Ο Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζει να εκδικείται αντιπάλους του και πρώην συνεργάτες του που στράφηκαν εναντίον του τα προηγούμενα χρόνια.
Μετά τον Τζέιμς Κόμι, πρώην διευθυντή του FBI, και τη Λετίσια Τζέιμς, γενική εισαγγελέα της πολιτείας της Νέας Υόρκης, σειρά πήρε ο Τζον Μπόλτον, ο οποίος διετέλεσε σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Ντόναλντ Τραμπ πριν γίνει σφοδρός επικριτής του.
Στον Μπόλτον ασκήθηκε δίωξη, την Πέμπτη. Το υπουργείο Δικαιοσύνης παρουσίασε την υπόθεση σε ένα σώμα ενόρκων στο Μέριλαντ, οι οποίοι συμφώνησαν ότι υπήρχαν αρκετά στοιχεία για να απαγγελθούν κατηγορίες στον Μπόλτον, ο οποίος εξέδωσε δήλωση που υποστήριζε την αθωότητά του.
Τον Αύγουστο είχε γίνει έφοδος του FBI στο σπίτι και στο γραφείο του 76χρονου Μπόλτον, στο πλαίσιο έρευνας για τον χειρισμό διαβαθμισμένων πληροφοριών.
Τότε, πράκτορες του FBI βρήκαν έγγραφα που έφεραν την ένδειξη «εμπιστευτικά» στο γραφείο του Μπόλτον στην Ουάσινγκτον. Σύμφωνα με δικαστικά αρχεία, στα έγγραφα αυτά γινόταν αναφορά σε όπλα μαζικής καταστροφής.
Σύμφωνα με ένα κατηγορητήριο 26 σελίδων που κατατέθηκε σε δικαστήριο στο Γκρίνμπελτ του Μέριλαντ την Πέμπτη, ο Μπόλτον κατηγορείται για οκτώ αδικήματα διαβίβασης πληροφοριών εθνικής άμυνας και 10 αδικήματα παράνομης κατοχής απόρρητων εγγράφων.
Οι εισαγγελείς τον κατηγορούν για παράνομη διαβίβαση άκρως απόρρητων πληροφοριών σχετικά με την εθνική άμυνα των ΗΠΑ χρησιμοποιώντας το προσωπικό του email και άλλες εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων.
«Αυτά τα έγγραφα αποκάλυψαν πληροφορίες σχετικά με μελλοντικές επιθέσεις, ξένους αντιπάλους και σχέσεις εξωτερικής πολιτικής», αναφέρουν τα δικαστικά έγγραφα, σημείωσε το BBC.
Εάν κριθεί ένοχος, ο Μπόλτον κινδυνεύει να αντιμετωπίσει ποινή φυλάκισης έως και 10 ετών για κάθε κατηγορία. Αναμένεται να παραδοθεί στις Αρχές την Παρασκευή.
«Κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου», δήλωσε η υπουργός Δικαιοσύνης και πιστή σύμμαχος του Τραμπ, Παμ Μπόντι, σε ανακοίνωσή της.
Ο Μπόλτον δήλωσε ότι ανυπομονεί να υπερασπιστεί τη «νόμιμη συμπεριφορά» του στο δικαστήριο, καθώς κατηγόρησε τον Τραμπ ότι επιδιώκει «αντίποινα εναντίον μου».
«Τώρα, έχω γίνει ο τελευταίος στόχος που χρησιμοποιεί το υπουργείο Δικαιοσύνης ως όπλο για να απαγγείλει κατηγορίες σε όσους [ο Τραμπ] θεωρεί εχθρούς του με κατηγορίες που είχαν απορριφθεί προηγουμένως ή διαστρεβλώνει τα γεγονότα», δήλωσε ο Μπόλτον.
Ο δικηγόρος του Μπόλτον, Αμπι Λόουελ, δήλωσε ότι οι κατηγορίες προέκυψαν από ημερολογιακές καταχωρίσεις που κρατούσε ο πελάτης του κατά τη διάρκεια της 45χρονης καριέρας του στη δημόσια υπηρεσία.
«Όπως πολλοί δημόσιοι αξιωματούχοι σε όλη την ιστορία, ο Μπόλτον κρατούσε ημερολόγια -αυτό δεν είναι έγκλημα», δήλωσε ο Λόουελ.
Περιέγραψε τα αρχεία ως «μη απόρρητα, κοινοποιημένα μόνο στην άμεση οικογένειά του και γνωστά στο FBI ήδη από το 2021».
Σύμφωνα με το CNN, ο Μπόλτον φέρεται να μοιράστηκε τις πληροφορίες με τη σύζυγό του και την κόρη του.
Οι μη εξουσιοδοτημένες πληροφορίες περιλαμβάνουν «καταγραφές που μοιάζουν με ημερολόγιο από την εποχή που ο Μπόλτον ήταν Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας» και φέρεται να «εκτυπώθηκαν και αποθηκεύτηκαν» στο σπίτι του Μπόλτον στη Μπεθέσντα του Μέριλαντ.
Ο Μπόλτον αποπέμφθηκε από την πρώτη κυβέρνηση Τραμπ το 2019. Τα απομνημονεύματά του το 2020, «Το Δωμάτιο Οπου Συνέβη», αφηγούνταν την εποχή που εργαζόταν υπό τον Τραμπ και τον παρουσίαζαν ως πρόεδρο που δεν ήταν καλά ενημερωμένος για τη διεθνή γεωπολιτική.
Ο Λευκός Οίκος κατέθεσε αγωγή για να εμποδίσει την έκδοση του βιβλίου, υποστηρίζοντας ότι περιείχε διαβαθμισμένες πληροφορίες και δεν είχε ελεγχθεί σωστά. Ενας δικαστής απέρριψε το αίτημα και το βιβλίο κυκλοφόρησε λίγες μέρες αργότερα.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ξεκίνησε στη συνέχεια έρευνα για το εάν ο Μπόλτον είχε χειριστεί λανθασμένα διαβαθμισμένες πληροφορίες αποκαλύπτοντας ορισμένες πληροφορίες στο βιβλίο.
Ερωτηθείς για το κατηγορητήριο την Πέμπτη στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ είπε ότι δεν το γνώριζε, αλλά πρόσθεσε ότι ο Μπόλτον ήταν «κακός άνθρωπος».
Το 2020, είχε απειλήσει ότι «θα πέσουν βόμβες πάνω του».
Ο Μπόλτον, ο οποίος διετέλεσε πρεσβευτής στον ΟΗΕ επί Τζορτζ Μπους, ήταν μεταξύ των πρώην αξιωματούχων που ασκούσαν κριτική στον Τραμπ, των οποίων η προστασία από την Μυστική Υπηρεσία αφαιρέθηκε τον Ιανουάριο.
Είναι ο τρίτος επικριτής του Τραμπ που κατηγορείται ποινικά από τον Σεπτέμβριο.
Η Γενική Εισαγγελέας της πολιτείας της Νέας Υόρκης, Λετίσια Τζέιμς, κατηγορήθηκε για τραπεζική απάτη τον Οκτώβριο.
Ο πρώην διευθυντής του FBI, Τζέιμς Κόμι, κατηγορήθηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου για ψευδή δήλωση στο Κογκρέσο.
Οι υποθέσεις κατατέθηκαν αφού ο Τραμπ παρότρυνε την υπουργό Δικαιοσύνης να ασκήσει δίωξη στους πολιτικούς του αντιπάλους.
«Δεν μπορούμε να καθυστερήσουμε άλλο, αυτό σκοτώνει τη φήμη και την αξιοπιστία μας», είχε γράψει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
