Κοιτώντας τη χώρα να στερεύει και να καίγεται
Αχαΐα 2025 | Menelaos Michalatos / SOOC
Απόψεις

Κοιτώντας τη χώρα να στερεύει και να καίγεται

Η πραγματικότητα μας δείχνει ότι όσο και αν νομίζουμε ότι «είμαστε έτοιμοι» για τις πυρκαγιές τελικά δεν είμαστε. Πολύ απλά, επειδή δεν γίνεται να είμαστε, όσο το θέμα αντιμετωπίζεται με τη λογική της προμήθειας τεχνικών μέσων (καθόλα απαραίτητων) και όχι ως απόλυτη εθνική προτεραιότητα που απαιτεί άλλη φιλοσοφία
Αγγελος Κωβαίος

Το ετήσιο, πύρινο déjà vu μας συνοδεύεται από ορισμένες διαπιστώσεις.

Μεταξύ αυτών, ότι οφείλει κάποιος να αναγνωρίσει την πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον στο θέμα των μέσων πυρόσβεσης. Οπως επίσης και στην αναβάθμιση της Πολιτικής Προστασίας σε πολιτικό επίπεδο, έστω και αν αυτό δεν συμβαίνει στον βαθμό που έπρεπε.

Κάπου εδώ όμως τελειώνουν οι ευχάριστες διαπιστώσεις.

Κατά τα λοιπά, φαίνεται ότι όσα έχουν γίνει δεν είναι αρκετά. Και υπό αυτήν την έννοια, είναι και αναντίστοιχες και αχρείαστες οι ετήσιες επικοινωνιακές φιέστες και φανφάρες στην έναρξη της αντιπυρικής περιόδου, είτε για να ανακοινωθεί πόσο έτοιμοι είμαστε, είτε για να βγουν κάποιες φωτογραφίες με καλογυαλισμένα και ολοκαίνουργα πυροσβεστικά οχήματα.

Η πραγματικότητα μας δείχνει ότι όσο και αν νομίζουμε ότι «είμαστε έτοιμοι», τελικά δεν είμαστε. Πολύ απλά, επειδή δεν γίνεται να είμαστε, όσο το θέμα αντιμετωπίζεται με τη λογική της προμήθειας τεχνικών μέσων (καθόλα απαραίτητων), δηλαδή της καταστολής και όχι της αναβάθμισης των υποδομών και διαδικασιών πρόληψης και αποτροπής.

Το γνωρίζει πλέον ο καθένας. Οταν αρπάξει μία φωτιά ειδικά σε συνθήκες θυελλωδών ανέμων, σχεδόν κανένα μέσο, επίγειο ή εναέριο δεν είναι επαρκές για να την αντιμετωπίσει. Μπορεί να σώζονται περιουσίες ή (το βασικότερο) να μην χάνονται ζωές, όμως όταν το κακό ξεκινήσει, δύσκολα σταματάει.

Τι σημαίνουν όλα αυτά;

Οτι χρειάζεται μία συνολική και σοβαρή αναθεώρηση σε στρατηγικό και επιχειρησιακό επίπεδο, παράλληλα φυσικά με τον εκσυγχρονισμό των τεχνικών μέσων.

Η αναθεώρηση αυτή θα πρέπει να περιγράψει την πυροπροστασία ως εθνική προτεραιότητα και μάλιστα κατεπείγουσα. Πολύ απλά, δεν έχουμε πολλά περιθώρια. Και, κυρίως, δεν υπάρχουν περιθώρια για επικοινωνιακού τύπου συσκέψεις και ανακοινώσεις, που τελικά συγκρούονται λίγες εβδομάδες αργότερα με τη θλιβερή πραγματικότητα.

Γίνεται φανερό ότι η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων της κυβέρνησης δεν είναι τέτοια. Αν ήταν, δεν θα είχε επικρατήσει όλο αυτό το εγκληματικό χάος με τη δόμηση παντού και το ξεπούλημα εκτάσεων σε όλη τη χώρα. Οπως επίσης, θα είχε γίνει κάτι για το θέμα της λειψυδρίας σε όλα τα δυνατά επίπεδα και δεν θα παρακολουθούσαμε τη θλιβερή ετήσια επανάληψη για την ανάγκη λήψης μέτρων, που τελικά δεν λαμβάνονται.

Επίσης, αν υπήρχε μέριμνα, η κυβέρνηση θα κυνηγούσε κατά προτεραιότητα τους δήμους και τις περιφέρειες ώστε να καθαρίσουν τις εκτάσεις που τους ανήκουν και όχι τους πολίτες για το αν ξεχορτάριασαν ένα χωράφι.

Και, θα είχε λογικά γίνει κάτι ώστε να μην ερημώσει η ύπαιθρος και να μην εγκαταλείπονται οι καλλιέργειες. Δεν θέλει και πολύ για να καταλάβει κανείς ότι όπου αναπτύσσεται η αγροτική οικονομία, είναι κάπως δυσκολότερη η καταστροφή ή, πάντως, ευκολότερη μία έγκαιρη παρέμβαση αποτροπής.

Ας μην συζητήσουμε για το πώς θα όφειλε να υποχρεώνεται ο ΔΕΔΔΗΕ να συντηρεί και να φροντίζει τις υποδομές του, απ’ όπου αποδεδειγμένα ξεκινούν πολλές πυρκαγιές.

Είναι πλέον προφανές ότι απαιτείται κάτι συνολικό και στρατηγικού χαρακτήρα στο θέμα της δασοπροστασίας, όπως κάθε χρόνο επιμένουν να επαναλαμβάνουν όσοι γνωρίζουν το θέμα.

Ισχύει κατά παράφραση, δυστυχώς, ότι «των οικιών ημών εμπιπραμένων, ημείς άδομεν».

Με λίγα λόγια, περιθώρια πολλά δεν υπάρχουν.

Η χώρα «στεγνώνει», στερεύει (κυριολεκτικά) και καίγεται. Προτεραιότητα δεν θα έπρεπε να είναι οι κτηματομεσιτικές επενδύσεις στρατηγικού χαρακτήρα, αλλά η προστασία του περιβάλλοντος, ακόμη και από αυτές.

Χρόνος δεν υπάρχει. Το θέμα είναι αν οι πάσης φύσεως αρμόδιοι ανησυχούν όσο θα έπρεπε και αν είναι διατεθειμένοι να κάνουν όσα οφείλουν.

Exit mobile version