Η σημασία να είσαι η Αγνή Μπάλτσα
Επικαιρότητα

Η σημασία να είσαι η Αγνή Μπάλτσα

Διέπρεψε στην όπερα ως δραματική μεσόφωνος επί πέντε δεκαετίες, για τις οποίες την Πέμπτη της απονεμήθηκε το Βραβείο Συνολικής Προσφοράς στα Διεθνή Βραβεία Οπερας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Σε αυτά τα 50 χρόνια χώρεσαν δεκάδες ρόλοι, παραστάσεις-σταθμοί, σημαντικές συνεργασίες και φιλίες
Protagon Team

Το παρατεταμένο χειροκρότημα που ακούστηκε αμέσως μετά την ανακοίνωση του ονόματός της τα έλεγε όλα. Το βράδυ της Πέμπτης, οι θεατές στην τελετή απονομής των Διεθνών Βραβείων Οπερας, κορυφαίου θεσμού για το λυρικό θέατρο, στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, χειροκροτούσαν αναγνωρίζοντας πέντε δεκαετίες συνεχούς προσφοράς από μια ελληνίδα μεσόφωνο που ξεκίνησε από τη Λευκάδα και την Αθήνα για να φτάσει στη Γερμανία, να συνεργαστεί με τον Χέρμπερτ φον Κάραγιαν και να διαπρέψει στις σημαντικότερες λυρικές σκηνές παγκοσμίως. Ηταν αυτές οι πέντε δεκαετίες για τις οποίες η Αγνή Μπάλτσα απέσπασε το σημαντικό βραβείο Συνολικής Προσφοράς. Και μέσα τους χωρούν πολλά στιγμιότυπα.

Από το ραδιόφωνο η πρώτη όπερα

Επτά χρονών ξεκινάει να μαθαίνει πιάνο στον μουσικο-φιλολογικό όμιλο «Ορφέα» της Λευκάδας. Σε ηλικία οκτώ ετών ανεβαίνει για πρώτη φορά στη σκηνή και ερμηνεύει Σούμπερτ. Τα πάντα στη μεγάλη πορεία της ίσως να εξηγούνται από το γεγονός, όπως η ίδια έχει αφηγηθεί, πως όταν η οικογένειά της αγόρασε το πρώτο ραδιόφωνο, τα βράδια που οι δικοί της πήγαιναν στην παραλία βόλτα εκείνη έμενε στο σπίτι και έψαχνε να βρει κάποιον ιταλικό σταθμό για να ακούσει όπερα «και να κλαίει».

«Βάπτισμα πυρός» με Μότσαρτ

Η Αγνή Μπάλτσα αποφοίτησε από το Εθνικό Ωδείο το 1965 και ταξίδεψε στο Μόναχο για να συνεχίσει τις σπουδές της με την υποτροφία «Μαρία Κάλλας», την οποία η ντίβα είχε θεσμοθετήσει μόλις δύο χρόνια πριν (οι δυο τους, παρεμπιπτόντως, δεν συναντήθηκαν ποτέ). Προτού φύγει έδωσε ένα αποχαιρετιστήριο ρεσιτάλ στο «Πάνθεον» της Λευκάδας, με τη δασκάλα της Νουνούκα Φραγκιά-Σπηλιοπούλου να τη συνοδεύει στο πιάνο.

Με τον Χέρμπερτ φον Κάραγιαν στις πρόβες της «Κάρμεν» το 1985 (Facebook/ ©Emil Perauer, Karajan-Archive)

Η πρώτη επαφή της με τον Χέρμπερτ φον Κάραγιαν έγινε την ίδια χρονιά – ο μεγάλος μαέστρος της είχε ζητήσει να αφήσει τον Ροσίνι και να δοκιμαστεί στον Βάγκνερ, αλλά η Μπάλτσα αντιστεκόταν. Το 1968 έκανε την πρώτη της εμφάνιση στην Οπερα της Φρανκφούρτης με τους «Γάμους του Φίγκαρο» του Μότσαρτ και ακολούθησε ο «Ιππότης των Ρόδων» του Ρίχαρντ Στράους στην Οπερα της Βιέννης, το 1970.

Το 1973 συνεργάστηκε με τον κορυφαίο μαέστρο στην ηχογράφηση της «Missa Solemnis» του Μπετόβεν, αλλά και στη «Λειτουργία της Στέψης» του Μότσαρτ, και στο «Τε Ντέουμ» του Μπρούκνερ το 1975. Δύο χρόνια αργότερα οι δυο τους άνοιξαν το Φεστιβάλ Ζάλτσμπουργκ με τη «Σαλώμη».

Η ζήλεια του Φον Κάραγιαν

Σύμφωνα με τις αφηγήσεις της, ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν διακρινόταν από μια χαριτωμένη ζήλεια για τους τραγουδιστές του. Σε κάποια από τις συνεργασίες τους, η Μπάλτσα και ο Καρέρας ξεκίνησαν μαζί του μια ανάγνωση έργου, αλλά οι δυο τραγουδιστές ξέκλεψαν λίγο χρόνο και ταξίδεψαν ως το Μιλάνο.

H Αγνή Μπάλτσα και ο Χοσέ Καρέρας στην παράσταση της «Κάρμεν» του Μπιζέ στη Βερόνα της Ιταλίας, στις 3 Σεπτεμβρίου 1986 (Nino Leto/Mondadori via Getty Images/Ideal Image)

«Τι τραγουδήσατε;», τους ρώτησε ο Φον Κάραγιαν όταν τους «ανακάλυψε». «Μετρ, τραγουδήσαμε “Κάρμεν”» απάντησε χαμηλόφωνα ο Καρέρας. «Και ποιος διεύθυνε;». Ο Κλάουντιο Αμπάντο. «Και τώρα θα έρθετε πίσω για να μαζέψω εγώ τα σπασμένα;». Εννοούσε τη φωνή τους, που είχε καταπονηθεί.

Η «Κάρμεν» στην Αθήνα

Ο ρόλος που είναι, ίσως, ταυτισμένος όσο κανείς άλλος με την καριέρα της υπήρξε εκείνος της Κάρμεν, από την ομώνυμη όπερα του Ζορζ Μπιζέ, επειδή του προσέθεσε κάτι από τη δική της εξωστρέφεια, δραματικότητα και ζωηράδα. Τον ερμήνευσε δεκάδες φορές –από την Ευρώπη ως τη Μητροπολιτική Οπερα της Νέας Υόρκης–, τις περισσότερες με τον Χοσέ Καρέρας στον ρόλο του Δον Χοσέ.

Στις 12 Σεπτεμβρίου 1984 ερμήνευσε την Κάρμεν και στο Ηρώδειο: ήταν η πρώτη φορά που επέστρεφε στην Ελλάδα έπειτα από τη μεγάλη πορεία της σε διεθνείς σκηνές. Και πάλι ο παρτενέρ της ήταν Καρέρας, ενώ η παραγωγή ήταν της Οπερας της Ζυρίχης, σε σκηνοθεσία Ζαν Πιέρ Πονέλ και μουσική διεύθυνση Ραλφ Βάικερτ. Το κατάμεστο Ηρώδειο, με το θερμό του χειροκτότημα, έδωσε πολλές «αυλαίες» στους συντελεστές.

Ξαρχάκος, Χατζιδάκις, Σακελλάριος

Το 1985 συνεργάστηκε με τον Σταύρο Ξαρχάκο στο άλμπουμ που κυκλοφόρησε από την Deutshe Grammophon με τίτλο «Songs my Country Taught».

Περιείχε τρία τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, ισάριθμα του Μάνου Χατζιδάκι, τέσσερα του Στάυρου Ξαρχάκου και (τιμής ένεκεν) την «Αχάριστη» του Βασίλη Τσιτσάνη. Με την καθοδήγηση του Ξαρχάκου βρήκαν έναν τόνο που απείχε από εκείνον της λυρικής τραγουδίστριας. Ο Μάνος Χατζιδάκις διατηρούσε, ωστόσο, τις ενστάσεις του και τις εξέφρασε δημοσίως δηλώνοντας τα εξής: «Θεωρώ τελείως ακατάλληλη την κυρία Μπάλτσα να πει τραγούδια μου σ’ αυτόν το δίσκο, για τον οποίο κανένας δεν ζήτησε την άδειά μου. Καταθέτω αγωγή για ασφαλιστικά μέτρα κατά της Ντόιτσε Γκράμοφον, ζητώντας να αφαιρεθούν τα τραγούδια μου, διαφορετικά θ’ απαιτήσω αποζημίωση 40 εκατομμυρίων δραχμών».

Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διένεξη πήρε μέρος και ο στιχουργός (μεταξύ πολλών άλλων ιδιοτήτων) Αλέκος Σακελλάριος, ο οποίος εναντιώθηκε στην απαγόρευση Χατζιδάκι, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ανάμεσά τους «πόλεμος επιστολών». Τελικά το άλμπουμ κυκλοφόρησε κανονικά.

Οι δύο Ολυμπιάδες

Υπό τη διεύθυνση του Μίκη Θεοδωράκη τραγούδησε το 1992 τη «Ρωμιοσύνη» στην έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης κατά την είσοδο της ολυμπιακής σημαίας στο στάδιο. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα ερμήνευσε εκ νέου τα «Τραγούδια της Πατρίδας μου» υπό τη διεύθυνση του Σταύρου Ξαρχάκου.

Τελευταία υπόκλιση στη Λυρική

Η τελευταία της εμφάνιση έγινε επί ελληνικού εδάφους, ύστερα από πρόσκληση του Γιώργου Κουμεντάκη, καλλιτεχνικού διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Τον Οκτώβριο του 2017, λοιπόν, ερμήνευσε έναν ρόλο που επίσης αποτέλεσε σταθμό στη διαδρομή της: την Κλυταιμνήστρα στην «Ηλέκτρα» του Ρίχαρντ Στράους, σε σκηνοθεσία του επίσης «διεθνούς» Γιάννη Κόκκου.

Στιγμιότυπο από την «Ηλέκτρα» του Ρ. Στράους στην Εθνική Λυρική Σκηνή τον Οκτώβριο του 2017 (Ανδρέας Σιμόπουλος)
Exit mobile version