1799
Καθρέπτη, καθρεπτάκι, ποια είναι η πιο όμορφη; Τζίνα ή Σοφία; | Wikipedia Public Domain/ CreativeProtagon

Σοφία Λόρεν – Τζίνα Λολομπρίτζιντα: Ποια ήταν η πιο όμορφη;

Protagon Team Protagon Team 14 Αυγούστου 2025, 10:00
Καθρέπτη, καθρεπτάκι, ποια είναι η πιο όμορφη; Τζίνα ή Σοφία;
|Wikipedia Public Domain/ CreativeProtagon

Σοφία Λόρεν – Τζίνα Λολομπρίτζιντα: Ποια ήταν η πιο όμορφη;

Protagon Team Protagon Team 14 Αυγούστου 2025, 10:00

Η μεγάλη ιταλίδα σταρ του κινηματογράφου Σοφία Λόρεν είναι, φυσικά, διάσημη για τη φιλμογραφία της τις τελευταίες επτά δεκαετίες. Αλλά είναι εξίσου γνωστή για την λατρεία που ενέπνευσε σε πολλούς από τους συμπρωταγωνιστές της.

Ο Ομάρ Σαρίφ παραδέχτηκε κάποτε αναστενάζοντας ότι την φανταζόταν γυμνή αφότου έπαιξαν μαζί. Και ο Κλαρκ Γκέιμπλ ομολόγησε ότι έκανε «λάθος σκέψεις» για την όμορφη Λόρεν όταν εμφανίστηκαν στο κατά τα άλλα ξεχασμένο δράμα «Διακοπές στη Νάπολη» (1960), γράφει στην Telegraph ο Αλεξάντερ Λάρμαν.

Ο Κάρι Γκραντ, στο μεταξύ, επιλέχθηκε να συμπρωταγωνιστήσει μαζί της στο έπος του «Υπερηφάνεια και πάθος» (1957) και αρχικά τρομοκρατήθηκε από την ιδέα, δηλώνοντας «Θεέ μου! Θέλεις να παίξω με αυτή τη μισόγυμνη σέξι Σoφία; Δεν μπορώ και δεν θα το κάνω».

Αλλά σύντομα, όταν γνώρισε την Λόρεν από κοντά, άλλαξε γνώμη, μάλιστα ξεκίνησαν μια ερωτική σχέση, κάτι που δεν κατάφερε ο Πίτερ Σέλερς, όταν συμπρωταγωνίστησε με τη Σοφία Λόρεν στην – πλέον προβληματική – ρομαντική κωμωδία «Η Εκατομμυριούχος» (1960).

Ο Σέλερς αποφάσισε ότι αυτός και η ιταλίδα ηθοποιός ήταν προορισμένοι να είναι μαζί, και παρόλο που η Λόρεν δεν ανταπέδωσε τον έρωτά του, δήλωσε στη σύζυγό του Αν Χάου και στα παιδιά του ότι τους άφηνε για τη συμπρωταγωνίστριά του, γράφει ο Λάρμαν στην Telegraph. Οταν η Σάρα, η μικρή του κόρη, ρώτησε τον πατέρα της αν αγαπούσε ακόμα την οικογένειά του, απάντησε: «Φυσικά και σας αγαπώ, αγάπη μου, απλώς όχι τόσο όσο τη Σοφία Λόρεν»…

Η αρχή μιας διαμάχης

Η Σοφία Λόρεν είναι μια ντίβα ασύγκριτη και ίσως η τελευταία που έχει απομείνει από τη Χρυσή Εποχή του Χόλιγουντ, αλλά εύκολα ξεχνάμε ότι δεν ήταν η αγαπημένη όλου του κόσμου, τουλάχιστον, όχι των συναδέλφων της του ιταλικού κινηματογράφου, σημειώνει ο κριτικός κινηματογράφου της βρετανικής εφημερίδας.

Οταν ο Κάρι Γκραντ γνώρισε για πρώτη φορά τη Σοφία Λόρεν, δεν δίστασε να της κάνει πλάκα, και το αστείο το οποίο επέλεξε μπορεί να άγγιξε κάποιο νεύρο. Στα απομνημονεύματά της, το, «Yesterday, Today, Tomorrow: My Life» (2015), η Λόρεν θυμήθηκε ότι ο Γκραντ συστήθηκε ως εξής: «Απλωσε το χέρι του, κοιτάζοντάς με, με μια δόση σκανταλιάς: Δεσποινίς Λολόλορεν, υποθέτω; Ή μήπως η δεσποινίς Λορενιτζίντα; Εσείς οι Ιταλοί έχετε τόσο περίεργα επώνυμα που δεν μπορώ να τα πιάσω»…

Ηταν μια σαφής αναφορά στην άλλη κορυφαία σταρ του ιταλικού κινηματογράφου της εποχής και εξίσου όμορφη Τζίνα Λολομπρίτζιντα, εφτά χρόνια μεγαλύτερη από τη Λόρεν, η οποία είχε ξεκινήσει την καριέρα της στον ιταλικό και διεθνή κινηματογράφο λίγα χρόνια νωρίτερα.

Και οι δύο ανταγωνίζονταν για τον τίτλο της «ομορφότερης γυναίκας στον κόσμο». Τον κέρδισαν και οι δύο κάποια στιγμή, και τον διατήρησαν με ζήλο για όσο μπορούσαν.

Η Σοφία Λόρεν και η Τζίνα Λολομπρίτζιντα φωτογραφημένες μαζί το 1954 στο Φεστιβάλ Ιταλικού Κινηματογράφου στο Λονδίνο. (ullstein bild via Getty Images/ Ideal Image)

Μεταξύ τους, όμως, ξεκίνησε μία διαμάχη που θα γινόταν δεόντως διαβόητη, αν και οι δύο ηθοποιοί ισχυρίζονταν εναλλάξ ότι ήταν απλώς μια φήμη που είχε επινοηθεί για λόγους δημοσίων σχέσεων ή, πιο διασκεδαστικά, ότι η άλλη ήταν εκείνη που τη συνέχιζε για να διατηρήσει την παρουσία της στα πρωτοσέλιδα.

Σε μια από τις σχετικά λίγες φωτογραφίες που υπάρχουν με τις δύο σταρ μαζί, το 1954, η γλώσσα του σώματος καθιστά σαφές ότι δεν απολαμβάνουν να κάθονται η μία δίπλα στην άλλη, ειδικά η Λολομπρίτζιντα, δε, έχει μια έκφραση που υποδηλώνει ότι θα προτιμούσε πραγματικά να βρίσκεται αλλού εκείνη τη στιγμή.

Η φωτογραφία (επάνω) τραβήχτηκε στο Ιταλικό Φεστιβάλ Κινηματογράφου στο Λονδίνο, παρουσία της βασίλισσας Ελισάβετ Β’. Και η Λόρεν τράβηξε το μεγαλύτερο μέρος της προσοχής των μέσων ενημέρωσης λόγω της περίτεχνης ενδυμασίας της, η οποία περιλάμβανε μια βασιλική κάπα και στέμμα.

«Το πιο αγαπημένο εξαγώγιμο προϊόν της Ιταλίας μετά τα σπαγγέτι»

Οι δύο γυναίκες γνώρισαν σημαντική επιτυχία στις αρχές της καριέρας τους, αλλά υπήρχαν διαφορές μεταξύ των επιπέδων αναγνώρισης και φήμης. Η Λολομπρίτζιντα υπέγραψε με τον μεγιστάνα Χάουαρντ Χιουζ (ο οποίος, όπως ήταν αναμενόμενο, την ερωτεύτηκε) ένα επταετές αποκλειστικό συμβόλαιο, αλλά οι δραστηριότητές της στον αγγλόφωνο κινηματογράφο ήταν συγκριτικά περιορισμένες, σε σύγκριση με τη θέση της στην Ιταλία.

Εμφανίστηκε σε ταινίες όπως  «Πιο δυνατός απ’ τον διάβολο» (1953) του Τζον Χιούστον, και «Διασταυρούμενα ξίφη» (1954) στην οποία πρωταγωνίστησε δίπλα σε έναν ξεπεσμένο Ερολ Φλιν που προσπαθούσε να αναζωογονήσει την καριέρα του. Σημαντικοί ρόλοι της υπήρξαν σε ταινίες όπως το δράμα «Βαριετέ» («Trapeze», 1956) του Κάρολ Ριντ πλάι στον Μπαρ Λάνκαστερ και τον Τόνι Κέρτις, και «Η Παναγία των Παρισίων» (« The Hunchback of Notre Dame», 1956) με τον Αντονι Κουίν – Κουασιμόδο.

Ωστόσο, τη μεγαλύτερη αναγνώριση κέρδισε με τα ιταλικά της έργα και έλαβε υποψηφιότητα για Bafta για την ερμηνεία της στην κωμωδία «Ψωμί, Ερωτας και Φαντασία» (1953). Εκείνη τη δεκαετία, ακολούθησαν και άλλα βραβεία, και η Λολομπρίτζιντα απολάμβανε τη θέση του πιο γνωστού και πιο αγαπημένου εξαγώγιμου προϊόντος της Ιταλίας μετά τα σπαγγέτι…

Ξεκινώντας έναν καβγά με την ίδια τη «βασίλισσα»

Ωστόσο, αυτό δεν άρεσε στην φιλόδοξη Σοφία Σικολόνε -όπως ήταν το πραγματικό  όνομα της Σοφία Λόρεν- η οποία αρχικά έκανε επιτυχημένη καριέρα ως μοντέλο. Οταν ήταν 15 ετών, γνώρισε τον Κάρλο Πόντι, που ήταν κριτής σε έναν διαγωνισμό ομορφιάς στον οποίο εμφανίστηκε. Ο 37χρονος Πόντι δεν ήταν Αδωνις, αλλά ήταν αρκετά χαρισματικός και έξυπνος για να συνειδητοποιήσει ότι η νεαρή Σικολόνε είχε τα προσόντα να φτάσει μακριά στη βιομηχανία του κινηματογράφου, αν μπορούσε να τη διαμορφώσει. Την έπεισε να αλλάξει το όνομά της σε Σοφία Λόρεν, που προφερόταν πιο εύκολα, την ενθάρρυνε επίσης να μάθει αγγλικά και να απαλλαγεί από την έντονη ναπολιτάνικη προφορά της, σημειώνει στην Telegraph ο Λάρμαν.

Οποια και αν είναι η αλήθεια για την καταγωγή της, με την καθοδήγηση του Κάρλο Πόντι καθιερώθηκε ως νεανική φιγούρα με έντονη σεξουαλική γοητεία. Και μέχρι την ηλικία των 21 ετών, είχε γυρίσει πάνω από 25 ταινίες και ήταν πανταχού παρούσα στον ιταλικό κινηματογράφο. Παρακινημένη, ίσως από τον Πόντι, αποφάσισε τότε να τσακωθεί με την ίδια τη «βασίλισσα», τη Λολομπρίτζιντα, δηλώνοντας στον ευρωπαϊκό Τύπο ότι ήταν καλύτερα προικισμένη – «με μεγαλύτερο μπούστο»- από την μεγαλύτερη σε ηλικία ηθοποιό.

Η Λολομπρίτζιντα σε φωτογράφιση για την ταινία «Woman Of Rome», το 1954. (Distributors Corporation of America/ Getty Images/ Ideal Image)

Η Λολομπρίτζιντα απάντησε αμέσως ότι ήταν ικανή να υποδυθεί μια χωρική, αλλά ότι η Λόρεν δεν ήταν σε θέση να ενσαρκώσει πειστικά μια αριστοκράτισσα. «Είμαστε τόσο διαφορετικές όσο ένα ωραίο άλογο κούρσας και μια κατσίκα!» παραπονέθηκε σε έναν δημοσιογράφο.

Τα σχόλια θα πρέπει να πόνεσαν, επειδή, αργότερα στην καριέρα της, η Λόρεν θυμήθηκε ξαφνικά ότι ο πατέρας της, ένας αποτυχημένος μηχανικός σιδηροδρόμων, καταγόταν από την αριστοκρατία, κάτι που υποτίθεται ότι της έδινε το δικαίωμα να αυτοαποκαλείται «Υποκόμισσα του Ποτσουόλι, Κυρία της Καζέρτα»…

Μια προσωπική διαμάχη που εξελίχθηκε σε επαγγελματική

Η διαμάχη σύντομα επεκτάθηκε από προσωπική σε επαγγελματική, όταν η Λόρεν αντικατέστησε τη Λολομπρίτζιντα σε ένα σίκουελ της επιτυχημένης ρομαντικής κωμωδίας του 1953 «Ψωμί, Ερωτας και Φαντασία» (γιατί η μεγαλύτερη σε ηλικία ηθοποιός είχε ζητήσει περισσότερα χρήματα). Μάλιστα, σε αναγνώριση της γοητείας της Λόρεν, η ταινία γυρίστηκε έγχρωμη αντί για ασπρόμαυρη.

Τα πράγματα επιδεινώθηκαν όταν η Λόρεν σημείωσε πιο σημαντική διεθνή επιτυχία από τη Λολομπρίτζιντα το 1960, κερδίζοντας τόσο ένα Οσκαρ όσο και ένα βραβείο α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών για την ερμηνεία της στην «Ατιμασμένη» («Two Women») του Βιτόριο ντε Σίκα.

Η ταινία, ένα σκληρό και αναμφισβήτητα όχι glamorous πολεμικό δράμα, παρουσίαζε τη Σοφία Λόρεν ως χήρα που αγωνίζεται να φροντίσει την 12χρονη κόρη της. Κορυφώνεται με τον βιασμό τους από μια ομάδα στρατιωτών μέσα σε μια εκκλησία, και η τολμηρή απόρριψη της σεξουαλικότητας την οποία αναδείκνυε η Λόρεν από τότε που ξεκίνησε την καριέρα της, ήταν πραγματικά εντυπωσιακή. «Σκέφτηκα ότι άξιζε να ρισκάρω στα 25 μου να παίξω μια μεγαλύτερη γυναίκα επειδή η ιστορία ήταν τόσο όμορφη», είπε αργότερα η ιταλίδα σαρ.

Η Λόρεν το 1955. (Silver Screen Collection/ Getty Images/ Ideal Image)

Η Λολομπρίτζιντα δεν έκανε κανένα δημόσιο σχόλιο για τα βραβεία της Λόρεν εκείνη την εποχή, αλλά ίσως δεν ήταν τυχαίο ότι άσκησε πιέσεις για τον ρόλο της αδερφής του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, Παυλίνας, στην βιογραφική ταινία  «Αυτοκρατορική Αφροδίτη» (1962) ελπίζοντας πιθανώς να τραβήξει ανάλογη προσοχή.

Κέρδισε δύο μεγάλα ιταλικά βραβεία, το Nastro d’Argento και το David di Donatello, αλλά ποτέ βραβεία Οσκαρ ή στις Κάννες.  Η Λόρεν, στο μεταξύ, απολάμβανε τη θέση της σταρ του Χόλιγουντ, εμφανιζόμενη σε πρωταγωνιστικούς ρόλους σε έπη όπως το «Ελ Σιντ» (1961) και η «Πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1964), και το κωμικό κατασκοπικό θρίλερ «Arabesque» (1966) του Χίτσκοκ.

Μάλιστα, ήταν τέτοια η θέση της που, όταν επιλέχθηκε να συμπρωταγωνιστήσει με τον Μάρλον Μπράντο στην «Κόμισσα από το Χονγκ Κονγκ» ( 1967), σε σκηνοθεσία Τσάρλι Τσάπλιν, κατάφερε να βάλει στη θέση του τον ηθοποιό της υποκριτικής τεχνικής «της μεθόδου».

Οπως αφηγήθηκε και μας μεταφέρεται από τον Αλεξάντερ Λάρμαν στην Telegraph.: «Μια μέρα… ξαφνικά άπλωσε το χέρι του και με άρπαξε. Γύρισα και του σφύριξα πολύ ήρεμα στο πρόσωπο, σαν γάτα όταν της χαϊδεύεις το τρίχωμα προς τα πίσω: “Μην τολμήσεις. Μην το ξανακάνεις ποτέ αυτό”. Καθώς τον κοίταξα με το πιο βρώμικο βλέμμα μου, ξαφνικά είδα πόσο μικρός και ακίνδυνος ήταν στην πραγματικότητα, σχεδόν θύμα μιας αύρας που είχε δημιουργηθεί γύρω του». Υποτιμητικά, δε, αποκάλεσε τον Μπράντο «έναν άνθρωπο που δεν νιώθει άνετα στον κόσμο».

«Δεν έχει σταματήσει εδώ και 50 χρόνια»

Η Λόρεν συνέχισε την εντυπωσιακή της καριέρα που περιέλαβε ακόμη και μια σύντομη ποινή φυλάκισης στις αρχές της δεκαετίας του 1980 για φοροδιαφυγή: αλλά της φέρθηκαν αρκετά καλά, τόσο οι συγκρατούμενές της όσο και οι φρουροί, και το περιστατικό δεν έβλαψε τη μεγάλη δημοτικότητά της. Αργότερα, η Λόρεν και η Λολομπρίτζιντα φωτογραφήθηκαν στο ίδιο μέρος μαζί μόνο μία φορά: σε μια εκδήλωση του 1988 προς τιμήν του Μάικλ Τζάκσον στο Λος Αντζελες.

Ωστόσο, η Λολομπρίτζιντα συνέχισε να ενοχλείται και, το 2015, έδωσε μια συνέντευξη στο Vanity Fair στην οποία προσπάθησε να υπονοήσει ότι ήταν πραγματικά πρώτη μεταξύ ίσων. «Θεέ μου! Αυτή και οι εκπρόσωποί της στον Τύπο ξεκίνησαν αυτήν την “αντιπαλότητα” μαζί μου – και δεν έχει σταματήσει εδώ και 50 χρόνια», δήλωσε. Και τόνισε: «Ηταν πραγματικά βαρετό για μένα… είμαστε διαφορετικές. Κάναμε εντελώς διαφορετικές καριέρες. Ηθελα να γίνω καλλιτέχνης περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Ηθελα μια καριέρα υψηλού επιπέδου».

Διαψεύδοντας, ίσως, την ιδέα ότι ήταν εμμονική με τη δημοσιότητα, η νεότερη της Λολομπρίτζιντα, Σοφία Λόρεν, αρνήθηκε να σχολιάσει. Δεν ήταν λοιπόν εντελώς περίεργο το γεγονός ότι, δύο χρόνια αργότερα, η Λολομπρίτζιντα συνέχιζε τη διαμάχη, δηλώνοντας στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera: «δεν έψαχνα για αντιπαλότητα εναντίον κανενός: ήμουν η νούμερο ένα» και, σε μια προφανή επίθεση κατά της Λόρεν και του Πόντι, ανακοίνωσε ότι «πέτυχα μόνο χάρη στον εαυτό μου, χωρίς κανέναν παραγωγό να με υποστηρίζει. Τα έκανα όλα μόνη μου».

Ωστόσο, όταν η Λολομπρίτζιντα πέθανε το 2023, η Λόρεν μπόρεσε να έχει τον τελευταίο λόγο, ανακοινώνοντας ότι ήταν «βαθιά συγκλονισμένη και λυπημένη» από τον θάνατο της κάποτε αντιπάλου της, και έτσι επέδειξε μια μεγαλοψυχία στο τέλος της διαμάχης που έλειπε πολύ – και από τις δύο πλευρές – όσο συνεχιζόταν.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...