Οι έννοιες του νεοφιλελευθερισμού και του νεοσυντηρητισμού είναι ευρέως γνωστές, ωστόσο φαίνεται πως ήρθε η ώρα να αρχίσουμε να εξοικειωνόμαστε και με την έννοια του νεοϊμπεριαλισμού. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει ο Γκίντεον Ράχμαν, επικεφαλής σχολιαστής των διεθνών εξελίξεων στους Financial Times.
Σύμφωνα με τον διακεκριμένο βρετανό αρθρογράφο το πιο αξιοσημείωτο (και ανησυχητικό) από όλα όσα είπε ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την εναρκτήρια ομιλία του ήταν η δέσμευσή του ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αρχίσουν εκ νέου να θεωρούν πως είναι «ένα αναπτυσσόμενο έθνος – ένα έθνος που αυξάνει τον πλούτο μας [και] επεκτείνει την επικράτειά μας». Μόλις τρεις εβδομάδες αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά του ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ, οι όποιες ελπίδες ότι τα λεγόμενά του περί εδαφικής επέκτασης των ΗΠΑ ήταν κούφια έχουν εξανεμιστεί.
«Οι αναφορές του σε αλλότρια εδάφη που θα ήθελε να αποκτήσει είναι πολύ συχνές για να αγνοούνται ή να απορρίπτονται» σχολιάζει ο Ράχμαν. Και πράγματι, ο Τραμπ επιμένει αποφασιστικά να δηλώνει πως οι ΗΠΑ θα «πάρουν τη Γροιλανδία», ορκίστηκε να «πάρει πίσω» τον Παναμά, επαναλαμβάνει πως ο Καναδάς πρέπει να γίνει η 51η Πολιτεία της Αμερικής, ενώ την προηγούμενη εβδομάδα έφτασε στο σημείο να διεκδικήσει ακόμη και τη Γάζα.
Το διαρκές και έντονο ενδιαφέρον του για την απόκτηση νέων εδαφών τρομάζει, φυσικά, όλον τον κόσμο, ακόμη και ορισμένους οπαδούς του. Σύμφωνα με τον Ράχμαν, όμως, οι όποιες επεκτατικές βλέψεις του Τραμπ «είναι πιο κατανοητές θεωρούμενες ως μέρος μιας παγκόσμιας τάσης. Οι δύο άλλοι παγκόσμιοι ηγέτες τους οποίους φαίνεται να βλέπει ως πραγματικούς ομολόγους του –ο Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Σι Τζινπίνγκ– βλέπουν επίσης την εδαφική επέκταση ως βασικό εθνικό στόχο και μέρος της προσωπικής τους επιδίωξης του μεγαλείου».
Οσον αφορά τη Ρωσία του Πούτιν, διάφοροι εκπρόσωποι του Κρεμλίνου επικαλούνται συχνά την εθνική ασφάλεια ως δικαιολογία για τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Ωστόσο ο ίδιος ο ρώσος πρόεδρος έχει την έμμονη ιδέα ότι η Ουκρανία δεν είναι μια κανονική χώρα, αλλά μέρος του αποκαλούμενου Ρωσικού Κόσμου (Ρούσκι Μιρ).
Επί τούτου ο Ράχμαν επικαλείται τον Σεργκέι Λαβρόφ, τον υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, ο οποίος φέρεται να έχει πει ότι πριν εισβάλει στην Ουκρανία ο Πούτιν είχε ακούσει με προσοχή τρεις συμβούλους του: τον Ιβάν τον Τρομερό, τον Πέτρο τον Μέγα και τη Μεγάλη Αικατερίνη, κορυφαίες μορφές της ρωσικής Ιστορίας, οι οποίες ηγήθηκαν τεράστιων επεκτάσεων της χώρας, με τη Μεγάλη Αικατερίνη να προελαύνει βαθιά μέσα στην Ουκρανία. «Ο Πούτιν σαφώς θα ήθελε να εγκαταλείψει το προσκήνιο της Ιστορίας έχοντας αποκαταστήσει τη ρωσική κυριαρχία στην καρδιά της παλιάς αυτοκρατορίας της (την Ουκρανία) και ίσως και πιο δυτικά» σχολιάζει ο αρθρογράφος των Financial Times.
Παρομοίως, ο Σι Τζινπίνγκ θεωρεί την απόκτηση του ελέγχου της Ταϊβάν βασική προϋπόθεση για την εκπλήρωση του εθνικού πεπρωμένου της Κίνας, αλλά και για να μείνει ο ίδιος στην Ιστορία. «Η Ταϊβάν είναι το ιερό έδαφος της Κίνας» υποστήριξε πρόσφατα ο κινέζος ηγέτης σε μια ομιλία του. Εχει επίσης δηλώσει ότι το ζήτημα της Ταϊβάν δεν μπορεί πλέον να περνάει από γενιά σε γενιά. «Η ολοκλήρωση της “επανένωσης” της Κίνας θα ήταν ένα επίτευγμα που θα μπορούσε να του επιτρέψει να διεκδικήσει μια θέση δίπλα στον Μάο Τσε Τουνγκ, τον ιδρυτή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας» σημειώνει ο Ράχμαν
Το ενδιαφέρον του Τραμπ για την αυτοκρατορία είναι πιο πρόσφατο. Οι σύμβουλοί του παλεύουν να εξορθολογίζουν εκ των υστέρων (πρόκειται για το αποκαλούμενο στις ΗΠΑ «sanewashing») τις όποιες εξωφρενικές δηλώσεις του.
Οπως και οι σύμβουλοι του Πούτιν, έτσι και εκείνοι του Τραμπ προσπαθούν να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα, δίνοντας εξηγήσεις που εδράζονται στην εθνική ασφάλεια. Από αυτήν την άποψη η Γροιλανδία έχει στρατηγική σημασία λόγω των σπάνιων γαιών της, ενώ η Διώρυγα του Παναμά πρέπει να τεθεί εκ νέου υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ επειδή σήμερα ελέγχεται από τους Κινέζους.
Οσον αφορά, όμως, τον Καναδά και ειδικά τη Γάζα, «οι ορθολογικές εξηγήσεις δίνουν τη θέση τους στο σήκωμα των ώμων – ή ακόμη και σε ειρωνικά χαμόγελα. Χωρίς πειστική στρατηγική λογική για τις εδαφικές φιλοδοξίες του Τραμπ, η προφανής εναλλακτική εξήγηση είναι ότι πρόκειται για προσωπική μεγαλομανία. Αν το Νομπέλ Ειρήνης είναι “ανεξήγητα” μη διαθέσιμο, επεκτείνοντας την αμερικανική επικράτεια ο Τραμπ θα μπορούσε τουλάχιστον να εξασφαλίσει τη σμίλευση του πρόσωπό του στην πλαγιά του όρους Ράσμορ» σχολιάζει ο Γκίντεον Ράχμαν.
Η ιδέα ότι ο αμερικανός πρόεδρος στην πραγματικότητα θέλει απλώς να αυξήσει τα τετραγωνικά χιλιόμετρα των ΗΠΑ έγινε πιο εύλογη μετά την τηλεφωνική συνομιλία του με τη Μέτε Φρεντέρικσεν. Η πρωθυπουργός της Δανίας φέρεται να προσέφερε στον Τραμπ σχεδόν τα πάντα, πέρα από την κυριαρχία επί της Γροιλανδίας: οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να εγκαταστήσουν βάσεις στην επικράτειά της και να αποκτήσουν δικαιώματα εκμετάλλευσης των πολύτιμων ορυκτών της, ωστόσο φάνηκε ξεκάθαρα πως το μοναδικό που ήθελε ο αμερικανός ηγέτης ήταν η Γροιλανδία αυτή καθαυτή. Οι εδαφικές βλέψεις του Τραμπ σε βάρος του Καναδά και της Γάζας εξακολουθούν να φαίνονται παράλογες όσο και απίθανες. Αλλά η Διώρυγα του Παναμά και η Γροιλανδία είναι πιο ευάλωτες και ο κίνδυνος είναι σίγουρα υπαρκτός.
«Με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα να κυβερνώνται από άνδρες με επεκτατικές φιλοδοξίες, οι επιπτώσεις είναι ζοφερές για το τρέχον στάτους κβο. Ο κόσμος ενδέχεται να μετατοπίζεται από μια εποχή όπου οι μικρότερες χώρες μπορούσαν να απαιτούν την προστασία του διεθνούς δικαίου, σε μια εποχή όπου, όπως το έθεσε ο Θουκυδίδης, “οι ισχυροί κάνουν ό,τι μπορούν και οι αδύναμοι υποφέρουν ό,τι πρέπει”» γράφει ο Ράχμαν.
«Ενας τέτοιος κόσμος μπορεί να είναι συμβατός με μια ασταθή ειρήνη μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, η οποία θα βασίζεται σε σφαίρες επιρροής, με τις ΗΠΑ να επικεντρώνονται στο Δυτικό Ημισφαίριο, τη Ρωσία στην Ανατολική Ευρώπη και την Κίνα στην Ανατολική Ασία» προσθέτει.
Τον 19ο αιώνα οι μεγάλες δυνάμεις διεξήγαγαν ακόμη και διασκέψεις για να μοιράσουν τον κόσμο, όπως εκείνη στο Βερολίνο από τον Νοέμβριο του 1884 έως τον Φεβρουάριο του 1885, στο αποκορύφωμα της αποκαλούμενης «Διαμάχης για την Αφρική». Αλλά οποιαδήποτε παρόμοια μοιρασιά θα ήταν εγγενώς ασταθής: οι συμφωνίες μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων του 19ου αιώνα κατέρρευσαν τελικά μέσα στη δίνη των δύο παγκόσμιων πολέμων του 20ού αιώνα.
Ομως η αναβίωση ιμπεριαλιστικών ιδεολογιών έχει επιπτώσεις και στην εσωτερική πολιτική. «Οι αυτοκρατορίες τείνουν να έχουν αυτοκράτορες. Οι επεκτατικές εξωτερικές πολιτικές του Πούτιν και του Σι συνοδεύονται από προσωπολατρία και πολιτική καταστολή στο εσωτερικό. Οι υπερπόντιες φιλοδοξίες του Τραμπ συνδυάζονται με την έντονη εστίαση στη συντριβή του “εσωτερικού εχθρού”» συνοψίζει ο Γκίντεον Ράχμαν.
Θυμίζει επίσης ότι ο Ελον Μασκ, ο οποίος ηγείται της συντριβής του όποιου εσωτερικού εχθρού, έχει πει, μεταξύ άλλων, πως σκέφτεται τη μοίρα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας καθημερινά, υπαινισσόμενος ότι η Αμερική ενδέχεται να χρειάζεται έναν «σύγχρονο Σύλλα» – ο οποίος, πέρα από εξαίρετος στρατιωτικός, υπήρξε και ένας αιμοσταγής δικτάτορας, που δολοφόνησε εκατοντάδες αντιπάλους του, αναμορφώνοντας τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία.
