Θέματα

PANAMA PAPERS: Η εταιρεία του σκανδάλου και η κατάρρευσή της

Μια δεύτερη διαρροή εσωτερικών εγγράφων αποκαλύπτει τον πανικό και το χάος που σημάδεψαν την αρχή του τέλους της δικηγορικής εταιρείας πίσω από τα Panama Papers
Will Fitzgibbon & Ben Hallman

Την 9η Μαρτίου του 2016, οι υπάλληλοι της Mossack Fonseca, μιας νομικής εταιρείας του Παναμά η οποία επί δεκαετίες φύλασσε τα οικονομικά μυστικά διεθνών διασημοτήτων, ολιγαρχών και εγκληματιών, ανακάλυψαν κάτι ανατριχιαστικό. Κάποιος είχε αντιγράψει τεράστιες ποσότητες δεδομένων από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές τους.

Μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, συμβόλαια, κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών – 11,5 εκατομμύρια έγγραφα με αρχεία των πιο ευαίσθητων πελατών της εταιρείας, 2,6 δισεκατομμύρια terabytes δεδομένων, υφαρπάχτηκαν.

Ξαφνικά η συνήθης πρακτική του να ιδρύονται «εταιρείες-κελύφη» σε φορολογικούς παραδείσους δεν αποτελούσε πλέον προτεραιότητα. Αντιθέτως, νέα έγγραφα της Mossack Fonseca αποκαλύπτουν πως οι υπάλληλοι της ξεκίνησαν να εργάζονται ξέφρενα για μια νέα αποστολή: να εντοπίσουν, δηλαδή, ποιοι ήταν οι πελάτες της εταιρείας.

Ως ένας από τους κύριους παίκτες στον κόσμο της υπεράκτιας οικονομίας, η Mossack Fonseca αψηφούσε επί χρόνια κανόνες που απαιτούν από δικηγόρους και άλλους ειδικούς στις υπεράκτιες συναλλαγές να ταυτοποιούν και να ελέγχουν τους πελάτες τους, ρυθμίσεις που σχεδιάστηκαν για να αποτρέπουν την προώθηση εγκληματικών δραστηριοτήτων.

Κατά τη διάρκεια των εβδομάδων και μηνών που ακολούθησαν, όπως αποδεικνύουν τα νέα έγγραφα που διέρρευσαν, οι υπάλληλοι της Mossack Fonseca απέστελλαν με φρενήρεις ρυθμούς emails σε τραπεζίτες, λογιστές και δικηγόρους – στους επαγγελματίες με τους οποίους συνεργαζόταν η εταιρεία για να στήνουν offshore για πλούσιους πελάτες που ήθελαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους – επιδιώκοντας να κλείσουν τα όποια κενά στο σύστημα τήρησης αρχείων. Οι μεσάζοντες συνεργάτες της Mossack Fonseca απαντούσαν πανικόβλητοι και οργισμένοι.

«Ο ΠΕΛΑΤΗΣ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΗΚΕ! ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΠΛΕΟΝ ΝΑ ΤΟΝ ΒΡΩ!!!!!!», έγραψε τον Μάρτιο του 2017 η Nicole Didi, μια σύμβουλος διαχείρισης περιουσίας από την Ελβετία: εκπρόσωπος για μεγάλο χρονικό διάστημα της Mossack Fonseca, ενεργούσε εκ μέρους 80 επιχειρήσεων που ίδρυσε η νομική εταιρεία.

«Αυτό έχει καταντήσει γελοίο», έγραψε ο Eliezer Panell, ένας δικηγόρος από τη Φλόριντα ο οποίος αγανάκτησε με τα πολλαπλά αιτήματα της Mossack Fonseca – μερικές φορές και μέρα παρά μέρα – για να αποκτήσει και να μοιραστεί έγγραφα από τους ιδιοκτήτες δύο offshore εταιρειών ούτως ώστε να εξακριβωθούν τα προσωπικά στοιχεία τους.

«ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΜΕ, μία ημέρα αφότου ζητήσαμε κάποια έγγραφα και να ζητάμε κάτι άλλο», έγραψε. «ΦΑΙΝΟΜΑΣΤΕ ΣΑΝ ΓΑΜ…ΜΕΝΟΙ ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΕΣ. Μια επιχείρηση του Micky Mouse».

Τα νέα έγγραφα αποκαλύπτουν ότι η Mossack Fonseca δεν μπορούσε να εξακριβώσει τα στοιχεία δεκάδων χιλιάδων ιδιοκτητών εταιρειών που είχε εγγράψει σε αδιαφανείς και με χαμηλούς συντελεστές φορολογικές δικαιοδοσίες, (σ.σ. τους γνωστούς φορολογικούς παραδείσους). Δύο μήνες αφότου έλαβε γνώση για τη διαρροή των εγγράφων της, η δικηγορική εταιρεία εξακολουθούσε να μην μπορεί να εντοπίσει τους ιδιοκτήτες περισσότερων από το 70% των 28.500 εταιρειών σε λειτουργία στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, τον πιο πολυσύχναστο υπεράκτιο κόμβο της εταιρείας, και το 75% από 10.500 offshore στον Παναμά, σύμφωνα με τα αρχεία.

Η άγνοια της εταιρείας όσον αφορά αυτούς που επωφελήθηκαν από τις offshore στην ίδρυση των οποίων συνέβαλε, αποτελούσε έναν σημαντικό κίνδυνο. Η μη συμμόρφωση με τους κανόνες περί ελέγχου των πελατών θα μπορούσε να εκθέσει την Mossack Fonseca σε μηνύσεις, ακόμα και ποινικές έρευνες, και να την εξαναγκάσει να κλείσει τις υπεράκτιες εταιρείες, προκαλώντας έτσι χάος στις εργασίες, τις δικές της αλλά και των πελατών της.

Οι προϋποθέσεις περί γνώσης της ταυτότητας των πελατών (Know-your-client standards) έγιναν ακόμη πιο αυστηρές καθώς οι κυβερνήσεις ενέτειναν τις προσπάθειες τους να καταπολεμήσουν τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Η κατάφωρη παραβίαση μιας τόσο θεμελιώδους νομικής υποχρέωσης από την πλευρά της Mossack Fonseca υπήρξε αξιοσημείωτη, δηλώνουν οι ειδικοί.

Η εν λόγω περιγραφή των τελευταίων μηνών της Mossack Fonseca είναι το αποτέλεσμα μιας δεύτερης μεγάλης διαρροής εγγράφων από τη δικηγορική εταιρεία. Η πρώτη διαρροή οδήγησε στην έρευνα των Panama Papers και τη διάλυση της εταιρείας.

Τον Απρίλιο του 2016 η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) και περισσότερα από 100 συνεργαζόμενα μέσα ενημέρωσης (σ.σ. ανάμεσά τους και το Protagon) δημοσίευσαν εκατοντάδες ρεπορτάζ βασιζόμενα στη διαρροή εκατομμυρίων εσωτερικών εγγράφων που εξέθεταν τις εσωτερικές λειτουργίες της εταιρείας από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 έως το 2015.

Η έρευνα των Panama Papers συντάραξε τον κόσμο της πολιτικής, της οικονομίας και του δικαίου. Στον κατάλογο με τα αφανή συμβαλλόμενα μέρη που χρησιμοποίησαν τις υπηρεσίες της Mossack Fonseca συμπεριλαμβάνονταν μέλη του στενού κύκλου του Βλαντίμιρ Πούτιν (φωτογραφία κάτω), ο τότε πρωθυπουργός της Ισλανδίας, και μια εταιρεία ύποπτη για την κατοχή των λαφύρων μιας περίφημης ληστείας χρυσού που σημειώθηκε στο Λονδίνο το 1983.

Ο πρωθυπουργός της Ισλανδίας Σιγκμούντουρ Ντάβιντ Γκουνλάουγκσον παραιτήθηκε όταν η έρευνα αποκάλυψε μερίδιό του σε υπεράκτια εταιρεία που χρησιμοποίησε κρυφά μαζί με τη γυναίκα του για την κατοχή περίπου 4 εκατομμυρίων δολαρίων σε ομόλογα σε τράπεζες της Ισλανδίας, ακόμα και όταν η κυβέρνησή του διαπραγματευόταν με τους πιστωτές των τραπεζών.

Οι Πακιστανοί κατέβηκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν, όταν αποκαλύφθηκε ότι παιδιά του τότε πρωθυπουργού Ναουάζ Σαρίφ είχαν ιδρύσει «εταιρείες-κελύφη» ώστε να αποκτήσουν διακριτικά την κυριότητα ενός ακινήτου αξίας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων στο Λονδίνο. Ο Σαρίφ παραιτήθηκε τον Ιούλιο του 2017 όταν το Ανώτατο Δικαστήριο του Πακιστάν τον έκρινε ακατάλληλο για το αξίωμα.

Η αστυνομία εισέβαλε σε γραφεία της Mossack Fonseca στο Ελ Σαλβαδόρ, το Περού και την Πόλη του Παναμά. Έως το τέλος του 2016, κυβερνήσεις και εταιρείες σε 79 χώρες είχαν δώσει εντολή για την έναρξη 150 ερευνών, ακροάσεων και ανακρίσεων σχετικά με τις δράσεις της εταιρείας, των διαμεσολαβητών ή των πελατών της.

Τα νέα έγγραφα που διέρρευσαν προσφέρουν μια εικόνα από το εσωτερικό της Mossack Fonseca και του κύκλου των επαγγελματιών με τους οποίους συνεργαζόταν τις εβδομάδες λίγο πριν από τη δημοσίευση της έρευνας για τα Panama Papers αλλά και κατά τις ημέρες που ακολούθησαν, καθώς η εταιρεία πάσχιζε να εντοπίσει πελάτες της, και οι πελάτες άρχισαν να απομακρύνονται. Τα έγγραφα, μεταξύ των οποίων εμπεριέχονται emails, φωτοτυπίες διαβατηρίων και φάκελοι ποινικών υποθέσεων, χρονολογούνται από τις αρχές του 2016 έως το τέλος του 2017, λίγους μήνες πριν από την κατάρρευση της εταιρείας.

Τις πληροφορίες απέκτησε η ίδια εφημερίδα που αποκάλυψε την πρώτη διαρροή, η Süddeutsche Zeitung, η οποία μοιράστηκε τα αρχεία με την Διεθνή Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) και τα ΜΜΕ που συνεργάζονται μαζί της.

Δεκαετίες μυστικότητας και μετά μια διαρροή

To 1986, o Γιούργκεν Μόσακ (δεξιά στη φωτογραφία κάτω), ένας γερμανός μετανάστης ο πατέρας του οποίου κατέφυγε με την οικογένειά του στον Παναμά αφού υπηρέτησε στα Waffen-SS του Χίτλερ και ο Ραμόν Φονσέκα (αριστερα στη φωτογραφία κάτω), διακεκριμένος συγγραφέας και δικηγόρος του Παναμά, συγχώνευσαν τις νομικές δραστηριότητές τους.

Η Mossack Fonseca εξειδικεύτηκε στο να βοηθά του πλούσιους να αποκρύπτουν τον πλούτο τους σε υπεράκτια καταφύγια. Από τη βάση της, στην Πόλη του Παναμά, η εταιρεία επέκτεινε τις δραστηριότητές της σε περισσότερες από 30 χώρες, συνεργαζόμενη στενά με διεθνείς τράπεζες μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν η HSBC, η UBS, η Credit Suisse και δικηγορικά γραφεία στην Ολλανδία, το Μεξικό, τις ΗΠΑ και την Ελβετία.

Η Mossack Fonseca σπάνια ερχόταν σε επαφή με τους τελικούς αποδέκτες των υπηρεσιών της. Επικοινωνούσε μέσω των μεσαζόντων που παρεμβάλονταν μεταξύ της εταιρείας και των εύπορων ατόμων που επιδίωκαν να προστατέψουν πολυτελείς κατοικίες, θαλαμηγούς και αεροπλάνα, τραπεζικούς λογαριασμούς και πολύτιμες συλλογές έργων τέχνης από απρόβλεπτες δικαστικές διαμάχες, πρώην συζύγους και σχολαστικούς φορολογικούς ελεγκτές. Οι αποδέκτες των διακριτικών υπηρεσιών της Mossack Fonseca χρησιμοποιούσαν επίσης τις «εταιρείες – κελύφη» για να δωροδοκούν κυβερνήσεις και να αποκρύπτουν βουνά μετρητών.

H Mossack Fonseca επιχειρούσε κατά κύριο λόγο στην αφάνεια επί δεκαετίες. Στη συνέχεια, κάποιος πήρε έναν τεράστιο θησαυρό με τα πιο απόρρητα αρχεία της, τα οποία βρήκαν τον δρόμο τους προς τους δημοσιογράφους.

Στις αρχές του Μαρτίου του 2016, οι δημοσιογράφοι του ICIJ ξεκίνησαν να τηλεφωνούν στη Mossack Fonseca και τους συνεργάτες της που εκτελούσαν χρέη μεσαζόντων. Μετά την ανακάλυψη της παραβίασης του υπολογιστή, η εταιρεία εισήλθε πλήρως σε κατάσταση κρίσης.

Την ημέρα μετά την επιβεβαίωση της διαρροής, δικηγόρος της Mossack Fonseca ζήτησε από την Γενική Εισαγγελέα του Παναμά να δώσει εντολή για την έναρξη ποινικής έρευνας και «επειγόντως να ανακρίνει» δημοσιογράφους από τη Γαλλία, τη Δανία, την Αυστραλία, τις ΗΠΑ και τη Γερμανία που βρίσκονταν στον Παναμά και γύριζαν ντοκιμαντέρ σχετικά με αυτό που επρόκειτο να εξελιχθεί στην έρευνα για τα Panama Papers. Ο δικηγόρος απαίτησε, χωρίς επιτυχία, να μην επιτραπεί στους δημοσιογράφους να εγκαταλείψουν τον Παναμά ή το ξενοδοχείο Hilton όπου διέμεναν έως ότου αποκαλύψουν πώς απέκτησαν έγγραφα της Mossack Fonseca.

Μετά την δημοσίευση των πρώτων δημοσιογραφικών ερευνών των Panama Papers, στις 3 Απριλίου, οι κλήσεις και τα emails προς τη νομική εταιρεία πολλαπλασιάστηκαν. Η χρήση της διεύθυνσης ηλεκτρονικής αλληλογραφίας CrisisCommitte@mossfon εντατικοποιήθηκε, όπως αποκαλύπτουν τα αρχεία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, επιφανείς πελάτες έσπευσαν να αποδείξουν στη Mossack Fonseca ότι είναι όντως πελάτες της.

Βοηθοί του προέδρου της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο (φωτογραφία επάνω) έστειλαν στην βαλλόμενη νομική εταιρεία έναν λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, αφότου οι αρμόδιες αρχές για την πάταξη του ξεπλύματος μαύρου χρήματος στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους επιδίωξαν να επιβεβαιώσουν τους τίτλους κυριότητας μιας υπεράκτιας εταιρείας του Ποροσένκο. Δικηγόροι του επικεφαλής των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων Σεΐχη Χαλίφα μπιν Ζαγέντ Aλ Ναχιά, έγραψαν βιαστικά μια προστατευμένη με κωδικό ηλεκτρονική επιστολή σχετικά με το διαβατήριό του και τα μέλη της οικογένειάς του. Τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία θα επέτρεπαν στον μονάρχη να συνεχίσει να είναι ο ιδιοκτήτης και διαχειριστής ακινήτων στη Βρετανία μέσω υπεράκτιων εταιρειών.

Στην αλληλογραφία συμπεριλαμβάνονται 17 emails με εκπροσώπους του αστέρα του Χόλιγουντ Τζάκι Τσαν (φωτογραφία κάτω), πελάτη της Mossack Fonseca ο οποίος παρέσχε σκαναρισμένο αντίγραφο του διαβατηρίου του και έναν λογαριασμό της American Express, ούτως ώστε να κρατήσει ανοικτές τις υπεράκτιες εταιρείες του παραγωγής ταινιών και να συνεχίσει τις υπεράκτιες συναλλαγές του αλλά και για να βοηθήσει τη Mossack Fonseca να αποφύγει την επιβολή προστίμου για ελλιπή τεκμηρίωση στοιχείων.

Η Mossack Fonseca επικοινώνησε επίσης με δικηγόρους που συμμετείχαν στη διαχείριση της παναμέζικης εταιρείας του αργεντινού αστέρα του ποδοσφαίρου Λιονέλ Μέσι, ο οποίος πρόσφατα κρίθηκε ένοχος για φοροδιαφυγή στην Ισπανία στο πλαίσιο μιας υπόθεσης που δεν σχετίζεται με τα Panama Papers.

Κάποιοι άλλοι αντέδρασαν στην είδηση της διαρροής με δυσπιστία και οργή. Ένας τρομοκρατημένος λογιστής από την Ουρουγουάη σταμάτησε να απαντά στο τηλέφωνο και απέρριψε την πρόταση της εταιρείας να μεταχρονολογήσει με το χέρι ένα παλιό έγγραφο ούτως ώστε να φαίνεται πως η εταιρεία κατείχε ακριβή στοιχεία για την κυριότητα μιας εταιρείας που ελεγχόταν από την οικογένεια του προέδρου της Αργεντινής Μαουρίτσιο Μάκρι. Η ιδέα εγκαταλείφθηκε όταν ο λογιστής είπε στη Mossack Fonseca ότι το έγγραφο θα «απορριπτόταν από οποιονδήποτε ειδικό στη γραφολογία».

Ένας δικηγόρος που εκπροσωπούσε τον πρόεδρο της Γερουσίας της Νιγηρίας Μπουκόλα Σαράκι και τη σύζυγό του πήρε μια νυχτερινή απευθείας πτήση από το Λονδίνο στον Παναμά. Και ένας από τους πιο επιφανείς δικηγόρους της Ελβετίας επέκρινε έντονα την εταιρεία εκ μέρους της οικογένειας του Μπένι Στάινμετζ, μεγιστάνα ορυχείων για τον οποίον διενεργείται έρευνα στο Ισραήλ για διαφθορά και δωροδοκία στην Αφρική.

«Η διαρροή πληροφοριών τις οποίες κατείχε η Mossack Fonseca & Co προκάλεσε σημαντική ζημιά στους πελάτες μας, που έκαναν λάθος να σας εμπιστευτούν και να πιστέψουν στις ικανότητές και στον επαγγελματισμό σας», σημείωσε ο δικηγόρος Μαρκ Μπόναντ. Εκπρόσωπος του Στάινμετζ δήλωσε στο ICIJ ότι οι ισχυρισμοί περί δωροδοκίας και διαφθοράς είναι αβάσιμοι.

«Σημαντικές ατέλειες»

Η εταιρεία δέχτηκε συγκεκριμένες ερωτήσεις από δικαστικές και ρυθμιστικές αρχές τις εβδομάδες και τους μήνες που ακολούθησαν τα δημοσιεύματα των Panama Papers. Κυβερνήσεις ξεκίνησαν έρευνες σε εταιρείες που δημιουργήθηκαν από μερικά από τα πιο πολυσύχναστα γραφεία της Mossack Fonseca, όπως εκείνο του Παναμά, των Βρετανικών Παρθένων Νήσων, των Σαμόα, των Σεϋχελών και της Ανγκουίλα.

Τον Απρίλιο του 2016, η Αρχή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών των Σεϋχελών, η οποία ελέγχει παρόχους offshore υπηρεσιών όπως η Mossack Fonseca ώστε να εξασφαλίσει ότι τα υπεράκτια επιχειρηματικά προϊόντα δεν χρησιμοποιούνται ως οχήματα παράνομης δραστηριότητας, ζήτησε από την εταιρεία να αποκαλύψει σε ποιους ανήκαν μερικές από τις 5.379 εταιρείες που είχε ιδρύσει στο νησιωτικό αρχιπέλαγος. Ένας τρόπος με τον οποίο η Mossack Fonseca παρέκαμπτε τους αυστηρούς κανόνες περί ταυτοποίησης των πελατών ήταν μέσω εξωτερικών δικηγόρων που καλούνταν να εγγυηθούν για την αξιοπιστία και την ταυτότητα του πραγματικού ιδιοκτήτη της εκάστοτε εταιρείας.

Εσωτερικά emails δείχνουν τους υπαλλήλους της Mossack Fonseca να αναγνωρίζουν μεταξύ τους ότι ενδέχεται να μην είναι σε θέση να συμμορφωθούν με τα αιτήματα, και να συζητούν τον πιθανό κίνδυνο απώλειας του δικαιώματος να λειτουργούν στη χώρα. Ένας έλεγχος από την υπηρεσία οικονομικού εγκλήματος των Σεϋχελών, μετά από μήνες, αποκάλυψε ότι το γραφείο της Mossack Fonseca απέφευγε συστηματικά να καταγράφει πελάτες υψηλού κινδύνου με πολιτικές διασυνδέσεις και πως είχε παραβιάσει έξι νόμους και κανονισμούς για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, σύμφωνα με τα νέα αρχεία.

Οι πελάτες της εταιρείας βρίσκονταν επίσης υπό έρευνα. Οι τοπικές αρχές στην Ινδία, στην Ισπανία, στη Σουηδία και στην Αργεντινή απαίτησαν πληροφορίες σχετικά με φορολογούμενους τους που απέκτησαν υπεράκτιες εταιρείες μέσω της Mossack Fonseca, όπως αποκαλύπτουν τα αρχεία που διέρρευσαν. Η τοπική αστυνομία πραγματοποίησε έρευνα στο γραφείο της Mossack Fonseca στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους για στοιχεία, στο πλαίσιο μιας βρετανικής έρευνας για δωροδοκία στην οποία εμπλεκόταν και ο νιγηριανός μεγιστάνας του πετρελαίου Κολαουόλε Αλούκο.

Δύο μήνες μετά τη δημοσίευση της έρευνας για τα Panama Papers, οι βρετανικές αρχές ανάγκασαν τη Mossack Fonseca να παραδώσει έγγραφα σχετικά με μια «επιχείρηση-κέλυφος» που διοικούνταν από μια θυγατρική της Eurasian Natural Resources Corporation (ENRC), μιας εταιρείας, τότε, εξορύξεων και ενέργειας. Το 2013, το Γραφείο Σοβαρών Υποθέσεων Απάτης της Βρετανίας ανακοίνωσε την έναρξη έρευνας για ενδεχόμενη δωροδοκία από την πλευρά της ENRC στο Καζακστάν και στην Αφρική. Αργότερα το ίδιο έτος η εταιρεία αποχώρησε από το χρηματιστήριο του Λονδίνου.

Η «εταιρεία- κέλυφος» της ENRC, η Cofiparinter Ltd., τελούσε υπό έρευνα από το Γραφείο Σοβαρών Υποθέσεων Απάτης της Βρετανίας για διαφθορά και νομιμοποίηση παράνομων εσόδων και άλλα πιθανά αδικήματα, σύμφωνα με αντίγραφο του εντάλματος έρευνας. Η έρευνα σχετικά με την εν λόγω εταιρεία δεν είχε γίνει γνωστή νωρίτερα.

Εκπρόσωπος της ENRC δήλωσε στο ICIJ ότι «θα ήταν αδόκιμο να σχολιάσουμε οποιαδήποτε διεξαγόμενη έρευνα».

«Η συμφωνία στην οποία εμπλέκεται η Cofiparinter εγείρει πολλά ερωτήματα όσον αφορά το ποιος επωφελήθηκε από τον φυσικό πλούτο του Κονγκό», δήλωσε η Anneke van Woudenberg, συνεργάτης της ΜΚΟ Rights and Accountability in Development (RAID) με εξειδίκευυση στα ορυχεία του Κονγκό. «Μια απάντηση είναι σίγουρη: όχι oι εξαθλιωμένοι πολίτες του Κονγκό». Οι βρετανικές αρχές αρνήθηκαν να σχολιάσουν τι οδήγησε στην έναρξη της έρευνας για την Cofiparinter ή να προσδιορίσουν εάν συνεχίζεται

«Τελικά επήλθε ο μαρασμός»

Αρχικά η Mossack Fonseca προσπάθησε να ενθαρρύνει τους πελάτες της να παραμείνουν πιστοί, παρότι μαινόταν μια νομική καταιγίδα. H εταιρεία μείωσε το κόστος για τις υπηρεσίες της και πρόσφερε σε μερικούς πελάτες τη δυνατότητα να αλλάξουν το όνομα της «εταιρείας – κελύφους» που τους ανήκε ούτως ώστε να συνεχιστεί διακριτικά η λειτουργία της. Η Mossack Fonseca βοήθησε μερικούς πελάτες αλλάζοντας τη δική της επιχειρηματική επωνυμία ώστε να απαλειφθεί οποιαδήποτε εμφανής αναφορά των παναμέζων ιδρυτών της σε αλληλογραφία, δέματα και μηνύματα.

Στις Σαμόα η Mossack Fonseca έγινε Central Corporate Services Ltd., ενώ στον Παναμά μετέφερε πελάτες της στην εταιρεία Orbis Legal Services, η οποία προσέλαβε μερικούς υπαλλήλους της Mossack Fonseca με στόχο τη διατήρηση και την προσφορά «υπηρεσιών ίδιου επιπέδου». Άλλοι πελάτες απλά μετέφεραν τις επιχειρήσεις του σε άλλους παρόχους υπεράκτιων υπηρεσιών σε καταφύγια όπως το Γκέρνσεϊ στη Θάλασσα της Μάγχης, οι Βρετανικές Παρθένες Νήσοι και η Κύπρος.

Τον Φεβρουάριο του 2017, η Γενική Εισαγγελέας του Παναμά, Κένια Πορσέλ, υποστήριξε πως η Mossack Fonseca χρησιμοποιήθηκε για την πραγματοποίηση δωροληψιών στη Λατινική Αμερική στο πλαίσιο του «Lava Jato», γνωστού ως το σκάνδαλο του «Πλυντηρίου Αυτοκινήτων». Η έρευνα που  βρίσκεται σε εξέλιξη, επικεντρώνεται σε αναφορές σύμφωνα με τις οποίες δεκάδες πολιτικοί και υψηλόβαθμα εταιρικά στελέχη στην ελεγχόμενη από το κράτος πετρελαϊκή εταιρεία της Βραζιλίας, την Petrobas, έλαβαν δισεκατομμύρια δολάρια σε μίζες από φορείς που ανταμείβονταν με γενναιόδωρα συμβόλαια. Η εισαγγελέας Πορσέλ χαρακτήρισε την Mossack Fonseca «εγκληματική οργάνωση που είναι αφοσιωμένη στην απόκρυψη χρημάτων αμφιβόλου προέλευσης». Διέταξε τη σύλληψη των Μοσάκ και Φονσέκα με την κατηγορία του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Οι δύο άνδρες, που αρνούνται την εμπλοκή τους σε παράνομες δραστηριότητες, πέρασαν αρκετούς μήνες στη φυλακή πριν βγουν με εγγύηση.

Οι Μοσάκ και Φονσέκα αφέθηκαν ελεύθεροι τον Απρίλιο του 2017. Μετά από έναν χρόνο περίπου, η νομική εταιρεία που έφερε το όνομά τους έκλεισε οριστικά. Τον Μάιο του 2018, οι εισαγγελείς του Παναμά απήγγειλαν κατηγορίες για ξέπλυμα μαύρου χρήματος σε δέκα ακόμα υπαλλήλους της Mossack Fonseca, στο πλαίσιο των ερευνών για το σκάνδαλο Lava Jato στη Βραζιλία. O Μοσάκ εξακολουθεί να ερευνάται από εισαγγελείς στην Κολωνία, ως συνεργός σε φοροδιαφυγή, σύμφωνα με αναφορά που απέκτησε η Süddeutsche Zeitung.

Το γραφείο της Γενικής Εισαγγελίας του Παναμά ανέφερε στην Suddeutsche Zeitung ότι είναι υπό εξέλιξη πέντε ποινικές έρευνες σχετιζόμενες με την Mossack Fonseca.

O Mόσακ και ο Φονσέκα δεν απάντησαν σε συγκεκριμένες ερωτήσεις της ICIJ ή συνεργατών της. Τον Ιούνιο, οι δικηγόροι εξέδωσαν μια ανακοίνωση Τύπου στην οποία αναφερόταν ότι η νομική εταιρεία, οι υπάλληλοι και οι ιδρυτές της «δεν ενεπλάκησαν ποτέ σε παράνομες δραστηριότητες».

Μια τελευταία προσφορά

Η Nicole Didi, η δικηγόρος από την Ελβετία και μακρόχρονη συνεργάτης της παναμέζικης νομικής εταιρείας, υπήρξε μία εκ των πρώτων από τους μεσάζοντες που απέστειλαν emails στη Mossack Fonseca αφότου δέχτηκαν ερωτήσεις από δημοσιογράφους το 2016, και συνέχισε να γράφει στην εταιρεία, όλο και πιο εκνευρισμένη, για τους επόμενους 19 μήνες.

Κατηγορούσε την εταιρεία για απώλεια εγγράφων, για τη λανθασμένη ταυτοποίηση ενός ιδιοκτήτη μιας  υπεράκτιας εταιρείας και για την επανάληψη ερωτήσεων στις οποίες η Didi αισθανόταν πως δεν μπορούσε να απαντήσει.

«Δεν μπορώ να πιστέψω την εταιρεία σας!!!!!!!!!!!!!!!!», έγραψε η Didi το 2017. Στο τέλος ο Μάκια Βιγιαρεάλ, επικεφαλής του γραφείου της Mossack Fonseca στις Σεϋχέλες, είπε στην Didi πως είχε έρθει η ώρα να μεταφέρει τις εταιρείες της κάπου αλλού.

«Δεν θα απαντήσουμε σε κανένα από τα μηνύματα που αποστέλλετε και πρέπει να διευθετήσετε πιθανά ζητήματα με τον νέο πράκτορα που θα επιλέξετε να συνεργαστείτε», έγραψε. Ο υπάλληλος της Mossack Fonseca προσέφερε όμως μια τελευταία βοήθεια. Ο Βιγιαρεάλ υπέδειξε στην Didi έναν κατάλογο 67 άλλων εταιρειών με ειδίκευση στις υπεράκτιες συναλλαγές που πρόσφεραν τις ίδιες υπηρεσίες με την Mossack Fonseca.