Η Αναστασία Σβετς ξεκουραζόταν στο δωμάτιό της, καθώς λίγο νωρίτερα είχε τελειώσει το φαγητό με τους γονείς της, τρώγοντας τα αγαπημένα μακαρόνια της μαμάς, όταν ένας ρωσικός πύραυλος από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, σχεδιασμένος να χτυπά αεροπλανοφόρο, έπεσε πάνω στην πολυκατοικία τους στο Ντνίπρο, διαλύοντας το κτίριο των εννέα ορόφων και μαζί δεκάδες οικογένειες.
Ο ρωσικός πύραυλος Kh-22 κατέστρεψε επτά ορόφους και 72 διαμερίσματα, ενώ άλλα 230 υπέστησαν ζημιές. Εως το μεσημέρι της Δευτέρας, ο απολογισμός των νεκρών είχε φτάσει τους 40, ενώ υπήρχαν τουλάχιστον 73 τραυματίες, ανάμεσά τους 14 παιδιά.
Η 23χρονη Αναστασία ήταν από τις «τυχερές» που διασώθηκαν από το δολοφονικό τρομοκρατικό χτύπημα των Ρώσων, το βράδυ του Σαββάτου. Οι φοβερές φωτογραφίες που έβγαλε λίγη ώρα μετά το χτύπημα ο Αρσεν Ντζοντζάιεφ, τη δείχνουν να στέκεται μόνη της στην άκρη των χαλασμάτων, με κίνδυνο να γκρεμιστεί ανά πάσα στιγμή το τμήμα όπου βρίσκεται, ενώ κοιτά γύρω της έντρομη και βάζει το χέρι στο στόμα, από απόγνωση. Την ίδια ώρα ακούγονταν γύρω της κραυγές και κλάματα από τα χαλάσματα.
Το διαμέρισμα της οικογένειάς της βρισκόταν στον έβδομο όροφο. Οι γονείς της ήταν θαμμένοι κάτω από τόνους τσιμέντου, άγνωστο σε ποιο σημείο του σπιτιού.
Οι διασώστες που έσπευσαν στο σημείο κάνοντας ηρωικές προσπάθειες για να βγάλουν ζωντανούς ανθρώπους από τα ερείπια, την πλησίασαν και την μετέφεραν με ασφάλεια στο έδαφος και μετά στο νοσοκομείο. Ηταν μία από τους 39 διασωθέντες από τα συντρίμμια.
Ολη την ώρα η Αναστασία κρατούσε στην αγκαλιά της ένα λούτρινο αρκουδάκι και μία χριστουγεννιάτικη γιρλάντα, απομεινάρι από τα εορταστικά στολίδια στο διαμέρισμα, καθώς λίγες ημέρες πριν οι Ουκρανοί είχαν γιορτάσει τα Χριστούγεννα με το παλαιό ημερολόγιο.
«Δεν ξέρω πού είναι οι γονείς μου. Θυμάμαι τα χαζά αστεία που έκανε νωρίτερα ο μπαμπάς μου, πώς φωτογραφίζαμε κουτάβια με τη μαμά μου το Σάββατο, τα μακαρόνια που φάγαμε», είπε η ίδια αργότερα στο νοσοκομείο, όπου μεταφέρθηκε χωρίς τραύματα, παρά μόνο αμυχές στο πρόσωπο και στα πόδια.
«Δεν έχω λόγια, δεν έχω συναισθήματα, δεν αισθάνομαι τίποτα παρά μόνο ένα μεγάλο κενό μέσα μου», είπε.
Κανένας δεν θα ξεχάσει πια το χτύπημα των Ρώσων, ένα από τα πιο φρικτά του πολέμου, σε αυτή την πόλη του 1,4 εκατ. κατοίκων, γνωστή για τη βιομηχανία μετάλλων και τη σοβιετική της αρχιτεκτονική, στις όχθες του ποταμού Δνείπερου.
«Αυτοί οι άνθρωποι νόμιζαν ότι ήταν ασφαλείς μέσα στο σπίτι τους, το Σαββατοκύριακο. Αλλά δεν είσαι ποτέ ασφαλής με έναν γείτονα τρομοκράτη», είπε χαρακτηριστικά ένας κάτοικος στην Telegraph.
Μετά τη γενική κατακραυγή, το Κρεμλίνο ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν στόχος τους η πολυκατοικία και ότι ποτέ δεν έχουν βομβαρδίσει κτίρια αμάχων. Ομως, δεκάδες βομβαρδισμοί από τον Φεβρουάριο του 2022, τους διαψεύδουν…
«Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δεν βομβαρδίζουν κτίρια με κατοικίες, ούτε τις μη στρατιωτικές υποδομές, βομβαρδίζουν στρατιωτικούς στόχους», σημείωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, προσθέτοντας ότι «η κατάσταση» στο Ντνίπρο είναι «αποτέλεσμα των ουκρανικών αντιαεροπορικών πυραύλων και του αντιαεροπορικού συστήματος άμυνας».
Οι Ουκρανοί απάντησαν ότι δεν διαθέτουν όπλα που να μπορούν να ρίξουν τέτοιους πυραύλους.
Στο μεταξύ, τον Σεπτέμβριο, η Αναστασία είχε χάσει τον σύντροφό της που πολεμούσε στο μέτωπο.
Σε μήνυμά του, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι απευθύνθηκε στους ρώσους πολίτες αποκαλώντας τους δειλούς επειδή «σιωπούν» μπροστά στα εγκλήματα του στρατού τους στην Ουκρανία.
«Η δειλή σας σιωπή, η προσπάθειά σας να παραμείνετε “εκτός” όλου αυτού που συμβαίνει, θα τελειώσει μόνο με το γεγονός ότι μία ημέρα, αυτοί οι ίδιοι τρομοκράτες θα έρθουν για σάς».