Βλαντίμιρ Πούτιν και Σι Τζινπίνγκ. Για τον δεύτερο, μια ηττημένη Ρωσία ενδέχεται να μην είναι ένας ιδιαίτερα χρήσιμος σύμμαχος | CreativeProtagon
Θέματα

Η «φιλία δίχως όρια» Πούτιν – Σι έχει σαφή όρια

Παρότι δεν είχε κανένα πρόβλημα να συνεχίσει να συναλλάσσεται με τη Μόσχα μετά το ξέσπασμα του πολέμου, η Κίνα έχει καταστήσει πλέον σαφές ότι δεν πρόκειται να προσφέρει (τουλάχιστον προς το παρόν) την αμέριστη στήριξή της στον «φίλο» Πούτιν. «Ο Σι αποπειράται να δημιουργήσει μια ισορροπία ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία», γράφει η Washington Post
Protagon Team

Λαμβάνοντας υπόψη τον μεγάλο πληθυσμό της, το μέγεθος της οικονομίας της (11η μεγαλύτερη στον κόσμο) και τη στρατιωτική της ισχύ, η Ρωσία θα έπρεπε να είχε συνθλίψει την Ουκρανία από την αρχή του πολέμου. Αυτό όμως δεν συνέβη, προς μεγάλη έκπληξη πολλών, και το ότι, λίγο πριν από τη συμπλήρωση ενός χρόνου από τότε που τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ουκρανία, οι Ουκρανοί μπορούν να ευελπιστούν ότι θα ανακτήσουν και άλλα εδάφη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός πως το Κίεβο, σε αντίθεση με τη Μόσχα, έχει πολλούς συμμάχους που το στηρίζουν με λόγια και με πράξεις.

Την εν λόγω πραγματικότητα συνοψίζει σε κείμενό του ο Μαξ Μπουτ, αρθρογράφος της Washington Post με ειδίκευση σε ζητήματα ασφαλείας. Επικαλούμενος τις εκτιμήσεις του Ινστιτούτου του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία, γράφει πως από το ξέσπασμα του πολέμου έως σήμερα, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη έχουν χονδρικά συνδράμει (στρατιωτικά και οικονομικά) τους Ουκρανούς με 100 δισ. δολάρια, ενώ τα οπλικά συστήματα που αποστέλλονται πλέον στο Κίεβο είναι ολοένα πιο προηγμένα, είτε πρόκειται για πυραύλους Patriot είτε για άρματα μάχης Leopard από τη Γερμανία και Abrams από τις ΗΠΑ.

Ανάγκη από εξωτερική βοήθεια έχει, φυσικά, και η Ρωσία, καθώς κινδυνεύει να ξεμείνει από βλήματα, πυραύλους, μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πολλά άλλα από όσα χρειάζεται ένας σύγχρονος στρατός για να επιτύχει τους όποιους στόχους του. Προς το παρόν, ωστόσο, έπειτα από σχεδόν δώδεκα μήνες εχθροπραξιών, μόνο δύο κράτη-παρίες, το Ιράν και η Βόρεια Κορέα, είναι πρόθυμα να συνδράμουν με στρατωτικό/πολεμικό υλικό τη Μόσχα, και αυτό, φυσικά, είναι προς όφελος της Ουκρανίας. 

Οσον αφορά την Κίνα, τον μεγαλύτερο εξαγωγέα αγαθών υψηλής τεχνολογίας και τον τέταρτο μεγαλύτερο εξαγωγέα όπλων στον κόσμο, το Πεκίνο θα μπορούσε να διαδραματίσει για τη Ρωσία τον ίδιο ρόλο που διαδραματίζουν οι ΗΠΑ για την Ουκρανία. «Εάν συνέβαινε αυτό, οι πιθανότητες μιας ρωσικής νίκης θα αυξάνονταν σημαντικά. Αλλά δεν συνέβη, το οποίο υποδηλώνει ότι, στην πράξη, υπάρχουν ξεκάθαρα όρια στη “φιλία δίχως όρια”, την οποία διακήρυξαν ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν και ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, μόλις λίγες εβδομάδες πριν από τη ρωσική εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου στην Ουκρανία», γράφει ο Μαξ Μπουτ. Εχοντας καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να προσφέρει (τουλάχιστον προς το παρόν) την αμέριστη στήριξή του στον «φίλο» Πούτιν, «ο Σι αποπειράται να δημιουργήσει μια ισορροπία ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία», υποστηρίζει.

Η Κίνα δεν είχε κανένα πρόβλημα να συνεχίσει να συναλλάσσεται με τη Ρωσία, παρά την εισβολή στην Ουκρανία και το ξέσπασμα του πολέμου. Εσπευσε, οπότε, μαζί με την Ινδία, να τη συνδράμει οικονομικά, αγοράζοντας –με σημαντική έκπτωση– το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο της Μόσχας, που σταμάτησαν σταδιακά να αγοράζουν οι Ευρωπαίοι.

Ως αντάλλαγμα για τη σημαντική έκπτωση, σύμφωνα με ερευνητές της τεχνολογικής ΜΚΟ Silverado Policy Accelerator, η Κίνα άρχισε να εξάγει στη Ρωσία σχεδόν τα πάντα, ειδικά όλα όσα δεν μπορεί να προμηθευτεί από αλλού, κυρίως τους πολύτιμους ημιαγωγούς που είναι απαραίτητοι για την κατασκευή οπλικών συστημάτων και λοιπού πολεμικού υλικού. Και αφού η Apple και η Samsung σταμάτησαν να πωλούν τα προϊόντα τους στη Ρωσία, οι κινεζικοί τεχνολογικοί κολοσσοί κατέκτησαν το 70% της ρωσικής αγοράς το τρίτο τρίμηνο του 2022. Ολες αυτές οι συναλλαγές σαφώς συνδράμουν εμμέσως την πολεμική προσπάθεια του Κρεμλίνου ενώ, ειδικά όσον αφορά τα μικροτσίπ, θα μπορούσαν να επιτρέψουν στη Μόσχα να θέσει εκ νέου σε λειτουργία την πολεμική βιομηχανία της.

Ομως, πριν από τη ρωσική εισβολή και το ξέσπασμα του πολέμου, η Κίνα είχε μια ιδιαίτερα ισχυρή οικονομική σχέση και με την Ουκρανία, καταφέρνοντας το 2019 να ξεπεράσει τη Ρωσία ως κύριος εμπορικός εταίρος του Κιέβου και να καταστεί ο μεγαλύτερος εισαγωγέας κριθαριού και μεταλλευμάτων από την Ουκρανία, η οποία ξεπέρασε, από την πλευρά της, τις ΗΠΑ ως μεγαλύτερος προμηθευτής της Κίνας με αραβόσιτο.

Μιλώντας στην Washington Post, o υπουργός Εξωτερικών της Ταϊβάν Τζόζεφ Γου υποστήριξε πως «η Κίνα θέλει έναν παρατεταμένο πόλεμο στην Ουκρανία», κυρίως για να συνεχίσει η Δύση να εστιάζει την προσοχή στην Ουκρανία, δηλαδή μακριά από την Κίνα, αλλά και να συνεχίσει το Πεκίνο να προμηθεύεται ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο σε χαμηλές τιμές.

Αυτό, ωστόσο, δεν αλλάζει το γεγονός πως οι κλυδωνισμοί που προκάλεσε στην παγκόσμια οικονομία η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχουν δυσαρεστήσει και θορυβήσει τους Κινέζους. «Ως ο μεγαλύτερος δανειστής σε χώρες χαμηλών εισοδημάτων, η Κίνα πρέπει να ανησυχεί για την αποπληρωμή της από κράτη οι οικονομίες των οποίων πλήττονται από τις αυξανόμενες τιμές των εμπορευμάτων», εξηγεί ο Μαξ Μπουτ.

Σημειώνει επίσης ότι κινέζοι διπλωμάτες, σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις με ευρωπαίους ομολόγους τους εξακολουθούν να δηλώνουν πως ο Σι Τζινπίνγκ δεν γνώριζε εκ των προτέρων τις προθέσεις του Βλαντίμιρ Πούτιν, αναφέροντας ενδεικτικά πως η κινεζική κυβέρνηση δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να εξασφαλίσει την ασφαλή διαφυγή 6.000 κινέζων πολιτών από την Ουκρανία. Οσον αφορά τον πόλεμο αυτόν καθαυτό, ο κινέζος πρόεδρος έχει εκφράσει «ερωτήματα και ανησυχίες», ενώ είπε στον Πούτιν να μη χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα.

«Ως ψυχρός επαγγελματίας της realpolitik, ο Σι δεν θέλει να καταλήξει σε εκείνη που θα μπορούσε να είναι η πλευρά των ηττημένων», γράφει ο Μπουτ, επικαλούμενος δημοσίευμα των Financial Times στο οποίο υποστηρίζεται πως «η Κίνα αντιλαμβάνεται τώρα την πιθανότητα η Ρωσία να αποτύχει να νικήσει την Ουκρανία και να αναδυθεί από τη σύρραξη ως μια “ελάσσων δύναμη”, πολύ αποδυναμωμένη, οικονομικά και διπλωματικά, στη διεθνή σκηνή».

Με άλλα λόγια, αυτό που αντιλαμβάνεται ολοένα πιο ξεκάθαρα η Κίνα είναι ότι «μια ηττημένη Ρωσία ενδέχεται να μην είναι ένας ιδιαίτερα χρήσιμος σύμμαχος», ειδικά συνυπολογίζοντας πως ούτε το Πεκίνο έχει πολλούς φίλους ανά τον κόσμο, αλλά και πως δεν μπορεί να απομονωθεί στη διεθνή σκηνή όσο έχει απομονωθεί η Ρωσία, δεδομένου ότι είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος παρά πολλών κρατών.