Ο Κυριάκος Πιερρακάκης στη συνέντευξή του στην ΕΡΤ και στην εκπομπή «Στο Κέντρο» | YouTube/ERT
Επικαιρότητα

Πιερρακάκης για τα μη κρατικά ΑΕΙ: Δεν υπερβαίνεται το άρθρο 16 του Συντάγματος

Για «τελεολογική ανάγνωση του Συντάγματος που θεωρούμε επιβεβλημένο να γίνει» έκανε λόγο ο υπουργός Παιδείας επιχειρηματολογώντας για τη νομιμότητα των μη κρατικών πανεπιστημίων. Τι ανέφερε για τα φαινόμενα του σχολικού bullying, τα αποκαρδιωτικά αποτελέσματα της PISA και τις μονιμοποιήσεις των αναπληρωτών
Protagon Team

«Ναυαρχίδα είναι το δημόσιο πανεπιστήμιο. Αυξάνουμε τη χρηματοδότησή του, απογραφειοκρατικοποιούμε το δημόσιο πανεπιστήμιο, το διεθνοποιούμε, και ταυτόχρονα λύνουμε και το θέμα του κρατικού μονοπωλίου μαζί»: αυτό τόνισε το βράδυ της Τρίτης ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης, σε μια συνέντευξή του στην ΕΡΤ (και στην εκπομπή «Στο κέντρο») για όλα τα φλέγονατ θέματα της εκπαίδευσης –από την ίδρυση των πολυσυζητημένων «μη κρατικών» πανεπιστημίων έως τη σχολική βία και τα φαινόμενα bullying.

Στο ερώτημα γιατί θεωρεί ότι θα αναβαθμιστεί η ανώτατη παιδεία από τη λειτουργία μη κρατικών ΑΕΙ, ο κ. Πιερρακάκης απάντησε ως εξής:

«Πρώτον, η Ελλάδα είναι ίσως η μόνη χώρα που δεν έχει μη κρατικά πανεπιστήμια. Εκ των πραγμάτων σε όλο τον κόσμο αυτή τη στιγμή αυτό έχει λυθεί. Αυτό όμως δεν λέει κάτι από μόνο του. Η δεύτερη παράμετρος έχει να κάνει με το ότι εδώ δεν υπάρχει μια στρατηγική μόνο για τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Υπάρχει μια στρατηγική για τα πανεπιστήμια. “Ναυαρχίδα” είναι το δημόσιο πανεπιστήμιο. Αυξάνουμε τη χρηματοδότησή του μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, απoγραφειοκρατικοποιούμε το δημόσιο πανεπιστήμιο, το διεθνοποιούμε, και ταυτόχρονα λύνουμε και το θέμα του κρατικού μονοπωλίου μαζί. Ολα αυτά μαζί θα μας δώσουν σαν δυνατότητα το να μείνουν εδώ οι περισσότεροι από τους 40.000 Ελληνες που σπουδάζουν στο εξωτερικό. Αφετέρου, η Ελλάδα να κατακτήσει κάτι που δεν το έχει κατακτήσει. Κάτι που έχει κάνει -ας πούμε- η Κύπρος με έναν άλλο τρόπο: Να γίνει περιφερειακό κέντρο εκπαίδευσης».

Ο κ. Πιερρακάκης πρόσθεσε ακόμη πως «ήδη έχουμε ξεκινήσει τη διεθνοποίηση του ελληνικού Δημοσίου Πανεπιστημίου. Πάρα πολλά μεταπτυχιακά τα οποία παρέχουμε είναι αγγλόφωνα. Θα πρέπει να κάνουμε και τα δύο. Θα πρέπει να παρέχουμε πολλά αγγλόφωνα προγράμματα, εφόσον τα ίδια τα πανεπιστήμια το επιθυμούν, να τα παρέχουν – αφενός. Αφετέρου να μπορούμε να παρέχουμε και τα ελληνόφωνα προγράμματα με εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, με τέτοιου τύπου δυνατότητες ανάμεσα σε άλλα, που θα προβλέπονται στο νέο μας νόμο, για να μπορέσουμε να κατακτήσουμε αυτό. Τα παραρτήματα που έχουμε σήμερα είναι λίγο πάνω από 30 κολλέγια. Τα κολλέγια αυτά πράγματι παρέχουν επαγγελματικά δικαιώματα, δεν παρέχουν ακαδημαϊκά δικαιώματα».

Σχετικά με το τι θα αλλάξει για τους αποφοίτους και τα επαγγελματικά τους δικαιώματα, ο υπουργός Παιδείας αποσαφήνισε:

«Ολα αυτά έχουν να κάνουν με το πώς κατά κάποιον τρόπο είχαμε αυτή την εξέλιξη μέσα στον χρόνο της πολιτικής της χώρας για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Γιατί στα κολέγια η χώρα «σύρθηκε» να αναγνωρίσει επαγγελματικά δικαιώματα μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω συγκεκριμένων κρίσεων των ευρωπαϊκών δικαστηρίων. Και υπό αυτή την έννοια έχουμε ανισότητες σε αυτές τις οντότητες των κολλεγίων. Κάποια θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι ποιοτικά, άλλα είναι πανεπιστήμια “του ενός ορόφου”. Θα έλεγε κανείς ότι στην ελληνική κοινή γνώμη, ο κόσμος δεν θεωρεί πανεπιστήμιο κάτι που είναι σε έναν όροφο.

»(…) Έχουμε ήδη άνω των 30 δομών στην Ελλάδα που παρέχουν πλήρη επαγγελματικά δικαιώματα. Η διαφοροποίηση είναι ότι δεν παρέχουν ακαδημαϊκά δικαιώματα. Εμείς θέλουμε μέσα από μια τελεολογική ανάγνωση του Συντάγματος, υπό το φως του ενωσιακού δικαίου, η χώρα έμμεσα να ανακτήσει την κυριαρχία στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Θέτοντας αυστηρά κριτήρια για τα παραρτήματα. Λέγοντας, δηλαδή, ότι εφόσον είναι μη κερδοσκοπικά και εφόσον πληρούν μια σειρά από πολύ αυστηρές προϋποθέσεις, τις κοινά αποδεκτές προϋποθέσεις, σε συνάρτηση με την έγκριση της Εθνικής μας Ανεξάρτητης Αρχής για την Ανώτατη Εκπαίδευση, να δώσουμε και το ακαδημαϊκό δικαίωμα. Αρα, πλήρη ισοτιμία με τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια.

»(…) Το επαγγελματικό δικαίωμα θα έλεγε κανείς ότι είναι το μείζον. Επειδή συνεχίζουμε να έχουμε αυτή την απαγόρευση, έστω και για το τελευταίο κομμάτι των ακαδημαϊκών δικαιωμάτων, αυτό γεννάει ένα διεθνές “σινιάλο” ότι η Ελλάδα είναι ένα έθνος εκπαιδευτικά ανάδελφο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ότι έχει αυτή την ιδιαιτερότητα. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, σημαντικές πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να έρθουν στη χώρα μας από μεγάλα ξένα πανεπιστήμια, δεν έρχονται διότι θεωρούν ότι έχουμε αυτήν την ιδιαιτερότητα ως προς το πώς έχουμε χειριστεί την πολιτική μας για την ανώτατη εκπαίδευση».

Για τα κριτήρια βάσει των οποίων ένα ξένο ίδρυμα θα εντάσσεται σε αυτή την κατηγορία που επιτρέπεται στην Ελλάδα, αυτήν που θα εξασφαλίζονται τα επαγγελματικά και ακαδημαϊκά δικαιώματα με το πέρας των σπουδών, ο κ. Πιερρακάκης επισήμανε:

«Αν δείτε τα κριτήρια τα οποία υπάρχουν στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση και τα συγκρίνετε με αυτά που θα δείτε στο νόμο που θα καταθέσουμε, θα διαπιστώσετε ότι τα δικά μας θα είναι κατά πολύ αυστηρότερα. Συνήθως αρκεί -π.χ. στα κολέγια που δίνουν μόνο επαγγελματικά δικαιώματα- να έχει αναγνωριστεί από την αντίστοιχη ανεξάρτητη αρχή του εξωτερικού. Εμείς εδώ θα εγκαθιδρύσουμε διπλό έλεγχο. Θα εγκρίνεται και από την εγχώρια, από την ελληνική ανεξάρτητη αρχή. Πέραν όμως αυτής της έγκρισης -που υπό άλλες συνθήκες θα έπρεπε να είναι επαρκής- εμείς ερχόμαστε να προσθέσουμε κάποια κριτήρια στο νόμο, επιπρόσθετα, τα οποία θα πρέπει κανείς να περνάει, να τα πληροί για να μπορεί μετά να εξεταστεί από την Ελληνική Ανεξάρτητη Αρχή.

»Ενα τέτοιο κριτήριο, για παράδειγμα, θα είναι ένας ελάχιστος αριθμός καθηγητών πλήρους απασχόλησης, ήτοι 30. Θα είναι ελάχιστος αριθμός σχολών, μίνιμουμ τρεις σχολές. Ο,τι δηλαδή ισχύει σήμερα για ένα ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Έχουμε μεγάλα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια, όπως το Καποδιστριακό, όπως το Αριστοτέλειο. Τα κριτήρια – τα στοιχεία, τα συστατικά τα οποία θα έβλεπε κανείς σε ένα από τα μικρότερα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια θα πρέπει να είναι σε αντιστοιχία με αυτά τα οποία θα έχουμε εμείς ως ελάχιστα κριτήρια για να μπορέσουμε να οριοθετήσουμε μια μη κρατική οντότητα ως πανεπιστημιακή».

Το άρθρο 16 και τα «δωρεάν» ΑΕΙ

Σε ό,τι έχει να κάνει με την υπέρβαση των απαγορεύσεων του Συντάγματος, το οποίο κατά κάποιους απαγορεύει την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων, υπογράμμισε:

«Το Σύνταγμα δεν υπερβαίνεται – στο Σύνταγμα υπάρχει ο όρος ανάγνωση. Θα μπορούσε κανείς να δει την εξέλιξη της ερμηνείας του άρθρου 16 μέσα στον χρόνο. Αν ανοίξουμε το άρθρο 16 και αρχίσουμε να το διαβάζουμε, θα δούμε ότι υπάρχει μία λέξη, “δωρεάν”. Όμως έχουμε δίδακτρα στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, στα μεταπτυχιακά. Τι έχει έρθει να πει το Συμβούλιο της Επικρατείας εδώ: Οτι το 1975 δεν υπήρχαν μεταπτυχιακά, οπότε μπορούμε να έχουμε δίδακτρα στα μεταπτυχιακά, παρότι λέμε δωρεάν στο Σύνταγμα.

» Τι έχουμε έρθει να κάνουμε στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο; Εχουμε δίδακτρα και στα προπτυχιακά. Τι έχει πει η διοικητική δικαιοσύνη; Οτι δεν υπάρχει εξ αποστάσεως εκπαίδευση, όπως υπάρχει στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο το ’75, άρα μπορεί να γίνει αυτή ερμηνεία. Υπάρχουν λοιπόν και πάρα πολλές άλλες μεταβολές που έχουν συντελεστεί μέσα στο χρόνο. Το ’75 δεν υπήρχε η ανεξάρτητη αρχή που σας ανέφερα – και δεν υπήρχαν και σχετικές ενωσιακές αποφάσεις, σε ό,τι αφορά τα παραρτήματα, με πιο θεμελιώδεις αυτές που αναφέρονται στις γνωμοδοτήσεις των κορυφαίων καθηγητών Συνταγματικού δικαίου, που αυτές έρχονται να φωτίσουν αυτή την τελεολογική ανάγνωση του Συντάγματος που θεωρούμε επιβεβλημένο να γίνει.

»Και είναι επιβεβλημένο και για το εθνικό συμφέρον. Επισκέφθηκα πρόσφατα την Κύπρο και δεν σας κρύβω ότι στην Κύπρο με έχουν εντυπωσιάσει δύο πράγματα. Δεν θα υιοθετούσαμε το ίδιο μοντέλο στην Ελλάδα, γιατί σε καμία χώρα δεν μπορείς να κάνεις αυτή τη δουλειά. Κάθε χώρα πρέπει να αναπτύξει το δικό της μοντέλο.

»Η Κύπρος όμως έχει δύο εντυπωσιακές παραμέτρους. Η μία είναι ότι μέσα σε πάρα πολύ λίγα χρόνια, ενώ δεν είχαν πεδίο ανώτατης εκπαίδευσης, σε μια 20ετία περίπου, έχουν καταφέρει και είναι περιφερειακό κέντρο εκπαίδευσης σε όλη την ευρύτερη περιοχή τους, με την πλειοψηφία των φοιτητών να μην είναι Κύπριοι, 18.000 είναι από την Ελλάδα. Και δεύτερον να έχουμε συναίνεση του κυπριακού πολιτικού συστήματος πάνω σε αυτό το θέμα, από το ΑΚΕΛ μέχρι το Συναγερμό».

Για το πότε θα ενημερωθούν τα κόμματα για τη δρομολογούμενη μεταρρύθμιση, τόνισε:

«Θα ενημερωθούν τα κόμματα και στο πλαίσιο της διαβούλευσης, αλλά έχουμε διαρκή όσμωση με τα κόμματα και στο πλαίσιο της συνολικής κοινοβουλευτικής μας παρουσίας. Ηδη έχουμε αρχίσει μια συζήτηση εδώ και δεκαετίες – τα κόμματα έχουν εξελίξει στο δημόσιο διάλογο. Βλέπουμε εκπροσώπους όλων των κομμάτων να έχουν ήδη ξεκινήσει κάποιες τοποθετήσεις. Ακουσα με ενδιαφέρον τη δήλωση του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, ανάμεσα σε άλλους, όπου είπε ότι το ΠΑΣΟΚ δεν θα μπει εμπόδιο. Εμείς θα προσπαθήσουμε από τη δικιά μας πλευρά να μεγιστοποιήσουμε το πεδίο συναίνεσης, γιατί θεωρούμε ότι είναι για το εθνικό συμφέρον ο νόμος. Από εκεί και πέρα έχω καταλάβει ότι στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν πολλαπλές φωνές σε βουλευτές του.

» Εχω καταλάβει από τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, πάλι, ότι εστιάζει περισσότερο στα δημόσια πανεπιστήμια. Σας τονίζω και πάλι ότι ο νόμος πρωτίστως αφορά τα δημόσια πανεπιστήμια. (…) Ο νόμος περιλαμβάνει πάρα πολλά πράγματα. Περιλαμβάνει, πρωτίστως διατάξεις για τα δημόσια πανεπιστήμια που έρχονται να υιοθετήσουν προτάσεις της Συνόδου των Πρυτάνεων: Πως μειώνεις τη γραφειοκρατία. Ο υπουργός Παιδείας υπογράφει για μεταβολές ενός ευρώ στον προϋπολογισμό των δύο ανώτατων δημοσίων ιδρυμάτων εντός του προϋπολογισμού τους. Αυτά τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν το 2024».

Για το αν θα υπάρξουν προγράμματα στα δημόσια πανεπιστήμια ξένων πανεπιστημίων, μη κρατικών, είπε:

«Απαντώ κάθετα “ναι” και απαντώ ο ίδιος νόμος τι προβλέπει: Η διεθνοποίηση έχει ξεκινήσει με επιτυχία από την προκάτοχό μου, την κυρία Κεραμέως. Ξεκινήσαμε τη διεθνοποίηση του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου. Εδώ θα αξιοποιήσουμε το Ταμείο Ανάκαμψης. Αυτό είναι ένα δεύτερο πρόγραμμα, παράλληλο. Κοινά μεταπτυχιακά. Έχουμε ξεκινήσει κάποια, αλλά με τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης μπορούμε να διευκολύνουμε τις συμπράξεις πχ του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με το Yale, για παράδειγμα».

Για την εισαγωγή σε προπτυχιακά προγράμματα, σε συνέχεια των ανωτέρω συμπράξεων, σημείωσε:

«Εχουμε υφιστάμενα προπτυχιακά αγγλόφωνα προγράμματα. Το πρόβλημα με αυτό είναι ότι το πρόγραμμα αυτό εκ των πραγμάτων δεν είναι ενταγμένο στο καθεστώς των πανελληνίων εξετάσεων και αφορά μόνο ξένους. Δεν αφορά Ελληνες. Αρα, υπό αυτή την έννοια, ξεκινάω από τα μεταπτυχιακά για να μπορούν όλοι να συμμετάσχουν σε αυτά. Και είναι και ευκολότερα ως προγράμματα τα οποία διαρκούν λιγότερο. Να τα δομήσεις και να τα οριοθετήσεις».

Πρόσθεσε, σχετικά:

«Η μεγάλη εικόνα είναι ότι θέλουμε να δούμε μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού να έρθουν και να δομούν κοινά προγράμματα με τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια. Γι’ αυτό που άκουσα από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ιδού η Ρόδος. Θα υπάρχουν σχετικές διατάξεις μέσα στον νόμο. Περιμένουν να τις ψηφίσουν. Η εποχή του ναρκισσισμού των μικρών διαφορών παρήλθε. Αυτή τη στιγμή ο κόσμος ενδιαφέρεται για τη λέξη “να” περισσότερο από τη λέξη “θα”, από πολιτικά στόματα.

«Ερχόμαστε να πούμε ότι πρέπει να μεγιστοποιήσουμε τη συνθήκη συναίνεσης, ακριβώς επειδή οι νόμοι πρέπει να διαρκούν μέσα στον χρόνο και να γίνονται κτήμα του πολιτικού συστήματος για το καλό του τόπου».

Για τα ξένα πανεπιστήμια έχουν εκφράσει μέχρι τώρα ενδιαφέρον, επισήμανε:

«Εκ των πραγμάτων η διεθνοποίηση έχει ήδη ξεκινήσει και βλέπουμε ήδη γνωστά και μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού να αλληλεπιδρούν μαζί μας – και με δημόσια πανεπιστήμια και αυτοτελώς, και έχουν ξεκινήσει κάποιες συζητήσεις. Στην πράξη όμως όλοι περιμένουν να δουν το νόμο. Ο νόμος λοιπόν θα έρθει σε δημόσια διαβούλευση όπως έχει πει ο πρωθυπουργός, εντός του μήνα, στις αρχές Φεβρουαρίου θα έχει γίνει με το καλό νόμος του κράτους, οπότε αμέσως μετά θα ξεκινήσει και μια “ακαδημαϊκή διπλωματία” για το πώς θα μπορούσαμε να μεγιστοποιήσουμε την εξωστρέφεια του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος.

(…) Δεν έχει νόημα να μπούμε πριν από τη διαβούλευση να κάνουμε αυτή τη συζήτηση με τα κόμματα (…) Αυτό το οποίο θα καταθέσουμε στη δημόσια διαβούλευση θα έχει το χαρακτήρα του να »επηρεαστούμε από όλες τις απόψεις. Η κεντρική κατεύθυνση δεν θα αλλάξει, και θα είναι αυτή η οποία δηλώθηκε και σφυρηλατήθηκε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μιλάμε για παραρτήματα, μιλάμε για μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα».

Για τις αιτιάσεις των διαφωνούντων περί «αγοράς πτυχίων» και «υποδεέστερων πανεπιστημίων που θα εισέλθουν στην ελληνική Παιδεία», με τις εν λόγω αλλαγές, αποσαφήνισε:

«Αυτή είναι μια μάχη οπισθοφυλακής για εκείνους που θέλουν να την υιοθετήσουν. Ακούω κάθε γνώμη και κάθε οπτική γωνία και εγώ προσωπικά και οι συνεργάτες μου ως προς αυτό. Αλλά να το πω αστειευόμενος, το είπα και στη Βουλή: Εδώ η Βόρεια Κορέα, που έχει κομμουνιστική κυβέρνηση, έχει μη κρατικό πανεπιστήμιο στην πρωτεύουσά της. Αυτό το λέω αστειευόμενος, όχι με την έννοια ότι υπάρχει κάποια διάσταση παραδείγματος προς μίμηση, αλλά μας έχουν ξεπεράσει τόσο πολύ οι εξελίξεις. Αυτό θέλω να υπογραμμίσω.

Τα πράγματα κινούνται αλλού και αλλιώς. Με τεχνολογική επιτάχυνση, με αύξηση στο προσδόκιμο ζωής. Δεν μπορούμε να εμμένουμε σε λογικές και “μάχες” άλλων γενεών και άλλων δεκαετιών. Όταν ήμουν φοιτητής στα έδρανα του Ελληνικού Δημοσίου Πανεπιστημίου στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, μιλούσαμε για το άρθρο 16 και το συζητάγαμε. Τότε θυμάμαι τους γονείς μου και μιλούσαν για το ίδιο κι αυτοί. Δεν μπορεί τώρα δύο γενιές κάτω να λέμε το ίδιο πράγμα. Το ρεπερτόριο πρέπει να αλλάζει. Πρέπει “να φύγουμε μπροστά”».

Για την επαγγελματική εκπαίδευση και τη σύνδεση εκπαίδευσης – αγοράς εργασίας ανάμεσα σε άλλα, τόνισε:

«Αποτελεί προτεραιότητα η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση του πρωθυπουργού και υπ’ αυτή την έννοια ξεκινάμε με μία θεμελιώδη πρωτοβουλία: Επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Έχουμε διαφορετικές δομές. Σε αυτό το πλαίσιο είναι τα Λύκεια, τα ΕΠΑΛ, τα Επαγγελματικά Λύκεια. Είναι τα σημερινά ΙΕΚ τα οποία θα μετονομάσουμε σε σχολές Ανώτερης Επαγγελματικής Κατάρτισης και θα τους δώσουμε 130 νέες ειδικότητες από φέτος, από τον Φεβρουάριο. 130 επαγγέλματα, εκ των οποίων πολλά είναι νέα. Πρέπει να υπάρξει και στόχευση περιοχών. Έχουμε και τα επαγγελματικά εργαστήρια που είναι πολύ θεμελιώδη για να μπορεί κανείς να εστιάσει σε συγκεκριμένα επαγγέλματα από αυτά.

Οι τρεις δομές αυτές συνήθως συστεγάζονται, αλλά παρότι συστεγάζονται, δεν τις έχουμε αντιμετωπίσει με όρους διαλειτουργικότητας, δηλαδή για να υπάρχει μια δομή συντονισμού, για να μπορούν κιόλας ταυτόχρονα, ανάλογα με την περιοχή να στοχεύουν.

(…) Πανελλαδικά θα φτιάξουμε 60 τέτοιες δομές, 60 campuses, 60 ΚΕΕΚ, και κάθε ένα από αυτά θα πάμε και θα τα στοχεύσουμε. Υπάρχουν πολλά σημεία στη χώρα μας όπου πρέπει να στοχεύσουν αντίστοιχες δομές λ.χ.στο κρασί, στην οινοπαραγωγή, όπως στο Πέραμα η στόχευση είναι οι ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη».

H PISA, η σχολική βία, οι αναπληρωτές καθηγητές

Για τα πρόσφατα αποτελέσματα της PISA και τις αποκαρδιωτικές επιδόσεις των ελλήνων μαθητών, ο υπουργός Παιδείας ανέφερε:

«Πράγματι τα αποτελέσματα αυτά μας προβληματίζουν. Να πω ότι τα αποτελέσματα αυτά γίνονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Ταυτοχρόνως, έχουμε μια πτώση στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και η πτώση αυτή επεξηγείται, σύμφωνα με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό από το λεγόμενο covid effect, δηλαδή στα χρόνια του (sic) Covid-19 και ο τρόπος με τον οποίο έγινε η εκπαιδευτική διαδικασία, μοιραία επηρέασε την εκπαιδευτική διαδικασία.

»Προτείνεται το λεγόμενο PISA sock, δηλαδή να αξιοποιήσει το αποτέλεσμα για να δημιουργήσει την κατάλληλη μεταρρυθμιστική συνθήκη για να βελτιώσεις αυτό το οποίο παρήγαγε – το αποτέλεσμα κατά την κρίση της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας κάθε χώρας.

Εδώ έχουμε ξεκινήσει ήδη με μεταρρυθμίσεις από το 2019 (…) Χρειαζόμαστε δηλαδή και τον χρόνο για να μπορέσουν οι βασικές μεταρρυθμίσεις να “πιάσουν”».

Για την κακή εικόνα πολλών σχολικών κτιρίων, σημείωσε:

«Τα σχολικά κτίρια είναι ευθύνη της αυτοδιοίκησης αυτή τη στιγμή, αλλά αυτό δεν λέει τίποτα για εμάς. Εμείς θα επενδύσουμε πάρα πολύ στο να μπορέσουμε να βελτιώσουμε τις συνθήκες στις σχολικές αίθουσες – όχι μόνο κτίρια, και αίθουσες».

Για τη σχολική βία και τα φαινόμενα bullying τόνισε:

«Ναι, μας απασχολεί. Θα διαμορφώσουμε μια εθνικής κλίμακας καμπάνια ακριβώς γι’ αυτό το θέμα – και στο πλαίσιο αυτής της καμπάνιας θα ενσωματωθούν και όλες εκείνες τις νομοθετικές πρωτοβουλίες που είχε ήδη λάβει η (πρώην υπουργός Παιδείας) κυρία Κεραμέως, που είχε ήδη αναπτύξει ένα συγκεκριμένο και σφιχτό νομοθετικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση ακριβώς τέτοιων περιστατικών.

(…) Θα υπάρχει καταγραφή των περιστατικών. Αυτό έχει ήδη δρομολογηθεί και τώρα θα ξεκινήσει. Στο πλαίσιο αυτής της καμπάνιας θα υπάρχει καταγραφή των περιστατικών σε μια πολύ συγκεκριμένη πλατφόρμα, όπου θα μπορεί το κάθε παιδί και η οικογένεια του να δηλώνει ακριβώς τι υπέστη για να μπορεί πραγματικά το σχολείο να δρομολογεί την επίλυση του συγκεκριμένου ζητήματος. Αλλά δεν αρκεί. Η πολιτική για τη βία δεν μπορεί να μείνει σε μια πλατφόρμα. Ανάμεσα σε άλλα, πρέπει να μπορούμε με ψυχολόγους, με κοινωνικούς λειτουργούς μια σειρά από ενέργειες οι οποίες θα δούμε να υλοποιούνται στο πεδίο. Να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το συγκεκριμένο ζήτημα. Γι αυτό και χρειάζεται και η διάσταση της καμπάνιας. Χρειάζεται να μιλήσουμε όλοι και να ορθώσουμε το ανάστημά μας απέναντι σε αυτό το φαινόμενο».

Για τους αναπληρωτές καθηγητές ο κ. Πιερρακάκης είπε:

«Αυτό είναι ένα ζήτημα το οποίο το είδαμε να διευρύνεται τα χρόνια των μνημονίων, όπου δεν μπορούσαν να διοριστούν μόνιμα- υπήρξε μια αντιστροφή την προηγούμενη τετραετία. Την πρώτη τετραετία του Κυριάκου Μητσοτάκη είχαμε 28.000 μόνιμους διορισμούς στην εκπαίδευση, πολύ περισσότερους από τις αφυπηρετήσεις από όσους έβγαιναν στη σύνταξη.

Ένα μεγάλο κομμάτι του προέρχεται από τη μέριμνα της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού να εστιάσει στην ειδική αγωγή. Περίπου 20.000 από τις προσλήψεις αναπληρωτών είναι στη λεγόμενη “παράλληλη στήριξη” στα ειδικά σχολεία. Δηλαδή ο αριθμός αυτός δεν υπήρχε πριν από τέσσερα χρόνια.

(…) Στόχος μας είναι να μπορέσουμε ένα μεγάλο κομμάτι αυτών των θέσεων εν τέλει να τις μετατρέψουμε σε μόνιμες θέσεις. Αλλά ακόμη δεν είμαστε εκεί. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι να δούμε το κεκτημένο της προηγούμενης τετραετίας, όπου είχαμε πολύ περισσότερους διορισμούς απ ό,τι συνταξιοδοτήσεις απ ό,τι αφυπηρετήσεις και να ζητήσω από όσους μας βλέπουν να θεωρήσουν ότι αυτό το κεκτημένο, αυτή η λογική, θα επεκταθεί το επόμενο διάστημα, ακριβώς για να στηριχθεί καλύτερα η Παιδεία στη χώρα μας».