Θέματα

Γιατί οι Γολιάθ χάνουν όταν εισβάλλουν στα εδάφη των Δαβίδ;

Οι ίδιες μυστικές υπηρεσίες της Δύσης που προέβλεψαν σωστά ότι η Ρωσία θα εισέβαλε στην Ουκρανία, πίστευαν, όπως και ο Πούτιν, ότι η νίκη της Μόσχας θα ερχόταν γρήγορα. Αγνόησαν όλοι την πρόσφατη ιστορία. Ο ρώσος πρόεδρος έχει αντιληφθεί πια ότι ένας πόλεμος απέναντι σε θεωρητικά πιο αδύναμο αντίπαλο μπορεί να πάει πολύ στραβά
Protagon Team

Το πρώτο βράδυ μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, στον πρώτο σε τηλεθέαση τηλεοπτικό σταθμό της Ελλάδας, μπορούσες να ακούσεις τις εκτιμήσεις εμπειρότατων δημοσιογράφων και αναλυτών που ανέφεραν ότι ήταν «θέμα ωρών ο Πούτιν να καταλάβει στο Κίεβο». Αυτό ήταν το κλίμα της βραδιάς με βάση τις πληροφορίες που έφταναν αλλά και τον συσχετισμό δυνάμεων που (νομίζαμε ότι) υπήρχε.

Πιθανότατα αυτό περίμενε και ο ίδιος ο Πούτιν από τους στρατηγούς του και ίσως γι’ αυτό «απομάκρυνε» ορισμένους, με διάφορους τρόπους. Οπως επισημαίνει ο Γκίντεον Ράχμαν των Financial Times, «δεν έκανε λάθος μόνο ο Πούτιν. Η λανθασμένη εκτίμηση ότι ο ρωσικός στρατός θα καταβάλει την όποια αντίσταση των Ουκρανών μέσα σε λίγες ημέρες δεν ήταν μόνο δική του. Οι ίδιες μυστικές υπηρεσίες της Δύσης που προέβλεψαν σωστά ότι η Ρωσία όντως θα εισέβαλε στην Ουκρανία, πίστευαν και ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να εξασφαλίσει μια γρήγορη νίκη».

Σχεδόν τρεις μήνες μετά, ο ρωσικός στρατός μετρά βαριές απώλειες και η απομόνωση της Ρωσίας γίνεται όλο και μεγαλύτερη, όπως δείχνουν οι αποφάσεις της Φινλανδίας και της Σουηδίας να αιτηθούν την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ.

Οπως σημειώνει στους FT o ινδός πολιτικός επιστήμονας Πρατάπ Μπανού Μέχτα, «ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της διεθνούς πολιτικής είναι το γιατί οι ισχυρές χώρες, παρά τα πάμπολλα παραδείγματα που δείχνουν ότι συχνά αδυνατούν να κερδίσουν πολέμους που μοιάζει να είναι στα μέτρα τους, συνεχίζουν να πιστεύουν ότι θα νικήσουν».

Από το Βιετνάμ, στο Αφγανιστάν και την Ουκρανία

Πολλοί στοχαστές, όπως ο κορυφαίος (και πολυδιαβασμένος στην Ελλάδα) ιστορικός Ερικ Χόμπσμπαουμ, έχουν αναλύσει σε βάθος την αυταπάτη των ισχυρών. Γιατί π.χ. οι Ηνωμένες Πολιτείες έχασαν τον πόλεμο του Βιετνάμ: ένας οργανωμένος στρατός με ανώτερα όπλα απέτυχε να κάμψει την αντίσταση μιας χώρας που δεν ήταν βιομηχανοποιημένη και ενός αντιπάλου που χρησιμοποίησε τακτική ανταρτοπολέμου και αξιοποίησε ως κάλυψη την πυκνή ζούγκλα.

Οπως έχει επισημάνει ο Χένρι Κίσινγκερ «οι μεν αντάρτες κερδίζουν όταν δεν χάνουν, ο δε τακτικός στρατός χάνει όταν δεν κερδίζει». Κάπως έτσι βιώνει και ο Πούτιν τη σημερινή κατάσταση στην Ουκρανία. Οσο δεν κερδίζει, χάνει.

Τα παραδείγματα των ισχυρών που βγήκαν χαμένοι σε μια σύγκρουση με μια πιο αδύναμη χώρα είναι πολλά. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς: Το Αφγανιστάν των Σοβιετικών τη δεκαετία του 1980, το Αφγανιστάν των ΗΠΑ, ή τις τρεις αποτυχημένες προσπάθειες των Βρετανών τον 19ο αιώνα;

Η Κίνα, σημειώνει ο Ράχμαν, απέφυγε προς το παρόν το λάθος να εισβάλει σε μια μικρότερη χώρα (τα τελευταία 40 χρόνια). Ομως, παρότι κέρδισε πολλά επενδύοντας στην οικονομία και σήμερα είναι η δεύτερη ισχυρότερη χώρα στον πλανήτη, μετά τις ΗΠΑ, «τελευταία, τόσο η ηγεσία, όσο και ο λαός της, δείχνουν μια διάθεση επιστροφής στο πεδίο της μάχης». Μάλιστα οι FT παρατηρούν ως προς αυτό ότι οι πολεμικές ταινίες στην Κίνα σπάνε ταμεία…

Τελευταία, το καθεστώς της χώρας χρηματοδοτεί διαρκώς νέα εξοπλιστικά προγράμματα, ενώ οι απειλητικές ασκήσεις πληθαίνουν κοντά στην Ταϊβάν, το μικρό νησί που χαρακτηρίζεται «πανίσχυρος Δαυίδ» με τις πλάτες των ΗΠΑ.

Η εμπειρία του Πούτιν στην Ουκρανία, λένε αναλυτές, είναι σαφώς αποτρεπτική για την όποια φιλοδοξία της Κίνας να καταλάβει με έναν πόλεμο- αστραπή την Ταϊβάν. Επομένως, σύμφωνα και με τα ιστορικά δεδομένα, οι Κινέζοι θα ήταν καλύτερο να συνεχίζουν να… βλέπουν πολεμικές ταινίες, παρά να επιτεθούν (ως «Γολιάθ») σε έναν «Δαυίδ», την Ταϊβάν, που μπορεί να αποδειχθεί πολύ δυνατός.

Μια νόρμα τουλάχιστον 100 ετών

Συμπέρασμα; Μόλις αρχίσουν οι «τουφεκιές», σπανίως το πράγμα πάει όπως έχει σχεδιαστεί. Οπως σημειώνει ο καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Columbia στη Νέα Υόρκη, Ανταμ Τουζ, «αν εξαιρέσουμε τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, πρέπει κανείς να πιεστεί πολύ για να βρει ένα παράδειγμα επιθετικού πολέμου, από το 1914 και μετά, που είχε ξεκάθαρα θετική έκβαση για τη χώρα που ξεκίνησε τον πόλεμο».

Και όπως έχει παρατηρηθεί, όσο «τραβάει» ένας πόλεμος, τόσο πιο δύσκολος γίνεται για τον επιτιθέμενο. Ακόμη και αν ο επιτιθέμενος καταφέρει να καταλάβει την πρωτεύουσα, όπως π.χ. έκαναν οι Αμερικανοί τόσο στο Ιράκ όσο και στο Αφγανιστάν, ο ανταρτοπόλεμος –ιδίως όταν υποστηρίζεται με μεταφορά πόρων, πληροφοριών και όπλων από ξένες δυνάμεις– μπορεί να εξαντλήσει τον επιτιθέμενο.

Και το τέλμα οδηγεί σε φθορά και στο εσωτερικό. Οι ΗΠΑ μέτρησαν 15.000 απώλειες στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες Αμερικανοί τραυματίστηκαν. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν όσοι επέστρεψαν λαβωμένοι από τους δύο πολέμους είναι σήμερα ένα σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα για την Αμερική. Οπως συνέβη και μετά το Βιετνάμ και ήδη συμβαίνει με τον πόλεμο στην Ουκρανία για τη Ρωσία, όσο κι αν τα ελεγχόμενα από τον Πούτιν μέσα ενημέρωσης κρύβουν το πρόβλημα κάτω από το χαλί.

Τα σύγχρονα όπλα υπέρ του αμυνόμενου

Σήμερα, ακόμη και οι εξελίξεις στην τεχνολογία των όπλων μπορούν να βοηθήσουν έναν αμυνόμενο με ισχυρούς συμμάχους που τον υποστηρίζουν. Τα drones μπορούν να εντοπίσουν τις κινήσεις των επιτιθέμενων δυνάμεων, ενώ οι πύραυλοι με συστήματα καθοδήγησης υψηλής ακρίβειας μπορούν να τις πλήξουν. Αυτά τα συστήματα θεωρούνται «υπεύθυνα» για τις βαριές απώλειες των Ρώσων γύρω από το Κίεβο.

Ο Πούτιν έχει αντιληφθεί πια, σύμφωνα με τους FT, ότι ένας πόλεμος απέναντι σε έναν θεωρητικά πιο αδύναμο αντίπαλο μπορεί να πάει πολύ στραβά. Η Ρωσία συγκέντρωνε δυνάμεις επί μία δεκαετία και εξαπέλυσε την επίθεση στην Ουκρανία, εν πολλοίς για να επιβεβαιώσει το στάτους της μεγάλης δύναμης. Και τώρα κινδυνεύει να βγει από τον πόλεμο φτωχότερη και σημαντικά πιο αδύναμη.