Η συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, η οποία πραγματοποιήθηκε κάτω από απολύτως ασυνήθιστες συνθήκες στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου, στο Βατικανό, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως σημείο καμπής στον πόλεμο της Ουκρανίας. Την τελευταία φορά που είχαν συναντηθεί προηγουμένως οι δύο άνδρες, στον Λευκό Οίκο, τα πράγματα δεν ήταν τόσο εγκάρδια.
«Ηταν μια στιγμή ανακούφισης, κατά μία έννοια» είπε ο ίδιος ο Τραμπ για την κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Ζελένσκι. «Επειδή τεράστιος αριθμός ανθρώπων πεθαίνει, πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν και σκοτώνονται».
Από τότε που ο Τραμπ ανέλαβε τα καθήκοντά του, τον Ιανουάριο, η κυβέρνησή του έχει υιοθετήσει κατ’ επανάληψη τα επιχειρήματα του Κρεμλίνου, γράφουν οι Times του Λονδίνου, όμως ο αμερικανός πρόεδρος φαίνεται ότι έχει κουραστεί από την άρνηση του Πούτιν να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τον τερματισμό των εχθροπραξιών.
Στο Air Force One, επιστρέφοντας από το Βατικανό, ο Τραμπ εξαπέλυσε μια άνευ προηγουμένου επίθεση στον Πούτιν, αντιδρώντας στο βομβαρδισμό του Κιέβου. «Με κάνει να σκέφτομαι ότι ίσως δεν θέλει να τελειώσει τον πόλεμο, απλώς με κοροϊδεύει» έγραψε στην ιστοσελίδα του Truth Social.
Λιγότερο από μια εβδομάδα αργότερα και μια ημέρα αφότου ο Τραμπ συμπλήρωσε την 100ή ημέρα της θητείας του, υπογράφηκε, τελικά, μια συμφωνία για τα ορυκτά της Ουκρανίας, η οποία προετοιμαζόταν επί μήνες.
Η στάση του Τραμπ έδειχνε ότι ήθελε να «γονατίσει» πρώτα την Ουκρανία, ώστε εκείνη, απελπισμένη πλέον, θα ήταν πρόθυμη να δώσει στις ΗΠΑ ό,τι ήθελαν σε αντάλλαγμα για την ασφάλειά της. Οταν αυτό δεν συνέβη, η ομάδα του προέδρου απλώς άλλαξε γραμμή.
Ο Τραμπ είχε δεσμευτεί προεκλογικά να τερματίσει γρήγορα τη σύγκρουση, αλλά στη συνέχεια άρχισε να αντιλαμβάνεται την πολυπλοκότητά της και να δίνει προτεραιότητα στην υπογραφή οποιασδήποτε συμφωνίας και όχι της καλύτερης συμφωνίας.
Οταν συνάντησε τον Ζελένσκι, στην κηδεία του Φραγκίσκου, βρισκόταν σε «λειτουργία ακρόασης, όχι στη συνηθισμένη λειτουργία μετάδοσης», σύμφωνα με μια πηγή από το περιβάλλον του. «Υπήρχε η αίσθηση ότι ίσως δεν είχε υπάρξει δίκαιος με τον Ζελένσκι και ήθελε να τον ακούσει».
Στο αναθεωρημένο κείμενο της συμφωνίας για τα ορυκτά έγιναν αξιοσημείωτες παραχωρήσεις, γράφουν οι Times, συμπεριλαμβανομένης της εγκατάλειψης της επιμονής της Ουάσινγκτον να ξεπληρώσει το Κίεβο το κόστος όλης της προηγούμενης οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας που του έδωσε. Αυτό χάρισε στον πρόεδρο μια πολύ αναγκαία νίκη στην εξωτερική πολιτική για τη βάση υποστήριξής του, της οποίας το κύριο παράπονο είναι εδώ και καιρό ότι οι ευρωπαίοι σύμμαχοι «ξεζουμίζουν» τις ΗΠΑ. Ο Λευκός Οίκος ανακήρυξε τον Τραμπ «ηγέτη των συμφωνιών».
Ενας αναλυτής είπε στους Times ότι «όπως πάντα με τον Τραμπ, όμως, ο διάβολος δεν κρύβεται στις λεπτομέρειες».
Η συμφωνία που υπεγράφη την Τετάρτη 30 Απριλίου θα δημιουργήσει ένα επενδυτικό ταμείο που θα ελέγχεται από τις ΗΠΑ και θα λαμβάνει έσοδα από τους ουκρανικούς φυσικούς πόρους. Πιστεύεται ότι η Ουκρανία διαθέτει τεράστια αποθέματα κρίσιμων ορυκτών, όπως γραφίτη, τιτάνιο και λίθιο, ιδιαίτερα περιζήτητα λόγω της χρήσης τους σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στρατιωτική τεχνολογία και υποδομές.
Στην πραγματικότητα, πιθανότατα θα χρειαστούν χρόνια για να εξορύξουν οι ΗΠΑ και να επωφεληθούν από τις πρώτες ύλες της Ουκρανίας, οι οποίες μπορεί να μην αποφέρουν τα κέρδη που έχει προβλέψει ο Τραμπ. Ορισμένες αναφορές υποδηλώνουν ότι το κόστος της εξόρυξης μπορεί να είναι τόσο μεγάλο που καμία εταιρεία δεν θα το επιχειρήσει καν.
Ενα πολύ κρίσιμο σημείο, ωστόσο, είναι ότι θα μπορούσε να αποσταλεί αμερικανικό προσωπικό για τη φύλαξη αυτών των αποθεμάτων, εγγυώμενο την αμερικανική παρουσία στην Ουκρανία για τα επόμενα χρόνια.
Η συμφωνία, καταλήγουν οι Times, είναι παρόμοια από πολλές απόψεις με αυτή που πέτυχε ο Μπαράκ Ομπάμα για μια αμερικανική στρατιωτική βάση στις πετρελαιοπηγές της αμερικανικής εταιρείας Conoco (Continental Oil), στην ανατολική Συρία. Τα στρατεύματα παρείχαν μια ζώνη ασφαλείας απέναντι στις εχθρικές ιρανικές και ρωσικές δυνάμεις που είχαν προσκληθεί στη χώρα για να ενισχύσουν το καθεστώς του Μπασάρ αλ-Ασαντ.
Οι Αμερικανοί φοβούνταν τη δημιουργία ενός χερσαίου διαδρόμου που θα ήταν υπό τον έλεγχο της Ρωσίας, από το Ιράκ μέχρι τη Μεσόγειο Θάλασσα. Ποτέ δεν έκαναν σοβαρές γεωτρήσεις σε αυτά τα κοιτάσματα, αλλά μια δεκαετία αργότερα εξακολουθούν να κατέχουν μια λωρίδα γης που τους βοήθησε να κρατήσουν τη Μόσχα υπό έλεγχο.
