Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, με διακατείχε εκείνο το άσβεστο αίσθημα περιέργειας σε συνδυασμό με μια ακατανίκητη τάση να γυρίζω. Ανάμεσα στις κάποιες στιγμές του χθες και στις κάποιες στιγμές του σήμερα, το μόνο που ίσως άλλαξε, είναι η σχέση μεταξύ περιέργειας και γυρίσματος. Τότε όσο αυξανόταν το γύρισμα τόσο μειωνόταν η περιέργεια, αντιστρόφως ανάλογα τα ποσά.
Σήμερα όσο αυξάνεται το γύρισμα, αυξάνεται και η περιέργεια, ανάλογα τα ποσά, κάτι δεν πάει καλά.
Το τελευταίο διάστημα το διαρκώς αυξανόμενο γύρισμα προκαλεί έντονη αύξηση της περιέργειας, η οποία συνοψίζεται σε μια κοινή ερώτηση:
Πού είναι οι νέοι;
Σίγουρα δεν είναι σε τραπέζια γόνιμου προβληματισμού.
Σίγουρα δεν είναι σε δρόμους ανάληψης πρωτοβουλιών.
Σίγουρα δεν είναι σε σοκάκια δημιουργικής αμφισβήτησης.
Σίγουρα δεν είναι σε παρέες έντονων και εποικοδομητικών διαφωνιών.
Σίγουρα είναι μπλεγμένοι σε κύκλους άλογης αμφισβήτησης.
Σίγουρα είναι παγιδευμένοι σε δωμάτια ειδικής αποχής.
Σίγουρα είναι κλεισμένοι σε χώρους απόλυτης άρνησης.
Και Σίγουρα είναι απόντες από τα μέρη εκείνα που παίρνονται αποφάσεις για αυτούς χωρίς αυτούς.
Την ίδια ώρα όμως που ενώ γυρίζω νομίζω πως απαντάω στο «πού», την ίδια ώρα η περιέργεια αυξάνεται και εκεί που νόμιζα πως γυρνώντας τα κατάφερα, περίεργος όσο ποτέ άλλοτε διερωτώμαι:
Ως πότε…;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News