δυνάμεις και τους διαδηλωτές. Ο τραγικός απολογισμός ήταν έντεκα νεκροί (τρεις φοιτητές και οκτώ πολίτες) και περίπου ογδόντα τραυματίες. Οι φοιτητές οπισθοχώρησαν και κλείστηκαν στο Πανεπιστήμιο.

Στις 11 Νοεμβρίου η κυβέρνηση Θεοτόκη παραιτήθηκε υπό το βάρος των «Ευαγγελικών», όπως έμειναν στην Ιστορία τα γεγονότα αυτά, παρά το γεγονός ότι την προηγούμενη μέρα είχε εξασφαλίσει ξανά την εμπιστοσύνη της Βουλής, με 109 ψήφους σε σύνολο 203.

Εναν μήνα αργότερα, στις 12 Δεκεμβρίου, σε συλλαλητήριο που οργάνωσαν φοιτητές στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, έκαψαν ένα αντίτυπο της μετάφρασης του Ευαγγελίου και ενέκριναν ψήφισμα, με το οποίο ζητούσαν να ληφθούν μέτρα ώστε να μην κυκλοφορήσει ξανά στο μέλλον η μετάφραση αλλά και να τιμωρείται κάθε μεταφραστής.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην αναθεώρηση του Συντάγματος που έγινε δέκα χρόνια αργότερα, το 1911, έγινε η εξής προσθήκη στο άρθρο 2: «Το κείμενον των Αγίων Γραφών τηρείται αναλλοίωτον, η εις άλλον γλωσσικόν τύπον απόδοσις τούτου, άνευ της προηγουμένης εγκρίσεως και της εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, απαγορεύεται απολύτως» (δηλαδή όχι μόνο της αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος).

Ακριβώς 2 χρόνια μετά τα «Ευαγγελικά», ξέσπασαν τα «Ορεστειακά», επεισόδια που έλκουν το όνομά τους από την «Ορέστεια» του Αισχύλου, την μόνη τριλογία αρχαίου δράματος που μας σώζεται σήμερα. Στις 8 Νοεμβρίου 1903 λοιπόν, εξαγριωμένοι διαδηλωτές μπήκαν στο τότε Βασιλικό Θέατρο (σημερινό Εθνικό) στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου, όπου ανέβαινε η «Ορέστεια» στη δημοτική γλώσσα, και τα έκαναν γυαλιά-καρφιά. Παράλληλα, η κυβέρνηση κινητοποίησε τον στρατό, με αποτέλεσμα να θρηνήσουμε και πάλι θύματα. Τρεις πολίτες νεκροί και επτά τραυματίες.

Το γλωσσικό ζήτημα πέρασε από σαράντα κύματα μέχρι να επιλυθεί οριστικά, και αυτό συνέβη μόλις το 1976, με τον νόμο «Περί οργανώσεως και διοικήσεως της Γενικής Εκπαιδεύσεως». Τότε νομοθετήθηκε η χρήση της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση. Σημείωση: όταν διευθετήθηκε οριστικά το λεγόμενο γλωσσικό ζήτημα, το 1976 δηλαδή, υπουργός Παιδείας ήταν ο Γεώργιος Ράλλης, ο οποίος ήταν εγγονός και του Γεωργίου Θεοτόκη, που ήταν πρωθυπουργός όταν ξέσπασαν τα «Ευαγγελικά», και του Δημητρίου Ράλλη που ήταν πρωθυπουργός όταν ξέσπασαν τα «Ορεστειακά».

Exit mobile version