Ποιος θα περίμενε ότι η πλατφόρμα OnlyFans, που ιδρύθηκε το 2016 από έναν πλούσιο Βρετανό, θα εξελισσόταν σε έναν γίγαντα του περιεχομένου για ενήλικες και θα άλλαζε εκ βάθρων την τεράστια σε όγκο βιομηχανία του πορνό; Το στόρι του Onlyfans, εκτός από κοινωνιολογική, έχει προφανώς και οικονομική-επιχειρηματική διάσταση, η οποία απασχολεί τον Economist, ένα από τα εγκυρότερα περιοδικά στον κόσμο.
Η βρετανική επιθεώρηση τονίζει σε ανάλυσή της ότι η πλατφόρμα, της οποίας ο τρέχων ιδιοκτήτης, ένας μυστικοπαθής ουκρανοαμερικανός, φέρεται να θέλει να την πουλήσει για 8 δισ. δολάρια, χρησιμοποιείται σήμερα από πάνω από 4 εκατ. «δημιουργούς», οι οποίοι δημοσιεύουν περιεχόμενο, και πάνω από 300 εκατ. «θαυμαστές», οι οποίοι πληρώνουν για να το δουν.
Μεταξύ Νοεμβρίου 2022 και Νοεμβρίου 2023 το OnlyFans απέφερε έσοδα 1,3 δισ. δολαρίων. «Το OnlyFans δεν έχει μόνο τεράστια οικονομική επιτυχία. Eχει μεταμορφώσει τον τρόπο που δημιουργείται, μοιράζεται και καταναλώνεται το πορνό στο διαδίκτυο», σημειώνει ο Economist και εξηγεί:
♦ Το διαδίκτυο είναι γεμάτο πορνογραφικό υλικό από τότε που υπάρχει. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of Sex Research το 2023 δείχνει ότι οι μεγάλες πορνογραφικές ιστοσελίδες έχουν περισσότερους μηνιαίους επισκέπτες και προβολές σελίδων από την Amazon, το Netflix ή το Zoom. Ωστόσο η πορνογραφική βιομηχανία δυσκολεύεται να βγάλει χρήματα. Οι «ιστοσελίδες βίντεο», όπως το PornHub, επιτρέπουν σε όλους σχεδόν να παρακολουθούν βίντεο δωρεάν. Τα έσοδα από τη διαφήμιση είναι πενιχρά, καθώς πολλές μάρκες προτιμούν να μη συνδέονται με περιεχόμενο για ενήλικες. Ενώ τα μέτρα για την απομάκρυνση παράνομου περιεχομένου, όπως η παιδική πορνογραφία, είναι σε ορισμένους ιστοτόπους ανεπαρκή.
Η OnlyFans, αντίθετα, συνεχίζει ο Economist, έχει αναπτύξει μια νέα κερδοφόρα προσέγγιση. Χρεώνει τους χρήστες για να παρακολουθήσουν βίντεο, με επιπλέον χρεώσεις για εξατομικευμένο περιεχόμενο, εμπορεύματα και εξατομικευμένες συνομιλίες. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού είναι σεξουαλικής φύσης. Η OnlyFans κρατά το 20% των χρημάτων που πληρώνουν οι χρήστες, λίγο λιγότερο από την Uber και περίπου ίσο με την Airbnb. Η εταιρεία πλήρωσε στους δημιουργούς 5,3 δισ. δολάρια τους 12 μήνες έως τον Νοέμβριο του 2023. Και το OnlyFans δεν βρίσκεται στα καταστήματα εφαρμογών που διαχειρίζονται η Apple και η Google, πράγμα που σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να πληρώνει υψηλά τέλη για αγορές εντός της εφαρμογής.
«Επειδή έχει χρήματα, το OnlyFans μπορεί να επενδύσει σε μέτρα ασφαλείας τα οποία, αν και ατελή, είναι τουλάχιστον καλύτερα από εκείνα πολλών ανταγωνιστών του. Σε ορισμένες αγορές, συμπεριλαμβανομένης της βρετανικής, χρησιμοποιεί τεχνολογία τρίτων για να εκτιμήσει την ηλικία ενός θεατή με βάση μια σάρωση προσώπου, ώστε να διασφαλίσει ότι ανήλικοι δεν θα εγγραφούν. Για τους δημιουργούς απαιτεί πολλά έγγραφα, συμπεριλαμβανομένης ταυτότητας και τραπεζικών στοιχείων. Διαθέτει μια ομάδα περίπου 1.500 ατόμων που επαληθεύουν τους λογαριασμούς και ελέγχουν ότι τα βίντεο στην πλατφόρμα πληρούν τους κανόνες της. Τον Μάιο το OnlyFans απέρριψε περίπου τα δύο τρίτα των 187.305 αιτήσεων που έλαβε για νέους λογαριασμούς» τονίζει η βρετανική επιθεώρηση.
Η Κέιλι Μπλερ, διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας, συγκρίνει αυτό το μέτρο με τη διαδικασία «γνώρισε τον πελάτη σου» που ακολουθούν οι μεγάλες τράπεζες. «Δεν υπάρχει ανωνυμία στο OnlyFans» δηλώνει στον Economist, προσθέτοντας ότι το περιεχόμενο δεν είναι κρυπτογραφημένο από άκρο σε άκρο, επιτρέποντας έτσι στην εταιρεία να παρακολουθεί τι δημοσιεύεται, ενώ δεν υπάρχει και αλγόριθμος που να προωθεί τις αναρτήσεις.
Οι δημιουργοί έχουν συρρεύσει στον ιστότοπο. Πέρυσι, η διάσημη τραγουδίστρια Λίλι Αλεν αποκάλυψε ότι κέρδιζε περισσότερα χρήματα μέσω του λογαριασμού της στο OnlyFans, όπου μοιραζόταν φωτογραφίες των ποδιών της, παρά μέσω του Spotify, της πασίγνωστης πλατφόρμας streaming μουσικής. Η Μπόνι Μπλου, μια εργαζόμενη στον τομέα παροχής σεξουαλικών υπηρεσιών, η οποία αυτόν τον μήνα αποκλείστηκε από το OnlyFans επειδή παρουσίασε πώς κοιμήθηκε με περισσότερους από 1.000 άνδρες μέσα σε μία μέρα, δήλωσε στον Economist ότι κέρδιζε έως και 250.000 δολάρια μηνιαίως από τον ιστότοπο. Με τα έσοδα αυτά αγόρασε μια Ferrari και ένα Rolex.
«Η δουλειά της είναι σοβαρή υπόθεση. Η κυρία Μπλου έχει μια ομάδα περίπου δέκα ατόμων, συμπεριλαμβανομένων φωτογράφων, συντακτών και προσωπικού ασφαλείας. Λέει ότι περνάει το 60-70% του χρόνου της στο γραφείο της, και όχι στην κρεβατοκάμαρα, απαντώντας σε μηνύματα και εκτελώντας διοικητικές εργασίες», σημειώνει ο Economist. «Το να είσαι δημιουργός περιεχομένου στο διαδίκτυο δεν είναι τόσο γοητευτικό όσο φαίνεται», λέει η ίδια στη βρετανική επιθεώρηση.
Υπάρχουν όμως και διάφορες απειλές για την κυριαρχία του OnlyFans. Μία από αυτές είναι ο ανταγωνισμός από νεότερους ιστοτόπους με συνδρομή, όπως το Fansly, όπου η Μπόνι Μπλου μοιράζεται τα βίντεό της μετά την απαγόρευση. Επίσης, τα εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης παράγουν όλο και πιο ρεαλιστικό πορνό δωρεάν.
Μια ανεξάρτητη μελέτη για τη βιομηχανία της πορνογραφίας στη Βρετανία, που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο, υποστήριξε ότι «ο ανταγωνισμός για κλικ οδηγεί στην παραγωγή όλο και πιο σκληρού περιεχομένου». Ο Economist σημειώνει ότι προσφάτως η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η απεικόνιση στραγγαλισμού στην πορνογραφία θα κηρυχτεί παράνομη. Το OnlyFans βρίσκεται επίσης στο έλεος των παρόχων πληρωμών, οι οποίοι έχουν τους δικούς τους κανόνες σχετικά με τις υπηρεσίες που υποστηρίζουν.
«Ωστόσο, με αποτίμηση 8 δισ. δολαρίων, η εταιρεία φαίνεται να είναι μια ευκαιρία» καταλήγει ο Economist…
