Ο σημερινός Πρόεδρος των ΗΠΑ διαθέτει μεγάλη εμπειρία στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και γνωρίζει εδώ και δεκαετίες πολύ καλά την περιοχή μας. | REUTERS/ CreativeProtagon
Θέματα

Θα παρέμβει ο Μπάιντεν όταν σημάνει η ώρα;

Ο χειρισμός του πολέμου στην Ουκρανία αποτελεί τεκμήριο πολιτικής ωριμότητας για τον αμερικανό πρόεδρο παρά τη φθορά στον δρόμο για τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου. Για την Ελλάδα, η παρουσία του στον Λευκό Οίκο σημαίνει ότι την κρίσιμη στιγμή θα υπάρχει ένας πρόεδρος που τουλάχιστον γνωρίζει πού πέφτει στον χάρτη το Αιγαίο
Protagon Team

«Αφήστε ήσυχο τον Μπάιντεν. Είναι ένας καλός πρόεδρος, παρότι ορισμένοι Δημοκρατικοί θέλουν να τον αντικαταστήσουν» γράφει στο The Atlantic ο αρθρογράφος Τομ Νίκολς.

Ο Νίκολς, όπως θα δούμε παρακάτω, αντιπαραβάλλει τη μεγάλη εικόνα στην κριτική που δέχεται για την οικονομία ο ένοικος του Λευκού Οίκου, συνδέοντας την ωριμότητα που κατέκτησε ο Μπάιντεν στην πορεία της ζωής του με τον χειρισμό της εισβολής των Ρώσων στην Ουκρανία.

«Τον κατηγορούν σχεδόν για τα πάντα και τα ποσοστά αποδοχής του υποχωρούν. Τι, άραγε, συμβαίνει;» αναρωτιέται ο αρθρογράφος.

Τα αρνητικά σχόλια δεν προέρχονται μόνο από το Fox News. Για παράδειγμα, ο ανταποκριτής των Times του Λονδίνου στην Ουάσιγκτον τονίζει τις υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν, την κακή εικόνα του Μπάιντεν στις δημοσκοπήσεις και τις «γκάφες», τις λεκτικές παραδρομές που σημειώνει ότι σπεύδουν να διορθώσουν στη συνέχεια οι συνεργάτες του.

Ακόμη και η ακτιβίστρια και βουλευτής του Δημοκρατικού Κόμματος Αλεξάντρια Οκάζιο-Κορτέζ (η πολιτική ατζέντα της οποίας θεωρείται πολύ αριστερή), δηλώνει ότι θα το σκεφτεί πολύ σοβαρά το «αν θα στηρίξει τον Μπάιντεν για τις προεδρικές εκλογές του 2024» και ότι «δεν έχει αποφασίσει ακόμη».

Στον αντίποδα, ο Νίκολς υποστηρίζει στο The Atlantic ότι ο Μπάιντεν που έθεσε υποψηφιότητα για πρόεδρος το 2020 «ήταν ένας άνθρωπος σοφότερος που έμοιαζε κάπως λυπημένος, ένας πολιτικός που αντιλαμβανόταν την προεδρία ως υπηρεσία στην πατρίδα και συνειδητοποιούσε το βάρος του αξιώματος». Ο χρόνος και οι οικογενειακές τραγωδίες που έζησε τον οδήγησαν σε μια ωριμότερη οπτική για τη ζωή. «Και “ξεφούσκωσαν” το εγώ του», υποστηρίζει.

Ο αρθρογράφος σημειώνει ότι «ο Μπάιντεν αυτές τις μέρες κάνει πολύ καλή δουλειά, με δεδομένο το γεγονός ότι αντιμετωπίζει μια πανδημία, τις αποκαλύψεις για μια απόπειρα πραξικοπήματος στις ΗΠΑ (σ.σ.: αναφέρεται σε όσα προκύπτουν από την επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων για την εισβολή στο Καπιτώλιο) και μια οικονομική επιβράδυνση για την οποία δεν έχει ευθύνη ούτε μπορούσε να τη θέσει υπό έλεγχο».

Και μέσα από αυτές τις παρατηρήσεις για την προσωπικότητα και τους χειρισμούς του Μπάιντεν, ο Νίκολς καταλήγει στη μεγάλη εικόνα: «Α, και παρεμπιπτόντως: Κατάφερε επίσης (μέχρι στιγμής) να αποτρέψει τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο και μια πιθανή πυρηνική σύγκρουση. Φαίνεται ότι ξεχνάμε ότι αυτή είναι η πρωταρχική ευθύνη για κάθε αμερικανό πρόεδρο».

«Γιατί έχουμε κολλήσει στις τιμές του φυσικού αερίου (για τις οποίες ο Μπάιντεν δεν έχει καμία ευθύνη), την ώρα που οι Ρώσοι επιτίθενται σε 40 εκατομμύρια Ουκρανούς και απειλούν το ΝΑΤΟ; Είναι καθησυχαστικό το γεγονός ότι η εξωτερική μας πολιτική βρίσκεται σε σταθερά και υπεύθυνα χέρια», προσθέτει ο ίδιος.

Η διαφορά με τον Τραμπ

Για την Ελλάδα, η μεγάλη εικόνα έχει ιδιαίτερη σημασία σε ό,τι αφορά τον Μπάιντεν. Oχι μόνο για τη σχέση του με τους έλληνες ομογενείς, την «καλή χημεία» που δηλώνει ότι έχει με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά και για το γεγονός ότι ο σημερινός πρόεδρος των ΗΠΑ διαθέτει μεγάλη εμπειρία στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και γνωρίζει εδώ και δεκαετίες πολύ καλά την περιοχή μας.

Αυτό δεν ήταν πάντα δεδομένο για τον ένοικο του Λευκού Οίκου. Για παράδειγμα, αποτελεί κοινό μυστικό στις τάξεις της ελληνικής διπλωματίας ότι ο προκάτοχός του, ο Ντόναλντ Τραμπ, δεν γνώριζε βασικά πράγματα για την Ελλάδα, την Τουρκία και το Αιγαίο – παρότι ενδιαφερόταν κάποτε να χτίσει καζίνο στο Ελληνικό.

Το καλοκαίρι του 2020, όταν και πάλι η Τουρκία απειλούσε την Ελλάδα, η χώρα μας δεν μπορούσε να περιμένει πολλά από εκείνον, όχι μόνο λόγω της σχέσης που είχε με τον Ερντογάν, αλλά και γιατί, σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους, δεν αντιλαμβανόταν βασικά γεωπολιτικά και ιστορικά συμφραζόμενα.

Το τηλεφώνημα του Κλίντον

Το πρόσωπο του προέδρου των ΗΠΑ έχει πάντα σημασία, καθώς όταν σημάνει η ώρα κανένας, ασφαλώς, δεν θα περιμένει κάτι από τον Στόλτενμπεργκ, τον γ.γ. του ΝΑΤΟ, οι δηλώσεις του οποίου παραπέμπουν για πολλούς Ελληνες σε αυτές που θα έκανε ο γ.γ. του κόμματος του Ερντογάν.

Ας θυμηθούμε…

«Καθόμουν στο γραφείο μου και ξαφνικά άρχισαν να χτυπούν τα τηλέφωνα», δήλωνε το 2007, έντεκα χρόνια μετά τα Ιμια ο Μπιλ Κλίντον εξιστορώντας το «τραγικό» όπως το περιέγραφε συμβάν. Τον Ιανουάριο του 1996, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ παρενέβη ενεργά με σκοπό να εμποδίσει τον πόλεμο ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Οπως σημείωνε εκείνες τις μέρες η Washington Post, «ο πρόεδρος Κλίντον και οι ανώτεροι σύμβουλοί του έριξαν όλο το βάρος της αμερικανικής διπλωματίας στις προσπάθειες να αποφευχθεί μια σύγκρουση».

Λίγους μήνες μετά το τραυματικό επεισόδιο στα Ιμια, μιλώντας ύστερα από συνάντηση που είχε στον Λευκό Οίκο με τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο, ο Κλίντον δήλωνε ότι χειρίστηκε προσωπικά το θέμα της απόσυρσης των στρατιωτικών δυνάμεων των δύο χωρών από το σημείο της έντασης.

Κι επειδή στην Ελλάδα αναρωτιόμαστε συχνά «αν ο αμερικανός πρόεδρος θα σηκώσει το τηλέφωνο για να αποτρέψει μια κρίση στο Αιγαίο», όσο υπάρχει ο Μπάιντεν, που τον Νοέμβριο θα γίνει 80 ετών και δεν τον πολυεγκρίνει η Οκάζιο-Κορτέζ, τουλάχιστον μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι ο ένοικος του Λευκού Οίκου διαθέτει και τη γνώση και την εμπειρία για να καταλάβει τι συμβαίνει.

Και ο συγκεκριμένος πρόεδρος, ο «σοφότερος και κάπως λυπημένος» κατά το The Atlantic, που χειρίστηκε με ωριμότητα τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχει και ένα ακόμα χαρακτηριστικό: Μπορεί να συνδέσει μια απειλή για την Ελλάδα με αληθινούς ανθρώπους, με όνομα και επώνυμο, όπως τα μέλη της ελληνοαμερικανικής κοινότητας με τα οποία συνδέεται προσωπικά γιατί τον στηρίζουν εδώ και μισό αιώνα, από το 1972, όταν έθεσε για πρώτη φορά υποψηφιότητα για τη Γερουσία στη μικρή Πολιτεία του Ντέλαγουερ.

Θα αρκούν αυτά και μόνο όταν σημάνει η ώρα; Ασφαλώς όχι. Αλλά όπως μας έχει δείξει η Ιστορία, η προσωπικότητα και τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά των ηγετών παίζουν ρόλο στις κρίσιμες στιγμές.