H Μονσεράτ Καμπαγιέ σε συναυλία της στο Βελιγράδι το 2006 | EPA/SASA STANKOVIC
Επικαιρότητα

Μονσεράτ Καμπαγιέ: Ο Βαγγέλης, ο Μιχάλης, ο Φρέντι και τα άλλα παιδιά

«Οι άντρες της». Έτσι αποκαλούσε τους πολύ καλούς φίλους της η Μονσεράτ Καμπαγιέ. Αρκετοί από αυτούς ήταν Έλληνες. Και έχουν γράψει – μουσική και όχι μόνον – ιστορία μαζί της
Παύλος Ηλ. Αγιαννίδης

«Είναι η πιο ωραία φωνή που έχω ακούσει, ποτέ. Φωνή σαν… σαν… σαν κρέμα». Δεν ήταν όποιος όποιος ο ακροατής αυτός, της Μονσεράτ Καμπαγιέ. Με καταβολές ως την Ζανζιβάρη και φήμη «ως τα άστρα», όπως έλεγαν πολλοί τότε, ο Φρέντι Μέρκιουρι, το «κακό παιδί» της ποπ, ο αρχηγός των Queen, αποφάνθηκε για την καταλανή σοπράνο. Μάρτυρας η συνέντευξή του σε ισπανική ραδιοφωνική εκπομπή το 1986, αλλά και ο κιμπορντίστας του, ενορχηστρωτής και δίδυμό του, κάποτε, στη μουσική σύνθεση Μάικ Μοράν. Μαζί της δούλεψαν το θρυλικό «Barcelona«. Και η σοπράνο με τον ροκ-ποπ θρύλο κατέληξαν φίλοι ζωής. Ή «Friends For Life», όπως ήταν ο τίτλος του άλμπουμ της, στο οποίο εξέχουσα θέση είχε ο άλλος φίλος της Vangelis. Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου.

«Οι άντρες μου». Έτσι τους ονόμαζε αυτούς τους φίλους της για μια ζωή – αρκετοί από τους οποίους ήταν Έλληνες – η Μονσεράτ Καμπαγιέ. La Superba, ή η Ανυπέρβλητη. Η Υπέρτατη, αν θέλετε. Απέναντι στο La Divina, η Θεά, της Μαρίας Κάλλας ή το La Stupenta, η Υπέροχη, της Αυστραλέζας ντίβας Ντέιμ Τζόαν Σάδερλαντ, για τους φίλους της όπερας.

Ο «άντρας της» ήταν ένας. Ο σύζυγός της από το 1964, τενόρος ειδικός στην θαρθουέλα (την ισπανική οπερέτα), Μπερναμπέ Μαρτί. Όμως εκείνη ήταν «οι άντρες της», όπως μου έλεγε σε δύο από τις κουβέντες μας, στις αρχές του ’90, ύστερα από αρκετές και πολυχειροκροτημένες ελληνικές εμφανίσεις της.

«Τι εμπειρία ήταν αυτή με τον Φρέντι! Δεν το είχα ξαναζήσει. Σαν να μπορούσαμε να ζήσουμε στον ελεύθερο κόσμο της Μουσικής, μαζί, οι δυο μας». Σε εκείνη φέρεται να ομολόγησε, αμέσως μετά τους κολλητούς του, ότι είχε προσβληθεί από τον ιό HIV. Χρόνια προτού το ανακοινώσει στο κοινό του, τον Νοέμβριο ντου 1991, μόλις μερικές ημέρες πριν από την αποδημία του. Της το είχε εξομολογηθεί, όπως θυμόταν εκείνη, σαν να ήταν ήδη η καλύτερή του φίλη: «Νομίζω ότι αυτός ήταν ο τρόπος του για να μου δείξει την φιλία του. Ήταν πολύ έντιμο από μέρους του. Και πολύ, πολύ γενναίο», έλεγε χρόνια μετά από εκείνο το βίντεο που γύρισαν μαζί, πριν την ηχογράφηση του κοινού τους ύμνου, του ολυμπιακού τους ύμνου «Barcelona».

Ένας από τους πρώτους «άντρες» της Μαρία Ντε Μονσεράτ Μπιμπιάνα Κονσεπσιόν Καμπαγιέ ήταν ο… Κρέων. Ο αξέχαστος – και γυναικάς της όπερας – Κρέων στην «Μήδεια» του Λουίτζι Κερουμπίνι. Ο διάσημος Πειραιώτης μπάσος Νίκος Ζαχαρίου ή Nicola Zaccaria, όπως έγινε γνωστός ως τα πέρατα της οικουμένης, κυρίως από τις δισκογραφικές και 14 επί σκηνής συνεργασίες του με την Μαρία Κάλλας. Με την οποία τραγούδησε Κρέοντα στην «Μήδεια» του 1958 στην Civic Opera του Ντάλας (σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και σκηνικά, κοστούμια από τον Γιάννη Τσαρούχη), έπειτα στην ίδια περίφημη παραγωγή, που ταξίδεψε στο Λονδίνο, το 1959 και το 1961 στην Επίδαυρο. Προτού επιστρέψει στο Ντάλας, χρησθεί «επίτιμος δημότης» του και συναντήσει, μέσω του κοινού τους φίλου και μαέστρου, Νικόλα Ρεσίνιο, την Μονσεράτ Καμπαγιέ, λίγο πριν από το δικό της αμερικανικό ντεμπούτο επίσης στην Civic Opera, με την «Τραβιάτα» του Βέρντι και αποθέωση που έχει γραφτεί στην ιστορία της όπερας. Η Καμπαγιέ, χρόνια μετά είχε αστειευτεί ότι «παντρεμένη πλέον, γλίτωσε από τα δίχτυα του». Αντίθετα με άλλες λυρικές τραγουδίστριες, όπως η Μέριλιν Χορν…

Η Μονσεράτ Καμπαγιέ, έξω από το στούντιο ηχογράφησης της κατά Μπελίνι «Νόρμα», το 1988, μαζί με τον τενορίσιμο Λουτσιάνο Παβαρότι και την La Stupenda Ντέιμ Τζόαν Σάδερλαντ

Πίσω στον Μάρτιο του 1987 και στον Φρέντι Μέρκιουρι, με τον οποίο η «Μόντσι», όπως την αποκαλούσε έκτοτε, πρωτοσυναντήθηκε, παρουσία του Μάικ Μοράν, στη Βαρκελώνη.

Αν «ο Φρέντι της», όπως τον έλεγε εκείνη, την εκτιμούσε ως «την καλύτερη φωνή που είχε ακούσει», εκείνη τον εκτιμούσε ως «μεγάλο λάτρη της όπερας, που ήρθε να με βρει στην Βαρκελώνη», όπως δήλωνε αργότερα. «Και όταν ο δήμαρχος της Βαρκελώνης μου ζήτησε να πω ένα τραγούδι στην Τελετή Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992, που μόλις είχε κερδίσει η Βαρκελώνη, στράφηκα σε κείνον. Ήρθε και με βρήκε στο Λονδίνο, στο Κόβεντ Γκάρντεν. Δουλέψαμε, μαζί με τον Μάικ Μοράν, μερικές ιδέες. Ο Φρέντι κάθισε στο πιάνο και άρχισε να αυτοσχεδιάζει όλη νύχτα. Όμως άξιζε αυτή η ολονυχτία». Διότι κατέληξε στο «Barcelona», το πιο επιτυχημένο πρώιμο cross-over, μεταξύ όπερας και ποπ. Ο Μέρκιουρι, προτού το δουλέψουν στο στούντιο, ετοίμασε ένα ντέμο, όπου ο ίδιος τραγουδούσε το δικό του μέρος και σε φαλτσέτο το δικό της.

Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης (1987) του άλμπουμ «Barcelona», συνεργασία της «Μόντσι» με τον «Φρέντι της»

Πάνω σε αυτό δούλεψε η Μονσεράτ Καμπαγιέ και κατέληξαν πρώτα στο δισκάκι κι έπειτα στον δίσκο 33 στροφών «Barcelona» (πρωτοκυκλοφόρησε το 1988 και το 2012 με νέες ενορχηστρώσεις), που περιείχε το Barcelona, σε στίχους Φρέντι Μέρκιουρι και άλλες επιτυχίες όπως το «Ensueño», σε στίχους της Καμπαγιέ, και το «The Golden Boy», σε στίχους του συνεργάτη του Ελτον Τζον και του σερ Αντριου Λόιντ Βέμπερ, Τιμ Ράις.

Το Μάιο του 1987 το «Barcelona» πρωτοπαρουσιάστηκε ζωντανά από το δίδυμο Μέρκιουρι – Καμπαγιέ στο Φεστιβάλ της Ιμπιθα, στο κλαμπ Ku (νυν Privilege Ibiza, που θεωρήθηκε ως «το μεγαλύτερο κλαμπ του κόσμου»). Τον Οκτώβριο του 1988 παρουσιάστηκε σε ανοιχτό χώρο, στο La Nit Festival της Βαρκελώνης, με αφορμή την άφιξη της Ολυμπιακής Σημαίας από την Σεούλ, για τους Αγώνες του 1992. Όπου όμως δεν κατάφεραν τελικά να παρουσιάσουν ζωντανά τον πλέον διάσημο ποπ ή cross-over ολυμπιακό ύμνο, καθώς ο Φρέντι, κατά κόσμον Φαρόκ Μπουλσάρα, κατέληξε στις 24 Νοεμβρίου του 1991. Παρά τις πιέσεις, η «Μόντσι» αρνήθηκε να τραγουδήσει, χωρίς τον φίλο της, στην Τελετή Έναρξης, μόνον στην τηλεοπτική κάλυψη της οποίας μεταδόθηκαν μονταρισμένα πλάνα από τις λάιβ εκτελέσεις του «Barcelona».

Ο Φρέντι Μέρκιουρι με την Μονσεράτ Καμπαγιέ στο παρασκήνιο του θρυλικού Barcelona

Η μόνη φορά που η Μονσεράτ Καμπαγιέ δέχτηκε να τραγουδήσει το «Barcelona», με τον «Φρέντι της» από γιγαντοθόνης, ήταν λίγο πριν από τον τελικό του Τσάμπιον Λιγκ, το 1999, μεταξύ Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Μπάγιερν, στο Στάδιο Καμπ Νου της Βαρκελώνης. Και αυτό αφού είχε στα ενδιάμεσα χρόνια ταχθεί στον αγώνα για την εξασφάλιση πόρων που θα νικούσε το AIDS, το οποίο της πήρε τον πιο αγαπημένο από τους «άντρες της». Ταγμένη και υπέρ των σκοπών της Διεθνούς Αμνηστίας.

Δύο χρόνια πριν από το «Barcelona» του Καμπ Νου, είχε ήδη δώσει το «παρών» σε ένα ακόμη μεγάλο αθλητικό γεγονός: Στο «Αθήνα 1997», στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο και στο πρώτο μέρος της Τελετής Έναρξης του 6ου Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ανοικτού Στίβου ή Κλασικού Αθλητισμού της IAAF. Πίσω από την γιγάντια πύλη που είχε φιλοτεχνήσει ο σκηνογράφος αρχιτέκτονας Νίκος Πετρόπουλος και είχε εισπράξει βέλη από τον ελληνικό Τύπο, ως φαραωνική.

Τα βέλη εισέπραξε κυρίως ο διεθνής Vangelis, ο Βολιώτης Βαγγέλης Παπαθανασίου των Όσκαρ, που είχε αναλάβει το καλλιτεχνικό μέρος της τελετής. Όμως η ίδια η Μονσεράτ Καμπαγιέ, με ανακοίνωσή της, αναγκάστηκε να βάλει τέλος στις φήμες, στις οποίες αναφερόταν ο ελληνικός Τύπος, περί ασθένειάς της, λίγο πριν έρθει στην Αθήνα για τις τελευταίες πρόβες με τον Vangelis. Δηλώνοντας εκεί, όχι μόνον τη χαρά της που θα συνεργαστεί με τον αγαπημένο της φίλο, έναν από τους Έλληνες «άντρες της», τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, αλλά και που θα τραγουδήσει στην Ελλάδα, «τη χώρα που βρίσκεται πάντα βαθιά μέσα στην ψυχή μου», όπως κατέληγε.

Με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, τον διεθνή Vangelis, στην Τελετή Έναρξης του 6ου Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Στίβου της IAAF, στην Αθήνα, το 1997

Στο Παναθηναϊκό Στάδιο, ενώπιον 90.000 θεατών, η Μονσεράτ Καμπαγιέ τραγούδησε, με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου στο πιάνο, τα εμβληματικά «March With Me», «Like A Dream» και, μαζί με την κόρη της Μονσεράτ Μαρτί, το τραγούδι «The Prayer / The Pray Οf Τhe World», όλα σε στίχους της Καμπαγιέ. Τα δύο πρώτα τραγούδια του Vangelis περιλαμβάνονταν και στο άλμπουμ της «Friends for life» (1997), όπου και το Barcelona με τον Φρέντι Μέρκιουρι και ντουέτα με τους Τζόνι Λόγκαν, Τζόνι Χαλιντέϊ και Χέλμουτ Λότι μεταξύ άλλων.

Βέβαια, η συνεργασία και η μακρά φιλία της με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου είχε αποτυπωθεί μουσικά από το 1995 στο συλλεκτικό άλμπουμ, υπογεγραμμένο από τον συνθέτη, που κυκλοφόρησε σε 3.000 αντίτυπα από την Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, «Φόρος τιμής στον Γκρέκο». Το άλμπουμ βγήκε σε διεθνή εμπορική κυκλοφορία το 1998 υπό τον τίτλο «El Greco». Εκεί τον βασικό ρόλο στα φωνητικά κρατούσε η Μονσεράτ Καμπαγιέ, με τη συμμετοχή και του τενόρου Κωνσταντίνου Παλιατσάρα. Την ίδια χρονιά το τραγούδι του Vangelis από την Τελετή Έναρξης του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Στίβου, ως «The Prayer» πλέον, συμπεριλαμβανόταν στο άλμπουμ της Καταλανής φίλης του «With All My Heart» ή «Con Todo Mi Corazon».

Τον Σεπτέμβριο του 1995, στο ίδιο κλίμα με τον «Φόρο τιμής στον Γκρέκο», είχαν αρχίσει να συνεργάζονται με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου πάνω σε ένα μάλλον μυστηριώδες μουσικό σχέδιο, υπό τον τίτλο «Requiem Por La Naturoloza». Το δε φθινόπωρο του 1994, όταν η Μονσεράτ είχε έρθει στην Αθήνα για συναυλία με τον Χοσέ Καρέρας, οι φήμες τους ήθελαν να δουλεύουν με τον Vangelis πάνω σε ένα άλμπουμ. Φήμες που σίγασαν, όταν τελικά ανακοινώθηκε το 1995 το άλμπουμ του «Voices», με άλλες φωνές.

Την περίοδο ή λίγο πριν, κατά άλλη εκδοχή, φέρεται να γνώρισε έναν ακόμη από τους Έλληνες «άντρες της»: τον σχεδιαστή μόδας Μιχαήλ Πολατώφ (κατά κόσμον Μιχάλη Αποστολάτο), περίτεχνες δημιουργίες του οποίου φορούσε περήφανα ως το τέλος της δικής του ζωής και δημιουργίας, το 2002. Σε μία από τις συνεντεύξεις μας η διάσημη σοπράνο, μιλώντας για το όνομά της, αστειευόταν για τον… όγκο της, λέγοντας πως πήρε το όνομά της από το όρος Μονσεράτ της Καταλονίας. Ο Μιχαήλ Πολατώφ, όχι μόνον ως φίλος της αλλά και ως δημιουργός, δεν πίστεψε ότι αυτός ο όγκος μπορεί να είναι αποτρεπτικός για κάτι εντυπωσιακό κι αέρινο. Και το αποδείκνυε, στέλνοντάς της σχέδια και δημιουργίες του, με βάση τα μέτρα της, που είχε κρατήσει στην Αθήνα, αλλά και στις επισκέψεις της στην βίλα του πάνω στο κύμα, ανάμεσα στην Γλυφάδα και την Μυρτιώτισσα της Κέρκυρας, μαζί με τον σύζυγό της Μπερναμπέ και την κόρη της Μαρτί συνήθως.

Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου ήταν και ο τελευταίος Έλληνας από τους φίλους της, τους «άντρες της», που της έμεινε ως το τέλος. Και την συναντούσε στις αρκετές επισκέψεις της στο Παρίσι ή και στην Ελλάδα. Όπως μετά το κοινό τους ρεσιτάλ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, το 2002, υπό τον τίτλο «Two Voices, One Heart» ή, το Φεβρουάριο του 2009, όταν η Μονσεράτ Μαρτί τραγούδησε «Μποέμ» του Πουτσίνι με την Όπερα Θεσσαλονίκης. Ύστερα από το ταξίδι της τον Ιούνιο του 2013 στην περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ, μαζί με την Μονσεράτ Μαρτί, η Μονσεράτ Καμπαγιέ αποφάσισε να ανακοινώσει από το Παρίσι, το Δεκέμβριο, το άλμπουμ της – οδοιπορικό (και σε DVD) «Armenia and Artsakh – An Isle of Christianity» – όπου το Αρτσάχ είναι το γνωστό ως Ναγκόρνο Καραμπάχ και ο υπότιτλος μιλούσε για μια «Νησίδα Χριστιανισμού», παρουσία του Προέδρου του Ναγκόρνο Καραμπάχ Μπάκο Σαχακιάν. Κάτι που την έβαλε στη μαύρη λίστα του «αιώνιου» αντιπάλου της Αρμενίας, Αζερμπαϊτζαν. Όμως της έφερε το 2014, λίγο πριν την κυκλοφορία, και ένα νέο κομμάτι από τον φίλο της Vangelis, υπό τον τίτλο Habanera (σε στίχους από την Μονσεράτ Καμπαγιέ, στα καταλανικά), δώρο για τα 80ά της γενέθλια. Με τη συμμετοχή της Βασιλικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λονδίνου και του Αρμένιου δεξιοτέχνη του – πνευστού – ντουντούκ, Βαρντάν Χοβανισιάν. Χρόνια πριν είχε προβλέψει, σχεδόν σαν… Πυθία: «Θα συνεχίσω να τραγουδώ μέχρι τη στιγμή που θα αισθάνομαι γελοία. Αν αυτό συμβεί όταν γίνω 80, τότε θα τα παρατήσω».