Το δηλητηριώδες λεοντόψαρο εισβάλλει στις θάλασσές μας – και η λύση είναι μία…
Το δηλητηριώδες λεοντόψαρο εισβάλλει στις θάλασσές μας – και η λύση είναι μία…
Ψάρι- εισβολέας που προέρχεται από τις τροπικές περιοχές της Νοτιοανατολικής Ασίας, το λεοντόψαρο έγινε αντιληπτό στη Μεσόγειο για πρώτη φορά το 1991, στον Κόλπο της Χάιφας στο Ισραήλ. Πέρασε μέσω της Διώρυγας του Σουέζ και πλέον εντοπίζεται στα γαλάζια νερά της Ελλάδας, την Κύπρου και του Λιβάνου. Οι ερευνητές, δε, προβλέπουν ότι η επικράτειά του, που επεκτείνεται μέρα με τη μέρα, μπορεί τελικά να φτάσει μέχρι την Ισπανία.
Ενώ η Μεσόγειος, όπως κάθε θάλασσα, βρίθει από μη ιθαγενή είδη, το λεοντόψαρο είναι σχεδόν μοναδικά καταστροφικό και έχει τη δυνατότητα να ανατρέψει ένα τεράστιο θαλάσσιο περιβάλλον που έχει συντηρήσει πολιτισμούς για χιλιετίες, επισημαίνουν στο άρθρο τους στην Washington Post οι Τσίκο Χάρλαν και Ελίντα Λαμπροπούλου. Το λεοντόψαρο καταβροχθίζει γαρίδες, καβούρια και μικρότερα ψάρια, με το στομάχι του να πρήζεται κατά τη διάρκεια μιας φρενήρους σίτισης. Αλλα είναι επίσης σκληραγωγημένο, ικανό να περάσει έναν ολόκληρο μήνα χωρίς τροφή. Τα δηλητηριώδη αγκάθια του, δε, αποτρέπουν τυχόν επίδοξους θηρευτές. Και ένα μόνο θηλυκό μπορεί να γεννήσει 2 εκατ. αυγά σε ένα χρόνο.
«Θα διαταράξει μαζικά το οικοσύστημα», δήλωσε στην Washington Post ο Τζέισον Χολ – Σπένσερ, θαλάσσιος βιολόγος στο πανεπιστήμιο του Πλύμουθ. «Είναι το ψάρι που εισβάλλει ταχύτερα στον κόσμο», τόνισε ο βρετανός επιστήμονας.
Για να επιβραδύνουν την εξάπλωση, δύτες διοργανώνουν κυνηγετικές αποστολές στα ανοικτά των ακτών της Κύπρου. Και περιβαλλοντολόγοι προσπαθούν να αυξήσουν τη ζήτηση για αγορά και κατανάλωση λεοντόψαρων, τονίζοντας ότι, ναι, είναι νόστιμα τηγανητά ή σούπα.
Σε ειδική ακρόαση που πραγματοποίησε φέτος το Ελληνικό Κοινοβούλιο σχετικά με την εισβολή, μια ερευνήτρια δήλωσε ότι η ελληνική διατροφή με θαλασσινά δεν είχε αλλάξει πολύ επί 3.500 χρόνια, αλλά πλέον η κλιματική αλλαγή και άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες μετατοπίζουν τη σύνθεση των τοπικών αλιευμάτων προς τα λεοντόψαρα και άλλα μη ιθαγενή είδη. «Αλλάζει απόλυτα μπροστά στα μάτια μας», δήλωσε η Αναστασία Μήλιου, επιστημονική διευθύντρια του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος».
Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, η θερμοκρασία της Μεσογείου έχει αυξηθεί κατά 1,5 βαθμό Κελσίου. Η θάλασσα μαστίζεται συχνά από κύματα καύσωνα, μάλιστα νωρίτερα φέτος το καλοκαίρι παρατηρήθηκε μια αύξηση ρεκόρ της θερμοκρασίας. Μια ερευνητική μελέτη που δημοσιεύθηκε πέρυσι, η οποία μοντελοποιούσε την επέκταση του λεοντόψαρου, ανέφερε ότι η θέρμανση είχε δημιουργήσει συνθήκες παρόμοιες με εκείνες της περιοχής του Ινδο-Ειρηνικού, όπου ζει το λεοντόψαρο, «επιτρέποντας στο είδος να επιβιώσει και να αναπαραχθεί σε περιοχές που προηγουμένως ήταν πολύ κρύες για αυτό».
Τα λεοντόψαρα προτιμούν να κρύβονται σε βράχους και σχισμές κοντά στον πυθμένα της θάλασσας και οι δύτες είναι οι καλύτεροι μάρτυρες της κατάληψης. Στην Ελαφόνησο, δεν υπάρχει καλύτερος δύτης από τον 49χρονο Ματέο Καβέσι, ο οποίος μπορεί να κατέβει σε βάθος έως και 44 μέτρα χωρίς οξυγόνο. Εμαθε να αγαπά τη θάλασσα ως έφηβος, όταν ένας γιατρός του σύστησε το νερό ως θεραπεία για την κλειστοφοβία.
Τον περασμένο μήνα, ο ιταλός δύτης βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με ένα λεοντόψαρο, κρυμμένο σε έναν οδοντωτό λαβύρινθο από βράχους σε 15 μέτρα βάθος. Και επέστρεψε στην επιφάνεια με ένα παχουλό, μακρύ ψάρι καρφωμένο στην άκρη του δόρατός του.
«Είναι εδώ», είπε. Και τις επόμενες τρεις ώρες, ο Ματέο Καβέσι και ο συνάδελφός του δύτης Αλντο Μπαμπόνε συνέχισαν να ψαρεύουν λεοντόψαρα. Οταν ανέβηκαν ξανά στο σκάφος, με περισσότερα από 40 λεοντόψαρα στο ψυγείο τους, ο Μπαμπόνε είπε ότι η εμπειρία ήταν ανησυχητική. Η αφθονία ήταν μια περιβαλλοντική «καταστροφή», τόνισε. Και ο Καβέσι πρόσθεσε: «Σε δύο εβδομάδες από τώρα, θα είναι σαν να μην περάσαμε ποτέ από δώ».
Γοητευτικοί εισβολείς
Τα λεοντόψαρα είναι εκθαμβωτικά, τουλάχιστον όταν τα βλέπει κανείς από απόσταση. Είναι στολισμένα με λευκές και πορτοκαλί ρίγες ενώ μια σειρά από δηλητηριώδη αγκάθια, σε στυλ μοϊκανού, διατρέχει την επάνω πλευρά τους. Και με τα πτερύγιά τους που ανοίγουν σαν βεντάλια, μοιάζουν με δράκους.
«Είναι όμορφα», σχολίασε η δρ Παρασκευή Καραχλέ, ιχθυολόγος και διευθύντρια ερευνών του ινστιτούτου θαλάσσιων βιολογικών πόρων και εσωτερικών υδάτων ΕΛΚΕΘΕ για την εισβολή ξενικών ειδών ψαριών στη Μεσόγειο.
Αλλά τα παγκόσμιο ιστορικό των δεδομένων για τον έλεγχο των λεοντόψαρων, μόλις αυτά αρχίσουν να αισθάνονται σαν στο σπίτι τους, δεν είναι πολλά υποσχόμενο. Ξεκινώντας από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, τα λεοντόψαρα εμφανίστηκαν γύρω από τη Φλόριντα και την Καραϊβική, πιθανότατα αφού ρίχτηκαν στον ωκεανό από ιδιοκτήτες ενυδρείων που ήθελαν να ξεφορτωθούν τα αρπακτικά.
Εκεί, καταβρόχθιζαν λυθρίνια και ροφούς, δείχνοντας προτίμηση στα ψάρια των εστιατορίων της Καραϊβικής. Ασκησαν πίεση στους κοραλλιογενείς υφάλους καταβροχθίζοντας φυτοφάγα ψάρια που ελέγχουν την ανάπτυξη των φυκιών, με αποτέλεσμα τα φύκια να υπεραναπτυχθούν και τα κοράλλια να ασφυκτιούν. Και -ίσως το πιο αποθαρρυντικό- επικράτησαν παρά τις σημαντικές ανθρώπινες προσπάθειες να τα σταματήσουν, σημειώνει η Washington Post.
Οι κυβερνήσεις της Καραϊβικής ήραν τους περιορισμούς στις προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές επιτρέποντας το κυνήγι των λεοντόψαρων. Οι Μπαχάμες εξέδωσαν χρηματικά έπαθλα σε διαγωνισμούς «απομάκρυνσης», με ομάδες να πιάνουν 2.000 λεοντόψαρα σε μια μόνο μέρα.
Αλλά όλα αυτά είχαν ελάχιστη σημασία.
Οι επιστήμονες αποκαλούν την επέκταση του λεοντόψαρου στον Ατλαντικό μια από τις μεγαλύτερες θαλάσσιες εισβολές που έχουν καταγραφεί ποτέ.
Στο μεταξύ στη Μεσόγειο οι θαλάσσιοι ερευνητές έχουν καταφύγει στην αναζήτηση ιδεών έσχατης ανάγκης. Κάποιες εταιρείες έχουν δοκιμάσει αυτόνομα ρομπότ κυνηγιού λεοντόψαρων και μηχανικοί έχουν σχεδιάσει ειδικές παγίδες. Ωστόσο, τα logistics και το μέγεθος της διασποράς τους στη μεγαλύτερη ημίκλειστη θάλασσα του κόσμου είναι αδιανόητα.
«Θα χρειαζόντουσαν ανθρώπους για να απλώσουν [τις παγίδες] και να τις συντηρούν, είναι κάτι πολύ μεγάλο», δήλωσε στην Washington Post ο Ντάβιντε Μποτατσίνι, διδακτορικός ερευνητής που μελετά τα λεοντόψαρα στο πανεπιστήμιο Βάχενινγκεν στην Ολλανδία.
Αλλοι ερευνητές έχουν προτείνει την ιδέα της δημιουργίας ενός αλατούχου φράγματος στο στόμιο της Διώρυγας του Σουέζ – ουσιαστικά αναδημιουργώντας μια αδιάβατη ζώνη αλατιού που υπήρχε φυσικά πριν από τις επεκτάσεις της διώρυγας- η οποία θα περιόριζε περαιτέρω εισβολές μη ιθαγενών ειδών.
Αλλά το λεοντόψαρο βρίσκεται ήδη στη Μεσόγειο.
Η δρ Καραχλέ είπε ότι το καλύτερο εργαλείο για την επιβράδυνση της εξάπλωσής του μπορεί να είναι το προφανές: η ένταξή του σε μενού εστιατορίων και η ενίσχυση του κινήτρου για τους ψαράδες να τα πιάσουν μαζικά: «Η πιο πολλά υποσχόμενη επιλογή», είπε η ελληνίδα ιχθυολόγος, «είναι να τα τρώμε».
Από τη θάλασσα στα μενού των εστιατορίων
Αν το όραμα της εκτεταμένης κατανάλωσης λεοντόψαρου έχει έναν ευαγγελιστή, αυτός είναι ο Ενρίκο Τόγια, ένας 82χρονος Ιταλός που περνάει τα καλοκαίρια του στην Ελαφόνησο, πίνοντας ωραία κρασιά με τους φίλους και τα ενήλικα εγγόνια του. Αν και ο Τόγια πέρασε την καριέρα του μακριά από τον ωκεανό -ως εταιρικός διευθυντής- ξεκίνησε επίσης μια περιβαλλοντική ΜΚΟ, η οποία τώρα ασχολείται με το λεοντόψαρο. Και έχει αξιοποιήσει ένα δίκτυο επαφών με στόχο να μετατρέψει το μικροσκοπικό ελληνικό νησί των ψαράδων -με αρκετές εκατοντάδες μόνιμους κατοίκους πλήρους απασχόλησης- σε κέντρο για τη μελέτη και το μαγείρεμα του αγκαθωτού ψαριού.
Το όραμά του Τόγια είναι να μπει το καρπάτσιο λεοντόψαρου σε μενού εστιατορίων σε όλα τα ελληνικά νησιά: «Ενα όνειρο είναι, αλλά τέλος πάντων», είπε ο Τόγια στην Washington Post. «Αν δεν έχεις όνειρα, έχεις μια βαρετή ζωή».
Η Ελαφόνησος, όμως, είναι επίσης ένας μικρόκοσμος για τις δυσκολίες που μπορεί να προκύψουν στο να πειστούν οι άνθρωποι να αλλάξουν γαστρονομικές συνήθειες.
Οι ψαράδες λένε ότι ψαρεύουν όλο και περισσότερα λεοντόψαρα, ενώ βγαίνουν με την τράτα για άλλα είδη, και συχνά τα πετάνε πίσω στη θάλασσα, λέγοντας ότι δεν υπάρχει ζήτηση. Παρά την πρόταση του Τόγια, ο μοναδικός ιχθυοπώλης του νησιού δεν διαθέτει λεοντόψαρα, λέγοντας ότι οι πελάτες «δεν τα γνωρίζουν και τόσο καλά».
Τέσσερις από τις έξι ταβέρνες με θαλασσινά στον κεντρικό δρόμο του νησιού δεν προσφέρουν λεοντόψαρο. Ο ιδιοκτήτης μιας άλλης ταβέρνας, που το πρόσθεσε στο μενού του αυτό το καλοκαίρι, είπε ότι δεν του το έχουν παραγγείλει ούτε μία φορά.
«Χρειάζεται χρόνος για να καταλάβει ο κόσμος την ιδέα», σχολίασε ο Κρις Μπερδούσης, σεφ και ιδιοκτήτης εστιατορίου στην Ελαφόνησο, ο οποίος είπε ότι μπορεί να προσθέσει λεοντόψαρα στο μενού του τις επόμενες εβδομάδες. «Εδώ, ο κόσμος ζητάει το παραδοσιακό φαγητό, χταπόδι, καλαμάρι», τόνισε.
Αυτά είναι τα είδη με το υψηλότερο περιθώριο κέρδους και τα πιάτα που οι τουρίστες συνδέουν περισσότερο με τα ελληνικά νησιά. Αλλά δεν είναι αυτό που παράγουν οι θάλασσες, επισημαίνουν οι δημοσιογράφοι της Washington Post στην ανταπόκρισή τους από την Ελαφόνησο. Οι ψαράδες λένε ότι πλέον πιάνουν σπάνια καλαμάρια και ότι την τελευταία δεκαετία το χταπόδι είναι όλο και πιο δύσκολο να βρεθεί. Αλλά ακόμα κι αν αυξανόταν ο όγκος τους, δεν θα ανταποκρινόταν στη ζήτηση εξαιτίας της αύξησης των καλοκαιρινών επισκεπτών. Τα εστιατόρια σημειώνουν τα κατεψυγμένα προϊόντα με έναν μικρό αστερίσκο, αλλά λίγοι το προσέχουν. Στην Ελαφόνησο οι τουρίστες απολαμβάνουν τη θέα στη θάλασσα και τρώνε ψητό χταπόδι που εισάγεται από το Μαρόκο.
«Το καταλαβαίνω», είπε η θαλάσσια βιολόγος Χολ-Σπένσερ. «Μας αρέσει να τρώμε ό,τι έτρωγαν οι μητέρες μας και οι δικές τους μητέρες. Αν δεν μεγαλώσατε τρώγοντας λεοντόψαρο, θα το βλέπετε με δυσπιστία», δήλωσε.
Το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση έχει χρηματοδοτήσει στην Ελλάδα επιδείξεις μαγειρέματος του λεοντόψαρου με επικεφαλής σεφ. Αλλά το λεοντόψαρο δεν έχει διεισδύσει στην ελληνική πρωτεύουσα και δεν είναι διαθέσιμο στην κεντρική ψαραγορά. Στα μεγάλα νησιά της Ρόδου και της Κρήτης, δε, οι αγορές έχουν αρχίσει να το αποθηκεύουν.
Το μόνο σημείο στην Ελαφόνησο, που σερβίρει τακτικά λεοντόψαρα είναι η ψαροταβέρνα «Νταγιαντάς» στο τέλος του κεντρικού δρόμου. Ο, 62χρονος ιδιοκτήτης της, ονόματι Παύλος Λιάρος, διαθέτει το δικό του μικρό αλιευτικό σκάφος. Και σε αντίθεση με πολλούς άλλους ψαράδες, ο Λιάρος δεν πετάει τα λεοντόψαρα από τα δίχτυα του. Τα κάνει σούπα.
Πρόσφατα, την ώρα που έπεφτε ο σούρουπο, κατέφθασε ο Ενρίκο Τόγια -μαζί με συγγενείς και φίλους μεταξύ των οποίων και ο ιταλός δύτης Ματέο Καβέσι- φέρνοντας το δικό του λευκό κρασί και πήρε θέση στην κορυφή του μεγάλου τραπεζιού. Βγήκαν πιάτα με τηγανητά κολοκυθάκια, μελιτζάνες, χωριάτικη σαλάτα και άγρια χόρτα.
Επειτα έφτασε η σούπα.
Είχε μαγειρευτεί με τον κλασικό ελληνικό τρόπο: ολόκληρο το ψάρι έβρασε μαζί με καρότα και πατάτες για να αρωματιστεί ο ζωμός, και στη συνέχεια αφαιρέθηκε και σερβιρίστηκε σε ξεχωριστή πιατέλα. Ο ζωμός ήταν ανοιχτό κόκκινο, γεμάτος με χορταστικά κομμάτια λαχανικών. Ο Καβέσι έκοψε το λεοντόψαρο και έριξε τα κομμάτια στη σούπα.
Οι συνδαιτυμόνες έδιναν ο ένας στον άλλο λεμόνι και πιπέρι και σταδιακά άρχισαν να μιλάνε για άλλα πράγματα. Αλλά όταν βγήκε ο σεφ, ο Τόγια του είπε ότι η σούπα ήταν «τέλεια».
«Αυτό», είπε ο Τόγια, «είναι το τοπικό ψάρι»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
