Η «βόμβα» του Λαυρίου: Παραιτήσεις και μεθοδεύσεις
Η «βόμβα» του Λαυρίου: Παραιτήσεις και μεθοδεύσεις
Οι δημοσιογραφικές αποκαλύψεις για την ύπαρξη 220 τόνων επικίνδυνων εκρηκτικών δίπλα στην πόλη του Λαυρίου οδήγησαν ήδη σε παραίτηση τριών μελών του ΔΣ των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων (ΕΑΣ), στα οποία ανήκει η εγκατάσταση. Το Protagon έφερε από την πλευρά του στο φως τα έγγραφα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (εδώ) και της TUV Austria (εδώ) θέτοντας το ερώτημα γιατί «πάγωσε» το 2024 η κυβέρνηση την εκκαθάριση των ισχυρών εκρηκτικών.
Απάντηση δεν υπήρξε, αλλά όπως φαίνεται, υπήρξαν συνειδήσεις ανθρώπων που δεν άντεξαν να σηκώσουν την ευθύνη για όσα συμβαίνουν και παραιτήθηκαν μετά τις αποκαλύψεις από το ΔΣ των ΕΑΣ. Είχε προηγηθεί, στις αρχές του χρόνου, ακόμη μία παραίτηση μέλους του ΔΣ το οποίο αντικαταστάθηκε από τη νέα διοίκηση.
Η νέα διοίκηση των ΕΑΣ ανέλαβε, όπως είναι γνωστό, καθήκοντα στις 3 Δεκεμβρίου 2024, και η πρώτη της κίνηση ήταν να ακυρώσει τον διαγωνισμό που βασιζόταν στις μελέτες του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, του Δημόκριτου, της TÜV Austria και του Πολυτεχνείου Κρήτης. Ο διαγωνισμός είχε ως στόχο το εξής απλό:
— Να μη συμβεί μια καταστροφική έκρηξη, όπως εκείνες που σημειώθηκαν παλαιότερα στον Λίβανο (2020) και στην Κύπρο (2011). Στις εκθέσεις των ανωτέρω επισήμων φορέων περιγράφεται ρητά ο κίνδυνος για ένα καταστροφικό γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει όχι μόνο το λιμάνι του Λαυρίου, που απέχει 1,5 χλμ., αλλά και την ευρύτερη περιοχή σε ακτίνα 3,9 χλμ.
Τι έκανε η νέα διοίκηση των ΕΑΣ μόλις ακύρωσε τον διαγωνισμό; Καταρχάς προέβαλε, κατά τις πληροφορίες του Protagon, έωλα επιχειρήματα προς το Μέγαρο Μαξίμου, με στόχο ίσως να φτάσουν στα αυτιά του Πρωθυπουργού. Κομιστής των εν λόγω επιχειρημάτων ήταν, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ανώτερο στέλεχος του Μαξίμου, που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ανάθεση του έργου σε άλλον ενδιαφερόμενο, χωρίς ανοικτό διεθνή διαγωνισμό —και κυρίως, για να γίνει η ανάθεση πριν από τη λήξη της θητείας της παρούσας κυβέρνησης.
Γιατί ήταν όμως έωλα τα επιχειρήματα για την ακύρωση του, πιθανώς σωτήριου, διαγωνισμού για την εκκαθάριση των εκρηκτικών που σήμερα θα είχε ήδη αρχίσει; Βασικά διότι επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί εσωτερικά μια εικόνα ότι ο διεθνής διαγωνισμός ήταν μια «ακριβή επιλογή» και ότι τα ΕΑΣ δεν είχαν εξασφαλισμένα τα κονδύλια που απαιτούνταν για τη χρηματοδότησή του.
Οπως εξηγεί, ωστόσο, κρατικός αξιωματούχος στο Protagon, κάτι τέτοιο δεν ισχύει, διότι ο διαγωνισμός που ακυρώθηκε προέβλεπε συμφωνία-πλαίσιο που από τη φύση της δίνει τη δυνατότητα να «σπάσει» σε κομμάτια το έργο, αντιμετωπίζοντας κατά προτεραιότητα τα πιο επείγοντα και επικίνδυνα για έκρηξη σημεία.
Ετσι, ο διαγωνισμός με τη μορφή συμφωνίας-πλαίσιο έδινε στη διοίκηση των ΕΑΣ τη δυνατότητα να προχωρά σε εκτελεστικές συμβάσεις για πολύ μικρότερο προϋπολογισμό, ανάλογα με τις ανάγκες και χωρίς την υποχρέωση εξάντλησης του συνόλου του προϋπολογισμού των 43,5 εκατομμυρίων ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση δε, η ασφάλεια των κατοίκων της περιοχής δεν είναι θέμα που αφορά τα ΕΑΣ ως επιχείρηση, αλλά αποτελεί ευθύνη του κράτους για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια. Ευθύνη δηλαδή της κυβέρνησης και του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο είχε την υποχρέωση (ως ΥΠΟΙΚ αλλά και ως κύριος μέτοχος των ΕΑΣ) να εξασφαλίσει τα κονδύλια, ώστε να μην «παγώσει» η —πιθανώς σωτήρια— εκκαθάριση του TNT και των άλλων επικίνδυνων εκρηκτικών υλών. Το «πάγωμα» όμως συνέβη τον περασμένο Δεκέμβριο και τώρα όλοι ψάχνουν το γιατί.
Σε αυτό το πλαίσιο, ερωτήματα γεννά σε φορείς του Λαυρίου η λύση που έχει κυκλοφορήσει στην περιοχή ότι προωθείται στη θέση του διεθνούς διαγωνισμού. Η νέα διοίκηση των ΕΑΣ ανέθεσε σε γενικό περιβαλλοντολόγο (όχι εξειδικευμένο στα εκρηκτικά) τη σύνταξη νέας μελέτης και συγκρότησε εσωτερική τριμελή επιτροπή «διευθυντικών στελεχών» τα οποία επίσης δεν διαθέτουν εξειδίκευση στα εκρηκτικά για να κάνουν αυτά την «αξιολόγηση των μεθόδων απορρύπανσης και εξυγίανσης» του χώρου. Αυτά τα πρόσωπα, ο μη εξειδικευμένος στα εκρηκτικά περιβαλλοντολόγος και η τριμελής επιτροπή, μπήκαν από τη νέα διοίκηση στη θέση του ΕΜΠ, του Δημόκριτου και των άλλων επίσημων φορέων.
Η νέα μελέτη που παραγγέλθηκε και συντάχθηκε (βρίσκεται στο σύνολό της στη διάθεση του Protagon) μετά τις μελέτες των επίσημων φορέων δεν προέρχεται όπως είπαμε από εξειδικευμένο για εκρηκτικές ύλες επιστήμονα αλλά από έναν ιδιώτη περιβαλλοντολόγο. Ο οποίος εντόπισε μετά από… «επιτόπια επίσκεψη» —όσο κι αν ακούγεται απίστευτο— «σημαντικά κενά στις προηγούμενες έρευνες και μελέτες που έχουν γίνει στον χώρο από το ΕΜΠ» και τους άλλους φορείς. Το κυριότερο και ίσως εδώ να βρίσκεται η ουσία της όλης υπόθεσης: προτείνει νέα μελέτη που θα κοστίσει 900.000 ευρώ.
Το απόσπασμα της εν λόγω μελέτης από τον ιδιώτη περιβαλλοντολόγο που παραθέτει το Protagon (δείτε έγγραφο παρακάτω) αποτελεί μνημείο παραδοξότητας. Εντοπίζει «κενά» στις μελέτες εξειδικευμένων φορέων (ΕΜΠ, Δημόκριτος κ.λπ.), παραδεχόμενος, ωστόσο, ότι έγινε μόνον «επιτόπια επίσκεψη», καθώς «για λόγους ασφαλείας δεν ήταν δυνατή η υλοποίηση ερευνητικών εργασιών». Καταλήγει δε στο συμπέρασμα ότι η έκταση της ρύπανσης μπορεί να είναι τελικά μεγαλύτερη από αυτή που κατέγραψε επιστημονικά το ΕΜΠ καθώς βλέπει, άγνωστο πώς μετά από «επιτόπια επίσκεψη» και χωρίς ερευνητικές εργασίες, ελλιπή αποτύπωση. Παρότι στο σώμα της δικής του μελέτης τις παραδέχεται, τις παραθέτει και τις αξιοποιεί καθώς αποτελούν τα μόνα στοιχεία που έχει στα χέρια του.
Η σύγκριση του κόστους
Οπως αναφέραμε, το βασικό επιχείρημα της νέας διοίκησης προς το Μέγαρο Μαξίμου —πριν καν βγουν «σκάρτες» οι μελέτες των Πολυτεχνείων και του Δημόκριτου— ήταν πως η ενδεδειγμένη οδός από τις έρευνες φορέων υψηλού κύρους ήταν «ακριβή». Ας δούμε λοιπόν τη σύγκριση.
Η νέα μελέτη που τώρα προτείνεται από τον ιδιώτη περιβαλλοντολόγο, ο οποίος έβγαλε με επιτόπια επίσκεψη «σκάρτες» και «ελλιπείς» τις έρευνες των Πολυτεχνείων κλπ., θα κοστίσει 900.000 ευρώ. Ομως η εν λόγω ανάθεση που είναι αυτή που φαίνεται να ενδιαφέρει το προαναφερθέν κυβερνητικό στέλεχος (ώστε να γίνει πριν από τις επόμενες εθνικές εκλογές) κοστίζει τα πολλαπλάσια από τα 200.000 ευρώ που κόστισαν κατά τις πληροφορίες του Protagon όλες μαζί οι έρευνες των επίσημων φορέων (Πολυτεχνείων κ.λπ.) που εντόπισαν το πρόβλημα.
Επιπλέον, οι σοβαρές και επίσημες μελέτες που κόστισαν 200.000 ευρώ προέβλεπαν δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα και προϋπολογισμό έως 43,5 εκατ. ευρώ (χωρίς δέσμευση εξάντλησής του), μέσα από συμφωνία-πλαίσιο: σταδιακή υλοποίηση και προτεραιοποίηση των πιο επικίνδυνων εκρηκτικών υλών. Με άλλα λόγια, αν δεν είχε κατέβει ο διακόπτης τον Δεκέμβριο του 2024, η πιο επικίνδυνη «βόμβα» για το Λαύριο θα είχε ήδη απενεργοποιηθεί. Σύμφωνα, ωστόσο, με τη νέα μελέτη των 900.000 ευρώ, δεν υπάρχει καμία δέσμευση, ούτε καν ένδειξη για το ύψος του προϋπολογισμού ή για οποιοδήποτε χρονοδιάγραμμα. Δεν υπάρχει δηλαδή καμία αναφορά σε χρόνο ή τελικό κόστος που θα μπορούσε να ξεπεράσει κατά πολύ τα 43,5 εκατ. ευρώ.
Υποψίες για μεθόδευση
Οι παραδοξότητες του χειρισμού αυτού αναδίδουν, σύμφωνα με κατοίκους και φορείς του Λαυρίου, «άρωμα μεθόδευσης». Και αυτό που αναζητείται είναι πώς εξηγείται η σπουδή του προαναφερθέντος κυβερνητικού στελέχους να προχωρήσει η ανάθεση των 900.000 ευρώ πριν από τις εκλογές του 2027 και αν υπάρχει προαποφασισμένος φορέας ή πρόσωπο που θα αναλάβει το έργο χωρίς διεθνή διαγωνισμό.
Παράλληλα, σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν τα τεκταινόμενα, αποτελεί κοινό μυστικό ότι η νέα διοίκηση των ΕΑΣ προχώρησε —άμεσα ή έμμεσα— στην απομάκρυνση έμπειρων στελεχών που δεν συναινούσαν άκριτα ή είχαν διατυπώσει τεκμηριωμένες, διαφορετικές απόψεις για τον δρόμο που τώρα ακολουθείται και προκαλεί μεγάλη ανασφάλεια. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι στη θέση των έμπειρων στελεχών προωθήθηκαν άλλα διευθυντικά στελέχη τα οποία υποστηρίζουν σήμερα τη μη εξειδικευμένη περιβαλλοντική μελέτη και τη νέα διαδικασία η οποία όπως είπαμε οδηγεί σε νέες δαπάνες και, κυρίως, σε μια επικίνδυνη για τους κατοίκους καθυστέρηση.
Ορισμένα δε από τα στελέχη που εκλήθησαν σύμφωνα με τις ίδιες πηγές από τη νέα διοίκηση να υποστηρίξουν το νέο «αφήγημα» ήταν παρόντα και συναινούσαν όταν δημιουργήθηκε το πρόβλημα το 2017. Σύμφωνα με πληροφορίες, ορισμένοι υπηρετούσαν σε θέσεις ευθύνης όταν έγινε με λανθασμένο τρόπο η καταστροφή των ναρκών και είτε συμμετείχαν, υπογράφοντας τα πρωτόκολλα καταστροφής, είτε ασκούσαν καθήκοντα τεχνικού ασφάλειας, διαβεβαιώνοντας την τότε διοίκηση ότι «όλα βαίνουν καλώς».
Επομένως, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, «αν κάποιοι ζητούν σήμερα να εισακουστούν ως θεματοφύλακες μιας νέας αφήγησης, οφείλουν πρώτα να λογοδοτήσουν για το χθες — για το πώς, δηλαδή, δημιουργήθηκε το πρόβλημα με τη δική τους συναίνεση και τις υπογραφές τους».
Το βέβαιο είναι ότι τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα και η ασφάλεια των κατοίκων του Λαυρίου δεν αποτελούν «ιδιωτική υπόθεση» ούτε «ιδιωτικό πρότζεκτ» του οποιουδήποτε στελέχους, κυβερνητικού ή άλλου. Τα ΕΑΣ διαχειρίζονται δημόσιους πόρους, κινδύνους και ευθύνες που αγγίζουν την ασφάλεια των εργαζομένων, το περιβάλλον και το κύρος της χώρας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

