Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της τετραήμερης εβδομάδας εργασίας, η εφαρμογή της θα συνέβαλλε σημαντικά στην αντιμετώπιση μιας σειράς προβλημάτων, από την εργασιακή εξάντληση και την ανισότητα των φύλων στην εργασία, έως την ανεργία και τις εκπομπές ρύπων στην ατμόσφαιρα. Αντιθέτως, όσοι απορρίπτουν την ιδέα βλέπουν μόνο προβλήματα, κάνοντας λόγο για μείωση της παραγωγικότητας, για πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα, για αυξημένη πίεση στις δημόσιες υπηρεσίες και για εξασθένιση της εργασιακής νοοτροπίας. Ποια είναι, όμως, η πραγματικότητα;
Επιδιώκοντας να απαντήσουν στο ερώτημα αυτό, αντί να παραθέσουν τα επιχειρήματα των δύο πλευρών ή να αναλύσουν τα αποτελέσματα της πιλοτικής εφαρμογής του μέτρου σε μεμονωμένες επιχειρήσεις, οι Financial Times επέλεξαν να στρέψουν την προσοχή τους στη χώρα που έχει ήδη αρχίσει να μεταβαίνει στην τετραήμερη εβδομάδα εργασίας, χωρίς, μάλιστα, τυμπανοκρουσίες και πομπώδεις δηλώσεις.
Αυτή η χώρα είναι η Ολλανδία, η οποία έχει το υψηλότερο ποσοστό μερικής απασχόλησης μεταξύ των χωρών-μελών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Κατά μέσο όρο οι ολλανδοί εργαζόμενοι ηλικίας από 20 έως 64 ετών δουλεύουν μόλις 32,1 ώρες την εβδομάδα, λιγότερο από οποιουσδήποτε άλλους στην ΕΕ, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat.
Επιπλέον, ολοένα περισσότεροι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης επιλέγουν να «συμπιέζουν» τις ώρες τους σε τέσσερις ημέρες (άλλωστε οι 32 ώρες αντιστοιχούν σε τέσσερα οκτάωρα) ώστε να έχουν ελεύθερη την πέμπτη, όπως εξήγησε, μιλώντας στη λονδρέζικη εφημερίδα, ο Μπερτ Κολέιν, οικονομολόγος στην ολλανδική τράπεζα ING. «Η τετραήμερη εβδομάδα εργασίας είναι πλέον πολύ, πολύ συνηθισμένη», είπε. «Εργάζομαι πέντε ημέρες και μερικές φορές μού ζητούν τον λόγο επειδή εργάζομαι πέντε ημέρες!».
Αντιθέτως, στην Ελλάδα (όπου οι εργαζόμενοι ήδη δουλεύουν 39,8 ώρες την εβδομάδα, όντας… πρωταθλητές Ευρώπης στις ώρες εργασίας), στο νέο εργασιακό νομοσχέδιο που τέθηκε προς διαβούλευση προβλέπονται, μεταξύ άλλων, δυνατότητα 13ωρης εργασίας στον ίδιο εργοδότη, τετραήμερη εβδομάδα εργασίας με 10ωρη απασχόληση, υπερωρίες με εκ περιτροπής απασχόληση και προσλήψεις-εξπρές.
Οσον αφορά την ντε φάκτο τετραήμερη εβδομάδα εργασίας στην Ολλανδία, «όλα άρχισαν με τις γυναίκες», όπως αναφέρεται στο βρετανικό δημοσίευμα, όταν ξεκίνησαν να εισέρχονται μερικώς στην αγορά εργασίας, τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, οδηγώντας τη χώρα από το παραδοσιακό πρότυπο του άνδρα-κουβαλητή στο μοντέλο του ενάμιση μισθού (ενός πλήρους και ενός μερικής απασχόλησης).
Προσφέρθηκαν επίσης οικονομικά και φορολογικά κίνητρα υπέρ αυτής της ρύθμισης, ενώ με την πάροδο του χρόνου, καθώς το εν λόγω πρότυπο εργασίας άρχισε να καθιερώνεται, η μερική απασχόληση έγινε δημοφιλής και μεταξύ των ανδρών, ειδικά όσων έχουν μικρά παιδιά.
Πώς, όμως, μπορεί η εμπειρία της Ολλανδίας να συμβάλει στον διάλογο για την τετραήμερη εργασία, που διεξάγεται σε άλλες χώρες της Ευρώπης; Καταρχάς δείχνει ότι οι εκτιμήσεις για οικονομικό αυτοτραυματισμό είναι υπερβολικές, καθώς, παρά τον μικρότερο μέσο χρόνο εργασίας ανά άτομο, η Ολλανδία είναι μια από τις πλουσιότερες οικονομίες στην ΕΕ ανά κάτοικο.
Αυτό οφείλεται στη σχετικά υψηλή παραγωγικότητα ανά ώρα και στο υψηλό ποσοστό απασχόλησης: 82% στο τέλος του 2024, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, έναντι 75% στη Βρετανία, 72% στις ΗΠΑ και 69% στη Γαλλία. Επιπλέον, οι Ολλανδοί τείνουν να συνταξιοδοτούνται αρκετά αργά, με τους Financial Times να σχολιάζουν πως «δεν είναι ότι ο πληθυσμός δεν είναι εργατικός, αλλά μάλλον πως η εργασία κατανέμεται ευρύτερα στον πληθυσμό και ανά τα χρόνια».
Οσον αφορά, όμως, την ισότητα των φύλων στην εργασία, εξακολουθεί να είναι μακρινός στόχος και για την Ολλανδία, καθώς οι γυναίκες εργάζονται κατά βάση σε θέσεις μερικής απασχόλησης. Και παρότι η μερική απασχόληση δεν συνεπάγεται χαμηλές αμοιβές ούτε επισφάλεια, εξακολουθεί να αποτελεί τροχοπέδη στην επαγγελματική εξέλιξη των γυναικών. Το 2019, για παράδειγμα, μόλις το 27% των διευθυντικών στελεχών ήταν γυναίκες, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ.
Το σύστημα επιβαρύνεται επίσης με ελλείψεις εργατικού δυναμικού σε διάφορους τομείς. Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα έντονο στην εκπαίδευση, με τους Financial Times να εξηγούν πως αυτό μπορεί να οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο, με την έλλειψη διδακτικού προσωπικού να καθιστά τις σχολικές ώρες λιγότερο παραγωγικές και τους γονείς να μην μπορούν, ως εκ τούτου, να δεσμευθούν να εργάζονται περισσότερο, ακόμη και αν το επιθυμούν, ώστε να διαβάζουν τα παιδιά τους.
Ωστόσο δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, ειδικά όσον αφορά την εκπαίδευση και τη φροντίδα, καθώς, αν όλοι εργάζονταν πέντε ημέρες την εβδομάδα, θα υπήρχε ανάγκη για πολύ περισσότερους εργαζόμενους για τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων, επειδή λιγότεροι άνθρωποι θα ήταν διαθέσιμοι για να φροντίζουν οι ίδιοι τις οικογένειές τους.
Ο Μπερτ Κολέιν, ο οικονομολόγος της ING, αναγνωρίζει ότι θεωρητικά η Ολλανδία «πατάει φρένο» στην ανάπτυξη με το να δουλεύουν λιγότερο οι πολίτες. «Αλλά δεν θα ήθελα ποτέ μια δυστοπική κοινωνία όπου όλοι δουλεύουν όπως στη Νότια Κορέα, μόνο και μόνο για να αυξάνεται το ΑΕΠ».
Τι δείχνει, λοιπόν, η εμπειρία της Ολλανδίας; Κυρίως πως η τετραήμερη εβδομάδα εργασίας δεν είναι ούτε «παράδεισος» ούτε «συνταγή καταστροφής». Οπως συνοψίζουν οι Financial Times, «το πραγματικό μάθημα είναι πως είναι απολύτως εφικτό η εργασία να οργανώνεται και να κατανέμεται με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Το ζήτημα είναι απλώς οι συμβιβασμοί που είναι διατεθειμένη να κάνει [η κάθε κοινωνία], τόσο όσον αφορά την οικονομία όσο και πέραν αυτής. Μιλώντας για υπέρβαση της οικονομίας, ένα υποτιμημένο επιχείρημα υπέρ της τετραήμερης εβδομάδας εργασίας είναι σίγουρα το εξής: τα παιδιά στην Ολλανδία χαρακτηρίζονται ως τα πιο ευτυχισμένα στον πλούσιο κόσμο».
