Ο Eρντογάν βλέπει το πολιτικό του κεφάλαιο να ακολουθεί την αξία της λίρας. Ομως δεν θα συμβιβαστεί εύκολα με την ιδέα να πάει σπίτι του | REUTERS/Murad Sezer/ CreativeProtagon
Θέματα

Πόσο ακόμη μπορεί να αντέξει ο Ερντογάν;

Ηταν 3 Νοεμβρίου 2002 όταν κατέκτησε την εξουσία, έχουν περάσει 19 χρόνια. Και η υποστήριξη για το κόμμα του έχει πέσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Με μια οικονομία που παραπαίει και με περίπου το 1/3 των τούρκων πολιτών «να μην τα βγάζουν πέρα», ο πολιτικός ορίζοντας είναι ομιχλώδης
Protagon Team

Πραγματοποιήθηκε, τελικά, και μάλιστα σε «πολύ θετικό κλίμα» (σύμφωνα με τους Τούρκους), η συνάντηση του Ταγίπ Ερντογάν με τον Τζο Μπάιντεν. Αυτό, ωστόσο, δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας καλείται να αντιμετωπίσει μια τεράστια απειλή, για την πατρίδα του και τους περισσότερους από 85 εκατομμύρια πολίτες της, αλλά και για τον ίδιο, για την κυβέρνησή του και το κόμμα του. Η απειλή αυτή είναι η οικονομία που νοσεί, τόσο βαριά, που ακόμα και οι προσεκτικοί στις προβλέψεις τους Financial Times διερωτώνται εάν θα αντέξει ο τούρκος πρόεδρος στις ολοένα πιο έντονες πιέσεις που ασκούνται στον ίδιο και στην κυβέρνησή του.

Σε εκτενές ρεπορτάζ της, η Λόρα Πίτελ, ανταποκρίτρια της λονδρέζικης εφημερίδας στην Αγκυρα, υπενθυμίζει ότι «ο Ερντογάν αντιμετωπίζει ολοένα και περισσότερα προειδοποιητικά σημάδια ότι ο ιδιότυπος τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται την 765 δισ. δολαρίων οικονομία της Τουρκίας δεν αποδίδει. Ενώ στα χαρτιά η οικονομική ανάπτυξη φαίνεται ικανοποιητική, αυτό δεν μεταφράστηκε σε θέσεις εργασίας. Ο πληθωρισμός σχεδόν έφτασε στο 20% τον Σεπτέμβριο και το εθνικό νόμισμα χάνει αξία. Πριν από μία δεκαετία ένα δολάριο κόστιζε περίπου 2 λίρες, σήμερα κοστίζει σχεδόν δέκα».

Περισσότερο ανησυχητικό, όμως, για τον Ερντογάν είναι ότι 19 χρόνια (συμπληρώνονται την Τετάρτη 3 Νοεμβρίου) αφότου κέρδισε την εξουσία, η υποστήριξη για το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) έχει μειωθεί περί τις 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με πριν από μία τριετία και κυμαίνεται πλέον σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, μεταξύ 30% και 33%.

«Ο πιο σημαντικός λόγος είναι η οικονομία», ανάφερε στη βρετανίδα δημοσιογράφο ο Οζέρ Σεντσάρ, διευθυντής της εταιρείας δημοσκοπήσεων Metropoll. «Αυτήν την περίοδο υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές ανάγκες τους. Περίπου το 30% του εκλογικού σώματος δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που οι άνθρωποι εγκαταλείπουν το AKP», πρόσθεσε.

Σχολιάζοντας τη στάση της αντιπολίτευσης στο πλαίσιο της εν λόγω εξαιρετικά δύσκολης κατάστασης  –για τους απλούς Τούρκους, αλλά και για την ηγεσία της Τουρκίας– η Λόρα Πίτελ επισημαίνει πως «ποτέ ξανά δεν ήταν τόσο επιθετική. Παρότι άλλοι την κατηγορούν για ευσεβείς πόθους, η αντιπολίτευση είναι πεπεισμένη ότι τα προβλήματα της οικονομίας θα τη βοηθήσουν να ρίξει τον Ερντογάν».

Επίσημα, γενικές εκλογές στην Τουρκία πρόκειται να πραγματοποιηθούν το 2023, χρονιά κατά την οποία συμπληρώνεται ένας αιώνας από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας. Ωστόσο κάποιοι αναλυτές προβλέπουν ότι κάποια στιγμή θα προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές, ακόμη και κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου της επόμενης χρονιάς.

«Δεν απομένει πολύς καιρός. Κάντε υπομονή. Ενδέχεται να πεινάτε. Ενδέχεται να σας κόψουν το ρεύμα. Ενδέχεται να σας συλλάβουν, να σας ρίξουν στη φυλακή, ακόμη και να σας βασανίσουν και να σας γυμνώσουν για να σας ελέγξουν. Αλλά κάντε υπομονή. Δεν απομένει πολύς καιρός», υποστήριξε ο Κεμάλ Κιλιντσάρογλου, ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP).

Από το κακό στο χειρότερο

Την άποψή του περί του επικείμενου τέλους του Ερντογάν συμμερίζονται πάρα πολλοί στη χώρα, με την πλειονότητα των τούρκων ψηφοφόρων να θεωρεί, πλέον, πως εάν διεξάγονταν αυτήν την περίοδο εκλογές, ο Ερντογάν και το κόμμα του θα ηττούνταν. Ο πρόεδρος της Τουρκίας, ωστόσο, φαίνεται πως «είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει να ακούσει αυτούς που τον προτρέπουν να αλλάξει πορεία», σημειώνει η ανταποκρίτρια των FT.

Συνομιλώντας μαζί της, πρώην υπουργός που διαφωνεί με την κατεύθυνση που έχει πάρει η κυβέρνησή του υποστήριξε ότι «η εσωτερική πολιτική, η εξωτερική πολιτική, η οικονομία, όλα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Υπάρχει ακόμη δυνατότητα να αντιστραφεί η κατάσταση, να αλλάξει το κλίμα, να αλλάξουν τα δεδομένα. Αλλά υπάρχει μόνον ένας άνθρωπος που μπορεί να το κάνει αυτό. Είναι στο χέρι του», είπε, αναφερόμενος, φυσικά, στον Ερντογάν.

Ομως οι επικριτές του τούρκου προέδρου απορρίπτουν τον εν λόγω ισχυρισμό και διατείνονται, αντιθέτως, πως έχει ξεμείνει, όχι μόνο από ενέργεια, αλλά και από ιδέες και χρόνο. Σύμφωνα με τον Ουμίτ Οζλάλε, έναν από τους αντιπροέδρους του κεντροδεξιού Καλού Κόμματος (IYI Parti) τα ποσοστά του οποίου βελτιώνονται διαρκώς και θα μπορούσε ακόμα και να συγκυβερνήσει μαζί με το CHP εάν η αντιπολίτευση κερδίσει την εξουσία, το πρόβλημα έγκειται στο σχεδόν απόλυτα συγκεντρωτικό σύστημα διακυβέρνησης που εφάρμοσε ο Ερντογάν πριν από μία τριετία και αποδεικνύεται σήμερα πως δεν είναι κατάλληλο για την αντιμετώπιση των πολλών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα. «Ο Ερντογάν είναι ο μοναδικός που λαμβάνει αποφάσεις. Δεν διαθέτει καλό δίκτυο ενημέρωσης. Γερνάει και εξαντλείται», ανέφερε.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο τούρκος πρόεδρος, που επί πολλά χρόνια θριάμβευε στις εκλογικές αναμετρήσεις, κυρίως χάρη στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου εκατομμυρίων ανθρώπων, εξακολουθεί να αρνείται την εξαιρετικά δύσκολη καθημερινότητα εκατομμυρίων συμπολιτών του, εστιάζοντας στις εντυπωσιακές προβλέψεις όσον αφορά την ανάπτυξη. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, για παράδειγμα, εκτιμά ότι το ΑΕΠ της Τουρκίας θα αυξηθεί κατά 9% φέτος, ποσοστό που θέτει τη χώρα μπροστά, ακόμη και από την Κίνα, και πίσω μόνο από την Ινδία.

Την ίδια ώρα, όμως, ακόμη και η Tusiad, η μεγαλύτερη επιχειρηματική ένωση της χώρας, που συνήθως αποφεύγει να κρίνει τις επιλογές και τις πολιτικές του Ερντογάν, προειδοποίησε ότι η μανία της κυβέρνησης για την ανάπτυξη με κάθε κόστος βλάπτει την Τουρκία.

Καθημερινή φτωχοποίηση

Οι μισθοί αυξήθηκαν, αλλά αυξήθηκε περισσότερο o πληθωρισμός. Πιο βαριά επλήγησαν τα νοικοκυριά χαμηλών εισοδημάτων, κυρίως εξαιτίας της επακόλουθης επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου. Επειτα από 15 χρόνια κατά τα οποία η φτώχεια μειωνόταν στην Τουρκία, άρχισε να αυξάνεται ξανά το 2019, έπειτα από μία νομισματική κρίση που οδήγησε σε ύφεση και επέφερε την απώλεια ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας.

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, τα στοιχειώδη μέσα για να ζουν στερούνται 8,4 εκατομμύρια άνθρωποι. Αλλά ο Ερντογάν συνέχισε να καταφεύγει στον φθηνό δανεισμό, επιδιώκοντας να τονώσει την κατανάλωση αλλά και τον κατασκευαστικό κλάδο, παρότι το εν λόγω μοντέλο «επέφερε χρόνιο πληθωρισμό, αποδυνάμωσε το εθνικό νόμισμα και φτώχυνε τη χώρα», σημειώνει η Λόρα Πίτελ, αναφέροντας ενδεικτικά πως ενώ το 2007 οι ξένες άμεσες επενδύσεις στην Τουρκία ξεπέρασαν τα 19 δισεκατομμύρια δολάρια, πέρυσι έφτασαν μόλις στα 8,5 δισεκατομμύρια.

Εχοντας τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο επί παντός επιστητού, ο Ερντογάν δεν δίστασε να συγκρουστεί με την επίσημα ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα της Τουρκίας, απαιτώντας ολοένα χαμηλότερα επιτόκια, θεωρώντας, «σε αντίθεση με την οικονομική ορθοδοξία», πως συμβάλλουν στην καταπολέμηση του πληθωρισμού. Η χαλαρή νομισματική πολιτική σε συνδυασμό με τη ραγδαία αύξηση των τιμών επέφερε διαδοχικές υποτιμήσεις της λίρας.

Οι διεθνείς επενδυτές, τα χρήματα των οποίων είναι πολύτιμα για την εξυπηρέτηση του ύψους 450 δισεκατομμυρίων εξωτερικού χρέους της Τουρκίας, χαιρέτισαν πέρυσι την αποπομπή του γαμπρού του Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, από το υπουργείο Οικονομικών της χώρας, εκφράζοντας συγχρόνως την ικανοποίησή τους για την ανάληψη της διοίκησης της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας από τον Νατσί Αγκμπάλ, έναν εγνωσμένου κύρους τεχνοκράτη. Επειτα από μόλις τέσσερις μήνες, ωστόσο, ο Ερντογάν τον έπαυσε από τα καθήκοντά του. Ο διάδοχός, ονόματι Σαχάπ Καβτζίογλου, άρχισε τον περασμένο Σεπτέμβριο να μειώνει τα επιτόκια.

«Είναι σαν την ημέρα της μαρμότας», σημείωσε ο Ζοζέφ Μουαουάντ, υψηλόβαθμο στέλεχος της κορυφαίας εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων Carmignac. Εξακολουθούμε να έχουμε αυτούς τους κύκλους: ο τούρκος κεντρικός τραπεζίτης αυξάνει τα επιτόκια, ο Ερντογάν αναστατώνεται, αλλάζει τη διοίκηση, αυτή μειώνει τα επιτόκια και όταν η κατάσταση είναι πραγματικά άσχημη, την αλλάζει ξανά και αυτή αυξάνει τα επιτόκια», εξήγησε.

Φοβούνται να του πουν την αλήθεια

Μέλη της κυβέρνησης και εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου υποστηρίζουν πως παρότι ο Ερντογάν έχει μια ισχνή αντίληψη των οικονομικών, σπάνια αμφισβητείται ακόμη και από τους πιο στενούς συνεργάτες του.

«Οι υπουργοί μας λένε: “πρέπει να μιλήσετε στον πρόεδρο, ούτως ώστε να αντιληφθεί την κατάσταση”. Αλλά γιατί πρέπει να το κάνουμε εμείς αυτό; Αυτή είναι δική τους δουλειά», είπε υψηλόβαθμο στέλεχος μεγάλου επιχειρηματικού ομίλου της Τουρκίας. «Ο πρόεδρος δεν θέλει ισχυρούς ανθρώπους γύρω του. Ολοι το γνωρίζουν αυτό. Οπότε κανένας δεν είναι διατεθειμένος να πει την αλήθεια», σημείωσε από την πλευρά του κυβερνητικός αξιωματούχος.

Υπάρχουν, ωστόσο, κάποιοι που πιστεύουν πως ο Ερντογάν δεν είναι τόσο αδαής όσο φαίνεται. Ο Μπουράκ Μπιλγκεχάν Οζπέκ, πολιτικός επιστήμονας στο πανεπιστήμιο TOBB της Αγκυρας, υποστηρίζει, για παράδειγμα, ότι τα χαμηλά επιτόκια και το φθηνό νόμισμα ωφελούν το δίκτυο των ημέτερων του τούρκου προέδρου, ειδικά εκείνων που δραστηριοποιούνται στον τουρισμό και στον κατασκευαστικό κλάδο και στηρίζουν παραδοσιακά τον Ερντογάν και την κυβέρνησή του.

«Ο σωστός όρος στην προκειμένη περίπτωση είναι επιβίωση… Δεν θέλει να έχει μια δυναμική οικονομία, δεν επιθυμεί να τονώσει την τουρκική οικονομία, αλλά θέλει μια οικονομία που να επαρκεί για να κερδίσει τις επόμενες εκλογές», εξήγησε ο τούρκος πανεπιστημιακός.

Ο κίνδυνος του εθισμού στην εξουσία

Ομως την ώρα που η αντιπολίτευση στην Τουρκία διατείνεται ότι το τέλος του Ερντογάν διαφαίνεται ήδη στον ορίζοντα, πολλοί διεθνείς αναλυτές εκφράζουν τις αμφιβολίες τους. «Ονειρεύονται. Πόσους αυταρχικούς ηγέτες, που απλώς αποχώρησαν, μπορείτε να σκεφτείτε;» ανέφερε χαρακτηριστικά ένας ευρωπαίος διπλωμάτης.

Η αντιπολίτευση δηλώνει πως το ότι το κυβερνών κόμμα απώλεσε και την Κωνσταντινούπολη και την Αγκυρα στις δημοτικές εκλογές του 2019, αποδεικνύει ότι ο Ερντογάν μπορεί να ηττηθεί όταν οι αντίπαλοί του ενώνουν τις δυνάμεις τους. Ταυτόχρονα απορρίπτουν τις ανησυχίες όσον αφορά το ενδεχόμενο στοιχεία του βαθέος κράτους της Τουρκίας (υπηρεσίες ασφαλείας, αστυνομία, εκπρόσωποι του στρατού αλλά και εγκληματικές φυσιογνωμίες) να αναλάβουν δράση με στόχο τη στήριξη ενός προέδρου που παραπαίει.

Αλλοι, ωστόσο, υπενθυμίζουν ότι ο Ερντογάν δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να χάσει τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης, οπότε μετά την επικράτηση του Εκρέμ Ιμάμογλου δεν δίστασε να αμφισβητήσει το εκλογικό αποτέλεσμα, απαιτώντας την επανάληψη της διαδικασίας, η οποία επαναλήφθηκε, τελικά, μόνο και μόνο για να επανεκλεγεί ο νυν δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης με ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό.

«Αυτό αποδεικνύει πόσο μακριά είναι διατεθειμένος να πάει ο Ερντογάν», σημείωσε η Ασλί Αϊντιντασμπάς, συνεργάτιδα του European Council on Foreign Relations. «Αυτό μας λέει ότι το ζήτημα δεν αφορά μόνον το εκλογικό αποτέλεσμα, ότι δεν πρόκειται απλώς για ένα αριθμητικό παιχνίδι, πως θα ασκηθούν κάθε είδους πολιτικές πιέσεις και θα προβάλουν αντίσταση ο Ερντογάν και όσοι συμμετέχουν στον συνασπισμό του», προειδοποιεί η τουρκάλα ειδικός.

Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος η αντιπολίτευση της Τουρκίας να μην εκμεταλλευτεί την ευκαιρία να απαλλαγεί από τον Ερντογάν. Παρά τις διαρκείς προσπάθειες του τούρκου προέδρου να διαλύσει την «απίθανη συμμαχία του αριστερού CHP με το δεξιό IYI, τους Κούρδους και άλλα μικρότερα κόμματα», εξηγεί η βρετανίδα δημοσιογράφος, η αντιπολίτευση στην Τουρκία παραμένει ενωμένη.

Αλλά οι δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν πως πάρα πολλοί αναποφάσιστοι ψηφοφόροι, παρότι είναι δυσαρεστημένοι με το κυβερνών κόμμα, δεν εμπιστεύονται ούτε τα κόμματα της αντιπολίτευσης. «Φεύγουν από το ΑKP αλλά δεν θεωρούν πως ανήκουν σε κάποιο από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Εάν η αντιπολίτευση δεν επιλέξει έναν αρκετά ισχυρό υποψήφιο, τότε ο Ερντογάν θα συνεχίσει να έχει τη δυνατότητα να κερδίσει», είπε ο Οζέρ Σεντσάρ, ο διευθυντής της εταιρείας δημοσκοπήσεων Metropoll.