Αμερικανικό περίπολο στα περίχωρα της Καμπούλ | REUTERS/Parwiz/File Photo
Επικαιρότητα

Ανάλυση: Οι Αμερικανοί φεύγουν οριστικά από το Αφγανιστάν – και μετά;

Η πρόθεση της Ουάσιγκτον να απεμπλακεί οριστικά έως τις 11 Σεπτεμβρίου αφήνει τη χώρα σε πολιτική αστάθεια, επιρρεπή στη βία, ακόμη και σε εμφύλια σύγκρουση
Protagon Team

Είκοσι χρόνια, σχεδόν μια γενιά, παρέμειναν οι Αμερικανοί στο Αφγανιστάν, κυνηγώντας δίχως τέλος, αλλά με βαριές απώλειες, τους Ταλιμπάν από τη μία άκρη στην άλλη της δύσβατης χώρας.

Σε λίγους μήνες, όπως σχεδιάζει ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και είχε προαναγγείλει ο προκάτοχός του Ντόναλντ Τραμπ, θα έχουν αποχωρήσει και οι τελευταίοι από τους 3.000 στρατιωτικούς που βρίσκονται ακόμη εκεί. Εως τις 11 Σεπτεμβρίου αυτής της χρονιάς, 20 χρόνια από την τρομοκρατική επίθεση στη Νέα Υόρκη και στο Πεντάγωνο, θα έχει μείνει μόνο μία ομάδα για τη φύλαξη της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Καμπούλ.

Προτού φθάσουμε εδώ όμως είχε προηγηθεί μία ιστορική (και αδιανόητη άλλοτε) συμφωνία με τους Ταλιμπάν, στις 29 Φεβρουαρίου 2020, στην Ντόχα του Κατάρ, η οποία άνοιξε τον δρόμο  για την οριστική αποχώρηση των ΗΠΑ.

Ως έναν βαθμό ήταν μία προειλημμένη απόφαση, αυτή της οριστικής απεμπλοκής. Οι αναλύσεις έδειχναν ότι η παρουσία των ΗΠΑ στη χώρα δεν είχε πλέον κανένα σοβαρό πολιτικό όφελος.

Ο Λευκός Οίκος, όπως τονίζει το γαλλικό Μέσο Le Monde, παρά το ότι αναγνωρίζει πως εξακολουθεί να υπάρχει τρομοκρατική απειλή στον κόσμο, δεν θεωρεί ότι το Αφγανιστάν είναι το επίκεντρό της, όπως θεωρούσε πριν από 20 χρόνια, γεγονός που οδήγησε στην εισβολή και στην επί μακρόν παραμονή στη χώρα.

Αλλά και ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είναι από τα πρόσωπα που έβλεπαν με δυσπιστία την παραμονή της χώρας του στο Αφγανιστάν. Οταν ήταν αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα αντιτάχθηκε στην αποστολή ενισχύσεων, ενώ κατά την πρόσφατη προεκλογική εκστρατεία είχε ταχθεί υπέρ της διατήρησης μιας περιορισμένης κλίμακας αντιτρομοκρατικής δύναμης στο Αφγανιστάν. Αλλά ακόμη και αυτή η δύναμη απουσιάζει από τα σχέδια που αφορούν την πλήρη αποχώρηση.

Οι ανακοινώσεις στην Ουάσινγτον είναι η μία πλευρά της εξίσωσης. Η άλλη είναι οι Ταλιμπάν που επιμένουν στο ορόσημο της 1ης Μαΐου, της ημερομηνίας αποχώρησης των ξένων στρατευμάτων που  όριζε η συμφωνία της Ντόχα. Αν δεν συμβεί αυτό, απειλούν να αρχίσουν και πάλι τις μάχες.

Λύση σε αυτό είναι πιθανόν ότι θα δώσει μια διάσκεψη που θα γίνει στις 24 Απριλίου στην Τουρκία, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, της Αγκυρας και του Κατάρ· οι Ταλιμπάν λένε ότι δεν θα μετάσχουν σε διάσκεψη προτού αποχωρήσουν οι ξένοι. Εκ πρώτης όψεως, η κατάσταση στη χώρα μπορεί να εκτραχυνθεί και πάλι από τον Μάιο, ωστόσο η Monde καταγράφει φήμες μεταξύ διπλωματών που λένε ότι οι Ταλιμπάν παρασκηνιακά και εμπιστευτικά διαβεβαίωσαν τους Αμερικανούς ότι δεν θα αρχίσουν οι μάχες.

Από τη στιγμή που η χώρα έχει αυτό το βεβαρημένο παρελθόν ασφαλείας και με ορατό το ενδεχόμενο να επιδεινωθεί η κατάσταση τους επόμενους μήνες, το ερώτημα είναι εάν μπορούν οι ΗΠΑ να εγκαταλείψουν τη χώρα αφήνοντας τη στο χάος (και στα χέρια των Ταλιμπάν).

Η κυβέρνηση του Αφγανιστάν, συνεχίζει το γαλλικό Μέσο, έτρεφε την ελπίδα ότι τα αμερικανικά στρατεύματα θα παραμείνουν στη χώρα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ώστε να προστατεύσουν τα κέρδη από την εικοσαετή παρουσία τους εκεί  και, βέβαια, έμμεσα να προστατεύσουν και την κυβέρνηση.

Οπως και αν έχει η ανακοίνωση των Αμερικανών αφήνει τον πολιτικά απομονωμένο πρόεδρο Ασράφ Γκάνι και το καθεστώς στην Καμπούλ εξασθενημένους, ενώ ούτε τους Αμερικανούς ούτε τους Ταλιμπάν ικανοποιούν οι προτάσεις του προέδρου για μεταβατική κυβέρνηση εθνικής ενότητας και εκλογές.

Εν τω μεταξύ, άλλες δυνάμεις ετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν την άνοδο της δύναμης των Ταλιμπάν. Το στρατόπεδο της τατζικικής εθνικότητας του πρώην διοικητή Μασούντ, του οποίου οι κληρονόμοι κατέχουν βασικές θέσεις στην κυβέρνηση, προετοιμάζεται, όπως λέει, για τη «δεύτερη αντίσταση» ενάντια στους Ταλιμπάν, φέρνοντας το φάσμα του εμφυλίου ακόμη πιο κοντά.