Καρέ από το νέο ντοκιμαντέρ του Μάικλ Μουρ «Fahrenheit 11/9» | Fahrenheit 11/9/fFacebook
Επικαιρότητα

Ο ανατρεπτικός Μουρ, ο ιδιοφυής Τραμπ και ο «συμπαθής φασίστας»…

Ο αμερικανός σκηνοθέτης ταξίδεψε παντού στις ΗΠΑ για να καταγράψει στο ντοκιμαντέρ του «Fahrenheit 11/9» τα πρόσωπα που ψήφισαν Τραμπ στις εκλογές. Προωθώντας τη δουλειά του στην Ευρώπη, σχολίασε στo ραδιόφωνο του BBC τις διεθνείς δεξιόστροφες εξελίξεις
Χρήστος Μιχαηλίδης

Η πολυαναμενόμενη ταινία «Fahrenheit 11/9» του αμερικανού σκηνοθέτη, συγγραφέα και ακτιβιστή Μάικλ Μουρ παίζεται κιόλας σε κινηματογράφους στις ΗΠΑ και στην ΕΕ, προκαλώντας, όπως αναμενόταν, πολλές αντιδράσεις και φλογερές συζητήσεις. Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ, στο οποίο ο σκηνοθέτης ταξίδευσε σχεδόν σε κάθε άκρη της χώρας για να καταγράψει τις απόψεις απλών πολιτών για την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ το 2016, την οποία μάλιστα ο ίδιος είχε προβλέψει.

Οι κριτικοί δέχτηκαν με ενθουσιασμό την ταινία του. «Συγκλονιστικό αριστούργημα» τη χαρακτήρισαν μεταξύ άλλων. Για τον ίδιο όμως το Fahrenheit 11/9 δεν είναι παρά «ένα πικρό, γαμημένο χάπι, που δεν μπορείς να το καταπιείς». Αλλά, καταλήγει, «είναι το δικό μου ξυπνητήρι, μήπως και ξυπνήσει ο κόσμος και σωθεί αυτή η χώρα».

Αυτές τις ημέρες βρίσκεται στην Αγγλία για να προωθήσει την ταινία του. Τον άκουσα χθες το πρωί σε μια συνέντευξή του στην ενημερωτική εκπομπή Today του 4ου Προγράμματος ραδιοφωνίας του BBC. Ανέφερε ότι πολλοί άνθρωποι σε όλον τον κόσμο σοκαρίστηκαν με το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών. Το ίδιο συνέβη, πρόσθεσε, όταν την επομένη του δημοψηφίσματος του 2016 στην Αγγλία ξυπνήσαμε με την είδηση ότι επικράτησε η ψήφος υπέρ του Brexit.

Ο σκηνοθέτης Μάικλ Μουρ

Εκείνος δεν εξεπλάγη. «Ταξίδεψα σε πολλές περιοχές της χώρας, και μίλησα με πάμπολλους ανθρώπους. Κατάλαβα ότι οι περισσότεροι που ψήφισαν “Να Φύγουμε”, δεν το έκαναν επειδή σώνει και καλά ήθελαν να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά μόνο για να πετάξουν μια βόμβα μολότοφ στο σύστημα, το οποίο ένιωθαν ότι επί τόσα χρόνια τους είχε απογοητεύσει».

Αναφερόμενος στον πρόεδρο Τραμπ και, κυρίως στον τρόπο με τον οποίο ασκεί την εξουσία του, ο Μάικλ Μουρ παραδέχεται ότι «οπωσδήποτε ο τρόπος αυτός είναι χυδαίος, αλλά σας διαβεβαιώνω πως υπάρχει πολύς κόσμος, ακόμα και από το στρατόπεδο που τον αντιπολιτεύεται, που έχει αρχίσει να τον θεωρεί ως και ιδιοφυΐα, με την έννοια ότι “ορίστε, αυτός κάνει πράγματα, παίρνει αποφάσεις, ταρακουνάει τα νερά”, όπως πολλοί λένε».

Ο συγγραφέας και σκηνοθέτης δεν υιοθετεί σε καμία περίπτωση αυτήν την εξήγηση, αλλά την καταλαβαίνει. Θυμάται δε, και συστήνει ανεπιφύλακτα, ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πριν από πολλά χρόνια, συγκεκριμένα το 1980, και αποδεικνύεται πέρα ως πέρα προφητικό. Πρόκειται για το βιβλίο Friendly Fascism (Φιλικός φασισμός, το νέο πρόσωπο της εξουσίας στην Αμερική) του Bertram Gross.

«Παρ’ όλο που οι “συμπαθητικοί φασίστες” (σ.σ.: όπως πιστεύω πως είναι η ορθότερη ερμηνεία του Friendly Fascists) είναι ανατρεπτικά στοιχεία, σπάνια βλέπουν τον εαυτό τους ως τέτοια. Μερικοί ενδιαφέρονται μόνο να βγάλουν χρήματα υπό συνθήκες σταθεροποίησης. Και άλλοι απλώς ενδιαφέρονται να διατηρήσουν ή να ενισχύσουν τη δύναμη και τα προνόμιά τους. Πολλοί από αυτούς χρησιμοποιούν μάλιστα τη ρητορική της ελευθερίας, της απελευθέρωσης, της δημοκρατίας, ή ακόμα και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Προωθώντας τα αμοιβαία συμφέροντά τους μέσω ενός νέου συνασπισμού συγκεντρωτικής ολιγαρχικής δύναμης, οι λαοί θα πληγούν, είτε από ρύπανση του περιβάλλοντος, ανεργία, πληθωρισμό, ή πόλεμο. Αλλά δεν είναι αυτός μέρος του κεντρικού τους σκοπού. Είναι το προϊόν αόρατων χεριών, που δεν είναι τα δικά τους, γράφει ο Gross και αυτόματα, δεν το κρύβω, έρχονται μπροστά στα μάτια μου, πολλοί σημερινοί ηγέτες, μερικοί από τους οποίους μπορεί και να γνωρίζουμε και κατά πρόσωπο».

Ο συμπαθής φασίστας του 21ου αιώνα –είπε χθες ο Μουρ στο BBC, μεταφέροντας λόγια από το εξαίσιο βιβλίο του Γκρος– δεν θα είναι σαν τον φασίστα του 20ού αιώνα. Και ούτε θα έρθει με σβάστικες και στρατόπεδα συγκεντρώσεως, αλλά «με χαμογελαστό πρόσωπο και με εκπομπή στην τηλεόραση, και αυτήν τη φορά, θα πετύχει…».

Αλήθεια: Δεν τους βλέπουμε κιόλας δίπλα και γύρω μας; Δεν χρησιμοποιούν την ίδια ρητορική που μόλις διαβάσαμε; Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια; Δεν σαρώνουν στην τηλεόραση; Δεν έχουν εισχωρήσει στο Κοινοβούλιο, εκμεταλλευόμενοι ένα σύστημα, αυτό της δημοκρατίας, που οι ίδιοι δεν αναγνωρίζουν; Δεν έχετε ακούσει κάμποσους, ακόμα και θεσμικούς, να εκθειάζουν τον Τραμπ και να τον θεωρούν ευφυή; Δεν έχει φτάσει ως και στα σχολεία μας το δηλητήριο του ρατσισμού; Δεν είναι «δικός μας» ο «Συμπαθής φασίστας»;