Στο επίκεντρο του δημόσιου ενδιαφέροντος βρίσκεται ο νεοεκλεγείς δήμαρχος της Νέας Υόρκης Ζοράν Μαμντάνι, όχι μόνο για την πολιτική του ατζέντα, που εστιάζει στη μείωση του κόστους ζωής και στην οικονομική δικαιοσύνη, αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο συγκροτεί την ομάδα του.
Με την ανακοίνωση ενός εξ ολοκλήρου γυναικείου επιτελείου ως επικεφαλής της μεταβατικής του ομάδας, με εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων και κοινωνικών πολιτικών, έστειλε ένα σαφές μήνυμα για τον ρόλο των γυναικών στην άσκηση πολιτικής και στη διεύρυνση της εκπροσώπησης στα κέντρα λήψης αποφάσεων.
«Πρόκειται για γυναίκες με αποδεδειγμένη ικανότητα να διαχειρίζονται πολλαπλές κρίσεις ταυτόχρονα», σημείωσε, προσθέτοντας ότι η συνεργασία μαζί τους «είναι το πρώτο βήμα για να μετατρέψουμε τις δεσμεύσεις σε πραγματικές αλλαγές στη ζωή των Νεοϋορκέζων».
Συγκεκριμένα, όπως μετέδωσε το CNN, το επιτελείο του συγκροτούν η Λίνα Καν, μια από τις πλέον αναγνωρίσιμες φωνές στον σύγχρονο αντιμονοπωλιακό λόγο των ΗΠΑ, η πρώην πρώτη αναπληρώτρια δήμαρχος Μαρία Τόρες-Σπρίνγκερ, η επικεφαλής της United Way of New York City, Γκρέις Μπονίγια, η Μελανί Χάρτζογκ, πρώην αναπληρώτρια δήμαρχος για θέματα υγείας και κοινωνικών υπηρεσιών, καθώς και η πολιτική σύμβουλος Ελάνα Λίοπολντ.
Η Καν, στενή σύμμαχος του γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς, είχε διακριθεί για την ιδιαίτερη αυστηρότητά της στη ρύθμιση ζητημάτων ανταγωνισμού κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τζο Μπάιντεν. Ο διορισμός της θεωρείται ένδειξη ότι ο Μαμντάνι –που έχει ταχθεί υπέρ της αύξησης της φορολογίας στους πλούσιους για τη χρηματοδότηση κοινωνικών πολιτικών– θα συνεχίσει να αμφισβητεί αυτό που ο ίδιος αποκαλεί «ολιγαρχία» μόλις αναλάβει καθήκοντα, την 1η Ιανουαρίου.
Προανήγγειλε επίσης την ανακοίνωση και άλλων στελεχών «που θα υλοποιήσουν την ατζέντα μας», τονίζοντας ότι «κάποια ονόματα θα είναι γνώριμα, άλλα όχι. Θα απευθυνθούμε σε ευρύ φάσμα ανθρώπων: ακτιβιστές που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της προσπάθειας βελτίωσης της πόλης, έμπειρα στελέχη με αποδεδειγμένη πορεία, ειδικούς πολιτικής από τις ΗΠΑ και το εξωτερικό, αλλά και σε εργαζόμενους που γνωρίζουν καλύτερα από όλους τι χρειάζονται οι γειτονιές τους».
Παράλληλα κάλεσε τους υποστηρικτές του να επαναδραστηριοποιήσουν τις δωρεές τους, ώστε να χρηματοδοτηθεί «μια μετάβαση αντάξια της πρόκλησης της προετοιμασίας για την 1η Ιανουαρίου».
«Πριν από λίγους μήνες είχα ζητήσει να σταματήσουν οι οικονομικές ενισχύσεις. Σήμερα ζητώ να ξαναρχίσουν», δήλωσε. Οπως εξήγησε, η μεταβατική περίοδος απαιτεί προσωπικό, έρευνα και υποδομές, στοιχεία που χρειάζονται χρηματοδότηση. «Και είμαι περήφανος που αυτό θα γίνει από τους ίδιους ανθρώπους που μας οδήγησαν ως εδώ, τους εργαζόμενους που έχουν αφεθεί πίσω από την πολιτική της πόλης», υπογράμμισε.
«Ανοιχτή η πόρτα για διάλογο με τον Τραμπ»
Αν και ανέφερε ότι ο Λευκός Οίκος δεν έχει επικοινωνήσει ακόμη μαζί του μετά την εκλογική του νίκη, σημείωσε ότι παραμένει ανοιχτός σε συζήτηση με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος τον έχει χαρακτηρίσει «κομμουνιστή» και έχει απειλήσει με διακοπή ομοσπονδιακής χρηματοδότησης.
«Η πόλη αντιμετωπίζει μια διπλή κρίση: μια αυταρχική ομοσπονδιακή κυβέρνηση και μια κρίση ακρίβειας που πιέζει τις οικογένειες», είπε. «Καθήκον μου είναι να ανταποκριθώ και στα δύο. Να υπερασπιστώ την πόλη, αλλά και να αποφύγουμε να θεωρούμε την Ουάσινγκτον ως τη ρίζα όλων των προβλημάτων μας».
Υπενθύμισε ότι πολλές από τις κοινωνικές και οικονομικές δυσκολίες της Νέας Υόρκης προϋπήρχαν του Τραμπ. «Είμαι έτοιμος να συζητήσω μαζί του για τρόπους συνεργασίας προς όφελος των Νεοϋορκέζων. Είτε αυτό αφορά την υλοποίηση των υποσχέσεών του για το κόστος ζωής, είτε τις επιπτώσεις των νομοθετικών πρωτοβουλιών που προωθήθηκαν στην Ουάσινγκτον και επηρεάζουν άμεσα τη ζωή των κατοίκων της πόλης», τόνισε.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στις περικοπές του προγράμματος επισιτιστικής βοήθειας SNAP, επισημαίνοντας ότι δεν επηρεάζουν μόνο τους πιο ευάλωτους, αλλά συμβάλλουν και στην αύξηση των τιμών στα σουπερμάρκετ σε ολόκληρη την πόλη.
«Αν υπάρξει ποτέ κάτι που μπορεί πραγματικά να ωφελήσει τους ανθρώπους αυτής της πόλης, είμαι έτοιμος να συζητήσω με τον οποιονδήποτε», υπογράμμισε, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι δεν προτίθεται να «μαλακώσει» την πολιτική κριτική του προς τον Τραμπ.
«Θα συνεχίσω να περιγράφω τις πράξεις του όπως είναι. Ομως δεν πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να εμφανίζεται αυτό σαν μια διαμάχη μεταξύ δύο ανθρώπων. Η πόρτα για διάλογο πρέπει να μένει ανοιχτή όταν το ζήτημα είναι το καλό της πόλης. Είμαι πρόθυμος να μιλήσω με οποιονδήποτε εφόσον υπάρχει κάτι που μπορεί να ωφελήσει», κατέληξε.
Μήνυμα προς την εβραϊκή κοινότητα για συνύπαρξη
Στην πρώτη του συνέντευξη Τύπου μετά την εκλογή του, ο Zοράν Μαμντάνι έστειλε σαφές μήνυμα προσέγγισης προς την εβραϊκή κοινότητα της πόλης, μετά τον θόρυβο που προκάλεσαν παλαιότερες δηλώσεις του για το Ισραήλ.
«Ανυπομονώ να συνεργαστώ με εβραίους ηγέτες σε ολόκληρη τη Νέα Υόρκη –εκλεγμένους αξιωματούχους, ραβίνους και εκπροσώπους της κοινότητας– για να τηρήσουμε την υπόσχεση ότι δεν θα περιοριστούμε μόνο στην προστασία των εβραίων συμπολιτών μας, αλλά θα τους τιμούμε και θα αναγνωρίζουμε τη συμβολή τους στη ζωή της πόλης», δήλωσε.
Απαντώντας σε ερώτηση για την ασφάλεια της εβραϊκής κοινότητας, επανέλαβε ότι το δημαρχείο «θα σταθεί ακλόνητο στο πλευρό των εβραίων νεοϋορκέζων στη μάχη κατά του αντισημιτισμού».
Ο Μαμντάνι, ο πρώτος μουσουλμάνος που αναλαμβάνει τη δημαρχία της μεγαλύτερης πόλης των ΗΠΑ, τόνισε ότι σκοπεύει να συνεργαστεί στενά με εβραϊκές οργανώσεις ώστε «η Νέα Υόρκη να παραμείνει μια πόλη ασφάλειας, σεβασμού και συνύπαρξης για όλους».
