«Το ναυάγιο» (1772), του Κλοντ Ζοζέφ Βερνέ | National Gallery of Art
Θέματα

Ζωγραφική: Τι είδε σε αυτούς τους πίνακες ο… μετεωρολόγος

Η Washington Post κάλεσε έναν κορυφαίο αμερικανό μετεωρολόγο να δει μαζί με δημοσιογράφο της έργα τέχνης στα οποία οι καιρικές συνθήκες φαίνεται να είναι κάτι περισσότερο από θεατρικό σκηνικό ή διακοσμητικό στοιχείο και να εξετάσουν την παρουσία του καιρού σε αυτά, τόσο από επιστημονική όσο και από καλλιτεχνική σκοπιά.
Protagon Team

Η εμπειρία της τέχνης είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα παρατήρησης, ανακάλυψης και σύνδεσης των λεπτομερειών σε μια αίσθηση ολότητας. Σε έναν καλοφτιαγμένο πίνακα, ωστόσο, κανένας λάτρης της τέχνης δεν μπορεί να αποκαλύψει πλήρως ολόκληρο το νόημα του έργου. Οταν, όμως, το παρατηρεί μαζί με άλλους ανθρώπους, με διαφορετική ιδιοσυγκρασία, εκπαίδευση και εμπειρίες, αναμφίβολα η νοηματοδότησή του αποκτά άλλη δύναμη. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για τους καλλιτέχνες, γράφει στην Washington Post ο Φίλιπ Κένικοτ.

Επεκτείνοντας την κατανόησή τους για τον κόσμο και για τα επιστημονικά φαινόμενα, οι καλλιτέχνες έχουν δει τα περισσότερα από αυτά με πολλές λεπτομέρειες, και μπορούν να τα εκφράσουν με πιο συναισθηματικές αποχρώσεις. Ο Κένικοτ κάλεσε, λοιπόν, τον μετεωρολόγο Μάθιου Καπούτσι, του Capital Weather Gang, να δουν μαζί έργα τέχνης, στα οποία οι καιρικές συνθήκες φαίνεται να είναι κάτι περισσότερο από θεατρικό σκηνικό ή διακοσμητικό στοιχείο και να εξετάσουν την παρουσία του καιρού σε αυτά τόσο από επιστημονικής όσο και καλλιτεχνικής πλευράς.

Ο καιρός δεν είναι κάτι τυχαίο στην τέχνη, ειδικά τους τελευταίους αιώνες, που επιστήμονες, ποιητές και ζωγράφοι έχουν διαφωνήσει για τον καλύτερο τρόπο επεξεργασίας και αίσθησης του φυσικού κόσμου. Αλλά κοιτάζοντας την τέχνη μαζί με έναν μετεωρολόγο, μαθαίνει κανείς γρήγορα ότι τα στοιχεία για την αίσθηση της ατμόσφαιρας σε μια εικόνα υπερβαίνουν πολύ την ύπαρξη υδρατμών στον αέρα. Από που βγαίνει  ο ήλιος; Είναι υγρό το γρασίδι; Τι μας λένε τα δέντρα για την εποχή ή τις κλιματολογικές συνθήκες; Ποια είναι η κατεύθυνση του ανέμου και πώς είναι ντυμένοι οι άνθρωποι; Πού είναι ο Νότος και πού ο Βορράς; Ολα αυτά μαζί με μια αδρή αίσθηση για το πού δημιουργήθηκε ο πίνακας, προσφέρουν ενδείξεις σχετικά με την ώρα της ημέρας και άλλα στοιχεία, μεταξύ των οποίων κατά πόσο μια καταιγίδα έρχεται ή περνάει. Και αυτά, με τη σειρά τους, βοηθούν να κατανοήσουμε την ευρύτερη πρόθεση του καλλιτέχνη, κάτι που σχεδόν ποτέ δεν έχει να κάνει μόνο με τον καιρό, αλλά συνήθως εκφράζει κάτι πέρα ​​από συγκεκριμμένες μετεωρολογικές συνθήκες.

Βαν Γκογκ, «Εναστρη Νύχτα πάνω από τον Ροδανό» (1888) (Musée d’Orsay, Paris)

Μερικές εικόνες δεν φαίνεται να έχουν πολύ νόημα, μετεωρολογικά. Η «Εναστρη Νύχτα πάνω από τον Ροδανό» (1888) του Βαν Γκογκ, για παράδειγμα, συνδυάζει το παιχνίδι του φωτός των φαναριών που αντανακλάται στο νερό και έναν ουρανό γεμάτο αστραφτερά αστέρια για να δώσει μια αίσθηση νυκτερινής μοναξιάς και έκστασης. Αλλά οι λεπτομέρειες δεν προσθέτουν κάτι. Η θέα της πόλης, στο βάθος, είναι πολύ σαφής και λεπτομερής για να υπάρχει αρκετή υγρασία στις περίεργες κορώνες που περιβάλλουν τα αστέρια. «Είναι σχεδόν σαν να προσπαθεί να συνδυάσει μια σκηνή διαφορετικής επιφανείας και μια σκηνή με νέφος» στην ίδια εικόνα, είπε στον Κένικοτ ο Καπούτσι. Ωστόσο, σε άλλες περιπτώσεις, η αντίφαση ή η ασάφεια οδήγησαν σε βαθύτερη κατανόηση της πρόθεσης κάποιου καλλιτέχνη. Ιδού μερικά στοιχεία που, ίσως, μόνο ένας μετεωρολόγος, γνώστης της ομορφιάς του καιρού, θα μπορούσε να παρατηρήσει.

«Σκηνή στον Πάγο» (1625), Χέντρικ Αβερκαμπ
«Σκηνή στον Πάγο» (c.1625), Χέντρικ Αβερκαμπ (National Gallery of Art, Ουάσινγκτον)

Ο ολλανδός Χέντρικ Αβερκαμπ (1585-1634), ήταν ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες που ειδικεύτηκαν σε σκηνές του χειμώνα. Στους πίνακές του συλλαμβάνει συχνά ένα ιδιαίτερο γκρίζο φως, ενώ ο ήλιος αγωνίζεται (και αποτυγχάνει) να διαπεράσει τα σύννεφα και ο ορίζοντας χάνεται στην ομίχλη. Ο πάγος, για τον Αβερκαμπ, δημιουργεί έναν κοινωνικό χώρο. Φαίνεται ότι καταγράφει το χειμώνα ως κοινωνικό φαινόμενο, κάτι που επηρεάζει όχι μόνο την εργασία, αλλά και τα ενδύματα, τη μόδα, τα παιχνίδια και ακόμη και τον έρωτα. Η ημερομηνία του έργου είναι εντυπωσιακή. Δημιουργήθηκε στο πρώτο μισό του 17ου αιώνα, σε μια περίοδο γνωστή ως «Μικρή Εποχή του Πάγου», όταν οι χειμώνες ήταν σκληροί και το κλίμα είχε βαθιές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή γεωργία, η οποία με τη σειρά της, επηρέασε τον πολιτισμό και την πολιτική, και υπήρχε ιδιαίτερα υψηλή θνησιμότητα, με την Ευρώπη να πλήττεται από πολέμους, δεισιδαιμονίες και εσωτερικές διαμάχες. «Η χαρά σε αυτόν τον πίνακα προκαλεί αναστάτωση», γράφει ο Κενικοτ, «είναι μια υπενθύμιση για τους χειμώνες που χάθηκαν -στην εποχή της κλιματικής αλλαγής ο χειμώνας είναι πολυτέλεια για τους περισσότερους ανθρώπους- και μια προειδοποίηση. Ο καιρός που μας κάνει να νιώθουμε καλά, που μας φέρνει χαρά – π.χ. μια ημέρα τον Φεβρουάριο με 27 βαθμούς Κελσίου- μπορεί να αποτελεί ένδειξη βαθιάς κλιματικής διατάραξης».

Και ο Καπούτσι παρατηρεί: «Βλέπω την πρώτη ανάσα της άνοιξης. Προφανώς, ακόμη όλα είναι παγωμένα, οι άνθρωποι εξακολουθούν να κάνουν πατινάζ στον πάγο, ο οποίος είναι αρκετά παχύς για να αντέξει ένα άλογο. Αλλά είναι επίσης λίγο θολά και γκρίζα, και μερικές μακρινές λεπτομέρειες λίγο φλου στο φόντο. Αυτό με κάνει να πιστεύω ότι υπάρχει λίγο περισσότερη υγρασία στον αέρα, η οποία δεν θα υπήρχε σε εκείνο το σημείο τον χειμώνα. Φαίνεται, λοιπόν, ότι πιθανότατα είναι περί τα τέλη Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου, όταν ο πάγος εξακολουθεί να υπάρχει αλλά η ζεστασιά από τον Νότο προσπαθεί να φέρει λίγο περισσότερη υγρασία. Ο κρύος πάγος αγγίζει την υγρασία και την κάνει να συμπυκνώνεται, οπότε υπάρχει κάποια ομίχλη κοντά στην επιφάνεια. Τα σύννεφα δεν είναι πολύ ψηλά -δεν είναι σύννεφα καταιγίδας- είναι ακριβώς αυτό το ρηχό στρώμα που έχουμε με την πρώτη ζέστη της άνοιξης στα τέλη του χειμώνα. Η “Μικρή Εποχή του Πάγου” ήταν ιδιαίτερα άσχημη στην Ευρώπη, αλλά αναρωτιέμαι μήπως ο καλλιτέχνης προσπαθούσε να δείξει, μάλλον, το αντίθετο. Οι άνθρωποι φαίνονται πολύ χαρούμενοι, υπάρχει μια ένδειξη ζεστασιάς. Προσπαθεί, άραγε, να απεικονίσει μια μικρή ελπίδα;»

«Το κατάστημα Mitsui στο Σουρουγκάτσο του Εντο» (1830-1832), Κατσουσίκα Χοκουσάι
«Το κατάστημα Mitsui στο Σουρουγκάτσο του Εντο» (1830-1832), Κατσουσίκα Χοκουσάι (metmuseum.org)

Αυτή η εικόνα του  Φούτζι φτιάχτηκε μεταξύ 1830 και 1832. Η κορυφή του όρους φαίνεται στο βάθος, πέρα ​​από ένα μικρό κατάστημα, που υπήρξε ο πρόδρομος ενός από τους μεγαλύτερους σύγχρονους εμπορικούς ομίλους της Ιαπωνίας. Ανήκει στη σειρά ξυλογραφιών «36 Απόψεις του Ορους Φούτζι» του Κατσουσίκα Χοκουσάι (1760-1849), στην οποία περιλαμβάνεται και το πολύ δημοφιλές «Το Μεγάλο Κύμα στα ανοιχτά της Καναγκάουα». O Χοκουσάι εστιάζει στο εμβληματικό βουνό και γύρω του απεικονίζει λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής, έθιμα και εποχιακές αποχρώσεις του καιρού και του φυσικού κόσμου. Το μπλε χρώμα, που εκείνη την εποχή ήταν πλέον διαθέσιμο στους Ιάπωνες καλλιτέχνες, φαίνεται απαραίτητο για την αίσθηση του καλού καιρού, μαζί με τον ευοίωνο άνεμο που κρατά τους χαρταετούς ψηλά, γράφει ο Κένικοτ.

Και ο Καπούτσι συμπληρώνει: Αν είναι από το Εντο ή το Τόκιο, τότε ο Βορράς είναι δεξιά και οι άνεμοι είναι δροσεροί. Και έχει νόημα. Γιατί προκαλεί περισσότερη χιονόπτωση στη βορειοδυτική πλευρά του όρους Φούτζι. Στον Νότο, αριστερά, βλέπετε λιγότερο χιόνι. Δεδομένου ότι οι χαρταετοί ωθούνται από δεξιά προς τα αριστερά, μοιάζει με ένα κρύο μέτωπο που μόλις πέρασε. Και το λευκό στον ουρανό μπορεί να μην είναι ομίχλη, αλλά μάλλον, μια μακρινή καταιγίδα.

«Το ναυάγιο» (1772), Κλοντ-Ζοζέφ Βερνέ
«Το ναυάγιο» (1772), Κλοντ-Ζοζέφ Βερνέ (National Gallery of Art)

Πρόκειται για ένα από τα δύο έργα του γάλλου ζωγράφου Κλοντ-Ζοζέφ Βερνέ (1714-1789),που απεικονίζουν σκηνές με μεγάλες αντιθέσεις της δύναμης και της ομορφιάς της φύσης. Στο «Ναυάγιο» βλέπουμε το μεγαλείο και την τρομερή ενέργεια και τη δύναμη που απειλούν να νικήσουν την αντίσταση του ανθρώπου. Από φιλοσοφικής απόψεως, το σημαντικό εδώ δεν είναι το ναυάγιο αλλά η αναρρίχηση στην ακτή και η επιβίωση. Υπάρχει ένας μύθος, που λέει ότι κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού από την Ιταλία προς τη Γαλλία, ο Βερνέ είχε δεθεί στην πλώρη ενός καραβιού για να παρατηρήσει καλύτερα μια βίαιη καταιγίδα. Ο καλλιτέχνης καταγράφει ανθρώπινα συναισθήματα εμπνευσμένα από τον καιρό «αλλά με τίποτα δεν μπορώ να δεχτώ την καρτουνίστικη απεικόνιση της αστραπής στο βάθος, που μοιάζει σαν ρίχτηκε από έναν θεό και όχι με ηλεκτρική εκκένωση που προκάλεσε η φύση» γράφει ο Κένικοτ.

Και ο Καπούτσι εξηγεί: «Ο κεραυνός μοιάζει σχεδόν σαν να στοχεύει τους ανθρώπους στο πλοίο. Είναι επίσης δύσκολο να γνωρίζουμε αν το φως στο πίσω μέρος είναι από τον ήλιο ή από τον κεραυνό. Μακριά στο βάθος φαίνεται μια ακτογραμμή με ένα αστικό  τοπίο και βράχους, που φωτίζονται από αμυδρές ακτίνες. Ο καλλιτέχνης προσπαθεί σαφώς να απεικονίσει μια αστραπή, αλλά μια πραγματική αστραπή δεν έχει αυτό το χρώμα. Την αποδίδει περισσότερο σαν ηλιοβασίλεμα, και αν καλύψεις τον κεραυνό, μοιάζει με ένα αρκετά φυσιολογικό ηλιοβασίλεμα. Είναι ένας παράξενος συνδυασμός προαισθήματος και ειρήνης».