Ο Καζαντζάκης με φίλες του σε παραλία της Γερμανίας, το 1923 | Aρχείο Μουσείου Καζαντζάκη
Θέματα

Το ερωτικό «αίνιγμα» του Νίκου Καζαντζάκη

Στην «Ανέγγιχτη», ένα ιστορικό μυθιστόρημα εμπνευσμένο από τη ζωή και το έργο του κρητικού συγγραφέα, ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος εστιάζει στην ερωτική αποχή που του καταλόγιζαν, ένα από τα πολλά αινίγματα που μας έχει αφήσει ο 14 φορές υποψήφιος για το Νομπέλ Λογοτεχνίας, πολυταξιδεμένος δημιουργός της διφορούμενης «Ασκητικής»
Παύλος Ηλ. Αγιαννίδης

Ο ποιητής Αγγελος Σικελιανός είχε πει κάποτε στον επιστήθιο φίλο του, Νίκο Καζαντζάκη, ότι ο Σαίξπηρ είναι εθνικός συγγραφέας των Αγγλων διότι είναι παθιασμένος και ξεχειλίζει από παρορμητισμό – αντίθετα και τα δύο από τον φλεγματικό χαρακτήρα του «λαού του».

Κι εσύ –είπε στον Καζαντζάκη– που είσαι εγκεφαλικός, μπορείς να θεωρηθείς εθνικός συγγραφέας των Ελλήνων, διότι εκφράζεις έναν λαό που είναι το αντίθετο: «της αφής και της σάρκας».

Αυτό για τον Νίκο Καζαντζάκη, που στην εποχή του είχε αφήσει ένα μεγάλο ερωτηματικό για τον πραγματικό, απτό ερωτισμό του. Καθώς η πρώτη σύζυγός του, Γαλάτεια (παντρεύτηκαν στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1911, ενώ συζούσαν ήδη καιρό στην Αθήνα με την ποιήτρια, πεζογράφο και μεταφράστρια), συνεπικουρούμενη από την αδελφή της, Ελλη Αλεξίου, φρόντιζε να υποδαυλίζει διαρκώς τη φήμη –ή «θρύλο»;– που ήθελε τον συγγραφέα να μην την έχει αγγίξει καν ερωτικά, στα χρόνια του γάμου τους.

«Ανέγγιχτη», δηλαδή. Οπως και ο τίτλος του βιβλίου του Βαγγέλη Ραπτόπουλου (από τις εκδόσεις Κέδρος), που αποφάσισε να γράψει για τον συγγραφικό «ήρωά» του, εστιάζοντας στο ερωτικό ανέγγιχτο που του καταλόγιζαν.

Δεν είναι το μόνο αίνιγμα που μας έχει αφήσει ο πολύς Νίκος Καζαντζάκης, 14 φορές υποψήφιος για το Νομπέλ Λογοτεχνίας, ταξιδεμένος σε 30 χώρες (χάρη και στις εννέα γλώσσες που μπορούσε να μιλήσει), δημιουργός της διφορούμενης «Ασκητικής». Είναι ίσως το πιο… πικάντικο. Και γαργαλιστικό.

Με τη Γαλάτεια στην Αθήνα, το 1915 (Ιστορικό Μουσείο Κρήτης)

Αναζητώντας δε τη λύση του, ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος, και αλλάζοντας κατ’ επίφαση ονόματα στο βιβλίο του, βρίσκει αφορμή να μιλήσει για την ουσία και του ανθρώπου και του συγγραφέα και μύστη Καζαντζάκη.

Στην «Ανέγγιχτη», ένα «ιστορικό μυθιστόρημα εμπνευσμένο από τη ζωή και το έργο του Νίκου Καζαντζάκη, συχνά πιστό αντίγραφό τους», όπως αναφέρει ο Ραπτόπουλος, η Μελίνα Αναστασίου, η πρώτη σύζυγος του διεθνούς φήμης έλληνα μυθιστοριογράφου Αλέξανδρου Καστρινάκη, αφηγείται τον δεκαπενταετή λευκό γάμο τους, κατά τη διάρκεια του οποίου εκείνος, όντας αφοσιωμένος σε άλλες εσώτερες αναζητήσεις, δεν την είχε πλησιάσει καθόλου ερωτικά.

Για τον Ραπτόπουλο η «Ανέγγιχτη» είναι το λιγότερο μυθοπλαστικό βιβλίο του, που θα μπορούσε να κατατάσσεται στην τεκμηριωτική λογοτεχνία. Και καταλήγει να είναι μια σπουδή, ακόμη και μια ελεγεία, στο σύμβολο Καζαντζάκη. Στον θρύλο Καζαντζάκη, αν θέλετε. Κοιτώντας όχι σκανδαλοθηρικά τον βίο και την πολιτεία του. Αλλά εστιάζοντας στο αντίβαρο: τη βαθιά θρησκευτικότητα, τη «θέωση».

Ζέρβας: Το alter ego ενός λογοτεχνικού… alter ego

Το θέμα, εν τέλει, δεν είναι αν ο Καζαντζάκης είχε ή όχι μια κανονική σεξουαλική ζωή ή αν είχε αφήσει τη Γαλάτεια ανέγγιχτη. Είτε επειδή, όπως προκύπτει, εκείνη ήταν «λίγο μανιοκαταθλιπτική με συχνές νευρικές κρίσεις και τον ευνούχιζε με τον αυταρχισμό της». Είτε επειδή εκείνος είχε αποφασίσει «να κυνηγήσει κάτι ανώτερο».

Ομως, γίνεται θαυμάσια αφετηρία και αφορμή κουβέντας για ένα βιβλίο στο οποίο ο θρυλικός «Ζορμπάς» –το alter ego του Καζαντζάκη, κατ’ ουσίαν– ονομάζεται Ζέρβας και το βιβλίο για τον βίο και την πολιτεία του τιτλοφορείται «Ο Ελληνας», που ο… αφορισμένος «Τελευταίος Πειρασμός» έχει τίτλο «Θεάνθρωπος» («Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» γίνεται «Πρόσφυγες», η «Ασκητική» μετονομάζεται σε «Ασκητής», η «Αναφορά στον Γκρέκο» σε «Κρητική ματιά» και ο «Φτωχούλης του Θεού» σε «Αδελφός Θάνατος»).

Ας δούμε πρώτα τα διάσπαρτα στοιχεία περί «ανέγγιχτης».

«O Καζαντζάκης βάζει με μεγάλη ευκολία τους ήρωές του να απαρνιούνται δύο αγαθά που ο ίδιος δεν γνώρισε ποτέ: το σεξ και τον πλούτο», έλεγε εμφατικά, το 1959, σε μια ομιλία της στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, η Λιλή Ζωγράφου. Εχοντας ήδη απομυθοποιήσει, τολμηρά, τον Καζαντζάκη με τη δημοσίευση της μελέτης της (βασισμένη σε συζητήσεις με τη Γαλάτεια) υπό τον τίτλο «Νίκος Καζαντζάκης – Ενας τραγικός» (εκδόσεις Αλεξάνδρεια).

Στην Αίγινα το 1931 (Ιστορικό Μουσείο Κρήτης)

Κάτι αντίστοιχο κατέγραφε στη βιογραφία «Για να γίνει μεγάλος» (εκδόσεις Καστανιώτη) η αδελφή της Γαλάτειας, Ελλη Αλεξίου. Ενώ ο ίδιος ο Καζαντζάκης φέρεται να φωτογραφιζόταν στο Βερολίνο με νεαρές, κίνηση που φάνταζε σαν προσπάθεια «διάψευσης» του μύθου ή μη που διέδιδε η «ανέγγιχτη» Γαλάτεια.

Η οποία Γαλάτεια (από την οποία θυμόμαστε τον στίχο της «Εικόνα σου είμαι, κοινωνία και σού μοιάζω») υπέγραφε και τα περί ανέγγιχτης στο βιβλίο της «Ανθρωποι και υπεράνθρωποι» (εκδόσεις Καστανιώτη).

Βέβαια, η ίδια, όταν αποδήμησε ο Νίκος Καζαντζάκης, τον Οκτώβριο του 1957, έγραφε για τον θάνατό του: «Ορθιος, όπως έζησε, παρέδωσε την ψυχή του, σαν τον βασιλιά που, αφού γλέντησε στο μεγάλο τραπέζι, σηκώθηκε, άνοιξε την πόρτα και χωρίς να στραφεί πίσω διάβηκε το κατώφλι».

Το 1975, ο Γεώργιος Π. Σταματίου στράφηκε προς την αντίθετη κατεύθυνση, με το βιβλίο του «Η γυναίκα στη ζωή και στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη» (εκδόσεις Καστανιώτη). Οπου συμπεραίνεται ότι «ήταν τέλεια φυσιολογικός άντρας, ικανός, όσο λίγοι, να κατακτήσει μια γυναίκα, σωματικά και ψυχικά».

Καθαρά Δευτέρα του 1922, στο προαύλιο της ταβέρνας «Παράδεισος», στη Μυρτιά Ηρακλείου. Στο κέντρο, ο Νίκος Καζαντζάκης με τη Γαλάτεια Καζαντζάκη. Αριστερά, ο Βάσος Δασκαλάκης και ο Δημοσθένης Μπιτσάνης. Δεξιά, η Ελλη Αλεξίου και ο Ραδάμανθυς Αλεξίου (Αρχείο Μουσείου Καζαντζάκη)

Η δε Ελλη Λαμπρίδη στη νουβέλα «Καπνός ήταν…» (εκδόσεις Καστανιώτη) περιέγραφε πώς γνωρίστηκε το 1918 με τον Καζαντζάκη στην Ζυρίχη και μαζί τους έχασε την «παρθενία» της. Χώρια πόσα αμέτρητα άλλα βιβλία γράφτηκαν για κείνον…

Κάπου εδώ μπαίνει και το κεφάλαιο «Ευνουχισμένος»  του Βαγγέλη Ραπτόπουλου. Με άξονα τον θρυλικό «Καπετάν Μιχάλη» του Καζαντζάκη, όπου ο Νουρήμπεης παλεύει με τον αδελφό του Καπετάν Μιχάλη και τον πληγώνει με μαχαίρι στα αχαμνά. Κι εκείνος δεν αντέχει, ευνουχισμένος, και αυτοκτονεί.

Και μαζί μπαίνει στην ιστορία μας εκείνο που είχε γράψει ο πρώτος εκδότης του Καζαντζάκη, Γιάννης Γουδέλης, στο βιβλίο του «Από ποιους ο Καζαντζάκης ξανασταυρώνεται» (εκδόσεις Δίφρος), και εκτοξεύθηκε κι αυτό στη σφαίρα του θρύλου: ότι τον Καζαντζάκη, μικρό ακόμα, τον είχε κλωτσήσει μουλάρι στα αχαμνά, αφήνοντάς τον «ανίκανο».

Ο Καζαντζάκης τελειόφοιτος του Γυμνασίου Ηρακλείου, το 1901 (Ιστορικό Μουσείο Κρήτης)

Βέβαια, ο ίδιος ο Καζαντζάκης στην «Αναφορά στον Γκρέκο» κατέγραφε πώς έχασε την «παρθενία» του από μια «Ιρλαντέζα» δασκάλα που του έκανε αγγλικά.

Πάντως, όλη αυτή η συζήτηση περί των ερωτικών του Καζαντζάκη, σκεφτείτε ότι ήταν πολύ γαργαλιστική στην εποχή του. Και δη για έναν συγγραφέα που στην Ελλάδα ήταν γνωστός κυρίως για τις ταξιδιωτικές ανταποκρίσεις του (είπαμε, ταξίδεψε σε 30 χώρες) και για τα θεατρικά του και η ελληνική αναγνώρισή του ήρθε εισαγόμενη, λόγω της φήμης του στο εξωτερικό. Κάποιοι μάλιστα είχαν κατηγορήσει τη Γαλάτεια και τα γραπτά της, περί «ανικανότητας», για μικροψυχία, από ζήλια για τη διεθνή του μεγάλη επιτυχία.

Μιλάμε δε για έναν συγγραφέα που ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος θεωρεί «από τους πλέον ερωτικούς μας». «Είτε τον θεωρούσαν ανίκανο, είτε καταπίεζε ο ίδιος το ερωτικό στοιχείο για να το κάνει πνευματικότητα».

Ο Νίκος Καζαντζάκης νεαρός με τους γονείς του, τον Καπετάν Μιχάλη και τη Μαρία, τη μητέρα του. Δίπλα του οι αδελφές του Αναστασία και Ελένη. Κάτω, τα ξαδέλφια του Αννα Χριστοδουλάκη και Γιώργος Χριστοδουλάκης (Ιστορικό Μουσείο Κρήτης)

Μιλάμε και για έναν Καζαντζάκη ο οποίος είχε υποστεί δριμεία κριτική ότι… το παράκανε με το ερωτικό στοιχείο. Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος μού επισημαίνει, πρόχειρα, μερικά στοιχεία: Ενα, όταν ο Καπετάν Μιχάλης επισκέπτεται τον αδελφοποιτό του Νουρήμπεη και κατεβαίνει η Εμινέ Χανούμ και φλερτάρει με τον πρώτο, τόσο λάγνα που οι δύο άντρες φτάνουν σε σύγκρουση.

Επειτα, ακόμη και οι περιγραφές του Καζαντζάκη για τη φύση ήταν ερωτικές. Οπως όταν ανοίγει ο ουρανός και πέφτει με φόρα, τέτοια που ένας «πεινασμένος» άντρας πέφτει πάνω σε μία γυναίκα.

Ακόμη και τη χήρα στον «Ζορμπά»… σφάζει, επειδή την ποθεί όλο το χωριό και δεν μπορεί να την έχει.

«Σε μια εποχή, στην οποία το σεξ είναι παντού, το να συζητάμε για κάποιον που αφήνει ανέγγιχτη ερωτικά τη σύζυγό του, έχει κάτι το ανεστραμμένα κοινό με την εποχή», μού παρατηρεί ο Ραπτόπουλος στην κουβέντα που μάς άνοιξε η «Ανέγγιχτή» του και τα γιατί και τα πώς.

«Ο Καζαντζάκης λέει πως έφαγε τη ζωή του κυνηγώντας άσαρκες ιδέες. Ενώ προερχόταν από μια ράτσα που θεό της είχε τον θεό Επαφο. Το αντίθετο, δηλαδή». Σε έναν λαό που έχει καλή σχέση με τον έρωτα και τη σάρκα (για να θυμόμαστε τον Σικελιανό και τα περί Σαίξπηρ της αρχής), είναι λογικό, μου λέει, όλα αυτά τα περί Καζαντζάκη να χτυπούν νεύρο.

Ο Νίκος και η Ελένη Καζαντζάκη στην Aντίμπ τον Μάιο του 1957  (Αρχείο Μουσείου Καζαντζάκη)

Για τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο, η «Ανέγγιχτη» ήταν πρόσχημα για να μιλήσει για τον ίδιο τον Καζαντζάκη, τον ήρωά του στη γραφή. Από τότε που μικρός θυμόταν να μιλάνε οι μεγάλοι για κείνον, για τον «κοινωνικό επαναστάτη», που τον είχε βάλει και στο μάτι σύσσωμη η Εκκλησία.

«Ηταν ένα είδος επιστροφής στην πηγή. Και ο τρόπος να ξαναγράψω τις φράσεις του και να ζυμώνομαι μαζί τους». Κι ένας τρόπος να ξαναδεί μέσα από τα μάτια του, εξαρχής, την «Ελλάδα που έχει φτάσει να σιχαίνεται τον εαυτό της». Χώρια η επιθυμία του να πάει, πίσω, σε μιαν άλλη εποχή.

Κάπως έτσι έφτασε να μιλάει –και να γράφει– για τον κατ’ εξοχήν διεθνή έλληνα συγγραφέα, από τον οποίο ακόμη και ο Νταν Μπράουν δήλωσε ότι εμπνεύστηκε τον «Κώδικα Ντα Βίντσι». Από τον «Τελευταίο Πειρασμό» πήρε τη Σέχτα της Μαγδαληνής, διαπιστώνοντας ότι ο συγγραφέας είχε ψάξει καλά και πολύ τα απόκρυφα Ευαγγέλια.

Δεν είναι τυχαίο ότι στον Καζαντζάκη έχουν καταφύγει και πολλοί άλλοι, μου λέει. Οπως δεν είναι τυχαίο ότι κι εκείνος σήμερα έγραψε την «Ανέγγιχτή» του, σε μια εποχή «που βρίσκεται σε σημείο αφασίας με το ερωτικό».

Το εξώφυλλο του βιβλίου του Βαγγέλη Ραπτόπουλου «Ανέγγιχτη» (εκδόσεις Κέδρος)

Ισως είναι λόγος και αφορμή για να θυμηθούμε ότι στο βάθος της, η «υψηλή» πλευρά του έρωτα έχει και την πνευματικότητα.

Αλλη μια υπόμνηση ότι «ο διχασμός ανάμεσα σε σάρκα και πνεύμα (σ.σ.: κυρίως σε αυτό που αποκαλείται Ερως) είναι το αντίθετο της ζωής». Καζαντζακικό κι αυτό, στα χείλη του Βαγγέλη Ραπτόπουλου. Που καταλήγει με την ουσία:

«Και στην εποχή μας, όταν μιλάμε για το αντίδοτο στην παρακμή, ζητάμε να αποκατασταθεί η πνευματικότητα. Και ο Καζαντζάκης είναι το σύμβολο αυτού του αιτήματος». Κόντρα στην παρακμή…