Ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι εφιστά την προσοχή όλων στις έκτακτες, λόγω της πανδημίας, χρηματοδοτήσεις | EPA/ALESSANDRO DI MEO
Επικαιρότητα

Ντράγκι: Η πολλή ρευστότητα θα μας πνίξει στα χρέη!…

Στην άκρη της κορονοϊκής «στενωπού» παραμονεύει βάραθρο αφερεγγυότητας. Ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ επέβλεψε μελέτη η οποία επισημαίνει τους κινδύνους από τις έκτακτες χρηματοδοτήσεις σε περίπτωση που οι επενδύσεις δεν διαθέτουν αναπτυξιακό πρόσημο
Protagon Team

Οταν θίγει ζητήματα ο Μάριο Ντράγκι, ανεξαρτήτως της θέσης και των δεσμεύσεων που έχει, προκαλεί πάντα το ενδιαφέρον. Η τελευταία δημόσια παρέμβασή του αφορά το έκτακτο «πανδημικό» χρήμα που εισέρρευσε στις οικονομίες για να περισωθεί ό,τι είναι δυνατόν.

Για τον έμπειρο τραπεζίτη και σε ό,τι έχει να κάνει με την Ευρώπη κυρίως, η ανάκαμψη και η πορεία προς την ανάπτυξη είναι υπόθεση στοχευμένης χρήσης των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης σε επιχειρήσεις και πρότζεκτ με πραγματικά αναπτυξιακή προοπτική. Μάλιστα συνέδεσε τον τρόπο με τον οποίο θα δαπανηθούν οι ευρωπαϊκοί πόροι –έτσι, δηλαδή, ή αλλιώς– με τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους.

Οι παρατηρήσεις του επεκτάθηκαν και στον κίνδυνο που διατρέχει ο χρηματοπιστωτικός τομέας να έρθει αντιμέτωπος με επικίνδυνη κρίση αφερεγγυότητας μετά τη λήξη της πανδημίας και εξαιτίας της μεγάλης ροής πιστώσεων.

Διακριτικά δηλώνει «παρών»

Εχει περισσότερο από έναν χρόνο που αποχώρησε από επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αφού προηγουμένως υπηρέτησε το ευρώ με τον καλύτερο τρόπο. Αυτός ο πιστός τρόπος του Ντράγκι συνοψίζεται σε μία φράση κλασική, που διεκδικεί τη θέση της στην Ιστορία –τη νομισματική, τουλάχιστον–, διατυπωμένη σε δύο χρόνους: «Ο,τι χρειαστεί» είχε πει αρχικώς, εννοώντας ότι θα πράξει ό,τι μπορεί ώστε να μη διαλυθεί το εγχείρημα της Ευρωζώνης, και λίγον καιρό αργότερα είχε συμπληρώσει «και για όσο χρειαστεί», εννοώντας τη διάρκεια του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.

Ολο αυτό το διάστημα που βρέθηκε κάπως μακρύτερα από τα συνήθη φώτα της δημοσιότητας και σε… απόσταση ασφαλείας από το γερμανικό τραπεζιτικό προσωπικό της ευρωτράπεζας, ο ιταλός τραπεζίτης προσπάθησε να είναι διακριτικός στις δημόσιες παρεμβάσεις του, όποτε τις έκανε, αποφεύγοντας να δίνει την εντύπωση κάποιου που θέλει να χώνεται σε ξένα «χωράφια», εν προκειμένω της Κριστίν Λαγκάρντ, της αντικαταστάτριάς του στην ΕΚΤ. Και την ίδια στάση κράτησε για τα ιταλικά οικονομικά ζητήματα, αν και Ιταλός, λέει η Corriere della Sera.

Για τη διεθνή οικονομία έκανε μερικές εξαιρέσεις το 2020 και μίλησε, εξαιρέσεις στις οποίες περιλαμβάνεται και η τελευταία παρουσίαση μίας μελέτης 30 ειδικών της οποίας είχε την επίβλεψη μαζί με τον ινδό οικονομολόγο και τραπεζίτη Ραχουράμ Ράτζαν. Το συμπέρασμα αυτής της εργασίας είναι, όπως τόνισε ο ίδιος ο Ντράγκι σε μία μικρή ομάδα δημοσιογράφων που εκπροσωπούσαν διεθνή Μέσα, ότι η πλημμυρίδα ρευστότητας που ακολούθησε την εξάπλωση του κορονοϊού εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Αφερεγγυότητα ενόψει

Παντού οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να ενεργήσουν κατεπειγόντως εφ’ όσον θέλουν να αντιμετωπίσουν την κρίση φερεγγυότητας που θα μπορούσε να παραλύσει τις οικονομίες μετά την παρέλευση της πανδημίας, υπογράμμισε ο Ντράγκι. Ο πακτωλός συναλλάγματος, που διοχετεύτηκε στις ανά τον κόσμο οικονομίες με σκοπό να κρατήσει τις εταιρείες ζωντανές και τις θέσεις εργασίας κατειλημμένες μέσα στα διάφορα lockdown, δεν θα αποβεί βιώσιμη λύση. Στο τέλος της «στενωπού» παραμονεύει το βάραθρο της αφερεγγυότητας.

Η ροή δημοσίου χρήματος με τη μορφή επιδοτήσεων ή και πιστώσεων «καλύπτει μια πραγματικότητα που είναι πολύ πιο ανησυχητική από ό,τι μπορούμε να εκτιμήσουμε προς το παρόν» είναι η πλέον επίφοβη εκτίμηση των 30 ειδικών. Η μελέτη τους υποδεικνύει τους τρόπους διαχείρισης των επικίνδυνων συνεπειών αυτού του φαινομένου, ξεκινώντας με πιο ορθολογικούς και αποτελεσματικούς κανόνες περί πτώχευσης. «Η κρίση φερεγγυότητας διαβρώνει ήδη την υποκείμενη δύναμη του επιχειρηματικού τομέα σε πολλές χώρες» γράφουν.

Η ίδια η αγορά το ξέρει

Ο Ντράγκι επικέντρωσε στα ζητήματα της αλυσίδας των επιπτώσεων στην αγορά, τις οποίες πρώτοι και καλύτερα απ’ όλους γνωρίζουν οι ίδιοι οι επιχειρηματίες και οι έμποροι, κάθε επιπέδου: «Η νέα πίστωση δεν θα ορθοποδήσει τη μη κερδοφόρο εταιρεία. Ετσι θα υπάρξει αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε όλο το τραπεζικό σύστημα σε πολλές χώρες». Πρόκειται για πρόβλεψη του Ντράγκι, δυσοίωνη βέβαια, από την οποία το μόνο που δεν λείπει είναι η λογική – λογική τετράγωνη.

Και η υγεία των πιστωτικών ιδρυμάτων είναι κεφαλαιώδους σημασίας για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, αυτήν που θα επιζήσει τώρα και θα σπεύσει να δανειοδοτηθεί στο μέλλον ώστε να ανταποκριθεί στις ανάγκες ης κανονικότητας που θα επιστρέψει, όταν και όποτε επιστρέψει: «Ολοι θέλουμε τράπεζες που θα δύνανται να συνεχίζουν να στηρίζουν την οικονομία και τον ιδιωτικό τομέα, αλλά, αν το κεφάλαιό τους διαβρωθεί από μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αυτή η στήριξη θα εκλείψει…».

Το Ταμείο Ανάκαμψης

Σε ό,τι αφορά τα δάνεια και τις πιστώσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, ο Ντράγκι είπε ότι πρέπει να αξιολογηθεί η χρησιμότητα ή μη του έργου που χρηματοδοτείται. Περνάει τα τεστ της πράσινης ανάπτυξης ή αποτελεί απλώς φιλανθρωπία; Το όλο ζήτημα μπλέκεται και με το δημόσιο χρέος αναγκαστικώς: «Η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους κάποιας χώρας θα κριθεί με βάση την ανάπτυξη και, επομένως, και τον τρόπο με τον οποίο θα δαπανηθούν οι πόροι της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αν σπαταληθούν, το χρέος τελικά θα καταστεί μη βιώσιμο επειδή τα χρηματοδοτούμενα έργα δεν θα παράγουν ανάπτυξη. Αν, αντιθέτως, η απόδοση των έργων είναι τόσο υψηλή που να δικαιολογεί τις δημόσιες επενδύσεις, τότε η ανάπτυξη θα έρθει και θα γίνει ο αποφασιστικός παράγοντας για τη βιωσιμότητα του χρέους» είπε ο Ντράγκι.

Η παρούσα κατάσταση δικαιολογεί τη «μεγάλη αβεβαιότητα που νιώθουν οι άνθρωποι» όσον αφορά την οικονομία είπε ο Ντράγκι αναγνωρίζοντας την πραγματικότητα. «Οι κεντρικές τράπεζες δεν έχουν πολλές εναλλακτικές λύσεις. Αλλά στην πραγματικότητα ο ίδιος ο κορονοϊός και η ταχύτητα με την οποία θα πραγματοποιηθεί ο μαζικός εμβολιασμός θα καθορίσουν τα πάντα. Μόνο τότε θα μπορέσουν οι άνθρωποι να αρχίσουν να ταξιδεύουν ξανά και να αναλαμβάνουν και πάλι επενδυτικούς κινδύνους».