Αν είναι αλήθεια ότι η Ιστορία γράφεται από τους νικητές, είναι επίσης αλήθεια πως όταν υπάρχουν πολλοί νικητές και το πέρασμα του χρόνου μετριέται πλέον όχι σε χρόνια αλλά σε δεκαετίες, η Ιστορία μερικές φορές ξαναγράφεται από διάφορα μέρη, ενώ στη συνέχεια αναδύονται διαφορετικές αλήθειες και αντικρουόμενες εξιστορήσεις, ακόμη και μεταξύ εκείνων που βρίσκονταν στην ίδια πλευρά κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Αυτό επισημαίνει σε άρθρο του ο Λορέντσο Κρεμονέζι της Corriere della Sera, με αφορμή την 80ή επέτειο της συνθηκολόγησης της ναζιστικής Γερμανίας και τον τερματισμό του B’ Παγκόσμιου Πολέμου στην Ευρώπη.
Οκτώ δεκαετίες μετά τη νίκη επί του ναζισμού, ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν παρουσιάζει την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» εναντίον της Ουκρανίας ως συνέχεια του «Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου». Αντιθέτως, ο ηγέτης της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, υπενθυμίζοντας ότι ουκρανοί στρατιώτες υπηρετούσαν στον Κόκκινο Στρατό, τονίζει ότι μετά την πτώση του Βερολίνου ακολούθησε η σοβιετική καταπίεση και η Ανατολική Ευρώπη εγκαταλείφθηκε στα χέρια του Στάλιν.
Παρομοίως, οι Πολωνοί δεν θα ξεχάσουν ποτέ ότι οι ρώσοι στρατηγοί περίμεναν τη Βέρμαχτ να εξοντώσει τους αντάρτες της Εξέγερσης της Βαρσοβίας, προτού εισέλθουν στα ερείπια της πρωτεύουσας, έπειτα από μήνες στρατηγικά ενορχηστρωμένης καθυστέρησης. Ο ιταλός δημοσιογράφος σημειώνει επίσης πως ελάχιστοι στην Ανατολική Ευρώπη αλλά και μεταξύ των δυτικών ιστορικών αμφιβάλλουν για το πόσο καθοριστικό υπήρξε για τον ρου του πολέμου, κατά την πρώτη φάση του, το σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ του 1939, μέσω του οποίου το Τρίτο Ράιχ και η ΕΣΣΔ μοίρασαν αυθαίρετα μεγάλα κομμάτια της ηπείρου, κυριολεκτικά «καταβροχθίζοντας» την Πολωνία.
Ελάχιστοι αμφιβάλλουν επίσης ότι εάν ο Χίτλερ δεν είχε προδώσει τον Στάλιν, εξαπολύοντας την Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, κατά πάσα πιθανότητα η Μόσχα δεν θα έμπαινε στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμαχικών Δυνάμεων. Και σήμερα οι πολίτες των χωρών της Βαλτικής εξυμνούν πολύ περισσότερο τις κοινές προσπάθειες που κατέβαλαν οι πολίτες τους για να απαλλαγούν, επιτέλους, από τον έλεγχο της Μόσχας μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, παρά στις «ένδοξες» ημέρες του 1945.
Οσο για την υπόλοιπη Ευρώπη, χρειάστηκαν οι οδυνηρές αποτυχίες της Ουγγρικής Επανάστασης, το 1956, και της Ανοιξης της Πράγας, το 1968, για να αντιληφθεί η Δυτική Ευρώπη ότι πίσω από το Τείχος του Βερολίνου και το Σιδηρούν Παραπέτασμα υπήρχαν πολλοί, οι περισσότεροι, που ζητούσαν από τις δυτικές δημοκρατίες να μην ξεχάσουν τις πατρίδες τους.
Οπως έγραψε ο Ρότζερ Κοέν, παλαίμαχος ξένος ανταποκριτής (σε 15 χώρες) και νυν επικεφαλής του γραφείου των New York Times στο Παρίσι, 80 χρόνια μετά την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας, η Ευρώπη είναι σήμερα «μόνη και σοκαρισμένη», και τρόπον τινά προδομένη από τον (έως πριν από λίγους μήνες) στενότερο και πιο έμπιστο σύμμαχό της τις τελευταίες οκτώ δεκαετίες.
«Ο Τραμπ, αν και άξεστος, αδαής, χυδαίος και βίαιος στις εκδηλώσεις του, αναβιώνει την παλιά απομονωτική τάση της πατρίδας του. Θα είναι αυτό ένα ωφέλιμο τραύμα, ώστε να “απογαλακτιστούμε” και να μάθουμε να στεκόμαστε στα δικά μας πόδια, χωρίς να αθετούμε τις υποσχέσεις για ένα δημοκρατικό μέλλον και τους διεθνείς κανόνες που εμείς θεσπίσαμε μετά την εμπειρία του ολοκληρωτισμού;
»Ή μήπως οι εθνικισμοί, οι τοπικιστικοί εγωισμοί, ο τυφλός ρατσισμός και η ξενοφοβία θα αναβιώσουν και σε εμάς;», διερωτάται ο Λορέντσο Κρεμονέζι. «Δεν γνωρίζουμε. Το μέλλον είναι αβέβαιο. Παραμένει, ωστόσο, σαφές ότι οι προκλήσεις του παρόντος είναι πιο σοβαρές και απειλητικές από εκείνες των επετείων των τελευταίων δεκαετιών», απαντάει.
