Στα μέρη μας δεν είχε σκοπό να έρθει, όμως η Μοίρα αποφάσισε αλλιώς. Ο γιος του, Πέτρος, υπέφερε από βρογχικό άσθμα, και οι γιατροί είπαν στον «Ντούντα» ότι έπρεπε να αλλάξει κλίμα, να ζήσει κοντά στη θάλασσα. Ετσι αποφάσισε να δεχτεί την πρόταση του Αρη, την οποία αρχικώς είχε απορρίψει. Εντεκα χρόνια μετά, ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία τον υποχρέωσε να επιστρέψει και να εγκατασταθεί στη χώρα μας. Στη Θεσσαλονίκη έως το 1994, κι έπειτα στην Αθήνα. Την αγάπησε την Ελλάδα. Τον ήλιο, τους ανθρώπους της, το λαϊκό τραγούδι της (τον είχε μυήσει σε αυτό ο Ντούσαν Μπάγεβιτς από τη δεκαετία των ’70s). Αν και δεν πίστευε στις φιλίες που δεν κρατούν από τα μαθητικά χρόνια, εδώ βρήκε και έναν «αδελφό»: τον Δημήτρη Μητροπάνο.
Αρχισε την προπονητική του καριέρα το 1971 στα τμήματα υποδομής της Ραντνίσκι, και την ολοκλήρωσε το 2016 στον πάγκο της Εφές, χωρίς ποτέ να χάσει το νεανικό του κέφι για δημιουργία. Μέσα σε αυτά τα 45 χρόνια ο Κόσμος είχε γίνει αγνώριστος, όμως το μπάσκετ του Ιβκοβιτς ήταν, πάντα, επίκαιρο. Οπως είχε τονίσει στο Status της Σερβίας, «ο παιδαγωγός δεν έχει ηλικία, αρκεί οι μαθητές του να εξακολουθούν να τον καταλαβαίνουν». Τον Σεπτέμβριο του 2017 αποχαιρέτησε τα γήπεδα σε ένα ματς επίδειξης, του Ολυμπιακού με μια μικτή «αστέρων», στο κατάμεστο ΣΕΦ. Την ίδια χρονιά εισήχθη στο «Hall of Fame» της FIBA. Και το πρωί της Πέμπτης, λίγο πριν κλείσει τα 78, «πέταξε» σαν τα περιστέρια του. Αλλά χωρίς γυρισμό.
