Το κουίζ της σεξουαλικής κακοποίησης
| CreativeProtagon
Απόψεις

Το κουίζ της σεξουαλικής κακοποίησης

Αυτό που εκτυλίσσεται τις τελευταίες ημέρες μοιάζει λιγότερο με υπεύθυνη ενημέρωση για ένα θέμα πολύ σοβαρό και περισσότερο με τηλεοπτικό παιχνίδι γνώσεων. Η είδηση δεν παρουσιάζεται ως αυτό που είναι, αλλά ως teaser. Ως προσεχώς, ως κάτι μεγάλο που έρχεται. Ολοι λένε ότι ξέρουν. Δεν αποκαλύπτουν, αλλά υπαινίσσονται. Δεν κατονομάζουν, αλλά ενίοτε φωτογραφίζουν
Λίλα Σταμπούλογλου

Ας ξεκινήσουμε με ένα ερώτημα που εδώ και μέρες πλανιέται πάνω από τα ελληνικά media σαν σύννεφο και μοιραία πλανιέται και πάνω από τα κεφάλια μας: ποιος είναι ο πασίγνωστος τραγουδιστής για τον οποίο «έρχονται καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση»; Αν παρακολουθείς τηλεοπτικές εκπομπές ή διαβάζεις σχετικά άρθρα, αν χαζεύεις απλώς στο κινητό σου, το έχεις δει και ακούσει τόσες φορές που σχεδόν περιμένεις να εμφανιστεί σε κάρτα πολλαπλής επιλογής: «Α, Β, Γ ή Δ; Δώστε τις απαντήσεις σας πριν το διαφημιστικό διάλειμμα».

Ας ξεκαθαρίσουμε εξαρχής κάτι προφανές αλλά απαραίτητο. Εδώ μιλάμε για ένα εξαιρετικά σοβαρό θέμα. Καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση, ειδικά όταν αφορούν δημόσια πρόσωπα με δύναμη, επιρροή και φήμη, απαιτούν προσοχή, ευθύνη, σιωπή εκεί που χρειάζεται και λόγο μόνο όταν υπάρχουν στοιχεία. Απαιτούν, κυρίως, σεβασμό. Oχι σασπένς.

Και όμως, αυτό που εκτυλίσσεται τις τελευταίες ημέρες μοιάζει λιγότερο με υπεύθυνη ενημέρωση και περισσότερο με τηλεοπτικό παιχνίδι γνώσεων. Η είδηση δεν παρουσιάζεται ως αυτό που είναι, μια υπόθεση που δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί, αλλά ως teaser. Ως προσεχώς, ως κάτι μεγάλο που έρχεται. Μια υπόσχεση αποκάλυψης. Ενα τρέιλερ σειράς αληθινού εγκλήματος που όλοι ανυπομονούμε να δούμε, με ποπκορν στο χέρι.

Ο Γιώργος Λιάγκας, για παράδειγμα, μιλά για το θέμα στη δική του εκπομπή και τονίζει ότι γνωρίζει εδώ και μήνες αλλά δεν ήταν σίγουρος, αναφέρει ότι υπάρχουν τουλάχιστον δύο άνθρωποι έτοιμοι να καταγγείλουν και αφήνει να εννοηθεί ότι το όνομα θα γίνει γνωστό πολύ σύντομα. Με παρόμοιο τρόπο το θέμα περνάει σε όλα τα πάνελ της ψυχαγωγίας. Ακόμα και καθαρά ειδησεογραφικές εκπομπές το αντιμετωπίζουν κάπως έτσι.

Το ύφος είναι σοβαρό αλλά με μια ανεπαίσθητη δόση τηλεοπτικής προσμονής, ένα «μείνετε συντονισμένοι». Oλοι λένε ότι ξέρουν. Δεν αποκαλύπτουν, αλλά υπαινίσσονται. Δεν κατονομάζουν, αλλά ενίοτε φωτογραφίζουν. Και το κοινό, φυσικά, κάνει αυτό που του ζητείται σιωπηρά να κάνει, αρχίζει να μαντεύει.

Κάπου εκεί η υπόθεση παύει να είναι μια πιθανή καταγγελία και μετατρέπεται σε κουίζ της οθόνης. Ποιος είναι αρκετά διάσημος; Ποιος ταιριάζει στο προφίλ; Ποιος θα μπορούσε να είναι; Τα κοινωνικά δίκτυα γεμίζουν εικασίες, οι συζητήσεις φουντώνουν και όλοι μιλούν με ύφος ανακριτή, ψυχολόγου και δικαστή μαζί. Με περίσσια σοβαροφάνεια. Με απόλυτη βεβαιότητα. Χωρίς κανένα πραγματικό δεδομένο ακόμα.

Το πιο παράδοξο δεν είναι ότι ο κόσμος διψά να μάθει. Είναι κάπως ανθρώπινο να έχεις περιέργεια. Το ανησυχητικό είναι ότι τα media το καλλιεργούν. Παρουσιάζουν μια υπόθεση που δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει σαν παιχνίδι αποκάλυψης, σαν κουίζ που πρέπει να λυθεί. Μόνο που δεν μας ζητούν να βάλουμε και στοίχημα. Και κάπως έτσι, ο πόνος, ο πραγματικός ή δυνητικός, γίνεται περιεχόμενο. Μια καταγγελία για εγκληματική πράξη γίνεται θέαμα κι εμείς θεατές της.

Σε όλη αυτή τη διαδικασία, το ουσιώδες χάνεται. Δεν συζητάμε εδώ τι σημαίνει μια τέτοιου είδους καταγγελία. Δεν εστιάζουμε στο πώς πρέπει να προστατεύονται τα θύματα. Δεν μας ενδιαφέρει το πλαίσιο, μας ενδιαφέρουν τα ονόματα. Καταναλώνουμε υποψίες και περιμένουμε να δούμε ποιος διάσημος είναι για να πούμε «αποκλείεται, δεν του το είχα». Σαν να μιλάμε για ανατροπή σ’ ένα σενάριο και όχι για κάτι που, αν επιβεβαιωθεί, αφορά πραγματικές ζωές, θύματα και θύτες.

Κάπου εδώ, γράφοντας, ήρθε στο μυαλό μου η ταινία «Ο Άτρωτος» που είδα πρόσφατα. Μια αλληγορική, φουτουριστική ιστορία, όπου η κοινωνία είναι χωρισμένη σε πλούσιους και φτωχούς και η τηλεόραση κυριαρχεί με έναν απόλυτα δυστοπικό τρόπο. Εκεί, στις εκπομπές και στα ριάλιτι αυτού του τρομαχτικού κόσμου, τα εγκλήματα γίνονται κομμάτι του θεάματος. Συμβαίνουν για την τηλεθέαση και ζουν μέσα από αυτήν, τρέφοντας το Δίκτυο, όπως το σενάριο ονομάζει τα media.

Αλίμονο, δεν είμαστε σε τέτοιο σημείο. Δεν ζούμε σε μια κοινωνία όπου τα εγκλήματα σκηνοθετούνται για το primetime. Αλλά τα τηλεοπτικά κουίζ, η δίψα για αποκαλύψεις, η σχεδόν διασκεδαστική προσέγγιση στον πόνο και την πιθανή κακοποίηση, μπορούν άνετα να ιδωθούν ως μια ελαφριά, καθημερινή εκδοχή αυτού του δυστοπικού σεναρίου. Μικρή και αθώα φαινομενικά αλλά εξαιρετικά αποκαλυπτική για το πού κοιτάμε και για το τι τελικά μας ψυχαγωγεί.

Δεν σκηνοθετούμε εγκλήματα για την τηλεόραση, απλώς τα ζεσταίνουμε μέχρι να σερβιριστούν. Δεν είμαστε ακόμα στη δυστοπία. Πρόβες κάνουμε.

Exit mobile version