Κουζίνα

Βασιλόπιτα της γιαγιάς από την Πόλη

Ωραία τα τσουρέκια, ωραία και τα πανετόνε αλλά φέτος σας προτείνω μια παραδοσιακή βασιλόπιτα πολίτικη, πλούσια σε γεύση και σε αρώματα, που είναι καταγραμμένη στη μνήμη μου μαζί με πολλές αναμνήσεις και μεγάλη συγκίνηση
Bostanistas

Κάθε χρόνο  επικρατούσε ένα άγχος, όταν η μητέρα και η γιαγιά θα έφτιαχναν την πίτα.  Για να βγει αρκετά μεγάλη, έκαναν την τριπλάσια περίπου από την παρακάτω δόση και την έψηναν σε ένα μεγάλο ταψί.  Το μίξερ δεν χωρούσε όλο αυτό το μείγμα και δεν θυμάμαι πώς το αντιμετώπιζαν.  Νομίζω έκαναν δύο τρία μείγματα και τα ανακάτευαν.

Η γιαγιά επέμενε το αλεύρι και το γάλα να μπαίνουν στο τέλος με το μάτι.  Εκεί κάπου, νομίζω, ξεκίνησε το κακό.  Η συνταγή δεν έβγαινε σταθερή.  Πολλές φορές άρπαζε στον πάτο.  Ήταν και το ταψί τεράστιο… Πολύ  μεγάλη σκασίλα.  Θυμάμαι τη γιαγιά να  έχει την πίτα αναποδογυρισμένη και να ξύνει τη μαυρισμένη επιφάνεια με το μαχαίρι.

Η πίτα αυτή πάντως δεν ξεκολλάει από τη μνήμη.  Αρχικά για το βάρος της. Είναι πλούσια και βαριά.  Χορταίνεις κυριολεκτικά με ένα κομμάτι.  Αλλά, δυστυχώς, αδύνατον να αντισταθείς.  Θα πάρεις κι άλλο.  Η κρούστα της σαν κρούστα ψωμιού.  Κάνει κρακ, όταν τη δαγκώνεις.  Καρύδια, σταφίδα, αμύγδαλα καβουρδισμένα, χυμός, ξύσμα πορτοκάλι σκάνε στον ουρανίσκο.  Αρώματα, υφές, υγρασία και τραγανό.

Πλούτος είναι η πρώτη λέξη που μου έρχεται στο μυαλό.  Ευτυχώς ήταν τεράστια και για αρκετές μέρες κάθε πρωί ανυπομονούσα να την απολαύσω βουτηγμένη σε ζεστό γάλα.  Νομίζω έκλεβα και το κομμάτι του Χριστού, και του σπιτιού.  Όταν τελείωνε, παρακαλούσα να την φτιάξουν ξανά.  Όμως την έκαναν μόνο για την Πρωτοχρονιά…

Η ιστορία συνεχίζεται με την καταγραφή της πίτας από τη μητέρα μου σε τρία διαφορετικά σημειωματάρια.  Ο γραφικός της χαρακτήρας καταπληκτικός. Και στις τρεις εκδοχές, όμως,  σε κάποια υλικά τα βάρη είναι διαφορετικά.  Μου το έλεγε συχνά. «Με τη γιαγιά είναι αδύνατο να γράψεις συνταγή. Στα λέει όπως να ναι, βάζει και τα υλικά όταν γυρνάς να κοιτάξεις αλλού, και σε μπερδεύει.  Και οι δυο τους καταπληκτικές μαγείρισσες…  Πού και πού τρώγαν τα μουστάκια τους. Μαζί, όμως, πάντα στην κουζίνα.  Ντουέτο.  Σεφ και σου-σεφ.

Ευτυχώς οι διαφορές στα υλικά, που βρήκα στις σημειώσεις, δεν με εμπόδισαν να φέρω σε πέρας τη δική μου καταγραφή.  Έκανα τις μετρήσεις όπως με βολεύουν και πλέον δεν χρειάζεται αλεύρι με το μάτι.  Τα ζυγίζεις και βγαίνουν.  Όντως μέχρι να ψηθεί σωστά αρχίζει και μαυρίζει επικίνδυνα.

Είναι πολύ πλούσιο μείγμα και θέλει μία ώρα στο φούρνο.  Αξίζει τον κόπο για όποιον θέλει κάτι αυθεντικό και παλιομοδίτικο.  Έχω αρχίσει να μπουχτίζω από τα πανετόνε (panetonne) και τις βασιλόπιτες  σαν τσουρέκι.  Πάμε για κάτι πιο παλιό και με κρούστα…

Δείτε εδώ τη συνταγή