Τις προηγούμενες 159 φορές που μία ομάδα είχε ηττηθεί με διαφορά τεσσάρων γκολ -ή μεγαλύτερη- στο πρώτο της παιχνίδι σε νοκ-άουτ αναμέτρηση του Τσάμπιονς Λιγκ, μόνο μια κατόρθωσε να προκριθεί στην επόμενη φάση: η Μπαρτσελόνα, το 2017, απέναντι στην Παρί. Η αποστολή της Μπορούσια Ντόρτμουντ το βράδυ της Τρίτης ήταν αδύνατη.
Η Ντόρτμουντ, που πέρυσι έφτασε μέχρι τον τελικό της διοργάνωσης, εφέτος διανύει μια από τις χειρότερες σεζόν της. Στην Μπουντεσλίγκα βρίσκεται στην 8η θέση, 27 βαθμούς μακριά από την κορυφή. Στο «Σίγκναλ Ιντούνα Παρκ» μετρούσε μόλις τρεις νίκες στα 12 τελευταία παιχνίδια της. Και είχε να αντιμετωπίσει την Μπαρτσελόνα, μια από τις πιο φορμαρισμένες ομάδες της Ευρώπης αυτή την εποχή, που «έτρεχε» ένα αήττητο σερί 24 αγώνων σε όλες τις διοργανώσεις.
Στην πρώτη τους συνάντηση στα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ, την περασμένη εβδομάδα στη Βαρκελώνη, η Μπαρτσελόνα την είχε νικήσει με 4-0. Την είχε επισκεφθεί στο Ντόρτμουντ και τον Δεκέμβριο, στη League Phase. Πάλι την είχε κερδίσει (3-2). Η χθεσινή ρεβάνς του 4-0 ήταν διαδικαστική. Μόνο ο ευφάνταστος σεναριογράφος του ποδοσφαίρου είχε αντίθετη γνώμη, και ο μέχρι πριν από δύο χρόνια «αόρατος» φορ, Σερού Γκιρασί.
Ο 29χρονος επιθετικός, διεθνής με τη Γουινέα, λίγο έλειψε να οδηγήσει την ομάδα του σε μια από τις μεγαλύτερες ανατροπές στα χρονικά των Κυπέλλων Ευρώπης. Στο 49’ το σκορ ήταν 2-0 υπέρ της Ντόρτμουντ, με δύο δικά του γκολ. Πέτυχε και τρίτο, στο 76’. Αλλά η ελπίδα των Βεστφαλών για το «θαύμα» είχε χαθεί όταν σκόραραν ένα από τα τέσσερα γκολ που αναζητούσαν… σε λάθος εστία: στο αυτογκόλ του Μπενσεμπαϊνί, στην προσπάθειά του να εξουδετερώσει μια σέντρα του Φερμίν Λόπεθ (54’).
Και πάλι, αν δεν ήταν σε μεγάλη βραδιά ο γκολκίπερ της, Βόιτσεχ Σέζνι, η Μπαρτσελόνα μπορεί να επέστρεφε στη Βαρκελώνη με έναν αδιανόητο -και ταπεινωτικό- αποκλεισμό, έχοντας πέσει θύμα ενός από τους πιο αδικημένους «γκολτζήδες» των γηπέδων. Που πέρασε πολλά, αλλά σήμερα φιγουράρει στην κορυφή της λίστας των σκόρερ του εφετινού Τσάμπιονς Λιγκ με 13 γκολ.
Μέχρι το καλοκαίρι του 2023 ο Γκιρασί περιπλανιόταν από σύλλογο σε σύλλογο, στη Γαλλία και τη Γερμανία. Βίωσε τον υποβιβασμό ομάδας του δύο φορές, και ποτέ δεν είχε πετύχει πάνω από 15 γκολ την ίδια σεζόν. Ακόμη και όταν τον απέκτησε η Ντόρτμουντ, το περασμένο καλοκαίρι, η είδηση πέρασε «στα ψιλά». Ισως, επειδή η μεταγραφή του κόστισε μόλις 18 εκατομμύρια ευρώ – για επιθετικό 28 ετών (τότε), που πηγαίνει στη φιναλίστ του Τσάμπιονς Λιγκ, το ποσό ήταν μικρό. Ή, γιατί ο κατάλογος των τραυματισμών του ήταν πιο μακρύς από εκείνον με τις επιτυχίες του.
Η επαγγελματική του καριέρα άρχισε τη σεζόν 2014-2015 στη Λαβάλ, που αγωνιζόταν στη Β’ Κατηγορία της Γαλλίας. Το καλοκαίρι του 2015 τον αγόρασε η Λιλ με ένα εκατομμύριο ευρώ, όμως ο προπονητής που τον είχε επιλέξει, απολύθηκε τον Νοέμβριο. Ο Γκιρασί έπαιξε βασικός σε μόλις τρία ματς, και τον Ιανουάριο του 2016 δόθηκε δανεικός στην Οσέρ (Β’ Κατηγορίας). Στο τέλος της σεζόν, η Λιλ τον πούλησε στην Κολωνία. Οι γιατροί του γερμανικού συλλόγου, που τον εξέτασαν, συμβούλευσαν τη διοίκηση να επαναδιαπραγματευθεί το αντίτιμο, το οποίο τελικώς συμφωνήθηκε στα 4 εκατ. ευρώ, όπως γράφει το BBC Sport.
Αποδείχθηκε πως είχαν δίκιο. Στις δύο σεζόν του εκεί, προτού η Κολωνία υποβιβαστεί, εμφανίστηκε σε 21 παιχνίδια της Μπουντεσλίγκα και σκόραρε μόλις 4 γκολ. Σύμφωνα με το Transfermarkt, στη διάρκεια της καριέρας του απουσίασε λόγω τραυματισμού σε 75 ματς. Το 2019 επέστρεψε στη Γαλλία, στην Αμιάν, η οποία υποβιβάστηκε. Το 2020 ενδιαφέρθηκε γι’ αυτόν η Τσέλσι, αλλά ο Γκιρασί απέρριψε την πρόταση επειδή ο αγγλικός σύλλογος αρνήθηκε να τον διαβεβαιώσει ότι θα έπαιζε βασικός. Και πήγε στη Ρεν.
Το 2022 η Ρεν τον παραχώρησε ως δανεικό στη Στουτγκάρδη. Σκόραρε 14 γκολ, όμως η ομάδα του γλίτωσε τον υποβιβασμό στα πλέι-οφ. Αμέσως μετά, τον αγόρασε με κανονική μεταγραφή, έναντι 9 εκατομμυρίων ευρώ. Ηταν η στιγμή που… γύρισε ο διακόπτης στην καριέρα του. Τη σεζόν 2023-2024, αν και ταλαιπωρήθηκε από τραυματισμούς, πέτυχε 30 γκολ σε 30 αγώνες σε όλες τις διοργανώσεις. Από αυτά, 28 στην Μπουντεσλίγκα. Μόνο ο Χάρι Κέιν σκόραρε περισσότερα (36). Πρωταγωνίστησε σε μια εξαιρετική σεζόν για τη Στουτγκάρδη, η οποία τερμάτισε δεύτερη πίσω από την πρωταθλήτρια Λεβερκούζεν.
Το περασμένο καλοκαίρι η Ντόρτμουντ κατέβαλε το ποσό της ρήτρας του (18 εκατ. ευρώ) και τον έκανε δικό της. Ακόμη ένας τραυματισμός καθυστέρησε το ντεμπούτο του, όμως η συνέχεια ήταν θριαμβευτική για τον παίκτη, που έχει πετύχει 28 γκολ σε 40 ματς. Δεκατρία από αυτά, στην πρώτη του χρονιά στο Τσάμπιονς Λιγκ – τα περισσότερα που σκόραρε, ποτέ, αφρικανός ποδοσφαιριστής σε μια σεζόν στη διοργάνωση.
Ο Γκιρασί των 187 εκατοστών, με την εντυπωσιακή σωματοδομή, παλεύει διαρκώς με τους αντίπαλους κεντρικούς αμυντικούς, κρατάει την μπάλα για να δώσει «ανάσες» στην ομάδα του, και βοηθά με κάθε τρόπο τους συμπαίκτες του να βρεθούν σε θέση βολής. Ναι, αλλά πώς ξαφνικά μετατράπηκε από ένας φιλότιμος επιθετικός, σε… μηχανή παραγωγής γκολ;
«Κατανοώ όσους έχουν εκπλαγεί με την απόδοσή μου τις δύο τελευταίες σεζόν», δήλωσε προσφάτως, «όμως τους διαβεβαιώνω ότι δεν δουλεύω πιο σκληρά στην προπόνηση, δεν κοιμάμαι περισσότερο, δεν προσέχω πιο πολύ στα μαθήματα τακτικής. Είναι θέμα αυτοπεποίθησης. Το μόνο που έχει αλλάξει, είναι ότι προσπαθώ να αγωνίζομαι με μεγαλύτερη ένταση. Εχω καταλάβει, πλέον, ότι στο υψηλότερο επίπεδο, το ταλέντο δεν είναι αρκετό».
Στο τέλος της σεζόν θα είναι μεταγραφικός στόχος ευρωπαϊκών συλλόγων ακόμη μεγαλύτερων από την Ντόρτμουντ. Και αυτή τη φορά, η μετακίνησή του θα κάνει θόρυβο.
