Στις 8 Ιουλίου η Ανγκελα Μέρκελ παρουσίασε το πρόγραμμα της εξαμηνιαίας γερμανικής προεδρίας της Ενωσης | Kenzo Tribouillard/Pool via REUTERS
Θέματα

Η Μέρκελ δεν θα είναι το πρόσωπο που θα σώσει την ΕΕ

Μέσα στην κρίση χρέους η γερμανίδα καγκελάριος απέρριψε προτάσεις υπέρ της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και επέβαλε μονομερώς δημοσιονομικούς κορσέδες σε όλους τους Ευρωπαίους. Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να ακολουθήσουν το Ταμείο Ανάκαμψης δεν την αφορούν πλέον, αφού εγκαταλείπει την πολιτική σκηνή
Protagon Team

Την απαραίτητη για την επιβίωση της Ευρωζώνης μεταρρύθμιση, η οποία πρέπει να ακολουθήσει την υπέρβαση της κορονοϊκής ύφεσης, θίγει ο αρθρογράφος των Financial Times Βόλφγκανγκ Μίνχαου με ένα κείμενο που λαμβάνει αφορμή από το Ταμείο Ανάκαμψης αλλά στοχεύει πολύ μακρύτερα.

Τα λεφτά του Ταμείου από μόνα τους δεν αρκούν για αυτή τη μεταρρυθμιστική δουλειά, φυσικά δεν αρκεί και η Ανγκελα Μέρκελ. Ναι, έχει σημασία που τώρα η γερμανίδα καγκελάριος «διαφοροποιήθηκε στην Ευρωζώνη εν συγκρίσει με τα πεπραγμένα της κατά την κρίση δημοσίου χρέους» της δεκαετίας που προηγήθηκε του κορονοϊού, ωστόσο «δεν πρέπει να ξεχνάμε τον ρόλο της στην προηγούμενη κρίση».

Και ο Μίνχαου απαριθμεί τα μεγάλα λάθη της: «Η Μέρκελ έχει μερίδιο ευθύνης για την κατάσταση που έφερε την Ευρωζώνη στο χείλος του γκρεμού». Πρόκειται για την «κατάσταση» που ξεκίνησε από τη γερμανική αντίδραση στην κατάρρευση της Lehman Brothers, το 2008, και συνεχίστηκε με τους δημοσιονομικούς κορσέδες που επέβαλε «μονομερώς» η Γερμανία σε όλη την Ευρώπη. Με τις πολιτικές λιτότητας, λοιπόν, «η Ευρωζώνη προκάλεσε μη βιώσιμες ανισορροπίες, και εσωτερικά και εις βάρος όλου του κόσμου».

Η αποτίμηση του έργου της Μέρκελ από τον Μίνχαου δεν είναι θετική: «Στη μοιραία συνάντηση των ηγετών της ΕΕ τον Ιούνιο του 2012, η ​​Μέρκελ απέρριψε ιδέες για βαθύτερη πολιτική και οικονομική ολοκλήρωση. Αυτή η αποτυχία οδήγησε αργότερα τον Μάριο Ντράγκι, τον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, να αναλάβει πρωτοβουλία για τη διάσωση του ευρώ». Στο σημείο αυτό ο αρθρογράφος μνημονεύει και τη γνωστή ρήση του Τζορτζ Σόρος, ότι «η Μέρκελ κάνει μόνο τα απαραίτητα για την επιβίωση της Ευρωζώνης». Και, παίρνοντας τη σκυτάλη, συμπληρώνει τον ευρωπαϊστή κροίσο: «Νομίζω ότι είμαστε ακόμα σε αυτήν τη θέση». Το γαλλογερμανικό Ταμείο Ανάκαμψης δεν άλλαξε τα πράγματα.

Σημαντικά είναι και τα λεφτά του γαλλογερμανικού σχεδίου και τα λεφτά της Κομισιόν, αλλά μόνο «υπό την έννοια ότι προσπαθούν να αποτρέψουν τις καταστροφικές οικονομικές επιπτώσεις» της πανδημίας. Για φάρμακο πρόκειται, φάρμακο ίδιας σύστασης με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας του 2012. Δύο τα προβλήματα λοιπόν, γράφει ο Μίνχαου: «Και εξακολουθούμε να περνάμε από κρίση σε κρίση, και παίρνουμε όλο και περισσότερα φάρμακα»… Ναι, το Ταμείο Ανάκαμψης είναι σίγουρα καλό φάρμακο για την καταπολέμηση των επιπτώσεων της πανδημίας, λέει, αλλά διαπράττουμε «ιστορικό λάθος» υπερβάλλοντας για τη σημασία του.

Οι «αντισταθμίσεις» που θα γίνουν προς την Ολλανδία και τις υπόλοιπες βόρειες (ή σφιχτοχέρες ή τσιγκούνες) χώρες κατά τη Σύνοδο Κορυφής της 17ης Ιουλίου απασχολούν τον αρθρογράφο. Υποστηρίζει ότι η Μέρκελ θα επιδιώξει να περάσει το σχέδιο για το Ταμείο με όποιο κόστος σε παραχωρήσεις, όπως και τον κοινοτικό Προϋπολογισμό 2021-2027 στον οποίο το Ταμείο θα ενσωματωθεί. Ομολογεί ο Μίνχαου ότι θα χρωστάει έναν καλό λόγο στη Μέρκελ αν η διπλωματία της αποδώσει, «είτε αυτόν τον μήνα είτε μετά τις καλοκαιρινές διακοπές». Επιμένει όμως ότι για την Ευρωζώνη, πέρα από τα λεφτά και τον τρόπο με τον οποίο τελικά αυτά θα δοθούν (επιχορηγήσεις ή δάνεια, και σε ποια αναλογία), το ζήτημα είναι η μεταρρύθμιση στη διακυβέρνηση της.  Αυτό είναι το «στρατηγικό θέμα».

Η καραντίνα διέκοψε, ίσως, μία διαδικασία επαφών για το μέλλον της Ενωσης, που μπορεί να φθάσει μέχρι και την αναθεώρηση των συνθηκών (Μάαστριχτ, Λισαβόνας, κλπ.) οι οποίες διέπουν τη λειτουργία της Ευρωζώνης. Εως πού μπορούν οι κυβερνήσεις να κινηθούν, ο αρθρογράφος δεν το δηλώνει. Περιορίζεται να υπογραμμίσει τα προβλήματα κυβερνησιμότητας που έχει η Ολλανδία και τα αντιδραστικά ρεφλέξ των Γερμανών. («Ποιο κόμμα θα πολιτευτεί στις γερμανικές εκλογές με σύνθημα περί περισσότερης Ευρώπης; Μόνο οι Πράσινοι…»)

Ο –Γερμανός, σημειωτέον– αρθρογράφος του λονδρέζικου Μέσου δεν μασάει τα λόγια του: «Η Μέρκελ είναι αποτελεσματική διαχειρίστρια της πολιτικής» μεν, όπως γράφει επί λέξει με διφορούμενο ύφος, κινούμενος στο μεταίχμιο της ανοχής και της κατακρίσεως, ωστόσο η πολιτική ηγεσία είναι ένα εντελώς διαφορετικής αξίας πράγμα, καθώς προϋποθέτει και άλλη στόφα πολιτικής προσωπικότητας. Η γερμανίδα πολιτικός και από τη θέση της καγκελαρίου «δεν έχει να επιδείξει και πολλές στιγμές πραγματικής ηγεσίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο». Το αντίθετο κιόλας: «Οταν η Μέρκελ άνοιξε τα σύνορα στους σύρους πρόσφυγες, έλαβε μία μονομερή απόφαση». Τα αποτελέσματά της, φυσικά, αφορούσαν όλους τους Ευρωπαίους. Ε, για να υπάρξει μέλλον στη Ενωση απαιτείται αλλαγή πλεύσης, όχι άλλες τέτοιες μονομερείς αποφάσεις, και αυτή την ξεκάθαρη θέση ο Μίνχαου την εκφράζει με τρόπο κατηγορηματικό: «Αλλαγή στη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης σημαίνει συνεχείς προσπάθειες και συμφωνία».

Αυτές οι «συνεχείς προσπάθειες» που πρέπει στο εξής να καταβάλλει το πολιτικό προσωπικό για το καλό του ευρώ και της Ευρωζώνης δεν θα αφορούν, όμως, την Ανγκελα Μέρκελ – και αυτό ανεξαρτήτως των όποιων προσόντων ή αντοχών διαθέτει. Διότι η γυναίκα φεύγει από την πολιτική σκηνή, αποστρατεύεται οικεία βουλήσει: «Το έχει δηλώσει επανειλημμένως ότι θα αποχωρήσει από την πολιτική μετά τις εκλογές του 2021».

Ο Μίνχαου δεν δίνει το όνομα εκείνου ή εκείνης που θα ασχοληθεί με το ευρωπαϊκό «κοινό» στο κοντινό μέλλον, αρκείται στη διπλή επισήμανση του τέλους εποχής και του νέου προσανατολισμού: «Η ώθηση για να μεταφερθούν η Ενωση και η Ευρωζώνη στο επόμενο επίπεδο θα προέλθει από κάποιον άλλον» γράφει στην κατακλείδα του σημειώματός του, το οποίο μπορεί και να διαβαστεί συνολικά σαν διπλός αποχαιρετισμός: και στη Μέρκελ και στη γερμανική Ευρώπη της.