Τελικά ποιος θα είναι υποψήφιος της γαλλικής ακροδεξιάς το 2027; Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά, καθώς σύμφωνα με το Politico, στην κορυφή του κόμματος υπάρχει μία υπόγεια διαμάχη μεταξύ του Ζορντάν Μπαρτελά και της Μαρίν Λεπέν.
Ο νεαρός, μόλις 29 ετών, Μπαρντελά είναι πρόεδρος του κόμματος και μέχρι πρότινος θεωρούνταν ως απόλυτα πιστός στη Λεπέν, ουσιαστικά παρουσιάζονταν ως ο ακίνδυνος προστατευόμενός της. Εκείνη είναι το «βαρύ πυροβολικό» που η βάση του κόμματος εδώ και καιρό θεωρεί ως την πιο ικανή να κερδίσει τη μάχη για το Μέγαρο των Ηλυσίων, η οποία θα μπορούσε να αναδιαμορφώσει το πολιτικό τοπίο της Ευρώπης.
Ομως κάτι αλλάζει στη δυναμική της ηγεσίας. Προς απογοήτευση της Λεπέν, είναι πιθανό να μείνει εκτός κούρσας διαδοχής του Εμανουέλ Μακρόν λόγω καταδίκης για απάτη, τη στιγμή που ο Μπαρντελά ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις και κατευθύνει τον Εθνικό Συναγερμό προς ένα νέο είδος εκλογικού ακροατηρίου.
Ενώ η Λεπέν έχει το προφίλ της σκληρής αντίπαλου των φιλελεύθερων ελίτ και προσέλκυσε την εργατική τάξη, ο Μπαρντελά τώρα γοητεύει συντηρητικούς επιχειρηματίες, οι οποίοι παραδοσιακά ήταν επιφυλακτικοί απέναντι στον Εθνικό Συναγερμό. Ενώ η «γήινη» Λεπέν αντλεί δύναμη στις απογοητευμένες πρώην βιομηχανικές πόλεις του βορειοανατολικού τμήματος της χώρας, ο «λαμπερός» Μπαρντελά στοχεύει τον πλουσιότερο νότο, σημειώνει το POLITICO.
Η παλιά φρουρά του κόμματος μπορεί να μη νιώθει εντελώς άνετα με την πιο οικονομικά φιλελεύθερη προσέγγισή του, αλλά καταλαβαίνει την εκλογική αριθμητική: για να κερδηθεί η προεδρία χρειάζεται πάνω από το 50% των ψήφων, κι αυτό σημαίνει «ψάρεμα» ψηφοφόρων από την κεντροδεξιά των Ρεπουμπλικανών. Για αυτό το έργο, ο Μπαρντελά είναι ο κατάλληλος. Επισήμως ο Μπαρντελά ακολουθεί ακόμη τις εντολές της Λεπέν — κι εκείνη συντονίζει τις εξορμήσεις του σε νέα εκλογικά κοινά — αλλά δεν είναι αδιάφορη στην ταχεία άνοδό του.
Η ηγεσία του κόμματος βαδίζει σε τεντωμένο σχοινί, καθώς μια νέα πραγματικότητα ξεπροβάλλει. Η υποψηφιότητα της Λεπέν παραμένει μετέωρη μέχρι την έφεση, μετά την καταδίκη της, πιθανότατα το καλοκαίρι του 2026, ενώ στο μεταξύ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Μπαρντελά είναι εξίσου αξιόπιστος ως προεδρικός υποψήφιος. Επισήμως, το κόμμα προσποιείται πως «όλα συνεχίζουν όπως πριν» — αλλά δεν είναι έτσι. Η αβεβαιότητα για την κατεύθυνση του κόμματος — και ποιος θα είναι ο επικεφαλής για το Μέγαρο των Ηλυσίων — είναι πλέον απτή.
Ο Μπαρντελά και οι επιχειρηματίες
Η απήχηση του Μπαρντελά σε ένα νέο είδος ψηφοφόρου φάνηκε ξεκάθαρα στη «Σύνοδο της Ελευθερίας», μια πανηγυρική εκδήλωση στα τέλη Ιουνίου, που στόχευε στην κινητοποίηση της δεξιάς ενόψει των προεδρικών εκλογών.
Η εκδήλωση, που συγκέντρωσε αντι-φορολογικές οργανώσεις, δεξιάς κοπής προσωπικότητες και πολιτικούς ακτιβιστές απ’ όλο το φάσμα της δεξιάς, τελούσε υπό την αιγίδα των ισχυρότερων «νονών» της σκληρής δεξιάς στη Γαλλία: του μεγιστάνα των ΜΜΕ, Βενσάν Μπολορέ και του δισεκατομμυριούχου της τεχνολογίας Πιερ-Εντουάρ Στερίν.
Παρά τη ζέστη στο «Καζίνο του Παρισιού», ένα μεγαλοπρεπές θέατρο στην καρδιά της πρωτεύουσας, το πλήθος εξερράγη από ενθουσιασμό όταν ο Μπαρντελά ανέβηκε για να μιλήσει, σημειώνει το POLITICO. Οι παρευρισκόμενοι τον επευφήμησαν έντονα καθώς κατήγγειλε τη γραφειοκρατία της ΕΕ και — ίσως πιο σημαντικό — έγνεψαν καταφατικά όταν υπαινίχθηκε την ανάγκη περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες για να επανέλθουν τα δημόσια οικονομικά της Γαλλίας σε τροχιά.
Ο Μπαρντελά θέλει να αναδείξει παραλληλισμούς με την ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι, η οποία θεωρείται ότι κατάφερε να «νομιμοποιήσει» την άκρα δεξιά, ενώ η Λεπέν συνδέεται πιο πολύ με τον συνεργάτη της Μελόνι, Ματέο Σαλβίνι — έναν παλαιάς κοπής, εθνικιστή δημαγωγό. Στη «Σύνοδο της Ελευθερίας», ο Μπαρντελά εκθείασε την ικανότητα της Μελόνι να αναστρέψει την ιταλική οικονομία, ενώ η Γαλλία μετατρέπεται ταχέως σε «παρία» της Ευρώπης λόγω της αδυναμίας της να τακτοποιήσει τα ελλείμματά της.
«Βλέπω τους αριθμούς και βλέπω τις ενέργειες της κυρίας Μελόνι», είπε ο Μπαρντελά μιλώντας στο POLITICO και προσέθεσε ότι «η Ιταλία είναι η μόνη χώρα του G7 με πρωτογενές πλεόνασμα το 2024. Η Τζόρτζια Μελόνι είναι η ζωντανή απόδειξη ότι η λαϊκή βούληση μπορεί να επικρατήσει στην κάλπη». Και αυτό το ερώτημα, ποιος έχει τη «μαγική συνταγή» για επιτυχία στην κάλπη, γίνεται ολοένα πιο ευαίσθητο όσο πλησιάζει το 2027.
Τα εμπόδια της Λεπέν
Η Λεπέν έχει κατέβει τρεις φορές σε προεδρικές εκλογές, πλησιάζοντας όλο και πιο κοντά στη νίκη κάθε φορά, αλλά τώρα αντιμετωπίζει δύο μεγάλα εμπόδια. Το πρώτο είναι απλώς το σύστημα των δύο γύρων, το οποίο επιτρέπει στα mainstream κόμματα να συνασπίζονται στον δεύτερο γύρο και να την κρατούν εκτός εξουσίας. Το δεύτερο εμπόδιο είναι η δικαστική απόφαση που της απαγόρευσε να είναι υποψήφια, λόγω υπεξαίρεσης κονδυλίων. Αυτή η απόφαση δεν είναι απαραίτητα τελεσίδικη, καθώς η απόφαση επί της έφεσης θα εκδοθεί το επόμενο έτος.
Για το κόμμα, ο Μπαρντελά είναι λύση και για τα δύο προβλήματα: δεν έχει καμία καταδίκη εις βάρος του και έχει μεγάλες πιθανότητες να κερδίσει αρκετούς κεντροδεξιούς ψηφοφόρους ώστε να ξεπεράσει το όριο του 50% στις προεδρικές εκλογές. Αυτό, φυσικά, ενοχλεί τη Λεπέν, καθώς η ηγεσία του κόμματος συνειδητοποιεί ότι μπορεί τελικά να φτάσει στην εξουσία χάρη στη δική της δουλειά, αλλά χωρίς εκείνη ως υποψήφια πρόεδρο.
Αρκετά υψηλόβαθμα στελέχη του κόμματος που μίλησαν στο POLITICO ήταν κατηγορηματικά ότι η Λεπέν και ο Μπαρντελά συνεργάζονται αρμονικά με κοινό στόχο — να καθαρίσει το όνομά της και να την οδηγήσουν στη νίκη το 2027. Ομως η πραγματικότητα είναι πλέον πιο περίπλοκη.
Εντάσεις παντού
Σε μία από τις πιο πρόσφατες ενδείξεις ρήγματος, ο Μπαρντελά στα μέσα Ιουνίου κάλεσε ανοιχτά τον Μακρόν να παραιτηθεί. Το πρόβλημα με μια τέτοια κίνηση είναι ότι ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές θα μπορούσαν να διεξαχθούν πριν την εκδίκαση της έφεσης της Λεπέν, αποκλείοντάς την από την αναμέτρηση. Η κίνηση ενόχλησε σημαντικά στελέχη του Εθνικού Συναγερμού.
«Το συζήτησα με τη Μαρίν, που δεν το κατάλαβε… Νομίζω ότι πήγε λίγο γρήγορα», σημειώνει στο POLITICO παλιό στέλεχος του κόμματος. Αλλοι το αγνόησαν ή το απέδωσαν σε μια αυθόρμητη γκάφα. «Δεν είναι γκάφα. Είναι αυτό που λέμε εδώ και μήνες», είπε στο POLITICO ένας βουλευτής της άκρας δεξιάς, κοντά στον Μπαρντελά. «Αν υπάρξουν [πρόωρες εκλογές], θα είμαστε εκεί, ακόμη κι αν δεν είναι το ιδανικό σενάριο για εμάς». Σύμφωνα με τον ίδιο, η Λεπέν και ο Μπαρντελά μίλησαν και πριν και μετά τη συνέντευξη. «Δεν είναι μια άνετη κατάσταση, ούτε για τον έναν ούτε για την άλλη. Πρέπει να βρεθεί μια ισορροπία», πρόσθεσε.
Δύο ημέρες μετά την έκκληση για πρόωρες εκλογές, μια προσεκτικά σκηνοθετημένη επίσκεψη στο Αεροπορικό Σαλόνι του Παρισιού — το πρώτο τους κοινό ταξίδι μετά από εβδομάδες — ερμηνεύτηκε ευρέως ως προσπάθεια της Λεπέν να ξεκαθαρίσει την κατάσταση.
Καθώς περιεργάζονταν τα μαχητικά αεροσκάφη και τους πυραύλους στο Λε Μπουρζέ, ο Μπαρντελά την ακολουθούσε εμφανώς, κουνώντας σιωπηλά το κεφάλι του καταφατικά στις απαντήσεις της προς τους δημοσιογράφους και χαμογελώντας καθώς εκείνη τον αποκαλούσε συνεχώς «πρωθυπουργό της» — τη θέση που η ίδια εδώ και καιρό του προορίζει, σε περίπτωση που γίνει πρόεδρος.
Το επίσημο «Σχέδιο Β»
Στις εβδομάδες που ακολούθησαν την καταδίκη που καθιστούσε τη Λεπέν ανίκανη να είναι υποψήφια, το κόμμα χρειάστηκε να προσαρμόσει γρήγορα τη στρατηγική του: από την αρχική θέση ότι δεν υπάρχει λόγος για σχέδιο Β, στην επίσημη πλέον αναγνώριση του Μπαρντελά ως Σχέδιο Β.
Ο Εθνικός Συναγερμός τώρα αναγκάζεται να δώσει μάχη με δύο αρχηγούς. Κανείς δεν κατηγορεί ανοιχτά τον Μπαρντελά ότι προσπαθεί να «μαχαιρώσει πισώπλατα» τη Λεπέν, αλλά όλοι παραδέχονται ότι η κατάσταση είναι δύσκολη. Ο Μπαρντελά πρέπει να αποδείξει ότι είναι έτοιμος να αναλάβει και να ηγηθεί της προεδρικής εκστρατείας, εάν η έφεση της Λεπέν αποτύχει, χωρίς όμως να κάνει ακόμη φανερή καμπάνια — ώστε να μη προκαλέσει την οργή της μέντοράς του.
Γύρω από τους δύο ηγέτες, υψηλόβαθμα στελέχη και παλιοί σύντροφοι βρίσκονται σε βασανιστικό δίλημμα. «Φυσικά είναι περίπλοκο από ανθρώπινη άποψη», παραδέχτηκε ένα μέλος του στενού κύκλου της Λεπέν στο POLITICO. Η ίδια η αρχηγός της άκρας δεξιάς αναγνωρίζει ότι το μέλλον της είναι αβέβαιο.
«Οταν είσαι στην πολιτική, πρέπει να αποδεχθείς ότι δεν μπορείς πάντα να ελέγχεις τα γεγονότα», δήλωσε η Λεπέν στο ακροδεξιό εβδομαδιαίο περιοδικό Valeurs Actuelles. «Εχω αποδεχθεί την πιθανότητα να μην μπορέσω να κατέβω. Φυσικά, η κατάσταση δεν είναι ιδανική. Αλλά τι άλλο προτείνετε; Να αυτοκτονήσω πριν με “δολοφονήσουν”;». Η Λεπέν, που αρνείται οποιαδήποτε παρανομία, έχει παρουσιάσει τη δίκη ως πολιτικά υποκινούμενη και την απόφαση ως θανατική ποινή.
Ωστόσο, όσο περιμένει το εκτελεστικό απόσπασμα, υποβάλλεται στο βασανιστήριο της σταγόνας, βλέποντας τον διάδοχό της να την αντικαθιστά τόσο στις δημοσκοπήσεις όσο και στη συνείδηση των ψηφοφόρων.
Στις αρχές Μαΐου, οι πιο πιστοί υποστηρικτές της εξοργίστηκαν όταν ανακάλυψαν ότι μια ευρείας κλίμακας έρευνα που επρόκειτο να δημοσιευθεί από την εταιρεία δημοσκοπήσεων Ifop είχε συμπεριλάβει αποκλειστικά τον Μπαρντελά ως υποψήφιο του Εθνικού Συναγερμού για το 2027. Η Λεπέν προστέθηκε μόνο μετά από παρέμβαση δύο κορυφαίων συνεργατών της. Παρότι οι δημοσκοπήσεις τόσο νωρίς πριν από μια εκλογή πρέπει να αντιμετωπίζονται με επιφύλαξη, δεν έχει διαφύγει σε κανέναν στο κόμμα ότι τα ποσοστά του Μπαρντελά είναι εξίσου καλά με της Λεπέν όταν μία δημοσκόπηση αφορά και τους δύο.
Ισως ακόμη πιο ανησυχητικό για τη Λεπέν είναι ότι «υπάρχουν ξεκάθαρα αμφιβολίες μεταξύ των σημερινών και δυνητικών ψηφοφόρων της για το αν θα βρίσκεται στην αφετηρία το 2027», όπως είπε ο Φρεντερίκ Νταμπί, γενικός διευθυντής της Ifop.
Φλερτάροντας με την κεντροδεξιά
Στην πραγματικότητα, τα οικονομικά ζητήματα είναι πιθανό να αποδειχθούν καθοριστικά για το κόμμα στις επόμενες προεδρικές εκλογές, όπου θα χρειαστεί να διευρύνει τη βάση του και να προσελκύσει τους ψηφοφόρους που ακόμη του λείπουν για να ξεπεράσει το όριο του 50% στον δεύτερο γύρο — προφανώς κλέβοντάς τους από την παραδοσιακά φιλελεύθερη, φιλοεπιχειρηματική κεντροδεξιά.
Σύμφωνα με το POLITICO γι’ αυτό το εκλογικό σώμα, ο Μπαρντελά είναι πιο «εύπεπτος» από τη Λεπέν, η οποία εξακολουθεί να φέρει το στίγμα του ονόματός της και των παλαιότερων προτάσεών της που κατέστρεψαν την οικονομική αξιοπιστία της, όπως η δέσμευση για έξοδο από την ευρωζώνη — κάτι που το κόμμα πλέον δεν υποστηρίζει. Οι προσεγγίσεις του Μπαρντελά προς την επιχειρηματική ελίτ συνιστούν μια σαφή διαφοροποίηση από τον τρόπο που είχε χρησιμοποιήσει στο παρελθόν η Λεπέν.
Εκείνη σημείωσε αξιοσημείωτα κέρδη εστιάζοντας στο κόστος ζωής και προσεγγίζοντας τους ψηφοφόρους στις παραμελημένες βιομηχανικές περιοχές με μια προστατευτική ατζέντα. Οι πιο στενοί της συνεργάτες και αρκετοί από τους πιο προβεβλημένους βουλευτές του κόμματος εξελέγησαν στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, το πολιτικό της προπύργιο, όπου οι κλειστές βιομηχανίες και το ζοφερό οικονομικό κλίμα τροφοδότησαν την εργατική δυσαρέσκεια.
Το κύμα των βουλευτών που εξελέγησαν υπό την ηγεσία της Λεπέν απεχθάνεται τον όρο «φιλελεύθερος» (με την οικονομική έννοια) και επιμένει ότι δεν αντικατοπτρίζει τη γραμμή του κόμματος.
Εχουν λόγους να ανησυχούν για την πορεία που χαράζει ο Μπαρντελά.
«Οσοι είναι κοντά στη Λεπέν έχουν πάθει πανικό», είπε ένας εξέχων κεντρώος πολιτικός στο POLITICO, του οποίου η εκλογική περιφέρεια βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα. «Πιστεύουν ότι επένδυσαν όλο αυτόν τον χρόνο και την προσπάθεια μόνο και μόνο για να τους τα πάρει από τα χέρια… Αυτοί είναι που πήγαν και κέρδισαν την ψήφο της αριστεράς, ψηφοφόρους που περιμένουν προστασία απέναντι στις απολύσεις, αύξηση του κατώτατου μισθού και τα λοιπά».
Ο Μπαρντελά, που ηγήθηκε της λίστας του κόμματός του στις ευρωεκλογές και τώρα στοχεύει σε εκλογικά κέρδη στον νότο δεν έχει καμία επιφύλαξη να αγκαλιάσει μια πιο φιλελεύθερη πλατφόρμα. Ούτε και οι συνεργάτες του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αν και απορρίπτουν την ιδέα ότι ο αρχηγός τους αυτοσχεδιάζει κυνηγώντας αυτό το νέο είδος ψηφοφόρου. «Σήμερα είναι πολύ πιο φιλελεύθερη από τους [κεντροδεξιούς] Ρεπουμπλικάνους», υποστήριξε, μιλώντας στο POLITICO, ο Αλεξάνταρ Νίκολιτς, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εκπρόσωπος του κόμματος.
Ερωτηθείς αν αυτοπροσδιορίζεται ως φιλελεύθερος στη «Σύνοδο της Ελευθερίας» τον Ιούνιο, ο Μπαρντελά απέφυγε την ερώτηση. «Δεν νομίζω ότι αυτή η ταμπέλα αρκεί για να εξηγήσει τα οικονομικά ζητήματα και τα διακυβεύματα», είπε. «Ο Εμανουέλ Μακρόν αυτοπαρουσιάστηκε ως φιλοεπιχειρηματίας πρόεδρος. Σήμερα, έχουμε από τους υψηλότερους φόρους στην παραγωγή στην Ευρώπη».
Οι επαφές με τον Σαρκοζί
Πέρυσι, ο Μπαρντελά εξέφρασε ανοιχτά την αντίθεσή του στην αύξηση της φορολογίας επί των κεφαλαιακών κερδών, πηγαίνοντας κόντρα στην επίσημη θέση του κόμματος και στη συντριπτική πλειονότητα των βουλευτών του. Εχει επίσης περιοδεύσει σε ενώσεις επιχειρηματιών για να υπερασπιστεί το οικονομικό πρόγραμμα του κόμματος και να απαντήσει στην ιδέα ότι ο Εθνικός Συναγερμός θα ήταν «κακός» για τις επιχειρήσεις.
Πριν από μικρό χρονικό διάστημα, ο Μπαρντελά πέτυχε μια πολυπόθητη συνάντηση — μια συνομιλία με τον πρώην κεντροδεξιό πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί, στον οποίο είχε στείλει ένα υπογεγραμμένο αντίτυπο του βιβλίου του.
Η συνάντηση προβλήθηκε και από τα επιτελεία και των δύο πολιτικών και ήταν ξεκάθαρα σχεδιασμένη ως σήμα προς τους αναποφάσιστους κεντροδεξιούς ψηφοφόρους. Ηταν μια συνάντηση που ο Σαρκοζί δεν θα παραχωρούσε ποτέ στη Λεπέν — και που εκείνη δεν θα ζητούσε ποτέ.
«Το φλερτ με τους κύκλους του Σαρκοζί προσωπικά δεν είναι του γούστου μου», δήλωσε ένας βουλευτής του Εθνικού Συναγερμού που τείνει περισσότερο προς τη Λεπέν. Αλλά παραδέχτηκε ότι το κόμμα δεν έχει την πολυτέλεια να είναι υπερβολικά «δύστροπο» όταν πρόκειται για τους εκλογικούς υπολογισμούς που απαιτούνται για την κατάκτηση της προεδρίας. «Οταν θέλεις να πας από το 35% στο 51%ό, πρέπει να μιλήσεις σε πολλά διαφορετικά εκλογικά σώματα, συμπεριλαμβανομένων και των πρώην οπαδών του Σαρκοζί», παραδέχθηκε.
Ωστόσο, αν και οι πιστοί της Λεπέν αναγνωρίζουν στον Μπαρντελά την ικανότητα να διευρύνει την απήχηση του κόμματος, φοβούνται επίσης ότι οι προσεγγίσεις του προς τους παραδοσιακούς κεντροδεξιούς ψηφοφόρους μπορεί τελικά να ωφελήσουν δεξιούς αντιπάλους εντός και εκτός του κόμματος — όπως ο υπουργός Εσωτερικών Μπρουνό Ρεταγιό, από τους Ρεπουμπλικάνους, σκληρός στις θέσεις του για τη μετανάστευση και ένθερμος συντηρητικός, που κυνηγά τους ίδιους ψηφοφόρους.
Οπως το έθεσε ο παραπάνω βουλευτής του Εθνικού Συναγερμού: «Αυτό που με ανησυχεί με αυτούς τους φιλελεύθερους-συντηρητικούς είναι ότι… στο τέλος μπορεί να μας εγκαταλείψουν για κάποιον άλλον».
