Protagon A περίοδος

Λίγο πριν την οικονομική κατάρρευση

Υπάρχουν δυο τρόποι να ερμηνεύσει κανείς την ποινή της διαπόμπευσης που επέβαλε στην Ελλάδα η Κομισιόν, μετά τη διαπίστωση ότι η χώρα μας δίνει συστηματικά ψευδή στατιστικά στοιχεία για την κατάσταση της οικονομίας...

Ηλίας Κανέλλης


Photo: Philip Toledano

Υπάρχουν δυο τρόποι να ερμηνεύσει κανείς την ποινή της διαπόμπευσης που επέβαλε στην Ελλάδα η Κομισιόν, μετά τη διαπίστωση ότι η χώρα μας δίνει συστηματικά ψευδή στατιστικά στοιχεία για την κατάσταση της οικονομίας, δεν λαμβάνει μόνιμα μέτρα, δεν κάνει καμία σοβαρή προσπάθεια να περικόψει τις δαπάνες του υδροκέφαλου δημόσιου τομέα της, αυξάνει ανεξέλεγκτα το δημόσιο χρέος της και, επιπλέον, ενώ είναι υποχρεωμένη από τις συνθήκες γράφει στα παλιά παπούτσια τους εταίρους, τις υποδείξεις, τις συστάσεις τους.
*Ο ένας τρόπος είναι εκείνος της διαμαρτυρίας, της «αντίστασης» στους Ευρωπαίους, η αναφορά σε «Γαλάτες» που δεν χαμπαρίζουν, στην εθνική ανεξαρτησία – σε μια ρητορική και σε μια στάση που κινείται μεταξύ εθνολεβέντικης εσωστρέφειας («δεν θα μας πουν πώς θα κάνουμε κουμάντο στον τόπο μας οι κουτόφραγκοι») και αριστερίστικου πείσματος («νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», «δεν υποχωρούμε αν δε δικαιωθούμε» και άλλα πολλά εμπριμέ).
*Ο άλλος τρόπος δεν έχει ηρωική ρητορική. Προϋποθέτει ανασκούμπωμα. Δουλειά. Και θυσίες. Το Δημόσιο δεν μπορεί να φουσκώσει κι άλλο. Διάφορες προνομιούχες κοινωνικές ομάδες (προνομιούχες όχι έναντι των πλουσίων και των καπιταλιστών, αλλά έναντι των άλλων εργαζομένων, που στο κάτω κάτω πληρώνουν το μάρμαρο) να συνειδητοποιήσουν ότι η περίοδος των προκλητικών προνομίων έχει τελειώσει (δεν είναι, άραγε, προκλητική η συνταξιοδότηση ορισμένων γυναικών στα 50;) Και η κυβέρνηση έχει λίγο χρόνο για να αποφασίσει ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, ότι το πάρτι έχει τελειώσει κι ότι, όποιο κυβερνητικό στέλεχος δεν θέλει να το καταλάβει, οφείλει να το σκεφτεί πιο συστηματικά από κάποια άλλη, λιγότερο ζόρικη θέση – δεν υπάρχει περιθώριο για διαπραγμάτευση του πολιτικού κόστους, κάποιοι πρέπει να το πληρώσουν.
Είναι πολλοί εκείνοι που θα ακολουθήσουν τον πρώτο τρόπο αντίδρασης. Εκτός από τους ιδεοληπτικούς (τα άκρα του πολιτικού φάσματος), είναι και όσοι χάνουν προνόμια και συμφέροντα: οι συνδικαλιστές, οι δημόσιοι υπάλληλοι, όσοι κάνουν κλειστό επάγγελμα, οι συντεχνίες, οι ιδιώτες επιτηδευματίες που συστηματικά φοροδιαφεύγουν (δυστυχώς πολλοί και στη βαριά βιομηχανία μας, τον τουρισμό)… Θα προσπαθήσουν να ιδεολογικοποιήσουν την αντίρρησή τους και θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους να εμποδίσουν οποιαδήποτε μεταρρύθμιση προκαλώντας κοινωνικές εντάσεις.
Όσοι όμως συμμερίζονται την αναγκαιότητα του δεύτερου τρόπου, στην πραγματικότητα, είναι περισσότεροι. Πρωτίστως μάλιστα, είναι όλοι όσοι, σαν υποζύγια, σηκώνουν το βάρος της λειτουργίας του άθλιου ελληνικού κράτους, που ενώ τους ξεζουμίζει στους φόρους, δεν τους παρέχει σε ανταπόδοση σχεδόν καμία υπηρεσία, όπως συμβαίνει σχεδόν σε όλη την Ευρώπη – ούτε παιδεία ούτε υγεία ούτε συγκοινωνίες ούτε ασφάλεια ούτε δημόσιες υποδομές…
Η Κομισιόν δεν αφήνει περιθώρια για το τι πρέπει να συμβεί. Πρωτίστως, μας δίνει να καταλάβουμε ότι όσο αρμέξαμε την παχιά αγελάδα του Δημοσίου την αρμέξαμε. Τώρα πια είναι κάτισχνη, δεν υπάρχει τίποτα άλλο να αρμέξουμε. Ας βρούμε, μας λέει, άλλους τρόπους να ζήσουμε καλά – το Δημόσιο δεν μπορεί πια να είναι αποθήκη χαραμοφάηδων και η Ευρώπη δεν μπορεί πια να πληρώνει τα σπασμένα των γλεντοκόπων μιας χώρας που δεν προλαβαίνει να παραγάγει επειδή… κάνει αντίσταση.
Επειδή, όμως, οι «αντιστασιακοί» είναι βέβαιο ότι θα αρχίσουν να συμπεριφέρονται σαν το πάρτι να συνεχίζεται, είναι σημαντικό οι οπαδοί της πραγματικότητας να κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Είναι, δηλαδή, σημαντικό, η κυβέρνηση να περιγράψει ακριβώς την πραγματικότητα, χωρίς ωραιοποιήσεις και φρούδες υποσχέσεις, να προχωρήσει σε συγκεκριμένες πολιτικές, όσο το δυνατόν εναρμονισμένες με τις υποδείξεις των εταίρων μας (οι οποίοι δεν είναι χρήσιμοι μόνο όταν μοιράζουν «πακέτα») και, στην πράξη, να αποδείξει πως είναι αποφασισμένη να προασπίσει τις επιλογές της. Να κυβερνήσει.
Η αντιμετώπιση της κρίσης με ρεαλισμό, βούληση, αποφασιστικότητα, σχέδιο και (αν χρειαστεί) με πυγμή είναι η μοναδική εθνική και η μοναδική αριστερή στρατηγική. Και είναι αναγκαία, διότι μετά την ευρωπαϊκή μας διαπόμπευση, μόνο μια αρνητική συνέπεια είναι ακόμα δυνατή. Η κατάρρευση.