Οι Financial Times για τους λόγους πίσω από τη συνεχή αποτυχία μιας πολιτικής δύναμης / O Guardian για ένα νέο είδος θεματικού τουρισμού / Το BBC για ακόμη έναν θρίαμβο της ανθρώπινης θέλησης / Και το Mashable…

The Financial Times (έκδοση με συνδρομή)

Εκλογές/ Τι έχουν τα έρμα του SPD και ψοφάνε;

Τι τους συμβαίνει και χάνουν συνέχεια; Και γιατί κι αυτή τη φορά οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες είναι αντιμέτωποι με τη συντριβή ενώ είχαν ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς επιλέγοντας τον Μάρτιν Σουλτς ως υποψήφιο; Ο Βόλφγκανγκ Μίνχαου επιχειρεί στους Financial Times να δώσει μια απάντηση λαμβάνοντας υπόψη του το ευρύτερο ιστορικό οικονομικό και ιστορικό πλαίσιο – θα ήταν λάθος δηλαδή να αποδώσει κανείς το πρόβλημα μόνο στην ανεπάρκεια του υποψήφιου καγκελάριου.

Εντάξει, ο Σούλτς έχει κάνει λάθη. Στο τηλεοπτικό ντιμπέιτ με την Άνγκελα Μέρκελ, για παράδειγμα,  φαινόταν «σαν να μιλάει στο αφεντικό του αναζητώντας τη συναίνεσή του με τον προσήκοντα σεβασμό». Το πραγματικό πρόβλημα όμως είναι στην στρατηγική που ακολουθεί το SPD εδώ και είκοσι χρόνια.  Η μοιραία επιλογή, σύμφωνα με τον Μίνχαου, ήταν η στροφή του στο κέντρο, έναν ήδη υπερπλήρη πολιτικό χώρο. Εξαιτίας αυτής της στροφής το SPD «δεν μπόρεσε να εξάγει τα σωστά συμπεράσματα για τα δύο επίδικα της εποχής: την παγκοσμιοποίηση και την κρίση της ευρωζώνης».

Οι σοσιαλδημοκράτες μιλούν πολύ για την κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά δεν μετακινούνται κιόλας από τις νεοφιλελεύθερες θέσεις που ακολουθούν από τη δεκαετία του ’90. Υποστηρίζουν τους φορολογικούς κανόνες της ΕΕ και την ανάγκη για αυστηρή δημοσιονομική πολιτική: ένα μείγμα οικονομικού συντηρητισμού και κοινωνικού φιλελευθερισμού που λειτούργησε με τον Γκέρχαρντ Σρέντερ – καγκελάριο από το 1998 έως το 2005 -, ενώ η παρακμή του κόμματος είχε ήδη αρχίσει.

Θα ήταν η λύση μια στροφή προς τα αριστερά α λα Κόρμπιν; Όχι, επειδή αυτή η πλευρά στη Γερμανία καλύπτεται ήδη από το Die Linke. Εκείνο που χρειάζεται, καταλήγουν οι FT, είναι «μία περίοδος προβληματισμού, μακριά από την εξουσία», μετά από 15  χρόνια που πέρασε το SPD σε κυβερνήσεις  συμμαχιών.

Ο ύπνος τρέφει τα παιδιά και η αντιπολίτευση τα κόμματα.

Φωτό: Το ξήλωμα άρχισε από τώρα; Πηγή: Reuters/Wolfgang Rattay

The Guardian

Τουρισμός/ Εκαναν ατραξιόν τους Βορειοκορεάτες

Μετριούνται σε χιλιάδες  αυτοί που φυλάνε καραούλι στα σύνορα περιμένοντας με τα κιάλια τους. Είναι παρατηρητές πουλιών; Οχι, τουρίστες. Και δεν αναζητούν ζώα, αλλά ανθρώπους.

Πρόκειται για τους τουρίστες της φτώχειας: μάζες  κινέζων τουριστών από το Πεκίνο, γράφει ο Guardian, που πηγαίνουν στα σύνορα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας με τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Κορέας και παραμονεύουν επειδή είναι περίεργοι να δουν πώς πραγματικά ζουν οι γείτονές τους, εξαθλιωμένοι από ένα καθεστώς που τους τελευταίους μήνες έχει κάνει τον κόσμο να τρέμει.

Ορισμένα πρακτορεία προτείνουν ακόμη και εκδρομές με βάρκα στον ποταμό Γιαλού για να παρατηρήσουν οι τουρίστες από κοντά τη ζωή στη Βόρεια Κορέα (μία ώρα κοστίζει λιγότερο από 10 ευρώ το άτομο): φρουρούς, αγρότες, πλύστρες που πλένουν ρούχα στο ποτάμι. « Είναι κάτι που δεν μπορεί να χάσετε» λέει ο οδηγός Γιου Τσουάτσινγκ σε μια ομάδα επιβατών.

Δεν φοβούνται τις πυρηνικές δοκιμές του Κιμ ή την εκτόξευση βαλλιστικών πυραύλων;  Καθόλου: «Όσο μεγαλύτερη είναι η ένταση μεταξύ της  Πιονγιάνγκ και του υπόλοιπου κόσμου, τόσο περισσότεροι κινέζοι τουρίστες σπεύδουν στα σύνορα».  Στην αποβάθρα, στην ουρά για τη βόλτα με τη βάρκα, περνούν μπροστά από πινακίδες με την ένδειξη «Μην συζητάτε και μην ανταλλάσσετε αντικείμενα με ανθρώπους από την άλλη πλευρά των συνόρων».

Γιατί μπορεί οι φρουροί των φρουρών του καθεστώτος να αγριέψουν.

Φωτό: Οταν η φτώχεια των άλλων γίνεται τουριστικό αξιοθέατο Πηγή: EPA/YONHAP

BBC

Ιστορίες/ Στη φυλακή την έστειλε ο αναλφαβητισμός

«Δεν πήγα στο σχολείο και, χωρίς να γνωρίζω ούτε γραφή ούτε ανάγνωση, βρέθηκα στη φυλακή: δεν καταλάβαινα ποιο ήταν το αδίκημα για το οποίο με συνέλαβαν κι ούτε κατάλαβα πώς δήλωσα ένοχη». Η ιστορία της Μίριαμ, φανταστικό όνομα, είναι μία από τις εκατό που επέλεξε το BBC να διηγηθεί για γυναίκες απ’ όλο τον κόσμο που κατάφεραν να αλλάξουν τη ζωή τους με πραγματικό ζήλο.

Με καταγωγή από τη Σιέρα Λεόνε, η Μίριαμ έγραψε στη φυλακή – με τη βοήθεια άλλων κρατουμένων και εθελοντών – την ιστορία της.

«Είμαι μητέρα πέντε παιδιών, είμαι 35 ετών και με συνέλαβαν μετά από διάρρηξη στη γειτονιά όπου κατοικούσα. Η φυλακή ήταν το σχολείο μου: Επωφελήθηκα από μαθήματα γραφής και ανάγνωσης που διοργανώνονταν δύο φορές την εβδομάδα» εξηγεί. Πολλοί κρατούμενοι ήταν αναλφάβητοι και δεν είχαν πάει ποτέ στο σχολείο. Μετά από μερικούς μήνες, «δεν χρειαζόταν πλέον να υπογράφω  με ψηφιακό αποτύπωμα, επειδή είχα μάθει την υπογραφή μου. Ήμουν τόσο χαρούμενη που μου έδωσαν το παρατσούκλι School Girl».

Αφού έχει εκτίσει την ποινή της,  «ήρθα σπίτι μου, όπου έφτιαξα μια επιχείρηση για να στηρίξω την οικογένειά μου και τώρα είμαι η πρόεδρος της τοπικής αγοράς και κρατώ τα λογιστικά βιβλία σωστά. Διδάσκω τα παιδιά στη γειτονιά  να διαβάζουν και να γράφουν, χρησιμοποιώντας τις μεθόδους που έμαθα στη φυλακή. Γι αυτό είμαι περισσότερο περήφανη απ’ όλα», καταλήγει.

Θρίαμβος της ζωής.

Φωτό: Είναι να μην την αποχαιρετήσει έτσι ο δεσμοφύλακας;  Πηγή: ΒΒC/Advocaid

Mashable

Instagram / Πώς να γίνετε φίρμα με 15.000 δολάρια

Ενα μικρό μπλε «στικ». Ένα σύμβολο που εμφανίζεται στα αριστερά ενός λογαριασμού στα σόσιαλ μίντια ως πιστοποιητικό γνησιότητας.

Το στικ αυτό δηλώνει ότι αυτό το προφίλ είναι πλέον αξιόπιστο. Ανήκει σε ένα διάσημο πρόσωπο, σε κάποια φίρμα του Διαδικτύου ή σε μια αυθεντία. Βοηθάει, επομένως, να αυξάνονται με γοργό ρυθμό οι followers. Αλλά εάν αυτό το σύστημα των πιστοποιημένων λογαριασμών είναι ανοικτό στο Twitter και το Facebook, δεν ισχύει το ίδιο και για  το Instagram.

Εκεί το μπλε «στικ» εμφανίζεται μόνο σε μια ελίτ και έτσι αποκλείει πολλά από τα 700 εκατομμύρια μέλη του κοινωνικού δικτύου. Θα πρέπει να το έχουν μόνο πραγματικές φίρμες.

Και γι’ αυτό ακριβώς πωλείται ως ένα σπάνιο εμπόρευμα στη μαύρη αγορά, όπως γράφει  το Mashable. Σε μια τιμή που κυμαίνεται από χίλιες έως δεκαπέντε χιλιάδες δολάρια, μπορεί κανείς να αγοράσει το σύμβολο της αυθεντικότητας, ακόμα κι αν δεν το «αξίζει».

Πώς γίνεται; Υπάρχει ένας μεσίτης που επικοινωνεί με τους πελάτες και λαμβάνει τις πληρωμές. Στη συνέχεια ένας υπάλληλος του Instagram, με πρόσβαση στην πλατφόρμα, ενεργοποιεί το μπλε «στικ».

Φιλοδοξία κι αυτή ε;

Φωτό: Για κάποιους μάλλον δεν υπάρχει ζωή χωρίς το «στικ». Πηγή: Mashable/ Vicky Letamas