Στο μέτρο που κάτι τέτοιο θα μπορούσε ή θα επιτρεπόταν εκ των συνθηκών να θεωρείται ρεαλιστικό, πολύ σύντομα η Ελλάδα θα έμπαινε στους γνωστούς καλοκαιρινούς ρυθμούς. Αυτό θα σήμαινε ότι το ενδιαφέρον για θέματα που έως και μέχρι πριν από μερικούς μήνες θεωρούνταν πιθανόν να φέρουν ανατροπές, ακόμη και της ίδιας της κυβέρνησης, θα έρχονταν σε δεύτερη (τρίτη ή και… τέταρτη) μοίρα. Το μόνο που θα απασχολούσε τους πολίτες θα ήταν οι διακοπές που θα έκαναν ή δεν θα έκαναν.
Εδώ ξεκινά μία σειρά ερωτηματικών για το καλοκαίρι, που μπορεί να μην έχουν εύκολες απαντήσεις.
Οι ίδιες οι διακοπές τείνουν να γίνουν πολυτέλεια και μάλιστα πολύ ακριβή για μία μεγάλη μερίδα του ελληνικού πληθυσμού. Οι μετακινήσεις από και προς τους τουριστικούς προορισμούς, είτε με πλοίο και αεροπλάνο, είτε και με το αυτοκίνητο, έχουν ένα κόστος δυσανάλογο με τις αμοιβές και τη μέση οικονομική δυνατότητα μίας οικογένειας. Και το κόστος αυτό πολλαπλασιάζεται με τα έξοδα διαμονής, σίτισης κ.λπ.
Το πρόβλημα δεν είναι νέο. Είναι όμως ένα από αυτά που επιδεινώνεται κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα οι Ελληνες να μετατρέπονται σταδιακά σε κομπάρσους ενός σκηνικού, σε μία χώρα που μετατρέπεται μάλλον οριστικά σε τουριστική Ντίσνεϊλαντ. Για πόσο ακόμη αυτή η συνθήκη θα εξακολουθεί να γίνεται ανεκτή και να μην έχει πολλαπλές κοινωνικοπολιτικές επιπτώσεις, είναι ένα μεγάλο ζητούμενο και δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται με ελαφρότητα.
Πέραν αυτών όμως το καλοκαίρι του 2025, επ’ ουδενί μπορεί να προεξοφλείται ως μία περίοδος χαλαρότητας και νωχελικότητας.
Στο πολιτικό πεδίο, πολλά θα εξαρτηθούν από τις ψηφοφορίες για τη σύσταση της Προανακριτικής Επιτροπής για τα Τέμπη, την εβδομάδα που ξεκινά στις 16 Ιουνίου. Για την ακρίβεια, το ζητούμενο είναι ένα: αν η ΚΟ της ΝΔ θα ψηφίσει την πρόταση παραπομπής του πρώην υπουργού Κώστα Αχ. Καραμανλή για πλημμεληματικού χαρακτήρα παράβαση καθήκοντος ή αν θα υπάρξουν αποστασιοποιήσεις βουλευτών της πλειοψηφίας. Σε περίπτωση που συμβεί κάτι τέτοιο, δεν αποκλείεται να έχουμε πολιτικές αναταράξεις μέσα στο κατακαλόκαιρο.
Μαζί με αυτά, είτε επιβεβαιωθεί το ένα σενάριο, είτε κάποιο άλλο, η έναρξη της θερινής περιόδου συμπίπτει με την εκκρεμότητα ως προς το αν θα φτιάξουν νέα κόμματα οι πρώην Πρωθυπουργοί Αντώνης Σαμαράς και Αλέξης Τσίπρας. Ο πρώτος αναμένεται να εμφανιστεί την ερχόμενη εβδομάδα (17/6) σε μία ακόμη παρουσίαση βιβλίου στο Πολεμικό Μουσείο, όπου ομιλητής θα είναι ο πρώην Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής. Αν ο Σαμαράς θελήσει πράγματι να τεθεί επικεφαλής ενός νέου κόμματος, φημολογείται ότι θα το ανακοινώσει εντός του καλοκαιριού. Κάτι τέτοιο προφανώς και θα προσδώσει νέα στοιχεία στην πολιτική καθημερινότητα, αλλά και μία επιπλέον αξία στις δημοσκοπήσεις των επόμενων μηνών.
Κατ’ αναλογίαν, τα ίδια ισχύουν για τον Αλέξη Τσίπρα. Αν θα κάνει νέο κόμμα, αν θα ακολουθήσει τις παροτρύνσεις όσων του εισηγούνται να το κάνει σύντομα και εντέλει τι θα λέει και τι θα επιδιώκει στο εξής, αναγκαστικά είναι κάποια στοιχεία της πολιτικής συζήτησης των επόμενων εβδομάδων και μηνών. Το τι θα κατορθώσει επί της ουσίας και τι έχει να προσφέρει είναι κάτι που εκ των πραγμάτων θα αποδειχθεί στη συνέχεια.
Γύρω από αυτά αναμένεται ότι θα περιστραφεί η πολιτική δραστηριότητα της προσεχούς περιόδου και αναλόγως της μίας ή της άλλης εξέλιξης θα προσδιοριστεί και η μοίρα των υπολοίπων. Ξεκινώντας από το ΠΑΣΟΚ που η ηγεσία του έχει επιλέξει ρόλο παρατηρητή με την αμήχανη ανοχή των στελεχών του και φτάνοντας στην Πλεύση Ελευθερίας που μετά τα Τέμπη αναζητεί αφορμές για αναζωογόνηση της ούτως ή άλλως ασύμμετρης ορμής της.
Ολες αυτές οι παράμετροι που συνθέτουν, αφενός, μία όχι και τόσο απλή καθημερινότητα των πολιτών και, αφετέρου, μία ελαφρότητα της ελληνικής πολιτικής τάξης, θα όφειλαν να μην υποβαθμίζουν άλλα, σημαντικότερα στοιχεία του προσεχούς διαστήματος.
Ενα από αυτά είναι η εκκρεμότητα της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν. Αιωρείται μία αίσθηση ότι θα μπορούσε να γίνει κάποια στιγμή τον Ιούλιο, όμως παραμένει ασαφές το πλαίσιο της όποιας συζήτησης και όσο συμβαίνει αυτό, έχει μία βάση η επιφύλαξη ως προς το αν υπάρχει πραγματικός λόγος να πραγματοποιηθεί μία τέτοια συνάντηση. Είτε γίνει, είτε όχι, στο φόντο της ελληνοτουρκικής συζήτησης θα βρίσκονται το Κυπριακό, οι ΝΑ Μεσόγειος, η ΑΟΖ και το πώς όλα αυτά θα εξελιχθούν συντομότερα ή μεσοπρόθεσμα, με όποιες επιπτώσεις και παρενέργειες.
Μοιραία, όλα συνδέονται με τις γεωπολιτικές εξελίξεις, στις οποίες η Τουρκία διαδραματίζει ενεργό ρόλο, είτε με την de facto κατάληψη της Συρίας, είτε ως συνομιλητής όλων των «παικτών» (με εξαίρεση του Ισραήλ) στα πολεμικά μέτωπα της Ουκρανίας και της Μέσης Ανατολής, είτε ως διεκδικήτρια μίας στενής συνεργασίας με την Ευρώπη στον τομέα της Αμυνας.
Φυσικά, δεν μπορεί να υποτιμάται εν όψει καλοκαιριού η νέα ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή, έπειτα από τις επιθέσεις του Ισραήλ στο Ιράν και τις απαντήσεις της Τεχεράνης. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ένα πολεμικό ντόμινο είναι πιθανό να ανατρέψει τα πάντα, σε όλα τα πεδία και να αλλάξει την καθημερινή συζήτηση, ξεκινώντας από την επίδραση της σύρραξης στο ενεργειακό κόστος και καταλήγοντας στο ενδεχόμενο επίσπευσης μίας παγκόσμιας ύφεσης.
Ωσπου να διαπιστωθεί αν είναι βάσιμες οι εκτιμήσεις για ανησυχία και ανατροπές, η κυβέρνηση και όλα τα κόμματα θα κινούνται στους ρυθμούς που κατά τα άλλα θα επιβάλλει η θερινή περίοδος, με ορίζοντα τις αρχές του φθινοπώρου και την Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης. Η εφετινή παρουσία του Πρωθυπουργού εκεί έχει προαναγγελθεί και αναμένεται ως μία μείζων πολιτική παρέμβαση, με αιχμή τις φοροελαφρύνσεις και τα μέτρα αποκατάστασης διαφόρων ανισοτήτων στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο. Ποια είναι τα περιθώρια για την όποια απόφαση, τελεί πλέον σαφέστατα υπό την αίρεση της διεθνούς αναταραχής.
Στην πραγματικότητα, εν τέλει, η εφετινή ΔΕΘ στο τέλος ενός περίεργου καλοκαιριού δεν θα είναι παρά ένα ορόσημο, στο οποίο θα αποκαλυφθεί αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ένα ρεαλιστικό πολιτικό σχέδιο, με ορίζοντα τις εκλογές, όποτε και αν αυτές γίνουν.
