H Corriere della Sera για το φυσικό όπλο απέναντι στα κακά του καπνίσματος / Wall Street Journal και New York Times για τον φόβο ενός τσάρου / Ο Guardian για κάποιους που επιμένουν να καταστρέφουν τον πλανήτη / Και (ξανά) ο Guardian…

Corriere della Sera

Λύσεις/ Μήλα και ντομάτες για τους μαύρους πνεύμονες

Πώς μπορεί ένας πρώην καπνιστής να «αποκαταστήσει» τους πνεύμονές του; Με μια διατροφή πλούσια σε μήλα και ντομάτες. Αυτό αποκαλύπτεται από έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου John Hopkins, στην οποία συμμετείχαν 650 άτομα – συμπεριλαμβανομένων πρώην καπνιστών και μη καπνιστών – από τη Γερμανία, τη Νορβηγία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αξιολογώντας την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών και παράλληλα το αναπνευστικό σύστημα του καθενός. Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του έργου «Μελέτη για τη γήρανση των πνευμόνων στις ευρωπαϊκές κοόρτεις» (ALEC), χρηματοδοτούμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και συντονισμένη από το Imperial College του Λονδίνου, διήρκεσε δέκα χρόνια, μεταξύ 2002 και 2012.

Η έρευνα «έλαβε υπόψη διάφορους παράγοντες: από την ηλικία, το ύψος και τον δείκτη μάζας σώματος έως την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των ερωτηθέντων». Τα αποτελέσματα των ερωτηματολογίων έδειξαν ότι οι ενήλικες που έτρωγαν κατά μέσο όρο περισσότερες από δύο ντομάτες ή περισσότερες από τρεις μερίδες φρέσκων φρούτων την ημέρα είχαν μια πιο αργή φθορά στην πνευμονική λειτουργία από εκείνους που έλαβαν μικρότερες δόσεις ημερησίως. Και όχι μόνο αυτό: η ευεργετική επίδραση προήλθε μόνο από την κατανάλωση φρέσκων φρούτων και λαχανικών, και όχι, για παράδειγμα, από τη σάλτσα ντομάτας ή άλλα μαγειρεμένα πιάτα.

«Η μελέτη μας δείχνει ότι η τακτική κατανάλωση περισσότερων φρούτων μπορεί να συμβάλει στην άμβλυνση της φθοράς όταν οι άνθρωποι γερνούν και θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει στην αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται από το κάπνισμα»,  δήλωσε η Βανέσα Γκαρσία-Λάρσεν, επικεφαλής της μελέτης. Αντε, γιατί τα φαρμάκια παραπήγαν κάτω.

Φωτό: Η επιλογή είναι δική μας. Πηγή: Shutterstock

Wall Street Journal, The New York Times

Αποκλεισμοί/ Ποιος φοβάται τον Αλεξέι Ναβάλνι;

Μα εάν δεν υπάρχει περίπτωση να χάσει τις προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Μαρτίου, τότε γιατί ο Βλαντίμιρ Πούτιν έκανε ό,τι μπορούσε για να αποκλείσει στην εκλογική μάχη τον μπλόγκερ Αλεξέι Ναβάλνι; Κινδυνεύοντας μάλιστα να προκαλέσει διαδηλώσεις στο εσωτερικό και επικρίσεις στο εξωτερικό;

Την απάντηση δίνει η Wall Street Journal. Στις δημοκρατίες τύπου Πούτιν, γράφει στο κύριο άρθρο της, ο πρώτος κανόνας είναι ότι εάν υπάρχει κάποιος του οποίου η δημοφιλία μπορεί να σου προκαλέσει και το παραμικρό πρόβλημα, τότε δεν τον αφήνεις να θέσει υποψηφιότητα.

Ο Αντριου Χίγκινς καταθέτει στους New York Times μερικές παρατηρήσεις επιπλέον:

1. Εχοντας παρακολουθήσει από πολύ κοντά τις αμερικανικές εκλογές, ο Πούτιν δεν εμπιστεύεται τις δημοσκοπήσεις. Και μπορεί αυτές οι δημοσκοπήσεις να του δίνουν 80%, αλλά ο ίδιος φοβάται μια κρυφή ψήφο που μπορεί να δώσει μεγάλα εκλογικά κέρδη στους αντίπαλούς του.

2. Ο Πούτιν φοβάται την ικανότητα του Ναβάλνι να κατεβάζει τον κόσμο στους δρόμους.

3. Όπως και ο Τραμπ, δεν θέλει απλώς να κερδίσει αλλά να θριαμβεύσει – κάτι που σημαίνει να ξεπεράσει το 63% των εκλογών του 2020. Όπως μάλιστα εξηγεί ο αναλυτής Βλάντισλαβ Ινοζέμτσεφ, ο Πούτιν θέλει μια σαρωτική νίκη επειδή θέλει να κάνει την κοινή γνώμη να πιστέψει ότι η προεδρία του είναι μια «ιερή αποστολή» και ότι ο ίδιος είναι ο «εκλεκτός της Αγίας Μητέρας Ρωσίας».

Φωτό: Ως γνωστόν, ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός. Πηγή: Reuters

TheGuardian

Εγκλήματα/ Οι πετρελαϊκοί κολοσσοί επενδύουν στο πλαστικό

Πρώτο στοιχείο: Στον κάθε κάτοικο αυτού του πλανήτη αντιστοιχούν 487 κιλά πλαστικού. Δεύτερο: Κάθε λεπτό πωλούνται στον κόσμο ένα εκατομμύριο πλαστικά μπουκάλια. Κι όμως, γράφει ο Guardian. Υπάρχουν βιομηχανίες που επενδύουν σε αυτό. Πόσα; 180 δισεκατομμύρια δολάρια μέσα στην επόμενη δεκαετία μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η υπερεπένδυση αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα να αυξηθεί κατά 40% η παραγωγή πλαστικών προϊόντων.

Από την εφεύρεση του πλαστικού, τη δεκαετία του 1950, έως σήμερα έχουν παραχθεί 8,3 δισεκατομμύρια τόνοι πλαστικού, δηλαδή όσο ζυγίζουν 822.000 πύργοι του Αϊφελ. Οι νέες πρώτες ύλες για την παραγωγή του προέρχονται από πετρελαϊκούς κολοσσούς όπως η Exxon Mobile και η Shell κι ενώ οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η παραγωγή πλαστικού οδηγεί τον πλανήτη σε μια «μόνιμη κατάσταση ρύπανσης».

«Ακριβώς τη στιγμή που ο κόσμος αρχίζει να καταλαβαίνει ότι πρέπει να χρησιμοποιεί λιγότερο πλαστικό, κινδυνεύουμε να βρεθούμε αιχμάλωτοι μιας δεκαετίας αυξημένης παραγωγής» σημειώνει η ειδικός Κάρολ Μάφετ. Κι όλα αυτά ενώ έρευνα του 2015 έχει δείξει ότι από τα 7 δισεκατομμύρια τόνους πλαστικού που παράχθηκαν εκείνη τη χρονιά ανακυκλώθηκε μόνο το 9%. Άλλο ένα 12% αποτεφρώθηκε, ενώ το 79% κατέληξε στις χωματερές ή στο περιβάλλον.

Ο πλανήτης δηλαδή πνίγεται στο πλαστικό. Και στο τέλος δεν θα μείνει τίποτε από αυτόν.

Φωτό: Το χέρι είναι μαύρο από το πετρέλαιο.  Πηγή: Shutterstock

The Guardian

Λουκέτα/ Ποιος κλείνει τα μικρά μαγαζιά στη Νέα Υόρκη

Το τελευταίο παράδειγμα είναι εκείνο του θρυλικού Ματ Ουμάνοφ, το οποίο άνοιξε το 1965: το κατάστημα στη Νέα Υόρκη, ορόσημο για τους σταρ της ροκ και τους λάτρεις της μουσικής, έκλεισε στις 3 Δεκεμβρίου. Πολλοί υπέθεσαν ότι έπεσε ακόμη και αυτός θύμα της αύξησης του ηλεκτρονικού εμπορίου. Αλλά ο Ουμάνοφ διαβεβαίωσε ότι «η Amazon και οι άλλες εταιρείες δεν έχουν καμία σχέση με αυτό, όπως επίσης δεν φταίει ούτε η τιμή του ενοικίου». Μετά από 53 χρόνια πώλησης μουσικών οργάνων σε καλλιτέχνες όπως ο Μπομπ Ντύλαν και ο Ερικ Κλάπτον, ήθελε απλώς να ξεκουραστεί» – «Είχα φτάσει να δουλεύω 60 ώρες την εβδομάδα, από Δευτέρα έως Παρασκευή, είμαι μεγάλος και έχω εγγόνια με τα οποία θα ήθελα να περνάω τον χρόνο μου» εξήγησε στον Guardian.

Η ιστορία του, ωστόσο, αποτελεί εξαίρεση. Περπατώντας στους δρόμους της Νέας Υόρκης ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Εντουαρντ Χέλμορ παρατηρεί ότι «είναι εύκολο να δούμε όλο και πιο άδειες βιτρίνες. Εκεί όπου βρισκόταν κάποτε ψιλικά, καταστήματα τροφίμων, καταστήματα ειδών ένδυσης, σήμερα έχουν αντικατασταθεί από καταστήματα φρανσάιζ». Ακόμη και όταν χρεοκοπούν και κλείνουν αυτά τα καταστήματα παραμένουν έρημα: οι ιδιοκτήτες δεν είναι πρόθυμοι να μειώσουν τα ενοίκια τους για να βρουν νέους ενοικιαστές. Κι έτσι, τον Οκτώβριο του 2017 οι ΗΠΑ ξεπέρασαν το προηγούμενο ρεκόρ λουκέτων, μετά την οικονομική κρίση του 2008.

Ένα φαινόμενο, αυτό της «πόλης που εξαφανίζεται», περιγράφεται επίσης στο μπλογκ Vanishing New York.  «Οι μικρές επιχειρήσεις αντιστάθηκαν στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’70, μια πόλη χρεοκοπημένη και όμηρο του εγκλήματος» γράφει. Τώρα, έχει έρθει ένας νέος εχθρός: δεν είναι η Αmazon, αλλά τα ενοίκια. «Δεν πρόκειται πλέον για οικογενειακές επιχειρήσεις, αλλά για θεσμικούς επενδυτές που δεν είναι πρόθυμοι να μειώσουν τα μισθώματα», καταλήγει.

Φωτό: Και είναι σαν να βάζεις λουκέτο στη φυσιογνωμία μιας πόλης. Πηγή:Shutterstock