Στην Αυστραλία, τη χώρα με τα υψηλότερα ποσοστά καρκίνου του δέρματος στον κόσμο, πολλοί Αυστραλοί ζουν με «τον τρόμο του ήλιου». Το ίδιο και η Ρατς, η παιδική ηλικία της οποίας χαρακτηρίστηκε από τον διαβόητο κανόνα «όχι παιχνίδι χωρίς καπέλο», ο οποίος είναι συνηθισμένος στα σχολεία ης χώρας, στις διαφημίσεις της δεκαετίας του 1990, που προειδοποιούσαν ότι ο ήλιος προκαλούσε καρκίνο, και στα σωληνάρια με το αντηλιακό, που στέκονταν φρουροί πίσω από κάθε πόρτα του σπιτιού της, γράφουν στην ανταπόκρισή τους στο BBC News από το Σίδνεϊ οι Τάμπι Γουίλσον και Τίφανι Τέρνμπουλ.
Ετσι η Ρατς, μια 34χρονη μητέρα από το Νιούκαστλ, βάζει ευλαβικά αντηλιακό πολλές φορές την ημέρα και σπανίως βγαίνει από το σπίτι χωρίς καπέλο. Σοκαρίστηκε, λοιπόν, όταν, κατά τη διάρκεια ενός ελέγχου τον περασμένο Νοέμβριο, οι γιατροί βρήκαν έναν δερματικό καρκίνο στη μύτη της, επισημαίνοντας ότι δεν ήταν κάτι αναμενόμενο δεδομένης της ηλικίας της και της ευλάβειας με την οποία απέφευγε την επικίνδυνη ακτινοβολία.
Αν και ήταν «χαμηλού κινδύνου» καρκίνος του δέρματος (βασικοκυτταρικό καρκίνωμα), έπρεπε να αφαιρεθεί χειρουργικά, αφήνοντας στη νεαρή γυναίκα μια ουλή ακριβώς κάτω από το μάτι. «Ημουν μπερδεμένη και κάπως θυμωμένη. Σκέφτηκα πως μου έκαναν πλάκα», είπε η Ρατς στο BBC, ζητώντας να μην αναφερθεί το επώνυμό της. «Νόμιζα ότι τα είχα κάνει όλα σωστά και παρ’ όλα αυτά συνέβη».
Η οργή της μεγάλωσε όταν έμαθε ότι το αντηλιακό που χρησιμοποιούσε εδώ και χρόνια ήταν αναξιόπιστο και, σύμφωνα με ορισμένες δοκιμές, δεν προσέφερε σχεδόν καθόλου αντηλιακή προστασία. Η ανεξάρτητη ανάλυση από μια αξιόπιστη ομάδα προστασίας καταναλωτών διαπίστωσε ότι πολλά από τα πιο δημοφιλή και ακριβά αντηλιακά της Αυστραλίας δεν παρέχουν την προστασία που ισχυρίζονται ότι παρέχουν, πυροδοτώντας ένα εθνικό σκάνδαλο, αναφέρει το BBC News.
Ως αποτέλεσμα, οι πελάτες αντέδρασαν μαζικά, ο ιατρικός επόπτης της χώρας ξεκίνησε έρευνα και πολλά προϊόντα αποσύρθηκαν από την αγορά, ενώ τέθηκαν ερωτήματα σχετικά με τον έλεγχο των αντηλιακών σε όλο τον κόσμο. «Σίγουρα είναι ένα πρόβλημα που δεν περιορίζεται στην Αυστραλία», δήλωσε στο BBC η χημικός καλλυντικών Μισέλ Γουόνγκ.
Οι εκτιμήσεις
Οι Αυστραλοί έχουν μια περίπλοκη σχέση με τον ήλιο: Τον αγαπούν αλλά και τον φοβούνται, παρατηρούν οι Γουίλσον και Τέρνμπουλ στο BBC. Η αποτελεσματική ενημέρωση για τη δημόσια υγεία ανταγωνίζεται μια κουλτούρα ομορφιάς που συχνά εξιδανικεύει την ηλιοκαμένη επιδερμίδα.
Η Αυστραλία έχει την υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης καρκίνων του δέρματος στον κόσμο και εκτιμάται ότι δύο στους τρεις Αυστραλούς θα χειρουργηθούν τουλάχιστον μία φορά στη διάρκεια της ζωής τους για να αφαιρέσουν έναν καρκίνο του δέρματος.
Eτσι, όταν η Choice Australia δημοσίευσε τον Ιούνιο την καταδικαστική της έκθεση, προκάλεσε αμέσως αντιδράσεις. Η ομάδα είχε δοκιμάσει είκοσι αντηλιακά σε ένα ανεξάρτητο διαπιστευμένο αυστραλιανό εργαστήριο, διαπιστώνοντας ότι δεκαέξι από αυτά δεν πληρούσαν τη βαθμολογία SPF, του δείκτη προστασίας, που αναγραφόταν στη συσκευασία.
Το Lean Screen SPF 50+ Mattifying Zinc Skinscreen της Ultra Violette, για παράδειγμα, ένα αντηλιακό προσώπου που χρησιμοποιούσε αποκλειστικά η Ρατς, ήταν η «πιο μεγάλη αποτυχία» που εντοπίστηκε. Το αποτέλεσμα SPF 4 σόκαρε τόσο πολύ την ομάδα Choice, ώστε ανέθεσε μια δεύτερη δοκιμή, η οποία έδωσε παρόμοια ένδειξη.
Αλλα προϊόντα που δεν πληρούσαν τους ισχυρισμούς τους για το SPF ήταν αυτά των Neutrogena, Banana Boat, Bondi Sands και Cancer Council. Ωστόσο όλες οι εταιρείες απέρριψαν τα ευρήματα της Choice και δήλωσαν ότι οι δικές τους ανεξάρτητες δοκιμές έδειξαν ότι τα αντηλιακά τους λειτουργούσαν κανονικά, όπως διαφημίζονταν.
Η αναταραχή ήταν άμεση για τις μάρκες που κατονομάζονται στην έκθεση, ενώ προκάλεσε και τη γρήγορη αντίδραση της Υπηρεσίας Θεραπευτικών Αγαθών (Therapeutic Goods Administration – TGA), η οποία δήλωσε ότι θα διερευνήσει τα ευρήματα και θα «λάβει ρυθμιστικά μέτρα όπως απαιτείται».
Η εταιρεία Ultra Violette αντέδρασε λέγοντας ότι ήταν «σίγουρη πως το Lean Screen είναι ασφαλές και αποτελεσματικό» και περιγράφοντας λεπτομερώς τις εκτεταμένες δοκιμές του προϊόντος, το οποίο έχει πωληθεί σε περίπου 30 χώρες, μεταξύ των οποίων το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ελλάδα, σε τιμές άνω των 50 δολαρίων Αυστραλίας (28 ευρώ) και περίπου 45 δολαρίων στα online καταστήματα της χώρας μας (αλλά δεν είναι πλέον διαθέσιμο).
Ωστόσο, μέσα σε λιγότερο από δύο μήνες, η Ultra Violette ανακοίνωσε ότι το Lean Screen θα ανακληθεί, αφού έδωσε ασυνεπή αποτελέσματα σε οκτώ διαφορετικά σετ εργαστηριακών δοκιμών. «Λυπούμαστε βαθιά επειδή ένα από τα προϊόντα μας δεν ανταποκρίνεται στα πρότυπα για τα οποία είμαστε περήφανοι και τα οποία έχετε συνηθίσει από εμάς», αναφέρει μια δήλωση που δημοσιεύθηκε στον λογαριασμό της μάρκας στο Instagram, προσθέτοντας ότι «έκτοτε έχει τερματίσει τη σχέση της με το αρχικό εργαστήριο δοκιμών».
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες, εξάλλου, και άλλες μάρκες έχουν «διακόψει» την πώληση τουλάχιστον τεσσάρων προϊόντων, κανένα από τα οποία δεν έχει συμπεριληφθεί στην έκθεση Choice, σημειώνει το BBC News.
Η Ρέιτς γνωρίζει ότι δεν υπάρχει τρόπος να αποδειχθεί αν υπάρχει σχέση μεταξύ της διάγνωσής της και της μάρκας αντηλιακού την οποία χρησιμοποιούσε. Είπε ότι δεν ισχυρίζεται πως υπάρχει τέτοια σύνδεση. Αλλά πρόσθεσε ότι η απάντηση της Ultra Violette στο σκάνδαλο ήταν σαν «κλωτσιά στα σωθικά».
Ενιωσε ότι δεν ανέλαβαν καμία πραγματική ευθύνη για τις παγίδες του προϊόντος τους και απογοητεύτηκε από την απόφασή τους να συνεχίσουν να το πωλούν για δύο μήνες, παρά τις αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητά του. «Ημουν θυμωμένη, ήμουν αναστατωμένη, σχεδόν σε άρνηση», είπε.
Οπως και η Ρέιτς, ένα κύμα ενοχλημένων πελατών λέει ότι η ιστορία έχει κλονίσει την πίστη τους στον κλάδο. «Μια επιστροφή χρημάτων δεν πρόκειται να αντιστρέψει πραγματικά τα χρόνια βλάβης από τον ήλιο, έτσι δεν είναι;» σχολίασε κάποιος ως απάντηση στην ανακοίνωση της Ultra Violette για την ανάκληση του προϊόντος.
Εκπρόσωπος της εταιρείας δήλωσε στο BBC ότι η Ultra Violette είχε επανεξετάσει όλα τα άλλα προϊόντα της και επιβεβαίωσε τις αξιολογήσεις SPF: «Είναι το πρώτο και προς το παρόν το μόνο από τα 16 προϊόντα που απέτυχαν στη δοκιμή της Choice. Οχι μόνο διακόψαμε τις πωλήσεις του, αλλά αποσύραμε εντελώς το προϊόν, δίνοντας προτεραιότητα στην ασφάλεια και προσφέροντας στους πελάτες πρόσβαση σε επιστροφές χρημάτων και ένα κουπόνι προϊόντος», ανέφερε.
Ο εκπρόσωπος της Ultra Violette πρόσθεσε ότι η μάρκα συνεργάζεται με την TGA και άλλους οργανισμούς για να διασφαλίσει ότι αυτή η στιγμή της κρίσης δεν θα πάει χαμένη: «Εχουμε δεσμευθεί να κάνουμε το καθήκον μας και να αξιοποιήσουμε αυτήν την κατηγορία».
Να σημειωθεί ότι η Choice έχει προτρέψει την TGA να διεξάγει περαιτέρω έρευνες στην αγορά αντηλιακών και επίσης προέτρεψε όλες τις μάρκες που είχαν λόγο να αμφισβητήσουν την προστασία SPF που αναγράφεται στα προϊόντα τους να τα αποσύρουν αμέσως από την αγορά: «Είναι σαφές ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στην αυστραλιανή βιομηχανία αντηλιακών που πρέπει να αντιμετωπιστεί επειγόντως», δήλωσε η Ρόζι Τόμας, διευθύντρια επικοινωνίας της Choice, στο BBC.
Πώς συνέβη αυτό;
Ενώ στην Ευρώπη το αντηλιακό χαρακτηρίζεται ως καλλυντικό, η Αυστραλία το ταξινομεί ως θεραπευτικό αγαθό –ουσιαστικά ως φάρμακο–, πράγμα που σημαίνει ότι διαθέτει μερικούς από τους πιο αυστηρούς κανονισμούς αντηλιακών στον κόσμο. Γι’ αυτό και σε αυτή την ιστορία εμπορικών συναλλαγών ενεπλάκησαν πολλές μάρκες. Πώς, λοιπόν, συνέβη αυτό;
Μια έρευνα της Αυστραλιανής Ραδιοτηλεόρασης (ABC) διαπίστωσε ότι μόνο ένα (το ίδιο) εργαστήριο με έδρα τις ΗΠΑ είχε πιστοποιήσει τουλάχιστον τα μισά από τα προϊόντα που είχαν αποτύχει στις δοκιμές της Choice, και ότι αυτό το εργαστήριο κατέγραφε συστηματικά υψηλά αποτελέσματα δοκιμών.
Διαπίστωσε επίσης ότι πολλά από τα αντηλιακά που αποσύρθηκαν από τα ράφια είχαν παρόμοια βασική σύνθεση και τα συνέδεσε με έναν (τον ίδιο) κατασκευαστή στη δυτική Αυστραλία.
Η TGA δήλωσε ότι συνήθως δεν μιλάει για έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη, επειδή δεν θέλει να τις θέσει σε κίνδυνο, αλλά ότι ερευνά επίσης την «επανεξέταση των υφιστάμενων απαιτήσεων δοκιμών SPF», οι οποίες μπορεί να είναι «εξαιρετικά υποκειμενικές».
«Η TGA γνωρίζει επίσης ότι είναι κοινή πρακτική διαφορετικά αντηλιακά προϊόντα να μοιράζονται τις ίδιες ή παρόμοιες βασικές συνθέσεις», αναφέρει η δήλωση ενός εκπροσώπου της στο BBC. «Τελικά, είναι ευθύνη του χορηγού [του πωλητή] να διασφαλίσει ότι το φάρμακό του παραμένει συμμορφούμενο με όλες τις ισχύουσες νομοθετικές απαιτήσεις», προσθέτει η δήλωση.
Τα σταθερά και άνετα αντηλιακά που προσφέρουν υψηλή προστασία είναι τεχνικά δύσκολο να παρασκευαστούν, λέει ακόμη η δρ Γουόνγκ, ιδρύτρια της Lab Muffin Beauty Science. Η επιδερμίδα κάθε ατόμου αντιδρά διαφορετικά στο κάθε αντηλιακό, προσθέτει, και τονίζει ότι πρόκειται για ένα προϊόν που σχεδόν πάντα δοκιμάζεται με ιδρώτα, νερό ή μακιγιάζ.
Για τους ίδιους λόγους είναι πολύ δύσκολο να αξιολογηθεί αποτελεσματικά. Ιστορικά, αυτό γινόταν απλώνοντας αντηλιακό ιδίου πάχους σε 10 άτομα και στη συνέχεια χρονομετρώντας πόσο διάστημα χρειάζεται για να αρχίσει η επιδερμίδα τους να καίγεται, τόσο με όσο και χωρίς την εφαρμογή του προϊόντος.
Ενώ υπάρχουν σαφείς οδηγίες ως προς το τι ψάχνει κανείς, η δρ Γουόνγκ λέει στο BBC ότι εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες διαφορές, που οφείλονται στην υφή ή στον τόνο του δέρματος, και «διαφορετικά εργαστήρια καταλήγουν σε διαφορετικά αποτελέσματα». Αλλά προσθέτει ότι τα αποτελέσματα είναι επίσης αρκετά εύκολο να παραποιηθούν, επισημαίνοντας μια έρευνα των αμερικανικών αρχών το 2019 σε εργαστήριο δοκιμών αντηλιακών, που οδήγησε στη φυλάκιση τον ιδιοκτήτη του για απάτη.
Πολλές μάρκες αντηλιακών από όλον τον κόσμο χρησιμοποιούν τους ίδιους κατασκευαστές και εργαστήρια δοκιμών, επομένως το πρόβλημα είναι απίθανο να περιοριστεί στην Αυστραλία, προσθέτει η χημικός. «Μέχρι κάποιος να βγει και να δοκιμάσει μια ολόκληρη σειρά αντηλιακών σε άλλες χώρες, δεν γίνεται να γνωρίζουμε την έκταση του προβλήματος», τονίζει.
Λέει ακόμη ότι το σκάνδαλο αποτελεί μια υπενθύμιση ότι οι κανονισμοί είναι καλοί εφόσον εφαρμόζονται. Αλλά ενώ έχει αγγίξει ένα νευραλγικό σημείο για πολλούς ανθρώπους που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο για καρκίνο του δέρματος απλώς και μόνο επειδή είναι Αυστραλοί, η δρ Γουόνγκ παρατήρησε ότι κατά τη γνώμη της ο πανικός που προκλήθηκε από την έρευνα ήταν δυσανάλογος.
Αναφέρθηκε στη μεγαλύτερη κλινική δοκιμή αντηλιακών παγκοσμίως, που πραγματοποιήθηκε τη δεκαετία του 1990. Διαπίστωσε ότι η καθημερινή χρήση ενός αντηλιακού με SPF 16 μείωνε δραματικά τα ποσοστά καρκίνου του δέρματος: «Το 95% των αντηλιακών που δοκιμάστηκαν [από την Choice] έχουν αρκετά υψηλό δείκτη προστασίας SPF, ώστε να μειώνουν κατά το ήμισυ τη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του δέρματος», τόνισε η δρ Γουόνγκ.
«Πιστεύω, ότι μερικά από τα τεστ SPF έχουν γίνει μάλλον ως άσκηση μάρκετινγκ παρά ως μια πραγματική αντανάκλαση της αποτελεσματικότητας», είπε.
Τέλος, το πιο σημαντικό πράγμα που μπορείτε να κάνετε όταν επιλέγετε ένα αντηλιακό, λέει, είναι να χρησιμοποιείτε αρκετή ποσότητα, τουλάχιστον ένα γεμάτο κουταλάκι του γλυκού για κάθε μέρος του σώματός σας, συμπεριλαμβανομένου του προσώπου. Και ιδανικά θα πρέπει να το εφαρμόζετε περίπου κάθε δύο ώρες, ειδικά αν έχετε ιδρώσει πολύ ή έχετε κολυμπήσει.
Οι ειδικοί συμβουλεύουν επίσης η χρήση αντηλιακού να συνδυάζετε με άλλες μεθόδους ασφαλείας, όπως η χρήση προστατευτικών ενδυμάτων και η αναζήτηση σκιάς.
