Τετρακόσιες ημέρες απομένουν για τη σωτηρία των ΗΠΑ
| Shutterstock/ CreativeProtagon
Θέματα

Τετρακόσιες ημέρες απομένουν για τη σωτηρία των ΗΠΑ

Εάν οι ενδιάμεσες εκλογές του επόμενου φθινοπώρου αναδείξουν ένα Κογκρέσο ικανό να περιορίζει τον Ντόναλντ Τραμπ, τότε θα υπάρξουν άλλες 700 ημέρες για να προετοιμαστεί η ειρηνική μεταβίβαση της εκτελεστικής εξουσίας που θα διασφαλίσει το μέλλον αυτής της δημοκρατίας, εκτιμά ο διακεκριμένος βρετανός ακαδημαϊκός Τίμοθι Γκάρτον Ας
Protagon Team

Το κύριο αντικείμενο μελέτης του Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι η Ιστορία της Ευρώπης. Ο διακεκριμένος βρετανός ακαδημαϊκός, καθηγητής στο Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και ανώτερος συνεργάτης του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, έχει εκδώσει συνολικά 11 βιβλία, στα οποία καταγράφει τη μετάλλαξη της Γηραιάς Ηπείρου τον τελευταίο μισό αιώνα. Τους τελευταίους μήνες, όμως, σκέφτεται περισσότερο τις Ηνωμένες Πολιτείες του Ντόναλντ Τραμπ, όντας ιδιαίτερα ανήσυχος για το μέλλον τους.

Εχοντας, μάλιστα, μόλις επιστρέψει από τις ΗΠΑ, γράφει στον Guardian, όπου αρθρογραφεί τακτικά, πως «οι δημοκρατικοί πολίτες της Αμερικής έχουν 400 ημέρες για να σώσουν τη δημοκρατία τους. Εάν οι ενδιάμεσες εκλογές του επόμενου φθινοπώρου αναδείξουν ένα Κογκρέσο που θα μπορεί να περιορίζει τον Ντόναλντ Τραμπ, τότε θα υπάρξουν άλλες 700 ημέρες για να προετοιμαστεί η ειρηνική μεταβίβαση της εκτελεστικής εξουσίας, που θα διασφαλίσει το μέλλον αυτής της δημοκρατίας», γράφει ο Τίμοθι Γκάρτον Ας, κάνοντας λόγο για «Επιχείρηση “Σώστε την Αμερική”, στάδια 1 και 2».

Ο βρετανός ιστορικός αναγνωρίζει πως θα μπορούσε να ακούγεται υπερβολικός, έως και υστερικός, και θα ήθελε πολύ οι ανησυχίες του να μην ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα. Αλλά στις επτά εβδομάδες που έμεινε στις ΗΠΑ αυτό το καλοκαίρι συγκλονιζόταν καθημερινά, καταρχήν από την ταχύτητα και την εκτελεστική βαρβαρότητα με την οποία ο Τραμπ επιτίθεται εναντίον αυτών που θεωρούνταν παγιωμένοι κανόνες της αμερικανικής δημοκρατίας, καθώς και από τη σχεδόν απόλυτη αδυναμία της αντίστασης σε αυτές τις επιθέσεις. «Υπάρχει ένα αυξανόμενο σύνολο στοιχείων από όλον τον κόσμο που υποδηλώνει πως, όταν μια φιλελεύθερη δημοκρατία έχει διαβρωθεί, είναι πολύ δύσκολο να αποκατασταθεί. Η καταστροφή είναι πολύ πιο εύκολη από την οικοδόμηση», προειδοποιεί στο άρθρο του.

Γι’ αυτό όλοι οι δημοκρατικοί πολίτες, ανεξαρτήτως κόμματος ή ιδεολογίας, πρέπει να ελπίζουν ότι οι Δημοκρατικοί θα ανακτήσουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου του 2026. Οχι λόγω των πολιτικών προτάσεών τους, οι οποίες είναι συγκεχυμένες, ή της νυν ηγεσίας τους, η οποία ουσιαστικά δεν υπάρχει, «αλλά απλώς επειδή η αμερικανική δημοκρατία χρειάζεται το Κογκρέσο –το κύριο ελεγκτικό όργανο της προεδρικής εξουσίας, όπως προβλέπεται στο Σύνταγμα των ΗΠΑ– να αρχίσει εκ νέου να κάνει τη δουλειά του. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί όσο οι Ρεπουμπλικανοί, οι οποίοι κυριαρχούνται από τον Τραμπ και τον φοβούνται, ελέγχουν και τα δύο σώματα».

Παρά τις συγκρίσεις με άλλα αυταρχικά καθεστώτα, από την Ευρώπη της δεκαετίας του 1930 έως τη σημερινή Ουγγαρία υπό τον Βίκτορ Ορμπαν, ο Γκάρτον Ας θεωρεί ξεχωριστή την περίπτωση των ΗΠΑ υπό τον Τραμπ για πολλούς λόγους. Ξεχωρίζει τους εξής τέσσερις: τη γιγαντωμένη εκτελεστική εξουσία, την τακτική της επαναχάραξης των εκλογικών περιφερειών, την ενδημική βία και τον τρόπο με τον οποίο ένας επίδοξος απολυταρχικός ηγέτης μπορεί να εκμεταλλευθεί τον έντονο καπιταλιστικό ανταγωνισμό που διαπερνά κάθε τομέα της αμερικανικής ζωής.

Ο κίνδυνος της ανεξέλεγκτης εκτελεστικής εξουσίας ενυπάρχει στην αμερικανική δημοκρατία από την ίδρυσή της. Ο Γκάρτον Ας γράφει σχετικά πως ο ήρωας του Πολέμου της Ανεξαρτησίας Πάτρικ Χένρι ψήφισε κατά του Συντάγματος στη συνέλευση επικύρωσης της Βιρτζίνια το 1788, ακριβώς επειδή πίστευε ότι θα παρείχε σε έναν εγκληματία πρόεδρο την ευκαιρία «να κάνει μια τολμηρή προσπάθεια για τον αμερικανικό θρόνο». Καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, πρόεδροι αμφότερων των κομμάτων διεύρυναν περαιτέρω την εκτελεστική εξουσία, η οποία είναι ήδη ιδιαίτερα ασαφώς ορισμένη στο άρθρο 2 του Συντάγματος που είχε καταψηφίσει ο αμερικανός επαναστάτης.

«Δεν κρατούν ούτε τα προσχήματα»

Πιο πρόσφατα, ένα πολιτειακό ανώτατο δικαστήριο, με συντηρητική πλειοψηφία, παρείχε τη στήριξή του σε μια θεωρία περί ενιαίας εκτελεστικής εξουσίας που ανέπτυξαν δεξιοί νομικοί θεωρητικοί, καταλήγοντας σε μια υπερβολικά διευρυμένη ερμηνεία της. Και σήμερα η κυβέρνηση Τραμπ –έχοντας προετοιμαστεί πολύ καλά, σε αντίθεση με το 2017– καταχράται την εκτελεστική εξουσία, αν και δεν έχει κανένα πρόβλημα απλώς να παραβιάζει τους νόμους αψηφώντας τα δικαστήρια.

Οσο για την επαναχάραξη των εκλογικών περιφερειών, ο Γκάρτον Ας επικαλείται τον Τομ Γκίνσμπεργκ, κορυφαίο αμερικανό συνταγματολόγο, σύμφωνα με τον οποίο το μεγαλύτερο μεμονωμένο ελάττωμα του μη αναθεωρημένου αμερικανικού Συντάγματος είναι ότι προσφέρει στα νομοθετικά σώματα των Πολιτειών την εξουσία να προσδιορίζουν τις εκλογικές περιφέρειες, με το ζήτημα να απασχολεί την αμερικανική πολιτική από το 1812.

Πιο πρόσφατα, η επαναχάραξη των εκλογικών περιφερειών με βάση κομματικά συμφέροντα άρχισε σταδιακά να γίνεται πιο ακραία λόγω της αυξανόμενης πόλωσης και στην πολιτική ζωή και στον δημόσιο βίο των ΗΠΑ. Το 2019, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν μπορούσε να διορθώσει ούτε την πιο κραυγαλέα μεροληπτική επαναχάραξη των εκλογικών περιφερειών.

Σε αυτό το πλαίσιο, κατόπιν αιτήματος του ίδιου του Τραμπ, το Τέξας σκοπεύει να αλλάξει τα όρια των εκλογικών περιφερειών, ώστε να κερδίσουν οι Ρεπουμπλικανοί πέντε επιπλέον έδρες στις ενδιάμεσες εκλογές. Η Καλιφόρνια, αντιδρώντας σε αυτή την εξέλιξη, πρόκειται να κάνει το ίδιο, ώστε να κερδίσουν οι Δημοκρατικοί ακόμη πέντε έδρες. «Πλέον δεν υπάρχει καν το απλό πρόσχημα της αμεροληψίας ως προς την πιο βασική διαδικασία της δημοκρατίας», σημειώνει ο Γκάρτον Ας.

Σχετικά με την ενδημική βία στις ΗΠΑ, γράφει πως είναι «πανταχού παρούσα», σε βαθμό αδιανόητο για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Στις ΗΠΑ υπάρχουν περισσότερα όπλα παρά άνθρωποι, το οποίο εν μέρει εξηγεί γιατί δεν περνάει ημέρα χωρίς να σημειωθεί κάποιο βίαιο έγκλημα. Μπορεί οι Γάλλοι να φημίζονται για τις επαναστατικές τάσεις τους αλλά στις ΗΠΑ ένα οργισμένο πλήθος τόλμησε να εισβάλει στο Καπιτώλιο.

Πριν από λίγες ημέρες δολοφονήθηκε ο ακροδεξιός ακτιβιστής Τσάρλι Κερκ. Αλλά προτού καν γίνει γνωστή η ταυτότητα του δολοφόνου, ο Ελον Μασκ έσπευσε να δηλώσει πως «η Αριστερά είναι το κόμμα της δολοφονίας», ενώ και ο Τραμπ επέρριψε την ευθύνη για τη δολοφονία στη ρητορική μίσους της «ριζοσπαστικής Αριστεράς».

Θεωρεί, λοιπόν, ο Γκάρτον Ας πολύ πιθανό το ενδεχόμενο («θα είναι θαύμα» γράφει, αν δεν συμβεί) να βυθιστεί η Αμερική σε έναν κύκλο πολιτικής βίας παρόμοιο με εκείνον της δεκαετίας του 1960. Αυτό, με τη σειρά του, θα μπορούσε να αποτελέσει πρόσχημα για να επικαλεστεί ο Τραμπ τον Νόμο περί Εξέγερσης του 1807, να κατεβάσει περισσότερους στρατιώτες στις αμερικανικές πόλεις και να εκμεταλλευθεί περαιτέρω μια υποτιθέμενη κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Καθήκον των Δημοκρατικών να κερδίσουν τις εκλογές

Εν τω μεταξύ, πανεπιστήμια, ηγέτες του επιχειρηματικού κόσμου, δικηγορικά γραφεία, μέσα ενημέρωσης και πρωτοπόροι της τεχνολογίας δεν κατάφεραν να ενώσουν τις δυνάμεις τους ώστε να αντιδράσουν συλλογικά σε αυτή την κατάσταση. Κάποιοι κράτησαν χαμηλό προφίλ, άλλοι συμβιβάστηκαν ταπεινωτικά (όπως το Πανεπιστήμιο Κολούμπια), ενώ ορισμένοι, όπως ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ, υποκλίθηκαν στον Ντόναλντ Τραμπ.

Γιατί συνέβη αυτό; «Επειδή όλα ακολουθούν τη λογική του έντονου ανταγωνισμού της ελεύθερης αγοράς και φοβούνται τα στοχευμένα αντίποινα» απαντά ο Γκάρτον Ας. «Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα έβλεπα τον φόβο να εξαπλώνεται τόσο γρήγορα στις ΗΠΑ» προσθέτει.

Συνυπολογίζοντας τις απόπειρες αποκλεισμού ή εκφοβισμού ψηφοφόρων, καθώς και την απειλή του Τραμπ να απαγορεύσει τις επιστολικές ψήφους, σίγουρα κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο οι ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου του 2026 να μην είναι πλήρως ελεύθερες και δίκαιες. «Το καθήκον των δημοκρατικών πολιτών και των δύο κομμάτων είναι να διασφαλίσουν ότι θα είναι στο μέτρο του δυνατού. Το καθήκον των Δημοκρατικών είναι να τις κερδίσουν παρά τα τυχόν τέτοια εμπόδια», γράφει ο Γκάρτον Ας.

Το κλειδί των εξελίξεων θα είναι και πάλι η οικονομία, κάτι που, παραδόξως, μοιάζει θετικό. Γιατί οι δασμοί του Τραμπ έχουν ήδη αρχίσει να μεταφράζονται σε υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές, ο αριθμός των θέσεων εργασίας μειώνεται, ενώ το «μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο» για τον προϋπολογισμό θα αυξήσει περαιτέρω ένα ήδη τεράστιο δημόσιο χρέος ύψους 37 τρισ. δολαρίων, η εξυπηρέτηση του οποίου κόστισε πέρυσι περισσότερο από ό,τι το σύνολο των αμυντικών δαπανών των ΗΠΑ, ύψους 850 δισ. δολαρίων.

Αλλά έως ότου ξεσπάσει μια κρίση χρέους, παρόμοιοι μακροοικονομικοί κίνδυνοι ασκούν μικρή επίδραση στους ψηφοφόρους. Οπότε το μεγάλο ερώτημα είναι αν οι αρνητικές συνέπειες των οικονομικών πολιτικών του Τραμπ θα αρχίσουν να γίνονται αισθητές πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές. Αντιδρώντας λαϊκιστικά, ο αμερικανός πρόεδρος θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί τα αυξημένα έσοδα από τους δασμούς του και να μοιράσει χρήματα στους ψηφοφόρους, κάνοντας λόγο για αποζημίωση για τις «προσωρινές δυσκολίες» της μετάβασης σε μια οικονομία MAGA. Γι’ αυτό, το πιο σημαντικό που καλούνται να κάνουν οι Δημοκρατικοί τις επόμενες 400 ημέρες είναι να καταστήσουν αυτό το οικονομικό κόστος όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαρο στους ψηφοφόρους.

«Οι Δημοκρατικοί δεν θα κερδίσουν απλώς μιλώντας για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, όσο σημαντική και αν είναι, πόσω μάλλον συμμετέχοντας σε πολιτισμικούς πολέμους», σχολιάζει ο Γκάρτον Ας. «Πρέπει να ακολουθήσουν τη συμβουλή του πρώην συμβούλου της Κλίντον, Τζέιμς Κάρβιλ, εστιάζοντας απόλυτα σε ζητήματα καθημερινότητας. Με αυτόν τον τρόπο θα δείξουν επίσης ότι νοιάζονται πραγματικά για τους απλούς Αμερικανούς της εργατικής και μεσαίας τάξης, την υποστήριξη των οποίων έχουν χάσει τα τελευταία 30 χρόνια».

Οσο για το δεύτερο στάδιο της Επιχείρησης «Σώστε την Αμερική», δηλαδή τις προεδρικές εκλογές του 2028, «οι προκλήσεις που έχουν προκύψει έως σήμερα είναι ήδη αρκετές. Παρ’ όλες τις σοβαρές απειλές για την ίδια τη δημοκρατία στις ΗΠΑ, προς το παρόν ισχύει ο πρώτος κανόνας της δημοκρατικής πολιτικής: απλώς κερδίστε τις επόμενες εκλογές», καταλήγει ο βρετανός ιστορικός.

Exit mobile version