Πόλη του Μεξικού, 29 Ιουνίου 1986. Η Αργεντινή έχει νικήσει (3-2) τη Δυτική Γερμανία στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου και ο πρωταγωνιστής του θριάμβου της, Ντιέγκο Μαραντόνα, πανηγυρίζει υψώνοντας το χρυσό αγαλματίδιο στον ουρανό του «Αζτέκα» μπροστά σε 115.000 θεατές. Τον κουβαλά στους ώμους του ένας τριαντάρης με μαύρα μαλλιά και μουστάκι. Ρομπέρτο Σέχας, έτσι λεγόταν. Οι περισσότεροι το έμαθαν χθες (20.10), 39 χρόνια μετά, με αφορμή την είδηση του θανάτου του. Ο πιο διάσημος άγνωστος των γηπέδων πέθανε σε ηλικία 68 ετών στη γενέτειρά του, Σάντα Φε, έπειτα από μακροχρόνια ασθένεια.
Η σκηνή ταξίδεψε σε κάθε γωνιά της Γης, μέσω της τηλεοπτικής μετάδοσης, και έμελλε να καταγραφεί ως μία από τις πιο εμβληματικές εικόνες στην Ιστορία του ποδοσφαίρου. Εγινε διαχρονικό σύμβολο του μεγαλύτερου άθλου του «Ντιεγκίτο», της οπαδικής λατρείας και μιας ολόκληρης εποχής. Κοντά στη φιγούρα του «Θεού» απαθανατίστηκε σε φωτογραφίες, βίντεο και ντοκιμαντέρ, και ο Σέχας. Η μορφή του αποτυπώθηκε σε εφημερίδες και περιοδικά, κι αργότερα στο Διαδίκτυο. Αλλά ποιος γνώριζε κάτι για εκείνον;
Επί πολλά χρόνια, ούτε ο ίδιος ο Μαραντόνα, ο οποίος το 2014 είπε σε τηλεοπτική του συνέντευξη ότι δεν ήξερε ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος. Αμφέβαλλε ακόμη και για το αν επρόκειτο για Αργεντινό, ή για κάποιον από τους μεξικανούς θεατές του τελικού. «Ηταν ένα φάντασμα», είχε πει. Τον Σέχας τον εντόπισαν στη Βραζιλία, όπου είχε πάει για να παρακολουθήσει αγώνες εκείνου του Μουντιάλ, συνεργάτες της εκπομπής «De Zurda», που παρουσίαζε ο ίδιος ο Μαραντόνα, και τον εμφάνισαν στο studio ως έκπληξη. Οι δυο άνδρες αγκαλιάστηκαν σφιχτά, σαν δύο καλοί φίλοι που είχαν χαθεί για πολύ καιρό.
Ο Σέχας πίστευε πως θα τον συναντούσε κάποτε τυχαία εκεί που πήγαινε για ψάρεμα, καθώς είχε μάθει ότι και ο Ντιέγκο συνήθιζε να κάνει την εμφάνισή του σε εκείνο το σημείο. Ποτέ δεν προσπάθησε να τον προσεγγίσει – δεν ήθελε να τον ενοχλήσει. Η σεμνότητά του δεν του επέτρεψε να θεώρησε τον εαυτό του κομμάτι της πιο ένδοξης ποδοσφαιρικής ιστορίας της χώρας του. Σε όσους τον γνώριζαν έλεγε ότι του αρκούσε να τον βλέπουν τα εγγόνια του στην τηλεόραση ή στο Ιντερνετ και να λένε «να, αυτός που κουβαλάει τον Μαραντόνα είναι ο παππούς μας».
«Είναι το μεγαλύτερο δώρο που μου χάρισε η ζωή», είχε δηλώσει. «Δεν ξέρω γιατί συνέβη σε μένα, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι θα είμαι εκεί για πάντα, κάτω από τον Ντιέγκο». Ναι, αλλά πώς βρέθηκε εκεί; Είναι μεγάλη –και απίθανη– ιστορία. Ενα από αυτά τα παιχνίδια που παίζει η Τύχη στους ανθρώπους.
Το 1986 εργαζόταν ως υπάλληλος σε μια δημόσια επιχείρηση (μεταλλουργία) και δεν σκόπευε να ταξιδέψει στο Μεξικό για να παρακολουθήσει από κοντά κάποιον αγώνα της «Αλμπισελέστε». Το αποφάσισε πάνω στον ενθουσιασμό του τη μέρα που η εθνική ομάδα της χώρας του νίκησε (2-0) το Βέλγιο στον ημιτελικό –με δύο γκολ του Μαραντόνα– και προκρίθηκε στον τελικό. Οταν ζήτησε άδεια από τη δουλειά του και είπε για ποιο λόγο τη θέλει, οι συνάδελφοί του… έσκασαν στα γέλια. Ηταν σχεδόν ακατόρθωτο να βρει αεροπορικό εισιτήριο και, πολύ περισσότερο, εισιτήριο για τον αγώνα. «Πραγματική Οδύσσεια, αλλά δεν ήταν η πρώτη φορά που θα έκανα κάτι τρελό», όπως είπε στη La Nación.
Βρήκε θέση σε μια έκτακτη πτήση και αφίχθη στην Πόλη του Μεξικού απόγευμα Σαββάτου. Αλλά το εισιτήριο για τον κυριακάτικο τελικό, το οποίο (υποτίθεται ότι) του είχε εξασφαλίσει ένας φίλος του, δεν υπήρχε. Η κυρία που είχε δεχθεί να του το πουλήσει, το είχε δώσει αλλού πιστεύοντας ότι ο Σέχας δεν θα προλάβαινε να φτάσει εγκαίρως. Συναντήθηκε με την παρέα του για να δουν τι θα κάνουν. Ηταν επτά άνθρωποι με πέντε εισιτήρια. Το συζήτησαν και αποφάσισαν να ρισκάρουν. Εβαλαν μερικά δολάρια ανάμεσα στα εισιτήρια και τα έδωσαν στον υπάλληλο του γηπέδου που ήλεγχε όσους εισέρχονταν στο γήπεδο από τη συγκεκριμένη θύρα. Κι εκείνος τους άφησε να περάσουν.
Στριμώχτηκαν πίσω από το τέρμα στο οποίο η Αργεντινή πέτυχε το πρώτο της γκολ. Μόλις το παιχνίδι τελείωσε, εκατοντάδες μαινόμενοι θεατές ξεπέρασαν κάθε εμπόδιο (τάφρο και συρματοπλέγματα) και εισέβαλαν στον αγωνιστικό χώρο. Εκείνος πέρασε από μια μικρή πόρτα που βρήκε αφύλακτη στην άκρη της εξέδρας, πίσω από το σημαιάκι του κόρνερ. Σε δευτερόλεπτα βρέθηκε στο κέντρο του γηπέδου – ούτε που κατάλαβε πώς.
Καθώς τριγύριζε στο χορτάρι πηδώντας από χαρά, έπεσε πάνω στους παίκτες που έκαναν τον γύρο του θριάμβου. Πρόσωπο με πρόσωπο με τον Μαραντόνα. Περιγράφοντας τη σκηνή, ο Σέχας έχει πει: «Ο Ντιέγκο σταμάτησε, με κοίταξε με νόημα και, χωρίς να μου πει κουβέντα, κατάλαβα τι ήθελε. Τον σήκωσα στους ώμους και άρχισα να τρέχω, κι εκείνος μου έδειχνε προς τα πού να πάω. Αν το “χέρι του Θεού” ήταν αυτό που έβαλε το γκολ στην Αγγλία, το άλλο του χέρι με έφερε μπροστά στον Μαραντόνα τη σωστή στιγμή».
Ακολούθησε την Αργεντινή και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, τον Δεκέμβριο του 2022. «Αν σηκώσω (στους ώμους) και τον κοντό, θα μπορώ να πεθάνω ευτυχισμένος», είχε πει σε φίλους του. Ο Λιονέλ Μέσι θριάμβευσε, όμως το όνειρο του Σέχας δεν βγήκε αληθινό. Στο «Λουσαΐλ» τον σήκωσε στα χέρια ο παλιός συμπαίκτης του και φίλος, Σέρχιο Αγουέρο.
