Τα παιδιά, τα κινητά και η άρση του fact checking
| CreativeProtagon / Reuters
Θέματα

Τα παιδιά, τα κινητά και η άρση του fact checking

Οι γονείς έχουν βασικό ρόλο στη σχέση που θα διαμορφώσουν τα παιδιά του με το διαδίκτυο και τα social media. Ομως η όποια προστασία των ανηλίκων, όσο και αν προσπαθούν οι οικογένειες, οι δάσκαλοι ή και οι κυβερνήσεις, δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη συνδρομή των ίδιων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Χρήστος Νίκας

Το 2011, πανευρωπαϊκή έρευνα που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Κομισιόν αναδείκνυε το πρόβλημα της πρόσβασης ανηλίκων στα κοινωνικά δίκτυα σε ιδιαίτερα μικρή ηλικία. Συγκεκριμένα, προέκυπτε ότι το 38% των ηλικιών 9-12 και το 77% των 13-16 ετών είχαν προφίλ σε ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης.

«Πολλά παιδιά αγνοούν τους βασικούς κινδύνους της ιδιωτικής ζωής» υπογράμμιζαν οι συντάκτες της έρευνας, καθώς είχαν εντοπίσει ότι περίπου το 25% είχαν ορίσει το προφίλ τους στα κοινωνικά δίκτυα ως «δημόσιο», το οποίο σημαίνει ότι όλοι μπορούσαν να το δουν, ενώ σε πολλές περιπτώσεις εμφανιζόταν διεύθυνση κατοικίας και/ή αριθμός τηλεφώνου. «Τα στοιχεία υπογραμμίζουν τη σημασία της επικείμενης αναθεώρησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των Αρχών Ασφαλέστερης Κοινωνικής Δικτύωσης για την ΕΕ» ανέφερε τότε σχετική ανακοίνωση της Κομισιόν. Και να σκεφτεί κανείς ότι το 2011 τα social media ήταν ακόμα σε «προσχολικό στάδιο».

Τέσσερα χρόνια μετά, τον Απρίλιο του 2015, άλλη έρευνα χρηματοδοτούμενη από την Κομισιόν, που διενεργήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Aμστερνταμ, αποκάλυπτε ότι περίπου το 5% των εφήβων στην ΕΕ μπορούσε να χαρακτηριστεί «εθισμένο» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Τα συμπτώματα του εθισμού ή της εμμονικής χρήσης μπορεί να περιλαμβάνουν ψέματα για τον χρόνο που αφιερώνουν στο διαδίκτυο, χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ως μορφή απόδρασης, απώλεια ενδιαφέροντος για συνάντηση με ανθρώπους και αισθήματα ευερεθιστότητας ή απόσυρσης» αναφέρονταν.

Παρά το γεγονός ότι τα σημάδια ήταν εκεί, και ήταν παραπάνω από σαφή, τα ευρωπαϊκά κράτη σφύριζαν αδιάφορα. Τον Δεκέμβριο του 2015, στο πλαίσιο της διαδικασίας για την εφαρμογή του GDPR, του γενικού ευρωπαϊκού κανονισμού για τα προσωπικά δεδομένα, δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σε μια ενιαία πολιτική και αποφάσισαν ότι κάθε μέλος θα θέτει τα δικά του όρια ηλικίας για τη χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Τότε υπήρχε μια πρόταση από κράτη-μέλη να απαγορεύεται στο Facebook, στο Twitter, στο Instagram και σε άλλες υπηρεσίες να επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα που ανήκουν σε άτομα κάτω των 16 ετών, εκτός αν οι γονείς τους είχαν δώσει τη συγκατάθεσή τους, και αυτό ουσιαστικά θα εμπόδιζε τις εταιρείες να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους νέους. Ομως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχαν αρχικά προτείνει να οριστεί ενιαία ηλικία συναίνεσης τα 13 έτη, κάτι που θα ευθυγράμμιζε τους κανονισμούς της ΕΕ με αυτούς που ισχύουν στις ΗΠΑ.

Αμέσως μετά την πρόταση για αύξηση του ορίου ηλικίας για γονική συναίνεση από τα 13 στα 16 υπήρξαν αντιδράσεις ότι κάτι τέτοιο θα στερούσε από τους νέους εκπαιδευτικές και κοινωνικές ευκαιρίες με διάφορους τρόπους, και ότι δεν θα παρείχε περισσότερη προστασία στους νέους. Ετσι, αποφασίστηκε το κάθε μέλος να ορίζει μια ηλικία από μόνο του.

Στην ουσία οι εταιρείες τεχνολογίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είχαν ασκήσει μέσω λόμπινγκ τεράστιες πιέσεις, έτσι ώστε να μην ισχύσει ενιαίο όριο ηλικίας στην ΕΕ. «Τα κράτη θα είναι πλέον ελεύθερα να θέτουν τα δικά τους όρια μεταξύ 13 και 16 ετών» είχε δηλώσει τότε ο Ζαν Φίλιπ Αλμπρεχτ, επικεφαλής ευρωβουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σχετικά με τους νέους κανόνες προστασίας δεδομένων.

Οταν, τον Μάιο του 2018, το GDPR εφαρμόστηκε ως νόμος σε όλη την Ευρώπη, τα κράτη-μέλη μπορούσαν να νομοθετήσουν για την αλλαγή της ηλικίας στα όρια της γονικής συναίνεσης – για όσα δεν νομοθετούσαν αυτόματα, ως ηλικία θα ορίζονταν τα 16 έτη.

Η Ελλάδα νομοθέτησε για όριο ηλικίας τα 15 έτη, μαζί με την Τσεχία και τη Γαλλία. Οι περισσότερες χώρες, εννέα τον αριθμό, προτίμησαν τα 16 έτη, ενώ έξι τα 14 και οκτώ τα 13 έτη ως όριο για γονική συναίνεση. Και κάπως έτσι «διασπάστηκε» το ενιαίο μέτωπο που είχε προταθεί στα τέλη του 2015.

Πριν από πέντε μήνες, τον Σεπτέμβριο του 2024, δημοσιεύθηκαν τα ευρήματα έρευνας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τη χρήση των social media και των ηλεκτρονικών παιχνιδιών από νέους στην Ευρώπη, στην Κεντρική Ασία και στον Καναδά, που είχε διενεργηθεί το 2021 και το 2022, στην οποία καταγράφηκαν και οι σχετικές επιπτώσεις της περιόδου της πανδημίας.

Σε αυτήν οι ερευνητές αναγνωρίζουν μεν τα οφέλη που προσφέρει η χρήση των social media στους νέους, ειδικά στον κοινωνικό τομέα, ωστόσο κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τον αυξανόμενο αριθμό εφήβων που αναπτύσσουν συμπτώματα εθισμού εις βάρος άλλων βασικών δραστηριοτήτων στη ζωή τους. «Η προβληματική χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει αυξηθεί, από 7% την εποχή της προηγούμενης έρευνας το 2018, σε 11% το 2022, υπογραμμίζοντας την επείγουσα ανάγκη για τις χώρες να ενισχύσουν τα μέτρα για την πρόσβαση των νέων στις ψηφιακές τεχνολογίες και το σχετικό κανονιστικό πλαίσιο» αναφέρεται.

Από τα ευρήματα της εν λόγω έρευνας, εστιάζοντας στην Ευρώπη, μπορεί κανείς, συγκρίνοντας με τα όρια ηλικίας που θέσπισε κάθε ευρωπαϊκή χώρα, να καταλάβει ότι, πέρα από τα όρια, οι γονείς παίζουν τον πλέον βασικό ρόλο για την προβληματική χρήση των social media από ανηλίκους.

Για παράδειγμα, στη Ρουμανία, όπου έχουν θεσπιστεί τα 16 έτη για γονική συναίνεση –το πλέον αυστηρό όριο μεταξύ των επιλογών που είχαν οι ευρωπαϊκές χώρες για το GDPR–, η προβληματική χρήση φτάνει στο 22%. Από την άλλη πλευρά, στη Σουηδία, όπου χρειάζεται γονική συναίνεση στα 13 έτη –το πλέον ελαστικό όριο– είναι στο 7%. Στην Ολλανδία, με 16 έτη, στο 5%, ενώ στην Πορτογαλία, με 13 έτη, στο 22%.

Αυτές οι αποκλίσεις, λαμβανομένων υπόψη των ορίων γονικής συναίνεσης, δείχνουν πόσο μεγάλο ρόλο παίζουν οι γονείς και το περιβάλλον του παιδιού στην προβληματική χρήση των social media. Στην Ελλάδα, πάντως, βρισκόμαστε πάνω από τον μέσο όρο, με προβληματική χρήση στο 13%, ενώ οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Τσεχία) που έχουν θεσπίσει τα 15 έτη ως όριο ηλικίας φτάνουν το 8-9%.

Στις 30 Δεκεμβρίου 2024, όταν παρουσιάστηκε η εθνική στρατηγική για την προστασία των ανηλίκων από τον εθισμό στο διαδίκτυο, η κυβέρνηση εξήγησε τη λειτουργία της πλατφόρμας parco.gov.gr, που περιλαμβάνει βασικές οδηγίες για τη ρύθμιση του γονικού ελέγχου στις κινητές συσκευές των παιδιών, και ανακοίνωσε την εφαρμογή Kids Wallet, που θα τεθεί σε λειτουργία την ερχόμενη άνοιξη και μέσω της οποίας θα δίνεται η δυνατότητα επιβεβαίωσης της λίστας του χρήστη, ενώ θα έχει και προεγκατεστημένες λειτουργίες γονικού ελέγχου.

Συγκεκριμένα, για το Kids Wallet αναφέρθηκε ότι θα πρέπει να εγκατασταθεί στις συσκευές το παιδιών και «να το ενεργοποιήσουν οι γονείς, χωρίς την βοήθεια των οποίων κανένα μέτρο δεν μπορεί να επιτύχει». Επιπλέον, ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Δημήτρης Παπαστεργίου υπογράμμισε: «Για την αντιμετώπιση του εθισμού των ανηλίκων στο διαδίκτυο επιλέγουμε την οδό του διαλόγου με τους γονείς, τους καθηγητές, τα παιδιά. Η απαγόρευση δεν είναι λύση και ερχόμαστε εμείς ως κράτος να παρέμβουμε, καθώς η τεχνολογία βάζει νέους όρους στη ζωή μας. Ερχόμαστε να σταθούμε δίπλα σε γονείς και παιδιά, δίνοντάς τους τα σωστά εργαλεία έτσι ώστε να αξιοποιούμε τα οφέλη της τεχνολογίας, ενώ ταυτόχρονα προστατευόμαστε από τους κινδύνους της. Η επιτυχία προϋποθέτει ότι οι γονείς θα ασχοληθούν προσωπικά με ζητήματα εθισμού στο διαδίκτυο».

Μερικές ώρες μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέφυγε στην προσφιλή τακτική του να κάνει αντιπολίτευση για την… αντιπολίτευση, αναφέροντας σε ανακοίνωσή του ότι η κυβέρνηση «μετακυλίει ακέραια την ευθύνη για την αντιμετώπιση του φαινομένου στους γονείς, κατά την προσφιλή τακτική της “ατομικής ευθύνης”». Επιπλέον, σημείωσε ότι «η αναγκαία προστασία των παιδιών από τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις της υπερέκθεσής τους στα social media μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την υιοθέτηση μιας ολιστικής προσέγγισης μέσω της συνέργειας όλων των εμπλεκομένων μερών, Πολιτείας, εκπαιδευτικών, γονέων και παιδιών, δίνοντας έμφαση στη πρόληψη».

Προφανώς, η όποια προστασία των ανηλίκων από τα social media δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη συνδρομή των ίδιων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όσο και αν προσπαθούν οι γονείς, οι δάσκαλοι ή και οι κυβερνήσεις. Στα τέλη του 2015, όταν ξεδιπλωνόταν το λόμπινγκ των πλατφορμών για να μην υπάρξει ενιαίο όριο ηλικίας γονικής συναίνεσης στην Ευρώπη, δημιουργήθηκαν και κάποια παράθυρα, τα οποία διατηρήθηκαν αργότερα, κατά την εφαρμογή του GDPR.

Για παράδειγμα, ο Γενικός Κανονισμός Προσωπικών Δεδομένων απαιτεί από τις τεχνολογικές εταιρείες να καταβάλλουν «εύλογες προσπάθειες» για να επαληθεύουν ότι η συναίνεση δίνεται πραγματικά από έναν γονέα ή κηδεμόνα. Αυτό από μόνο του επιτρέπει μεγάλη «ευελιξία» στη διαδικασία επαλήθευσης. Ναι μεν από τη μία η αίτηση αποδείξεων κηδεμονίας, όπως πιστοποιητικό γέννησης ή δικαστική απόφαση, θα ήταν ένα μέτρο δυσανάλογο για να εξασφαλιστεί ότι η διαδικασία της γονικής συναίνεσης είναι αδιάβλητη, από την άλλη πλευρά, όμως, το να ζητάς απλώς τη διεύθυνση email του γονέα είναι μια προσέγγιση που μπορεί εύκολα να παρακαμφθεί. Και αυτό καλύπτεται βέβαια από τη διατύπωση των «εύλογων προσπαθειών».

Οπότε μένει το ερώτημα: γιατί δεν προβλέφθηκε ο GDPR να ρίξει το βάρος της ευθύνης στις τεχνολογικές εταιρείες, ώστε να βρουν έναν τρόπο να αντιμετωπίσουν τις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα παιδιά λένε ψέματα για να αποκτήσουν πρόσβαση σε υπηρεσίες; Οι εταιρείες τεχνολογίας άσκησαν πίεση ενάντια σε αυτό το ενδεχόμενο.

Επιπροσθέτως, ένα πρόβλημα που δεν έχει ακόμα αντιμετωπιστεί και στο οποίο θα μπορούσαν οι πλατφόρμες να παίξουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο για τη λύση του είναι η «κόπωση συναίνεσης»: όταν οι γονείς, κυριευμένοι από μεγάλο όγκο αιτημάτων συναίνεσης, τείνουν να τα εγκρίνουν όλα χωρίς ενδελεχή εξέταση. Ως εκ τούτου, το ότι ένας γονέας έχει όντως δώσει τη συγκατάθεσή του μετά από ενημέρωση είναι κάτι που μπορεί να αμφισβητηθεί.

Δέκα χρόνια μετά το άγριο λόμπινγκ των εταιρειών τεχνολογίας για τα όρια ηλικίας γονικής συναίνεσης, η Κομισιόν άρχισε να κάνει κάποιες κινήσεις βάζοντας στο στόχαστρό της τις τεχνολογικές εταιρείες για την προβληματική χρήση των social media από ανήλικους, λόγω υπονοιών ότι οι αλγόριθμοί τους ενδέχεται να προκαλούν «συμπεριφορικούς εθισμούς» των παιδιών.

Σε απάντησή της σε πρόσφατη ερώτηση του ευρωβουλευτή της ΝΔ Δημήτρη Τσιόδρα, η αρμόδια εκτελεστική αντιπρόεδρος Χένα Βικούνεν ανέφερε ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρακολουθεί συνεχώς τη συμμόρφωση όλων των πολύ μεγάλων πλατφορμών και μηχανών αναζήτησης με την πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες και ενδεχομένως να κινήσει νέες έρευνες, αν χρειαστεί». Που, όπως όλα δείχνουν, με την εξάπλωση της κατάργησης του fact checking από το Facebook και στην Ευρώπη, θα χρειαστεί.

Κάλλιο αργά παρά ποτέ.

Exit mobile version