Ο Στιβ Κούγκαν και ο Ρομπ Μπράιντον στην Υδρα | IFC Films / The Trip to Greece
Θέματα

«The Trip to Greece»: Το όνειρο των διακοπών είναι ελληνικό

Αν ονειρεύεστε βουτιές σε καταγάλανα νερά και ταξίδια σε τόπους ιστορικούς που κόβουν την ανάσα τότε η ταξιδιωτική κωμωδία των Στιβ Κούγκαν και Ρομπ Μπράιντον που γυρίστηκε στην Ελλάδα θα κάνει τη λαχτάρα των διακοπών να χτυπήσει κόκκινο
Κική Τριανταφύλλη

Το κωμικό δίδυμο των Στιβ Κούγκαν και Ρομπ Μπράιντον «ταξίδεψε» για πρώτη φορά το 2010 στην Βρετανία, τέσσερα χρόνια αργότερα επισκέφτηκε την Ιταλία και το 2017 την Ισπανία. Και μετά ήρθε η σειρά της Ελλάδας για γυρίσματα, πάντα με τον γνωστό Μάικλ Γουιντερμπότομ στην καρέκλα του σκηνοθέτη.

Oι βρετανοί ηθοποιοί υποτίθεται ότι ξεκινάνε κάθε ταξίδι ως «ειδικοί ταξιδιωτικοί απεσταλμένοι του “Observer”» για να καταγράψουν κατόπιν την εμπειρία τους από τα ειδυλλιακά μέρη που επισκέφτηκαν, τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και τις ταβέρνες με το υπέροχο φαγητό. Δεν είναι, δηλαδή, απλοί τουρίστες αλλά ιδανικοί ταξιδιώτες, οι οποίοι με βρετανικό φλέγμα και ξεκαρδιστικό χιούμορ αναφέρονται στην ιστορία του τόπου, και ανταλλάσσουν απόψεις για τους ανθρώπους, την τοπική κουζίνα και τη γαστρονομία. Κάθε ένα από τα ταξίδια αρχίζει ως μίνι τηλεοπτική σειρά έξι επεισοδίων, τα οποία στη συνέχεια συνενώνονται σε κινηματογραφική ταινία μεγάλου μήκους, που κυκλοφορεί και σε DVD.

Στην πρώτη σειρά, που ονομάζεται απλά «The Trip», η κάμερα ακολουθεί τον Στίβ Κούγκαν και τον Ρομπ Μπράιντον καθώς τριγυρνούν σε ιστορικά, ιδιαίτερα φωτογενή τοπία της αγγλικής υπαίθρου, τρώνε σε πολυτελή εστιατόρια, φιλοσοφούν αλλά και στοχάζονται πάνω σε προσωπικές υπαρξιακές τους ανησυχίες.

Στο ίδιο μοτίβο γυρίστηκαν και οι επόμενες ταινίες στην Ιταλία, την Ισπανία και πρόσφατα στην Ελλάδα:  Οι ηθοποιοί παίζουν με την ιδέα του ποιοι είναι, μιλούν για τους εαυτούς τους και για την κρίση της μέσης ηλικίας που τους απασχολεί ως μεσήλικες, αλλά και για πιο εσωτερικά θέματα.

Αυτή τη φορά πρόσχημα για το τελευταίο  ταξίδι τους ήταν τα βήματα του Οδυσσέα από την Τροία πίσω στο σπίτι του στην Ιθάκη. «Μια 10χρονη Οδύσσεια σε έξι ημέρες», μονολογεί πονηρά ο Ρομπ, «Είναι φιλόδοξο, Στιβ», λέει στον συμπρωταγωνιστή και συνοδοιπόρο του. Σίγουρα ναι, αλλά ακόμη και ο Οδυσσέας θα μπορούσε να έχει μειώσει τον χρόνο ταξιδιού του αν είχε τη δυνατότητα να δανειστεί ένα Range Rover, και να πλεύσει στο Αιγαίο με φέρι και με γιοτ…

«Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι η Ελλάδα είναι τόσο μεγάλη» λέει σε κάποια στιγμή ο Ρομπ Μπράιντον, πράγμα που ισχύει ακόμα και για μας τους Ελληνες, αν θυμηθούμε τα τόσο διαφορετικά μαγικά τοπία της χώρας μας από τη μια άκρη μέχρι την άλλη, τα οποία η ταινία αναδεικνύει με εκπληκτικό τρόπο καθώς οι δύο φίλοι ταξιδεύουν καλύπτοντας μεγάλες αποστάσεις στη θάλασσα και στη στεριά.

Το ταξίδι τους ξεκινάει από την Τροία, δηλαδή από τη σημερινή Τουρκία, από όπου περνούν στη Λέσβο, κάνουν μια στάση ακόμα και έξω από το κολαστήριο της Μόριας, που τους προκαλεί σοκ αλλά συνεχίζουν ανέμελα σε πιο τουριστικά μέρη. Κατευθύνονται στην Καβάλα και από κει στα αρχαία Στάγειρα της Χαλκιδικής, όπου δηλώνουν ικανοποιημένοι αφού δεν χρειάζεται να πληρώσουν για να εξετάσουν τα κομμάτια από πέτρες που είναι σκορπισμένα στο έδαφος της Μακεδονίας…

Κάνουν στάση στο Πήλιο, στους Δελφούς, -όπου ακούγεται η ατάκα «ο ομφαλός της γης μοιάζει μάλλον με αιδοίο μορφολογικά»-, και συνεχίζουν για την Αθήνα και το εστιατόριο «Βαρούλκο» του Λαζάρου. Επισκέπτονται την Αρχαία Αγορά και κάπου γύρω από την Ακρόπολη αναπαριστούν τον θάνατο του Σωκράτη.

Στη συνέχεια επισκέπτονται την Υδρα νοσταλγώντας τον Λέοναρντ Κοέν, κατευθύνονται απέναντι, στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, και από εκεί στη Μάνη. Σταματούν στο σπήλαιο του Δυρού, και στο Παλάτι του Νέστορα στην Πύλο, μας δίνουν μια γεύση από Κεφαλλονιά (Σάμη) ενώ στο τελευταίο επεισόδιο με τίτλο «Από τη Μάνη στην Ιθάκη» κάνουν και πάλι την εμφάνισή τους οι πρόσφυγες, στην Πάτρα αυτή τη φορά.

Οι ατάκες τους, συχνά ξεκαρδιστικές, έχουν μια λογική που είναι μάλλον δύσκολο να περιγραφεί, γράφει ο Τζο Μόργκενστερν, κριτικός ταινιών στην εφημερίδα The Wall Street Journal. Παρόλα αυτά το προσπαθεί. Για παράδειγμα, ενώ ακούγεται το τραγούδι των τίτλων της ταινίας «Grease», συλλογίζονται τον Μέγα Αλέξανδρο, ο οποίος «σκότωσε τόσο πολλούς ανθρώπους ώστε άνετα μπορεί να χαρακτηριστεί γκάνγκστερ». Οπότε (με το concept του γκάνγκστερ κατά νου) οι δύο φίλοι αρχίζουν να ανταγωνίζονται ποιος από τους δύο είναι ο καλύτερος «Νονός» – Μάρλον Μπράντο.

Στη συνέχεια ο Ρομπ μιμείται, χωρίς μεγάλη επιτυχία, τον σπεσιαλίστα σε ρόλους «σκληρών» Ρέι Γουίνστοουν, πράγμα που όμως εξαργυρώνει αμέσως με μια εμπνευσμένη ατάκα του Ερρίκου του 8ου (βέβαια δεν είναι Ελληνας αλλά τι πειράζει), τον οποίο υποδύεται ο Γουίνστοουν ως γκάνγκστερ σε μια μεταφορά του σαιξπηρικού έργου στην τηλεόραση.

Ο Ρομπ Κούγκαν και ο Στιβ Μπράιντον αντιγράφουν το είδος που συνήθιζε ο Ρόμπιν Ουίλιαμς με σουρεαλιστική ευκολία, αλλά δεν φθάνουν το επίπεδό του. Για άλλη μια φορά, όμως, αυτό που κάνουν προσφέρει μεγάλη ευχαρίστηση, γράφει ο κριτικός της WSJ και δεν παραλείπει στη συνέχεια να κάνει μια θαυμαστική αναφορά στον «διάλογό» τους καθώς μιμούνται τον Ντάστιν Χόφμαν, ο μεν Κούγκαν ως Ενρίκο Σαλβατόρε Ράτσο Ρίτσο στον «Καουμπόι του Μεσονυκτίου» ο δε Μπράιντον ως Ντόροθι Μάικλς στο «Τούτσι».

Ο Μόργκενστερν σχολιάζει ότι το πέρασμά τους από τη Μόρια: «Είναι μια κακή ιδέα που μειώνει το θέμα» γράφει, επισημαίνοντας την ανάγκη των κωμικών να τους παίρνει κανείς στα σοβαρά. Η άποψή του αλλάζει, όμως, όταν εμφανίζονται και πάλι πρόσφυγες, προς το τέλος της ταινίας και ο τόνος αλλάζει απότομα, έντονα και συναισθηματικά. «Δεν μπορώ να σας πω το γιατί χωρίς να μειώσω ή να καταστρέψω τον αντίκτυπο, αλλά η πραγματική ζωή εισβάλλει στα διασκεδαστικά και επιπόλαια παιχνίδια», γράφει. Και αναρωτιέται μήπως πρόκειται για ένα δραματικό τέχνασμα με στόχο να κάνει μια προσομοίωση της πραγματικής ζωής…  Δεν έχει και μεγάλη σημασία. «Το σίγουρο είναι ότι ξαφνικά αισθανόμαστε πράγματα που δεν τα περιμέναμε και ότι ένας ηθοποιός που έχει συνηθίσει να μιμείται άλλους ανθρώπους με άλλες φωνές, μεταφέρει με άριστο τρόπο τη θλίψη και την απώλεια».

Το θέμα είναι ότι η ευρηματική και γλυκόπικρη αυτή ταινία με τους απολαυστικούς πρωταγωνιστές της να υποδύονται βρετανούς ταξιδιώτες παλαιάς κοπής, έχει για σκηνικό μερικά από τα πιο μαγικά ελληνικά τοπία, και είναι απίστευτα πολλά.

Οι Βρετανοί είδαν τα έξι επεισόδια της σειράς στο κανάλι Sky One κατά τη διάρκεια του lockdown οπότε εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς τη λαχτάρα τους για ένα ταξίδι στην Ελλάδα. Εν τω μεταξύ, η σειρά, ως κινηματογραφική ταινία πλέον, έχει κάνει ήδη πρεμιέρα σε διάφορα μέρη του κόσμου και εμείς εδώ ελπίζουμε ότι θα τη δούμε σύντομα σε θερινό σινεμά. Μέχρι τότε βλέπουμε το trailer της ταινίας και ονειρευόμαστε επίσης διακοπές. Στη χώρα μας οπωσδήποτε.