| CreativeProtagon / Reuters
Απόψεις

Θα περάσει ο Ερντογάν την κόκκινη γραμμή;

Η κλιμάκωση σε βαθμό που θα οδηγήσει την Τουρκία σε πλήρη ρήξη με τις ΗΠΑ και τη Δύση φαίνεται μάλλον μια απόφαση που ο τούρκος πρόεδρος δεν θα λάβει. Βέβαια, τους τελευταίους μήνες πολλά ταμπού στις διεθνείς σχέσεις έχουν σπάσει, οπότε απαιτείται προσοχή...
Νίκος Μαρτίνος

Μετά και την… αυτοκρατορική εμφάνισή του στη Πράγα, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έδειξε –αν μη τι άλλο– ότι το μόνο που υπάρχει στον οπτικό ορίζοντά του είναι οι επερχόμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές γίνουν. Ενώπιον 43 ηγετών της Ε.Ε. και των κρατών που γειτνιάζουν με την Ευρώπη ο 68χρονος  τούρκος πολιτικός επανέλαβε τις απειλές του κατά της Ελλάδας ενώ πλέον δεν μπορεί ούτε να προσποιηθεί πως είναι σε θέση να κρύψει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης του προκαλεί τρομακτικό εκνευρισμό.

Αυτή η πορεία διαρκούς ρητορικής κλιμάκωσης με το ποιοτικό χαρακτηριστικό που της προσθέτει ο ίδιος ο Ερντογάν, εκ των πραγμάτων οδηγεί σε ένα ερώτημα: Θα μείνει στη ρητορική ή θα προχωρήσει σε κλιμάκωση στο πεδίο;

Καταρχάς αυτή τη στιγμή, υπό τις παρούσες συνθήκες, αν εξαιρεθεί η ενοχλητική δράση των τουρκικών UAV στο Αιγαίο, ιδιαίτερα τις πτήσεις πάνω από νησίδες όπως η Κίναρος και η Κανδελιούσσα, δεν υπάρχει κάποια κίνηση που να μαρτυρά ασυνήθιστη ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων ούτε στα παράλια της Μικράς Ασίας, ούτε στη Θράκη. Ενώ και στο πεδίο της θάλασσας οι ασκήσεις που πραγματοποιούνται αυτή την περίοδο βρίσκονται εντός ενός πολύ συγκεκριμένου ορίου. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει τίποτα καθώς οι κινήσεις κλιμάκωσης δεν προαναγγέλλονται.

Μια ακόμα παράμετρος είναι η επιχείρηση γοητείας στην Ουάσιγκτον. Οσο η Αγκυρα επιχειρεί να πείσει ξανά το Κογκρέσο, το Λευκό Οίκο, τους Αμερικανούς γενικότερα, ότι πρέπει να επαναληφθούν οι εξαγωγές οπλικών συστημάτων και πολύτιμων ανταλλακτικών από την αμυντική βιομηχανία των ΗΠΑ προς τη Τουρκία, τόσο πιο σκληρή μπορεί να γίνεται η ρητορική έναντι της Ελλάδας, προκειμένου να δοθούν τα κατάλληλα μηνύματα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Τι θα καταφέρει όμως η Άγκυρα αν ο Ερντογάν τελικά περάσει την κόκκινη γραμμή και δημιουργήσει πολεμικό επεισόδιο με την Ελλάδα; Θα είναι σίγουρα ένα πλήγμα στη καρδιά του ΝΑΤΟ, θα προσφέρει απρόσμενη ικανοποίηση και ανακούφιση στον Βλαντίμιρ Πούτιν ο οποίος βλέπει την εκστρατεία του να καταλύσει την Ουκρανία να πέφτει σε τέλμα.

Η κατάσταση της Ρωσίας, της βασικής εναλλακτικής που έβλεπε ο Ερντογάν ως πλέον αξιόπιστης για τα ευρασιατικά του παιχνίδια, είναι αποθαρρυντική. Η Ρωσία του Πούτιν αποτελεί έναν γεωπολιτικό παράγοντα μειωμένου γοήτρου όχι μόνο προς Δυσμάς, αλλά και προς Ανατολάς. Η Κεντρική Ασία είναι ένα καζάνι που βράζει και η μια μετά την άλλη οι χώρες αυτές, πάλαι ποτέ Σοβιετικές Δημοκρατίες, λύνουν τους δεσμούς τους με τη Ρωσία και στρέφονται προς τη Κίνα. Αν κανείς υπολογίσει ακόμα ότι και η Κίνα έχει κάθε συμφέρον να λήξει ο πόλεμος στην Ουκρανία, προκειμένου να μην αντιμετωπίσει ζητήματα βιωσιμότητας το ιδιόρρυθμο πολιτικό-οικονομικό μοντέλο της, είναι σαφές ότι η ευρασιατική αρένα γίνεται πολύ πιο επισφαλής απ’ ό,τι φαινόταν πριν από τον περασμένο Φεβρουάριο.

Ενας ακόμη παράγοντας είναι η έκβαση ενός «θερμού» επεισοδίου ή όποιας άλλης ενέργειας πιθανώς επιλέξει ο Ερντογάν για να επιτύχει τους σκοπούς του. Αν η όποια επιθετική ενέργεια καταλήξει σε καταστροφή για τις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΤΕΔ), τότε η όποια εκλογική χρήση ενδεχομένως υπολόγιζε, θα γυρίσει ως μπούμερανγκ μετατρέποντας τον εσωτερικό πόλεμο για την επικράτηση έναντι των πολιτικών αντιπάλων του σε πραγματικό εφιάλτη.

Για όλους τους παραπάνω λόγους η κλιμάκωση σε βαθμό που θα οδηγήσει την Τουρκία σε πλήρη ρήξη με τις ΗΠΑ και τη Δύση φαίνεται μάλλον μια απόφαση που ο Ερντογάν δεν θα λάβει. Βέβαια, τους τελευταίους μήνες πολλά ταμπού στις διεθνείς σχέσεις έχουν σπάσει, οπότε απαιτείται προσοχή. Υπό τις παρούσες συνθήκες αναμένεται να φανεί σε τι βαθμό θα χρησιμοποιήσει ο Ερντογάν το Προσφυγικό για να ασκήσει πίεση στην Αθήνα, αλλά και με ποιο τρόπο θα εκμεταλλευθεί το νέο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Πρόκειται, πάντως, για δύο κρίσεις τις οποίες η Αθήνα διαχειρίστηκε επιτυχώς το 2020 και μια επανάληψή τους, με διαφορετικά χαρακτηριστικά και άλλο γεωγραφικό επίκεντρο, δεν είναι ικανή να οδηγήσει σε σύγκρουση. Ισως ο «λαγός» που ψάχνει ο Ερντογάν για να πουλήσει στο εσωτερικό ακροατήριό του να μη βρίσκεται στα Ελληνοτουρκικά. Ο χρόνος θα δείξει.